της Αγγελικής Μουστάκου
φιλολόγου
Οι γυναίκες που συναντούμε στην Ιλιάδα , με κριτήριο την σειρά της εμφάνισής τους, είναι οι εξής: Χρυσηίς, Κλυταιμνήστρα, Βρισηίς, Εκάβη, Ελένη, Ανδρομάχη, Κασσάνδρα . Ο αντίστοιχος κατάλογος της Οδύσσειας προκύπτει πιο πλούσιος και ποικίλος : Πηνελόπη, Ευρύκλεια, Ναυσικά, Αρήτη, Ελένη, Αντίκλεια, Ευρυνόμη, Κλυταιμνήστρα , Μελανθώ. Απ'όλες αυτές τις μορφές μόνον δύο φτάνουν στο αττικό δράμα ,για να συζητήσουν μαζί μας κι απ' την σκοπιά αυτή : η Ελένη και η Κλυταιμνήστρα.
Στην Ιλιάδα οι επτά γυναικείες μορφές μοιράζονται ισάριθμα ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα. Με το στρατόπεδο των Αχαιών συνδέονται έμμεσα, ως λάφυρα πολέμου, η Χρυσηίδα και η Βρισηίδα. Η Κλυταιμνήστρα αναφέρεται μια φορά από τον Αγαμέμνονα, και συγκεκριμένα την υποβαθμίζει σε σχέση με την Χρυσηίδα ως προς τις σωματικές και πνευματικές αρετές της. Με το τρωϊκό στρατόπεδο συνάπτονται πιο άμεσα η Εκάβη, η Ανδρομάχη και η Κασσάνδρα. Κάπου ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα αμφιταλαντεύεται η Ελένη, η οποία παραμένει στην Τροία ως παράνομη σύζυγος του Πάρη, αλλά εκ των πραγμάτων ο νους της την παραπέμπει συχνά στον νόμιμο σύζυγο και στην Σπάρτη.
Η Ελένη είναι μια διάσημη ηρωίδα . Αυτό τ'οφείλει στην αινιγματική προσωπικότητά της. Μοιράζεται ανάμεσα στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια.,διχάζεται ανάμεσα στην Τροία και στην Σπάρτη, στον Πάρη και στον Μενέλαιο. Την χαρακτηρίζουν τόσο η ενοχή όσο και η αθωότητά της ,τόσο η ησυχία, όσο και η ανησυχία της. Κάνει την πρώτη επική εμφάνισή της στην τρίτη ραψωδία του έπους, στο πλαίσιο της περίφημης <<Τειχοσκοπίας>>. Την προσκαλεί η Ίρις στις επάλξεις του κάστρου της Τροίας, για να σταθεί στο πλάι του Πριάμου, για να δει με τα μάτια της τη συμφωνημένη μεταξύ Αχαιών και Τρώων μονομαχία του Μενελάου και Πάρη, η οποία και θα είναι καθοριστική για την τύχη της.
Η σκηνή μοιράζεται σε τρείς συνεχόμενους χώρους , που θυμίζουν θέατρο: τα δρώμενα της μονομαχίας εξελίσσονται πεδίο της μάχης-ένα είδος ορχήστρας-. Θεατές είναι οι Αχαιοί και οι Τρώες που περιβάλλουν τους μονομάχους ενώ για την Ελένη και τον Πρίαμο έχει εξασφαλιστεί η έπαλξη του κάστρου ως θεωρείο. Σ'αυτό το σημείο εντοπίζεται το γνωστό και στο αττικό δράμα θέμα του αναγνωρισμού . Εδώ παρατηρούμε τρεις εκδοχές: η Ελένη πρώτα αναγνωρίζεται απ'τους άλλους, μετά αναγνωρίζει τους άλλους και κάπου στο ενδιάμεσο αναγνωρίζει η ίδια τον εαυτό της.
Η πρώτη βαθμίδα της τριπλής αυτής αναγνώρισης εντοπίζεται κοντά στις Σκαιές Πύλες. Η Ελένη τις προσπερνά καθώς προσέρχεται στις επάλξεις του κάστρου, έχοντας κοντά της την Αίθρα και την Κλυμένη. Η θέα της συγκινεί τους Τρώες δημογέροντες ,που κάθονται σε παράπλευρο πύργο ,οι οποίοι, γοητευμένοι από την παρουσία της,αναγνωρίζουν απερίφραστα την ομορφιά της. Στην συνέχεια η Ελένη δείχνει στον γεμάτο απορία Πρίαμο τους επιφανείς αρχηγούς που διακρίνονται από τους Αχαιούς. Αρχίζει απ'τον Αγαμέμνονα ,προχωρά στον Οδυσσέα και καταλήγει στον Αίαντα και στον Ιδομενέα.
Ο Πρίαμος δηλώνει εξαρχής την συμπάθειά του στην Ελένη κι επιμένει στην αναιτιότητά της ως προς τον πόλεμο. Την αιτία την αποδίδει στους θεούς. Εκείνη όμως δίνει έμφαση στην προσωπική της ενοχή και την αποδίδει στην αφροσύνη της ν'ακολουθήσει το γιό του Πριάμου εγκαταλείποντας τον συζυγικό θάλαμο, τους δικούς της και τους φίλους της και προπάντων την ανήλικη κόρη της. Παρατηρούμε χαρακτηριστικά την Ελένη ν'αυτοχαρακτηρίζεται ως ένοχη , ακόμα κι όταν αντιμετωπίζεται με συμπαθητική επιείκεια από τους άλλους . Ξεχωριστή θέση ανάμεσα σ'όσους την αθωώνουν έχουν ο Πρίαμος και ο Έκτορας στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια ο Μενέλαος και η Πηνελόπη.
Το αντιφατικό-αθώο και ένοχο μαζί- προφίλ της Ελένης συμπληρώνεται στις δύο επόμενες ιλιαδικές εμφανίσεις της : η μία συντελείται στο ευρύτερο πλαίσιο της συζυγικής ομιλίας Έκτορα και Ανδρομάχης και η άλλη στο σύμπλεγμα των τριών θρήνων που συνοδεύουν την πρόθεση του νεκρού Έκτορα, στην τελευταία ραψωδία του έπους. Στην πρώτη περίπτωση η Ελένη αναγνωρίζει μπροστά στον αδελφό του συζύγου της την προσωπική ενοχή της και αυτοχαρακτηρίζεται καταραμένη και κακομήχανη σκύλα. Στην δεύτερη περίπτωση προσθέτει ως τρίτο και τελευταίο τον δικό της θρήνο στους σπαρακτικούς θρήνους της Ανδρομάχης και της Εκάβης. Τονίζει την εξαιρετική συμπάθεια που της έδειχνε ο Έκτορας όσο ζούσε ,όταν οι άλλοι και κυρίως οι Τυρωαδίτισσες ,την κοιτούσαν με καχυποψία.
Στην Οοδύσσεια η κυριότερη εμφάνιση της Ελένης πραγματοποιείται στο πρώτο μέρος της τέταρτης ραψωδίας. Ο Μενέλαος έχει υποδεχτεί στο παλάτι του στην Σπάρτη τον Τηλέμαχο και τον Πεισίστρατο. Ακόμα δεν έχουν γίνει οι συστάσεις και ο Μενέλαος μετριάζει τον θαυμασμό του νεαρού Τηλέμαχου για το υπέρλαμπρο παλάτι του, θυμίζοντας όσα μεσολάβησαν κατά την δική του περιπλάνηση μετά την άλωση της Τροίας με τον αβάστχτο πόνο που έφερε ησφαγή του αδελφού του-πόνος που επιδεινώθηκε με την εξαφάνιση του πιο αγαπημένου φίλου του,του Οδυσσέα. Όταν άκουσε τ'όνομα του πατέρα του ο Τηλέμαχος βούρκωσε κι ο βασιλιάς της Σπάρτης υποπτεύτηκε την ταυτότητά του. Την αναγνώριση όμως την προλαβαίνει η Ελένη, που κατεβαίνει μεγαλόπρεπη απ'τον θάλαμό της,ωραία σαν την Άρτεμη με τα χρυσά της βέλη. Την συνοδεύουν η Αρήστη και η Φυλώ,που της κρατά το ασημένο πανέρι με τ'απαραίτητα σύνεργα:νήμα δουλεμένο, ηλακάτη τεντωμένη με το μαλλί μενεξεδένιο. Η βασίλισσα κάθεται στον θρόνο της και με την πρώτη ματιά αναγνωρίζει τον γιο του Οδυσσέα. Ακολουθεί συγκίνηση και όλοι ξεσπούν σε κλάμα-ο καθένας για το δικό του πόνο.
Η συνετή παρέμβαση του Πεισίστρατου κατευνάζει τον θρήνο και στην συνέχεια η Ελένη,με τα δικά της μέσα, αναλαμβάνει να τους απαλλάξει απ'την θλίψη. Το ένα μέσο είναι ένα μαγικό και το άλλο είναι η δύναμη της αφήγησης. Ρίχνει πρώτα στο κρασί ένα βοτάνι που φέρνει λησμοσύνη ακόμα και της πιο μεγάλης συμφοράς ,και του πιο άγριου πόνου. Στο κείμενο ονομάζεται ''νηπενθές φάρμακον επίληθον απάντων''. Της το χάρισε η Πολυδάμνη, γυναίκα του Θώνα , στην Αίγυπτο, όπου ο καθένας είναι γιατρός, αφού το σόι τους κρατά απ'τον Παιήονα και η γη βγάζει πολλά τέτοια βότανα, που άλλα είναι καλά και άλλα φαρμακερά. Ρίχνει λοιπόν η Πηνελόπη το βοτάνι στο κρασί και παραγγέλλει να το κεράσουν. Μετά παίρνει τον λόγο και προτείνει ν'ακουστούν ένδοξες διηγήσεις.Η ίδια δέχεται να πει μια ιστορίαμ'ένα από τα πολλά κατορθώματα του Οδυσσέα. Σε εικοσιδύο στίχους συμπυκνώνει το γνωστό και από τον επικό κύκλο επεισόδιο της << αικίας >>. Ο Οδυσσέας ,λέει, πληγώνοντας το σώμα του, κουρελής, τέλεια παραλλαγμένος, γλιστρά στο κάστρο της Τροίας για κατασκοπία. Είναι αγνώριστος σε όλους και μόνο η Ελένη τον αναγνωρίζει αμέσως. Όχι μόνο δεν τον πρόδωσε, όπως λέει, αλλά τον πήρε μέσα, τον έλουσε,τον έντυσε και τον βοήθησε να φέρει σε πέρας την αποστολή του σφάζοντας Τρώες πολλούς και προκαλώντας θρήνο και σπαραγό στις γυναίκες τους. Η ίδια όμως ,όπως ισχυρίζεται, ένιωσε μέσα της χαρά μεγάλη γιατί ο νους της είχε πια μετανιώσει για την τύφλα που της φόρτωσε η Αφροδίτη, όταν την παρέσυρε ν'αφήσει πίσω της πατρίδα, θυγατέρα, τον συζυγικό θάλαμό της, τον νόμιμο σύζυγότης, που σε τίποτα δεν υπολείπεται ούτε στην όψη ,ούτε στο μυαλό. Ο Μενέλαος υποβάλλεται και υπερθεματίζει: δενέχει ,λέει, βρεθεί ως τώρα άντρας με το κουράγιο, το πείσμα και την αντοχή του . Παράδειγμα εκείνο το κατόρθωμά του με τον δούρειο ίππο ,όπου είχαν κρυφτεί οι άριστοι των Αχαιών. Και πάνω εκεί εμφανίστηκε η Ελένη με τον Διήφοβο πίσω της (όπως υποθέτει ο Μενέλαος ,κάποιος δαίμονας θα την έσπρωξε) . Άρχισε λοιπόν αυτή να χαϊδεύει τρεις φορές την κοιλιά του αλόγου ,καλώντας έναν έναν ονομαστικά τους κρυμμένους Αχαιούς,με μια φωνή κάθε φορά ολόιδια της γυναίκας του καθενός. Ο ίδιος ο Μενέλαος και ο Διομήδης ήταν έτοιμοι ν'ανταποκριθούν στο κάλεσμα της Ελένης, όμως ο Οδυσσέας τους συγκράτησε . Κι όταν ο Άντικλος δεν βάσταξε και πήγε να φωνάξει ,ο Οδυσσέας του βούλωσε με την παλάμη του το στόμα,ώσπου η Αθηνά απομάκρυνε πια την Ελένη κι έτσι σώθηκαν οι Αχαιοί.
Προκύπτουν λοιπόν στην Οδύσσεια κάποια γνωρίσματα της Ελένης που δεν τα συναντούμε τόσο ξεκάθαρα στην Ιλιάδα. Στα γνωρίσματα αυτά ανήκει η άμεση αναγνωριστική δεινότητά της . Αναγνωρίζει αμέσως τον Τηλέμαχο,τον Οδυσσέα και τους κρυμμένους μέσα στον δούρειο ίππο Αχαιούς. Όσο για την ομορφιά της ,αυτή παρουσιάζεται ως θεϊκή εφόσον παραμένει αναλλοίωτη.
Ένα άλλο νέο και αξιοσημείωτο γνώρισμα που εντοπίζουμε στην Ελένη είναι και η σχέση της με την Αίγυπτο. Αυτό το στοιχείο συνάπτεται άψογα με τ'ομώνυμο δράμα του Ευριπίδη. Όσο για τα μάγια της ,αυτά δεν αποτυπώνονται μόνο στο βοτάνι αλλά και στην απίστευτη ικανότητά της να μιμείται ξένες φωνές και γλώσσες και να αισθάνεται με την αφή τί κρύβει η κοιλιά ενός ξύλινου αλόγου.Αυτή είναι μια δαιμονική ικανότητα που παραπέμπει σε θεϊκή φύση -μια θείκή φύση που μέσα στο έπος ξεχνιέται ή αποσιωπάται εσκεμμένα.
Η Ελένη λοιπόν παρουσιάζεται στην Οδύσσεια με όλα της τα προσόντα. Είναι αναγνωριστική ,μαγική, δίβουλη. Τολμά κανείς να ομολογήσει πως ο Μενέλαος μοιάζει μάλλον αφελής μπροστά της. Όσο για την αδελφή της, την Κλυταιμνήστρα ,διαθέτει κι αυτή ενά τέτοιο οδυσσειακό προφίλ,που οδήγησε τους τραγικούς να την αναδείξουν όσο καμμία άλλη ομηρική μορφή-ούτε αντρική,ούτε γυναικεία.
Στην Ιλιάδα ,μόλις που αναφέρεται τ'όνομα της Κλυταιμνήστρας απ'τον Αγαμέμνονα ,ο οποίος ,προφανώς αθέμιτα, την συγκρίνει με την Χρυσηίδα. Στην Οδύσσεια όμως η Κλυταιμνήστρα φαίνεται να παίρνει πίσω το αίμα της για την προσβλητική αυτή μεταχείριση απ'τον νόμιμο σύζυγό της. Αυτό βέβαια δεν γίνεται αμέσως, αλλά σταδιακά.
Αρχικά ο Δίας, στην αγορά των θεών της πρώτης ραψωδίας ,εξονομάζει τον Αίγισθο παράνομο εραστή και τον Ορέστη φονιά εκδικητή του πατέρα του,αφήνει όμως την Κλυταιμνήστρα στην αφάνεια. Το πράγμα αρχίζει να ξεκαθαρίζει στην τρίτη ραψωδία, όταν ο Νέστορας ενδίδει στη σχετική ερώτηση του νεαρού Τηλέμαχου και φανερώνει περισσότερα στοιχεία, τα οποία μάλιστα παρουσιάζονται σε βαθμιδωτή αφήγηση.
Ο Αίγισθος εκμεταλλεύτηκε, λέει, την απουσία του Αγαμέμνονα και των Aχαιών στην Τροία και ξελόγιασε την Κλυταιμνήστρα ,που αρχικά αντιστάθηκε ,υπάκουη στις υποδείξεις του αοιδού στον οποίο την εμπιστεύτηκε φεύγοντας για την Τροία ο Αγαμέμνονας. Εδώ δεν γίνεται λόγος για σύμπραξη στο φόνο του συζύγου της. Επτά χρόνια παριστάνει τον βασιλιά ο Αίγισθος. Στον όγδοο χρόνο επιστρέφει ο Ορέστης, τον κατασφάζει και παραθέτει επικήδειο δείπνο στους Αργείους για τη σφαγή του Αιγίσθου και της μισητής του μάνας.
Στην τέταρτη ραψωδία έχουμε μια κάπως αποκλίνουσα περιγραφή. Ο Μενέλαος αναδιηγείται στον Τηλέμαχο όπως του τον διηγήθηκε ο ενάλιος Πρωτέας : μόλις γύρισε ο Αγαμέμνων στην πατρίδα του,ασπάζεται το χώμα της. Όμως καρτερά ο φύλακας του Αίγισθου,που είχε λάβει εντολή, και τον παρασύρει στο παλάτι,όπου πάνω στο δείπνο τον κατασφάζει σαν το βόδι στο παχνί του. Αναφορά για σύμπραξη της Κλυταιμνήστρας δεν υπάρχει ούτε εδώ.
Στο δεύτερο μέρος της << Μεγάλης Νέκυιας>> ( λ 403-434) ο Αγαμέμνονας διηγείται τα πάθη του στον Οδυσσέα διεξοδικότερα και με μεγάλη περιπάθεια. Τον φόνο ,λέει, τον τέλεσε ο Αίγισθος, συντέλεσε όμως και η Κλυταιμνήστρα, τον έσφαξαν μαζί. Θέαμα οικτρό κι ασύγκριτο :αίμα χυμένο στο δάπεδο ν'αχνίζει, και η φωνή της Κασσάνδρας σπαρακτική την ώρα που την σκότωνε η πανούργα Κλυταιμνήστρα ,ενώ ο ίδιος ο Αγαμέμνων σφάδαζε με τα χέρια υψωμένα μέχρι που ξεψύχησε. Συμπύκνωση της φονικής ανόσιας πράξης έχουμε τελικά και στην <<Μικρή Νέκυια>> της εικοστής τέταρτης ραψωδίας (ω 192-201) όπου η φρικτή απιστία της Κλυταιμνήστρας συγκρίνεται με την ενάρετη πίστη της Πηνελόπης.
Όπως παρατηρούμε οι δύο γυναικείες μορφές περνούν στην αττική τραγωδία μ' εντελώς άνισο επικό φορτίο. Άνισο, γιατί η Ελένη συμμετέχει αυτοπροσώπως στα δρώμενα τόσο της Ιλιάδας, όσο και της Οδύσσειας. Κυκλοφορεί, δρα, μιλά σ'όλο το φάσμα του Τρωϊκού μύθου-από την Σπάρτη στην Τροία και από την Τροία στην Σπάρτη. Αντίθετα η Κλυταιμνήστρα είναι απούσα στην Ιλιάδα, ενώ στην Οδύσσεια τα έργα και το φρόνημά της τα διηγούνται και τα καταγγέλουν οι άλλοι.
Η Ελένη διαθέτει τον προσωπικό της μύθο (αμυντικό και συνάμα επιθετικό εφόδιο). Ανάλογος μύθος για την Κλυταιμνήστρα δεν υπάρχει. Η Ελένη παραμένει σχεδόν ατιμώρητη, τόσο στο έπος, όσο και στην τραγωδία. Κατά συνέπεια η Κλυταιμνήστρα κερδίζει στην τραγωδία ,γιατί αποβαίνει ένα πρόσωπο αυθεντικά τραγικό . Η Ελένη δύσκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί τραγικό πρόσωπο με όλη την σημασία του όρου. Μάλλον στοιχεία ειρωνικής τραγωδίας θα μπορούσε να εντοπίσει κανείς στην περίπτωσή της. Η Ελένη παρέμεινε μύθος θεϊκός για πάντα.
Οι γυναίκες που συναντούμε στην Ιλιάδα , με κριτήριο την σειρά της εμφάνισής τους, είναι οι εξής: Χρυσηίς, Κλυταιμνήστρα, Βρισηίς, Εκάβη, Ελένη, Ανδρομάχη, Κασσάνδρα . Ο αντίστοιχος κατάλογος της Οδύσσειας προκύπτει πιο πλούσιος και ποικίλος : Πηνελόπη, Ευρύκλεια, Ναυσικά, Αρήτη, Ελένη, Αντίκλεια, Ευρυνόμη, Κλυταιμνήστρα , Μελανθώ. Απ'όλες αυτές τις μορφές μόνον δύο φτάνουν στο αττικό δράμα ,για να συζητήσουν μαζί μας κι απ' την σκοπιά αυτή : η Ελένη και η Κλυταιμνήστρα.
Στην Ιλιάδα οι επτά γυναικείες μορφές μοιράζονται ισάριθμα ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα. Με το στρατόπεδο των Αχαιών συνδέονται έμμεσα, ως λάφυρα πολέμου, η Χρυσηίδα και η Βρισηίδα. Η Κλυταιμνήστρα αναφέρεται μια φορά από τον Αγαμέμνονα, και συγκεκριμένα την υποβαθμίζει σε σχέση με την Χρυσηίδα ως προς τις σωματικές και πνευματικές αρετές της. Με το τρωϊκό στρατόπεδο συνάπτονται πιο άμεσα η Εκάβη, η Ανδρομάχη και η Κασσάνδρα. Κάπου ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα αμφιταλαντεύεται η Ελένη, η οποία παραμένει στην Τροία ως παράνομη σύζυγος του Πάρη, αλλά εκ των πραγμάτων ο νους της την παραπέμπει συχνά στον νόμιμο σύζυγο και στην Σπάρτη.
Η Ελένη είναι μια διάσημη ηρωίδα . Αυτό τ'οφείλει στην αινιγματική προσωπικότητά της. Μοιράζεται ανάμεσα στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια.,διχάζεται ανάμεσα στην Τροία και στην Σπάρτη, στον Πάρη και στον Μενέλαιο. Την χαρακτηρίζουν τόσο η ενοχή όσο και η αθωότητά της ,τόσο η ησυχία, όσο και η ανησυχία της. Κάνει την πρώτη επική εμφάνισή της στην τρίτη ραψωδία του έπους, στο πλαίσιο της περίφημης <<Τειχοσκοπίας>>. Την προσκαλεί η Ίρις στις επάλξεις του κάστρου της Τροίας, για να σταθεί στο πλάι του Πριάμου, για να δει με τα μάτια της τη συμφωνημένη μεταξύ Αχαιών και Τρώων μονομαχία του Μενελάου και Πάρη, η οποία και θα είναι καθοριστική για την τύχη της.
Η σκηνή μοιράζεται σε τρείς συνεχόμενους χώρους , που θυμίζουν θέατρο: τα δρώμενα της μονομαχίας εξελίσσονται πεδίο της μάχης-ένα είδος ορχήστρας-. Θεατές είναι οι Αχαιοί και οι Τρώες που περιβάλλουν τους μονομάχους ενώ για την Ελένη και τον Πρίαμο έχει εξασφαλιστεί η έπαλξη του κάστρου ως θεωρείο. Σ'αυτό το σημείο εντοπίζεται το γνωστό και στο αττικό δράμα θέμα του αναγνωρισμού . Εδώ παρατηρούμε τρεις εκδοχές: η Ελένη πρώτα αναγνωρίζεται απ'τους άλλους, μετά αναγνωρίζει τους άλλους και κάπου στο ενδιάμεσο αναγνωρίζει η ίδια τον εαυτό της.
Η πρώτη βαθμίδα της τριπλής αυτής αναγνώρισης εντοπίζεται κοντά στις Σκαιές Πύλες. Η Ελένη τις προσπερνά καθώς προσέρχεται στις επάλξεις του κάστρου, έχοντας κοντά της την Αίθρα και την Κλυμένη. Η θέα της συγκινεί τους Τρώες δημογέροντες ,που κάθονται σε παράπλευρο πύργο ,οι οποίοι, γοητευμένοι από την παρουσία της,αναγνωρίζουν απερίφραστα την ομορφιά της. Στην συνέχεια η Ελένη δείχνει στον γεμάτο απορία Πρίαμο τους επιφανείς αρχηγούς που διακρίνονται από τους Αχαιούς. Αρχίζει απ'τον Αγαμέμνονα ,προχωρά στον Οδυσσέα και καταλήγει στον Αίαντα και στον Ιδομενέα.
Ο Πρίαμος δηλώνει εξαρχής την συμπάθειά του στην Ελένη κι επιμένει στην αναιτιότητά της ως προς τον πόλεμο. Την αιτία την αποδίδει στους θεούς. Εκείνη όμως δίνει έμφαση στην προσωπική της ενοχή και την αποδίδει στην αφροσύνη της ν'ακολουθήσει το γιό του Πριάμου εγκαταλείποντας τον συζυγικό θάλαμο, τους δικούς της και τους φίλους της και προπάντων την ανήλικη κόρη της. Παρατηρούμε χαρακτηριστικά την Ελένη ν'αυτοχαρακτηρίζεται ως ένοχη , ακόμα κι όταν αντιμετωπίζεται με συμπαθητική επιείκεια από τους άλλους . Ξεχωριστή θέση ανάμεσα σ'όσους την αθωώνουν έχουν ο Πρίαμος και ο Έκτορας στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια ο Μενέλαος και η Πηνελόπη.
Το αντιφατικό-αθώο και ένοχο μαζί- προφίλ της Ελένης συμπληρώνεται στις δύο επόμενες ιλιαδικές εμφανίσεις της : η μία συντελείται στο ευρύτερο πλαίσιο της συζυγικής ομιλίας Έκτορα και Ανδρομάχης και η άλλη στο σύμπλεγμα των τριών θρήνων που συνοδεύουν την πρόθεση του νεκρού Έκτορα, στην τελευταία ραψωδία του έπους. Στην πρώτη περίπτωση η Ελένη αναγνωρίζει μπροστά στον αδελφό του συζύγου της την προσωπική ενοχή της και αυτοχαρακτηρίζεται καταραμένη και κακομήχανη σκύλα. Στην δεύτερη περίπτωση προσθέτει ως τρίτο και τελευταίο τον δικό της θρήνο στους σπαρακτικούς θρήνους της Ανδρομάχης και της Εκάβης. Τονίζει την εξαιρετική συμπάθεια που της έδειχνε ο Έκτορας όσο ζούσε ,όταν οι άλλοι και κυρίως οι Τυρωαδίτισσες ,την κοιτούσαν με καχυποψία.
Στην Οοδύσσεια η κυριότερη εμφάνιση της Ελένης πραγματοποιείται στο πρώτο μέρος της τέταρτης ραψωδίας. Ο Μενέλαος έχει υποδεχτεί στο παλάτι του στην Σπάρτη τον Τηλέμαχο και τον Πεισίστρατο. Ακόμα δεν έχουν γίνει οι συστάσεις και ο Μενέλαος μετριάζει τον θαυμασμό του νεαρού Τηλέμαχου για το υπέρλαμπρο παλάτι του, θυμίζοντας όσα μεσολάβησαν κατά την δική του περιπλάνηση μετά την άλωση της Τροίας με τον αβάστχτο πόνο που έφερε ησφαγή του αδελφού του-πόνος που επιδεινώθηκε με την εξαφάνιση του πιο αγαπημένου φίλου του,του Οδυσσέα. Όταν άκουσε τ'όνομα του πατέρα του ο Τηλέμαχος βούρκωσε κι ο βασιλιάς της Σπάρτης υποπτεύτηκε την ταυτότητά του. Την αναγνώριση όμως την προλαβαίνει η Ελένη, που κατεβαίνει μεγαλόπρεπη απ'τον θάλαμό της,ωραία σαν την Άρτεμη με τα χρυσά της βέλη. Την συνοδεύουν η Αρήστη και η Φυλώ,που της κρατά το ασημένο πανέρι με τ'απαραίτητα σύνεργα:νήμα δουλεμένο, ηλακάτη τεντωμένη με το μαλλί μενεξεδένιο. Η βασίλισσα κάθεται στον θρόνο της και με την πρώτη ματιά αναγνωρίζει τον γιο του Οδυσσέα. Ακολουθεί συγκίνηση και όλοι ξεσπούν σε κλάμα-ο καθένας για το δικό του πόνο.
Η συνετή παρέμβαση του Πεισίστρατου κατευνάζει τον θρήνο και στην συνέχεια η Ελένη,με τα δικά της μέσα, αναλαμβάνει να τους απαλλάξει απ'την θλίψη. Το ένα μέσο είναι ένα μαγικό και το άλλο είναι η δύναμη της αφήγησης. Ρίχνει πρώτα στο κρασί ένα βοτάνι που φέρνει λησμοσύνη ακόμα και της πιο μεγάλης συμφοράς ,και του πιο άγριου πόνου. Στο κείμενο ονομάζεται ''νηπενθές φάρμακον επίληθον απάντων''. Της το χάρισε η Πολυδάμνη, γυναίκα του Θώνα , στην Αίγυπτο, όπου ο καθένας είναι γιατρός, αφού το σόι τους κρατά απ'τον Παιήονα και η γη βγάζει πολλά τέτοια βότανα, που άλλα είναι καλά και άλλα φαρμακερά. Ρίχνει λοιπόν η Πηνελόπη το βοτάνι στο κρασί και παραγγέλλει να το κεράσουν. Μετά παίρνει τον λόγο και προτείνει ν'ακουστούν ένδοξες διηγήσεις.Η ίδια δέχεται να πει μια ιστορίαμ'ένα από τα πολλά κατορθώματα του Οδυσσέα. Σε εικοσιδύο στίχους συμπυκνώνει το γνωστό και από τον επικό κύκλο επεισόδιο της << αικίας >>. Ο Οδυσσέας ,λέει, πληγώνοντας το σώμα του, κουρελής, τέλεια παραλλαγμένος, γλιστρά στο κάστρο της Τροίας για κατασκοπία. Είναι αγνώριστος σε όλους και μόνο η Ελένη τον αναγνωρίζει αμέσως. Όχι μόνο δεν τον πρόδωσε, όπως λέει, αλλά τον πήρε μέσα, τον έλουσε,τον έντυσε και τον βοήθησε να φέρει σε πέρας την αποστολή του σφάζοντας Τρώες πολλούς και προκαλώντας θρήνο και σπαραγό στις γυναίκες τους. Η ίδια όμως ,όπως ισχυρίζεται, ένιωσε μέσα της χαρά μεγάλη γιατί ο νους της είχε πια μετανιώσει για την τύφλα που της φόρτωσε η Αφροδίτη, όταν την παρέσυρε ν'αφήσει πίσω της πατρίδα, θυγατέρα, τον συζυγικό θάλαμό της, τον νόμιμο σύζυγότης, που σε τίποτα δεν υπολείπεται ούτε στην όψη ,ούτε στο μυαλό. Ο Μενέλαος υποβάλλεται και υπερθεματίζει: δενέχει ,λέει, βρεθεί ως τώρα άντρας με το κουράγιο, το πείσμα και την αντοχή του . Παράδειγμα εκείνο το κατόρθωμά του με τον δούρειο ίππο ,όπου είχαν κρυφτεί οι άριστοι των Αχαιών. Και πάνω εκεί εμφανίστηκε η Ελένη με τον Διήφοβο πίσω της (όπως υποθέτει ο Μενέλαος ,κάποιος δαίμονας θα την έσπρωξε) . Άρχισε λοιπόν αυτή να χαϊδεύει τρεις φορές την κοιλιά του αλόγου ,καλώντας έναν έναν ονομαστικά τους κρυμμένους Αχαιούς,με μια φωνή κάθε φορά ολόιδια της γυναίκας του καθενός. Ο ίδιος ο Μενέλαος και ο Διομήδης ήταν έτοιμοι ν'ανταποκριθούν στο κάλεσμα της Ελένης, όμως ο Οδυσσέας τους συγκράτησε . Κι όταν ο Άντικλος δεν βάσταξε και πήγε να φωνάξει ,ο Οδυσσέας του βούλωσε με την παλάμη του το στόμα,ώσπου η Αθηνά απομάκρυνε πια την Ελένη κι έτσι σώθηκαν οι Αχαιοί.
Προκύπτουν λοιπόν στην Οδύσσεια κάποια γνωρίσματα της Ελένης που δεν τα συναντούμε τόσο ξεκάθαρα στην Ιλιάδα. Στα γνωρίσματα αυτά ανήκει η άμεση αναγνωριστική δεινότητά της . Αναγνωρίζει αμέσως τον Τηλέμαχο,τον Οδυσσέα και τους κρυμμένους μέσα στον δούρειο ίππο Αχαιούς. Όσο για την ομορφιά της ,αυτή παρουσιάζεται ως θεϊκή εφόσον παραμένει αναλλοίωτη.
Ένα άλλο νέο και αξιοσημείωτο γνώρισμα που εντοπίζουμε στην Ελένη είναι και η σχέση της με την Αίγυπτο. Αυτό το στοιχείο συνάπτεται άψογα με τ'ομώνυμο δράμα του Ευριπίδη. Όσο για τα μάγια της ,αυτά δεν αποτυπώνονται μόνο στο βοτάνι αλλά και στην απίστευτη ικανότητά της να μιμείται ξένες φωνές και γλώσσες και να αισθάνεται με την αφή τί κρύβει η κοιλιά ενός ξύλινου αλόγου.Αυτή είναι μια δαιμονική ικανότητα που παραπέμπει σε θεϊκή φύση -μια θείκή φύση που μέσα στο έπος ξεχνιέται ή αποσιωπάται εσκεμμένα.
Η Ελένη λοιπόν παρουσιάζεται στην Οδύσσεια με όλα της τα προσόντα. Είναι αναγνωριστική ,μαγική, δίβουλη. Τολμά κανείς να ομολογήσει πως ο Μενέλαος μοιάζει μάλλον αφελής μπροστά της. Όσο για την αδελφή της, την Κλυταιμνήστρα ,διαθέτει κι αυτή ενά τέτοιο οδυσσειακό προφίλ,που οδήγησε τους τραγικούς να την αναδείξουν όσο καμμία άλλη ομηρική μορφή-ούτε αντρική,ούτε γυναικεία.
Στην Ιλιάδα ,μόλις που αναφέρεται τ'όνομα της Κλυταιμνήστρας απ'τον Αγαμέμνονα ,ο οποίος ,προφανώς αθέμιτα, την συγκρίνει με την Χρυσηίδα. Στην Οδύσσεια όμως η Κλυταιμνήστρα φαίνεται να παίρνει πίσω το αίμα της για την προσβλητική αυτή μεταχείριση απ'τον νόμιμο σύζυγό της. Αυτό βέβαια δεν γίνεται αμέσως, αλλά σταδιακά.
Αρχικά ο Δίας, στην αγορά των θεών της πρώτης ραψωδίας ,εξονομάζει τον Αίγισθο παράνομο εραστή και τον Ορέστη φονιά εκδικητή του πατέρα του,αφήνει όμως την Κλυταιμνήστρα στην αφάνεια. Το πράγμα αρχίζει να ξεκαθαρίζει στην τρίτη ραψωδία, όταν ο Νέστορας ενδίδει στη σχετική ερώτηση του νεαρού Τηλέμαχου και φανερώνει περισσότερα στοιχεία, τα οποία μάλιστα παρουσιάζονται σε βαθμιδωτή αφήγηση.
Ο Αίγισθος εκμεταλλεύτηκε, λέει, την απουσία του Αγαμέμνονα και των Aχαιών στην Τροία και ξελόγιασε την Κλυταιμνήστρα ,που αρχικά αντιστάθηκε ,υπάκουη στις υποδείξεις του αοιδού στον οποίο την εμπιστεύτηκε φεύγοντας για την Τροία ο Αγαμέμνονας. Εδώ δεν γίνεται λόγος για σύμπραξη στο φόνο του συζύγου της. Επτά χρόνια παριστάνει τον βασιλιά ο Αίγισθος. Στον όγδοο χρόνο επιστρέφει ο Ορέστης, τον κατασφάζει και παραθέτει επικήδειο δείπνο στους Αργείους για τη σφαγή του Αιγίσθου και της μισητής του μάνας.
Στην τέταρτη ραψωδία έχουμε μια κάπως αποκλίνουσα περιγραφή. Ο Μενέλαος αναδιηγείται στον Τηλέμαχο όπως του τον διηγήθηκε ο ενάλιος Πρωτέας : μόλις γύρισε ο Αγαμέμνων στην πατρίδα του,ασπάζεται το χώμα της. Όμως καρτερά ο φύλακας του Αίγισθου,που είχε λάβει εντολή, και τον παρασύρει στο παλάτι,όπου πάνω στο δείπνο τον κατασφάζει σαν το βόδι στο παχνί του. Αναφορά για σύμπραξη της Κλυταιμνήστρας δεν υπάρχει ούτε εδώ.
Στο δεύτερο μέρος της << Μεγάλης Νέκυιας>> ( λ 403-434) ο Αγαμέμνονας διηγείται τα πάθη του στον Οδυσσέα διεξοδικότερα και με μεγάλη περιπάθεια. Τον φόνο ,λέει, τον τέλεσε ο Αίγισθος, συντέλεσε όμως και η Κλυταιμνήστρα, τον έσφαξαν μαζί. Θέαμα οικτρό κι ασύγκριτο :αίμα χυμένο στο δάπεδο ν'αχνίζει, και η φωνή της Κασσάνδρας σπαρακτική την ώρα που την σκότωνε η πανούργα Κλυταιμνήστρα ,ενώ ο ίδιος ο Αγαμέμνων σφάδαζε με τα χέρια υψωμένα μέχρι που ξεψύχησε. Συμπύκνωση της φονικής ανόσιας πράξης έχουμε τελικά και στην <<Μικρή Νέκυια>> της εικοστής τέταρτης ραψωδίας (ω 192-201) όπου η φρικτή απιστία της Κλυταιμνήστρας συγκρίνεται με την ενάρετη πίστη της Πηνελόπης.
Όπως παρατηρούμε οι δύο γυναικείες μορφές περνούν στην αττική τραγωδία μ' εντελώς άνισο επικό φορτίο. Άνισο, γιατί η Ελένη συμμετέχει αυτοπροσώπως στα δρώμενα τόσο της Ιλιάδας, όσο και της Οδύσσειας. Κυκλοφορεί, δρα, μιλά σ'όλο το φάσμα του Τρωϊκού μύθου-από την Σπάρτη στην Τροία και από την Τροία στην Σπάρτη. Αντίθετα η Κλυταιμνήστρα είναι απούσα στην Ιλιάδα, ενώ στην Οδύσσεια τα έργα και το φρόνημά της τα διηγούνται και τα καταγγέλουν οι άλλοι.
Η Ελένη διαθέτει τον προσωπικό της μύθο (αμυντικό και συνάμα επιθετικό εφόδιο). Ανάλογος μύθος για την Κλυταιμνήστρα δεν υπάρχει. Η Ελένη παραμένει σχεδόν ατιμώρητη, τόσο στο έπος, όσο και στην τραγωδία. Κατά συνέπεια η Κλυταιμνήστρα κερδίζει στην τραγωδία ,γιατί αποβαίνει ένα πρόσωπο αυθεντικά τραγικό . Η Ελένη δύσκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί τραγικό πρόσωπο με όλη την σημασία του όρου. Μάλλον στοιχεία ειρωνικής τραγωδίας θα μπορούσε να εντοπίσει κανείς στην περίπτωσή της. Η Ελένη παρέμεινε μύθος θεϊκός για πάντα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου