ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
Πτυχιούχου
Κλασσικῆς Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
MSc
Ἐφηρμοσμένης Παιδαγωγικῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Ὑπ.
Δρος(Dph) Κλασσικῆς Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Ο βασιλιάς Οδυσσέας μετά από είκοσι χρόνια επιστρέφει στο παλάτι. Εκεί βρίσκει τους κακόδοξους μνηστήρες που θέλανε να του κλέψουν τον κόσμο του και τους εξολοθρεύει όλους. Μετά το φονικό η συνέχεια έχει ως εξής.
Παραπατώντας από τη χαρά της, η Ευρύκλεια ανέβηκε στην κάμαρη της Πηνελόπης και ανήγγειλε στη βασίλισσα ότι ο Οδυσσέας γύρισε και σκότωσε τους μνηστήρες, αλλά δεν έγινε πιστευτή. Η Πηνελόπη θεώρησε έργο των θεών την τιμωρία των αλαζονικών μνηστήρων, όταν όμως η παραμάνα αναφέρθηκε στην ουλή που είχε στο γόνατο ο Οδυσσέας, αποφάσισε να κατεβεί για να δει τι συμβαίνει.
Κάθισε λοιπόν άφωνη και ερευνητική απέναντι στον άντρα της. Ο Τηλέμαχος τη χαρακτήρισε σκληρόκαρδη για τη στάση της, ο Οδυσσέας όμως τη δικαιολόγησε, συζήτησε έπειτα με τον γιο του το θέμα των πιθανών αντεκδικήσεων από τους συγγενείς των μνηστήρων και αποφάσισε να στηθεί χορός και τραγούδι στον χώρο του παλατιού, ώστε να δοθεί η εντύπωση στους περαστικούς ότι γίνεται γάμος και να μη διαρρεύσει στην πόλη η είδηση του φονικού, πριν εκείνοι καταφύγουν στο κτήμα του Λαέρτη, όπου θα οργανώσουν την άμυνά τους.
Στο μεταξύ ο Οδυσσέας λούστηκε, ομορφοντύθηκε και ξαναπήρε θέση απέναντι στη γυναίκα του. Παραπονέθηκε τώρα για τη στάση της και ζήτησε να του στρώσουν να κοιμηθεί μόνος του. Άρπαξε τότε την ευκαιρία η Πηνελόπη και ζήτησε να μετακινηθεί το κρεβάτι έξω από τη συζυγική κάμαρη. Ο λόγος της αυτός εξόργισε τον Οδυσσέα που, πέφτοντας στην παγίδα της, αποκάλυψε το μυστικό του ριζωμένου στη γη κρεβατιού τους, που μόνο αυτοί ήξεραν. Το αδιάψευστο αυτό σημάδι σιγούρεψε την Πηνελόπη και τότε...
Είπε κι εκείνης κόπηκαν τα πόδια κι η καρδιά της σαν άκουσε τ' αλάθευτα σημάδια που της είπε κ έτρεξε ευτύς απάνω του στα δάκρυα βουτημένη και το λαιμό του αγκάλιασε με τα λευκά της χέρια και φίλαε το κεφάλι του κι αγαπημένα του 'πε· «Μη μου θυμώνεις, άντρα μου, που σ' όλα στοχασμένος κι απ' όλους είσαι πιο πολύ. Αχ, οι θεοί τις πίκρες μας έστειλαν που ζήλεψαν πάντα μαζί να ζούμε, τα νιάτα να χαιρόμαστε, κι οι δυο μαζί στο τέλος των γηρατειών να φτάσουμε. Μη μου κακιώσεις τώρα που δε σε χάρηκα απ' αρχής την ώρα καθώς σ' είδα. Γιατί έτρεμε η καρδούλα μου στα τρυφερά μου στήθια μην έρθει εδώ με ψέματα κανείς και με γελάσει.
Μα σημασία έχει το αρχαίο κείμενο. Δείτε γιατί...
ὣς φάτο, τῆς δ' αὐτοῦ λύτο γούνατα καὶ φίλον ἦτορ, σήματ' ἀναγνούσῃ, τά οἱ ἔμπεδα πέφραδ' Ὀδυσσεύς· δακρύσασα δ' ἔπειτ' ἰθὺς κίεν, ἀμφὶ δὲ χεῖρας δειρῇ βάλλ' Ὀδυσῆϊ, κάρη δ' ἔκυσ' ἠδὲ προσηύδα· «μή μοι, Ὀδυσσεῦ, σκύζευ, ἐπεὶ τά περ ἄλλα μάλιστα ἀνθρώπων πέπνυσο· θεοὶ δ' ὤπαζον ὀϊζύν, οἳ νῶϊν ἀγάσαντο παρ' ἀλλήλοισι μένοντε ἥβης ταρπῆναι καὶ γήραος οὐδὸν ἱκέσθαι. αὐτὰρ μὴ νῦν μοι τόδε χώεο μηδὲ νεμέσσα, οὕνεκά σ' οὐ τὸ πρῶτον, ἐπεὶ ἴδον, ὧδ' ἀγάπησα. αἰεὶ γάρ μοι θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι φίλοισιν ἐῤῥίγει, μή τίς με βροτῶν ἀπάφοιτ' ἐπέεσσιν ἐλθών·
Βλέπετε εκείνο το "δακρύσασα δ' ἔπειτ' ἰθὺς κίεν, ἀμφὶ δὲ χεῖρας δειρῇ βάλλ' Ὀδυσῆϊ, κάρη δ' ἔκυσ' ἠδὲ προσηύδα" ; το οποίο και μεταφράζεται "έδραμε σ' αυτόν, κι έριξε τες αγκάλες στον τράχηλόν του, εφίλησε την κεφαλή του κι είπε" ή άλλως "και χύθη ομπρός θρηνώντας, έριξε τα δυο της χέρια γύρω στου αντρός της το λαιμό, του φίλησε την κεφαλή και του ΄πε";
Θέλω να επισημάνω εκείνο το αρχαίο "ἔκυσεν". Το ρήμα είναι "κυνέω-ῶ" που σημαίνει φιλάω-ῶ. Στον μέλλοντα κάνει "κυνήσομαι" αλλά αργότερα και "κύσσω".. Σας θυμίζει τίποτα; Το "Kiss" για παράδειγμα το αγγλικό; Τώρα σας θυμίζει λοιπόν. "You will kiss me" (= θα με φιλήσης) μήπως και είναι "κύσσῃς με" στα αρχαία;Για να δούμε....
Ας απολαύσομαι το 20ο ειδύλλιο του Θεόκριτου, αφού πούμε μόνον τούτο. Υπάρχουν πάμπολες ομηρικές κυρίως λέξεις στις ευρωπαϊκές γλώσσες που ενώ δεν φαίνονται ως εχουσες ελληνικήν ρίζαν, είναι όμως ξεκάθαρα ελληνικές.
Εὐνίκα μ᾽ ἐγέλαξε θέλοντά μιν ἁδὺ φιλᾶσαι καί μ᾽ ἐπικερτομέοισα τάδ᾽ ἔννεπεν· «ἔρρ᾽ ἀπ᾽ ἐμεῖο. βουκόλος ὢν ἐθέλεις με κύσαι, τάλαν; οὐ μεμάθηκα ἀγροίκως φιλέειν, ἀλλ᾽ ἀστικὰ χείλεα θλίβειν. μὴ τύγε μευ κύσσῃς τὸ καλὸν στόμα μηδ᾽ ἐν ὀνείροις.
Γλυκό φιλάκι εζήτησα να πάρω απ᾽ την Ευνίκη κι εκείνη μ᾽ αναγέλασε και τέτοια λόγια μου ᾽πε: «Γκρεμίσου, κακορίζικε, και φύγε από κοντά μου! βοσκός εσύ πώς τόλμησες φιλί να μου ζητήσεις; εγώ δεν εσυνήθισα να με φιλούν χωριάτες, μόνο σε χείλη χωριανά κολλώ τα δυο μου χείλη. Εσύ μήτε στον ύπνο σου ποτέ θα με φιλήσεις.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
1. Ιωάννου Ασλανίδη, "Η ελληνική γλώσσα τροφός όλων των ευρωπαϊκών γλωσσών", Εστία, σελ.9, 2-3/02/19
2. Theocritus, Bion et Moschus ad optimorum librorum fidem accurate editi, G.H.Schaeferi, Lipsiae 1829
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου