τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
Πτυχιούχου Κλασσικῆς Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
M.Sc Ἐφηρμοσμένης Παιδαγωγικῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Ὑπ. Δρος(D.ph) Κλασσικῆς Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
Πτυχιούχου Κλασσικῆς Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
M.Sc Ἐφηρμοσμένης Παιδαγωγικῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Ὑπ. Δρος(D.ph) Κλασσικῆς Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Αφού ο Ζεύς ενίκησε τους εχθρούς του και απεκατέστησεν την βασιλείαν αυτού, απεφάσισε να εξολοθρεύση τους θνητούς και να πλάση άλλο γένος.
Ο Προμηθεύς όμως, ο υιός του τιτάνος Ιαπετού και της Κλυμένης θυγατρός του Ωκεανού, θέλων να γείνη όμοιος προς τον Δία, αφού τον απέτρεψε της βουλής ταύτης, έπλασεν εκ πηλού της γής άνθρωπον, άγαλμα δηλαδή άψυχον και έχον ανάγκην της πνοής της ζωής. Η Αθηνά θαυμάσασα την ωραιότητα του πλάσματος τούτου ηθέλησε να συντελέση εις την εντέλειαν αυτού. Όθεν μετήνεγκε τον Προμηθέα εις τον Ουρανόν, ένθα ούτος παρατηρήσας ότι πάντα τα σώματα εμψυχούνται υπό πυρός τινός ζωογόνου έκλεψεν έναν σπινθήρα εκ του άρματος του Ηλίου και το έκρυψεν εις νάρθηκαν τινά.
Τοιουτοτρόπως μετεκόμισεν επί της γής το ουράνιον πύρ και δι αυτού εζωογόνησε το πήλινον άγαλμά του. Αλλ’ εις το ούτω έμψυχον γενόμενον πλάσμα ενέβαλε την δειλίαν του λαγού, την πανουργίαν της αλώπεκος, την αλαζονείαν του παγωνιού, την αγριότητα της τίγρεως και την δύναμιν του λέοντος, εξ αυτού δε εγεννήθη το ανθρώπινον γένος.
Ο Ζεύς οργισθείς δια το ασεβές τόλμημα του Προμηθέως και θέλων να τιμωρήση τούτον διέταξε τον Ήφαιστον να φέρη αυτόν επί του Καυκάσου και να τον δέση εις βράχον δι’ ισχυρών αλύσεων. Εκεί καταβαίνων καθ’ ημέραν αετός τεράστιος έτρωγε το ήπαρ αυτού,το οποίον ακαταπαύστως ηύξανεν, ίνα ανανεώνται αι βάσανοι του Προμηθέως.
Ενώ δε η τιμωρία αύτη έπρεπε να διαρκέση τριάκοντα χιλιάδες έτη, μετά τριακονταετίαν ο Ηρακλής τη συγκαταθέσει του Διός εφόνευσεν τον αετόν και ηλευθέρωσε τον ένδοξον τούτον δεσμώτην, όστις ηξιώθη επί της γής ισοθέων τιμών. Η τιμωρία δε αυτού έμεινεν ως έμβλημα της τύψεως του συνειδότος.
Ο Προμηθεύς όμως, ο υιός του τιτάνος Ιαπετού και της Κλυμένης θυγατρός του Ωκεανού, θέλων να γείνη όμοιος προς τον Δία, αφού τον απέτρεψε της βουλής ταύτης, έπλασεν εκ πηλού της γής άνθρωπον, άγαλμα δηλαδή άψυχον και έχον ανάγκην της πνοής της ζωής. Η Αθηνά θαυμάσασα την ωραιότητα του πλάσματος τούτου ηθέλησε να συντελέση εις την εντέλειαν αυτού. Όθεν μετήνεγκε τον Προμηθέα εις τον Ουρανόν, ένθα ούτος παρατηρήσας ότι πάντα τα σώματα εμψυχούνται υπό πυρός τινός ζωογόνου έκλεψεν έναν σπινθήρα εκ του άρματος του Ηλίου και το έκρυψεν εις νάρθηκαν τινά.
Τοιουτοτρόπως μετεκόμισεν επί της γής το ουράνιον πύρ και δι αυτού εζωογόνησε το πήλινον άγαλμά του. Αλλ’ εις το ούτω έμψυχον γενόμενον πλάσμα ενέβαλε την δειλίαν του λαγού, την πανουργίαν της αλώπεκος, την αλαζονείαν του παγωνιού, την αγριότητα της τίγρεως και την δύναμιν του λέοντος, εξ αυτού δε εγεννήθη το ανθρώπινον γένος.
Ο Ζεύς οργισθείς δια το ασεβές τόλμημα του Προμηθέως και θέλων να τιμωρήση τούτον διέταξε τον Ήφαιστον να φέρη αυτόν επί του Καυκάσου και να τον δέση εις βράχον δι’ ισχυρών αλύσεων. Εκεί καταβαίνων καθ’ ημέραν αετός τεράστιος έτρωγε το ήπαρ αυτού,το οποίον ακαταπαύστως ηύξανεν, ίνα ανανεώνται αι βάσανοι του Προμηθέως.
Ενώ δε η τιμωρία αύτη έπρεπε να διαρκέση τριάκοντα χιλιάδες έτη, μετά τριακονταετίαν ο Ηρακλής τη συγκαταθέσει του Διός εφόνευσεν τον αετόν και ηλευθέρωσε τον ένδοξον τούτον δεσμώτην, όστις ηξιώθη επί της γής ισοθέων τιμών. Η τιμωρία δε αυτού έμεινεν ως έμβλημα της τύψεως του συνειδότος.
***
Αν νύν κατανοήσωμεν ότι Προμηθεύς είναι ουδείς άλλος παρά μόνον ο Προμηδεύς, εκείνος όστις προορά τα μήδεα, τα βουλεύματα, σαφώς θα νοήσωμεν και ότι ο Προμηθεύς κατενόησεν εξ αρχής την βούλησιν του Διός να εξολοθρεύση το θνητό γένος και δια τούτο έπεισε αυτόν ή μάλλον τον απέτρεψεν της βουλής ταύτης πείθων τούτον με τον λόγον. Και αν πάλι εννοήσωμεν καλώς ότι ο λόγος του ήτο πειστικός, είχεν τουτέστιν πειθώ τι απομένει εις ημάς άλλο από το να θεωρήσωμεν τούτον τον πρώτον σοφιστήν ναι μεν ίσως σοφόν αλλά κυρίως σοφιζόμενον; Ήτο μάλλον ο Προμηθεύς ο προπάτορας των σοφιστών, εκείνων που γνώριζαν τέχνας και που έμελλε να διδάξωσι ταύτας εις τους ανθρώπους και κυρίως την τέχνην του πείθειν εξαπατώντας ή διαστρέφοντας τον λόγον. Όμως ο σοφιστής διαθέτων και μαθητάς διαθέτει και έπαινον υπ’ αυτών, τουτέστιν αποκτά σεβασμόν και υπόληψιν ως διδάσκαλος μεγάλην, κάτι όμως που με την σειράν του επιφέρει τον κομπασμόν, την αλαζονείαν και την έπαρσιν. Διότι τω όντι ο Προμηθεύς είδομεν, ότι ηξιώθη επί της γής ισοθέων τιμών υπό των ανθρώπων και μάλλον τούτο ήτο και η αρχική αυτού βούλησις, αφού ως πάλιν είπομεν ηθέλησεν ούτος να γείνη όμοιος προς τον Δία, όταν κατεσκεύασεν εκ πηλού της γής άνθρωπον, άγαλμα δηλαδή άψυχον.
Αύτη η αλαζονεία του και η ύβρις του, να θέλη να λατρεύεται ως ισόθεος, ήτο και το αίτιον της τιμωρίας του. Το ήπαρ του εμεγαλύνετο την νύκτα και το πρωί όταν κατετρώγετο υπό του αετού εμικρύνετο. Όπως όμως οι χωρίς περιεχόμενον ασκοί φουσκώνουσι με τον αέραν ούτως και οι άνευ πνευματικής υποστάσεως άνθρωποι διογκώνονται από την έπαρσιν, την αλαζονείαν, και την εσφαλμένην δια τον εαυτό των γνώμην είχεν ειπεί ο Σωκράτης. Το αυτό πράττει και ο ταώς υπερηφανευόμενος δια τα πτερά του. Το αυτό έπραττον και οι ξιπασμένοι σοφισταί δια την απήχησίν των εις τον κύκλον των. Όταν όμως κανείς δεν τους υπολήπτετο εκείνοι εμαράζωναν και εδιπλούντο ως πτωχοί και ανυπόληπτοι διδάσκαλοι. Φαίνεται πως η τιμωρία του Προμηθέως αύτη ήτο. Όταν οι άνθρωποι τον ετίμουν ως θεόν και τον εδόξαζον δια το πύρ και τας τέχνας που τους εδίδαξεν εκείνου το ήπαρ εμεγάλωνεν. Όσας φοράς όμως τον ελησμόνουν παντελώς ή και δεν τον ανέφερον καθόλου εις τας συναναστροφάς των εκείνου το ήπαρ εσυρρικνούτο. Τούτο είναι το πάθημα εκάστου ματαιοπόνου και κενοδόξου αλαζόνος. Να ζή καθημερινώς μετά της αγωνίας αν σεμνύνεται υπό των άλλων πέριξ αυτού και ή να ευτυχεί ή να μαραζώνη.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου