ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΑΝΘΡ/ΚΩΝ ΣΠΟΥΔ. - ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ III (ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2017)



ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 
ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
3ο ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ - ΘΕΜΑΤΑ



ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ
 
Διδαγμένο κείμενο

Ἀριστοτέλους Ἠθικὰ Νικομάχεια Β6, 10-16

Οἷον καὶ φοβηθῆναι καὶ θαρρῆσαι καὶ ἐπιθυμῆσαι καὶ ὀργισθῆναι καὶ ἐλεῆσαι καὶ ὅλως ἡσθῆναι καὶ λυπηθῆναι ἔστι καὶ μᾶλλον καὶ ἧττον, καὶ ἀμφότερα οὐκ εὖ· τὸ δ' ὅτε δεῖ καὶ ἐφ' οἷς καὶ πρὸς οὓς καὶ οὗ ἕνεκα καὶ ὡς δεῖ, μέσον τε καὶ ἄριστον, ὅπερ ἐστὶ τῆς ἀρετῆς. Ὁμοίως δὲ καὶ περὶ τὰς πράξεις ἔστιν ὑπερβολὴ καὶ ἔλλειψις καὶ τὸ μέσον. Ἡ δ' ἀρετὴ περὶ πάθη καὶ πράξεις ἐστίν, ἐν οἷς ἡ μὲν ὑπερβολὴ ἁμαρτάνεται καὶ ψέγεται καὶ ἡ ἔλλειψις, τὸ δὲ μέσον ἐπαινεῖται καὶ κατορθοῦται· ταῦτα δ' ἄμφω τῆς ἀρετῆς. Μεσότης τις ἄρα ἐστὶν ἡ ἀρετή, στοχαστική γε οὖσα τοῦ μέσου.

Ἔτι τὸ μὲν ἁμαρτάνειν πολλαχῶς ἔστιν (τὸ γὰρ κακὸν τοῦ ἀπείρου, ὡς οἱ Πυθαγόρειοι εἴκαζον, τὸ δ' ἀγαθὸν τοῦ πεπερασμένου), τὸ δὲ κατορθοῦν μοναχῶς (διὸ καὶ τὸ μὲν ῥᾴδιον τὸ δὲ χαλεπόν, ῥᾴδιον μὲν τὸ ἀποτυχεῖν τοῦ σκοποῦ, χαλεπὸν δὲ τὸ ἐπιτυχεῖν)· καὶ διὰ ταῦτ' οὖν τῆς μὲν κακίας ἡ ὑπερβολὴ καὶ ἡ ἔλλειψις, τῆς δ' ἀρετῆς ἡ μεσότης· ἐσθλοὶ μὲν γὰρ ἁπλῶς, παντοδαπῶς δὲ κακοί.

Ἔστιν ἄρα ἡ ἀρετὴ ἕξις προαιρετική, ἐν μεσότητι οὖσα τῇ πρὸς ἡμᾶς, ὡρισμένη λόγῳ καὶ ᾧ ἂν ὁ φρόνιμος ὁρίσειεν. Μεσότης δὲ δύο κακιῶν, τῆς μὲν καθ' ὑπερβολὴν τῆς δὲ κατ' ἔλλειψιν· καὶ ἔτι τῷ τὰς μὲν ἐλλείπειν τὰς δ' ὑπερβάλλειν τοῦ δέοντος ἔν τε τοῖς πάθεσι καὶ ἐν ταῖς πράξεσι, τὴν δ' ἀρετὴν τὸ μέσον καὶ εὑρίσκειν καὶ αἱρεῖσθαι.

Α1. Από το κείμενο που σας δίνεται να μεταφράσετε το απόσπασμα: «Οἷον καὶ φοβηθῆναι … χαλεπὸν δὲ τὸ ἐπιτυχεῖν)·».

Μονάδες 10

Β1. Ποιες προϋποθέσεις πρέπει να ισχύουν σύμφωνα με το παραπάνω κείμενο, για να μπορεί ο άνθρωπος να τηρεί το μέτρο στα συναισθήματα;

Μονάδες 15

Β2. Να εντοπίσετε και να σχολιάσετε δύο σημεία του κειμένου, στα οποία ο Αριστοτέλης κάνει «επίκληση στην αυθεντία».

Μονάδες 15

Β3. Ποιο νόημα είχε ο όρος «ευδαιμονία» για τον Ηράκλειτο και για τον Δημόκριτο;

Μονάδες 10

Β4. Να βρείτε στο κείμενο λέξεις ετυμολογικά συγγενείς με τις παρακάτω λέξεις: εντευκτήριο, ραστώνη, σχέση, ανόρθωση, δεοντολογία.

Μονάδες 10

Γ. Αδίδακτο κείμενο:

Ξενοφῶντος Κύρου Παιδεία 7.3.14

Ὁ [Κῦρος] μὲν δὴ ταῦτ᾽ εἰπὼν ἀπῄει, κατοικτίρων τήν τε γυναῖκα οἵου ἀνδρὸς στέροιτο καὶ τὸν ἄνδρα οἵαν γυναῖκα καταλιπὼν οὐκέτ᾽ ὄψοιτο. ἡ δὲ γυνὴ τοὺς μὲν εὐνούχους ἐκέλευσεν ἀποστῆναι, ἕως ἄν, ἔφη, τόνδ᾽ ἐγὼ ὀδύρωμαι ὡς βούλομαι· τῇ δὲ τροφῷ εἶπε παραμένειν, καὶ ἐπέταξεν αὐτῇ, ἐπειδὰν ἀποθάνῃ, περικαλύψαι αὐτήν τε καὶ τὸν ἄνδρα ἑνὶ ἱματίῳ. ἡ δὲ τροφὸς πολλὰ ἱκετεύουσα μὴ ποιεῖν τοῦτο, ἐπεὶ οὐδὲν ἥνυτε καὶ χαλεπαίνουσαν ἑώρα, ἐκάθητο κλαίουσα. ἡ δὲ ἀκινάκην πάλαι παρεσκευασμένον σπασαμένη σφάττει ἑαυτὴν καὶ ἐπιθεῖσα ἐπὶ τὰ στέρνα τοῦ ἀνδρὸς τὴν ἑαυτῆς κεφαλὴν ἀπέθνῃσκεν. ἡ δὲ τροφὸς ἀνωλοφύρατό τε καὶ περιεκάλυπτεν ἄμφω ὥσπερ ἡ Πάνθεια ἐπέστειλεν.

------------------------------
ἀκινάκην < ἀκινάκης, ὁ: μαχαίρι, ευθύ ξιφοειδές περσικό μαχαίρι με κοντή λάμα
σπασαμένη < σπάομαι-ῶμαι = βγάζω από τη θήκη, ξιφουλκώ, τραβώ, εξάγω.

Γ1. Να μεταφράσετε το παραπάνω κείμενο.

Μονάδες 20

Γ2. Να γράψετε τους τύπους που σας ζητούνται για τις επόμενες λέξεις του κειμένου:

  • γυναῖκα: την κλητική ενικού
  • ἑαυτῆς: τη δοτική πληθυντικού του αρσενικού στο β΄ πρόσωπο
  • ἑνί: την ίδια πτώση στο θηλυκό γένος
  • πάλαι: τον υπερθετικό βαθμό του επιρρήματος
  • πολλά: την αιτιατική ενικού του ουδετέρου στον συγκριτικό βαθμό
  • εἰπών: το β΄ πληθυντικό πρόσωπο της οριστικής του ίδιου χρόνου
  • περικαλύψαι: το γ΄ ενικό πρόσωπο της ευκτικής του ίδιου χρόνου στην ενεργητική φωνή
  • παραμένειν: το απαρέμφατο του μέλλοντα
  • ἐπιθεῖσα: το β΄ ενικό πρόσωπο της προστακτικής του ίδιου χρόνου στην ίδια φωνή
  • ἐκάθητο: το β΄ πληθυντικό πρόσωπο της υποτακτικής του ενεστώτα.

Μονάδες 10

Γ3.α. Να αναγνωρίσετε πλήρως συντακτικά τις ακόλουθες λέξεις του κειμένου: οὐκέτ’, πολλά, χαλεπαίνουσαν, τοῦ ἀνδρὸς, τὴν ἑαυτῆς. 
(μονάδες 5)

Γ3.β
Ι. «Οἵαν γυναῖκα καταλιπὼν οὐκέτ᾽ ὄψοιτο»: αφού προσδιορίσετε το είδος και τη συντακτική λειτουργία της πρότασης, να αιτιολογήσετε τον συντακτικό ρόλο και τον τρόπο εκφοράς της. 
(μονάδα 1)

ΙΙ. «Ὁ μὲν δὴ ταῦτ᾽ εἰπὼν ἀπῄει, κατοικτίρων τήν τε γυναῖκα οἵου ἀνδρὸς στέροιτο καὶ τὸν ἄνδρα οἵαν γυναῖκα καταλιπὼν οὐκέτ᾽ ὄψοιτο»: να μετατρέψετε τις δευτερεύουσες προτάσεις σε μετοχικές ισοδύναμης έκφρασης. (μονάδα 1)

Γ3.γ. «Τῇ δὲ τροφῷ εἶπε παραμένειν, καὶ ἐπέταξεν αὐτῇ, ἐπειδὰν ἀποθάνῃ, περικαλύψαι αὐτήν τε καὶ τὸν ἄνδρα ἑνὶ ἱματίῳ»: να τρέψετε τον πλάγιο λόγο σε ευθύ. 
(μονάδες 3)
Μονάδες 10


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ




Α1.

Για παράδειγμα, είναι δυνατόν (κανείς) και να φοβηθεί και να δείξει θάρρος και να επιθυμήσει και να οργιστεί και να ευσπλαχνιστεί και γενικά να ευχαριστηθεί και να δυσαρεστηθεί και σε μεγαλύτερο και σε μικρότερο βαθμό (από αυτόν που πρέπει), και τα δύο αυτά δεν είναι καλά· όμως το να αισθανθεί κανείς αυτά τη στιγμή που πρέπει και σε σχέση με τα πράγματα που πρέπει και σε σχέση με τους ανθρώπους που πρέπει και για τον λόγο που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει, (αυτό είναι) το μέσον και το άριστο, το οποίο ακριβώς έχει σχέση με την αρετή. Όμοια και στις πράξεις υπάρχει υπερβολή και έλλειψη και το μέσον. Η αρετή λοιπόν αναφέρεται στα συναισθήματα και στις πράξεις, στα οποία η υπερβολή αποτελεί σφάλμα και κατακρίνεται, το ίδιο και η έλλειψη, ενώ το μέσον επαινείται και είναι το σωστό· και τα δύο αυτά έχουν σχέση με την αρετή. Επομένως, η αρετή είναι ένα είδος μεσότητας, αφού βέβαια έχει για στόχο της το μέσον. Επιπλέον, το να κάνει κανείς λάθος (ή: το λάθος) γίνεται με πολλούς τρόπους (γιατί το κακό και το άπειρο πάνε μαζί, όπως δίδασκαν οι Πυθαγόρειοι, ενώ το καλό πάει μαζί με το πεπερασμένο), όμως το να πράττει κανείς το σωστό (ή: το σωστό) γίνεται με έναν μόνο τρόπο (γι’ αυτό και το ένα είναι εύκολο, ενώ το άλλο δύσκολο, εύκολο το να αποτύχει κανείς στον στόχο του, δύσκολο όμως το να (τον) επιτύχει)·

Β1.

Για να μπορεί να τηρεί ο άνθρωπος το μέτρο στα συναισθήματα, γεγονός που αποτελεί το «άριστον», θα πρέπει να τηρούνται οι παρακάτω προϋποθέσεις:

α. «ὅτε δεῖ»: η χρονική στιγμή, κατά την οποία πρέπει ο άνθρωπος να νιώθει ένα συναίσθημα. Αν πρόκειται για ένα ευχάριστο συναίσθημα, όπως αυτό της χαράς, θα πρέπει ο άνθρωπος να το εκδηλώνει την πρέπουσα χρονική στιγμή. Αν, για παράδειγμα, οι συνάνθρωποί του αισθάνονται θλίψη για κάποιο θλιβερό γεγονός, είναι λάθος κάποιος να εκδηλώνει χαρά για κάποιο άλλο περιστατικό.

β. «ἐφ’ οἷς (δεῖ)»: τα πράγματα, οι συνθήκες, σε σχέση με τις οποίες πρέπει να νιώθει ο άνθρωπος ένα συναίσθημα. Το να εκδηλώνει κάποιος, για παράδειγμα, θλίψη για κάποιο θέμα, για το οποίο δεν αξίζει να στενοχωριέται κανείς, θεωρείται κάτι «οὐκ εὖ».

γ. «πρὸς οὓς (δεῖ)»: οι άνθρωποι, σε σχέση με τους οποίους πρέπει να νιώθει ο άνθρωπος ένα συναίσθημα. Για παράδειγμα, η οργή και η αγάπη κρίνονται καλά ή κακά ως συναισθήματα, ανάλογα με τους ανθρώπους προς τους οποίους εκδηλώνονται. Η οργή προς ένα αγαπημένο πρόσωπο είναι «οὐκ εὖ», ενώ προς κάποιον εχθρό θεωρείται «εὖ».

δ. «οὗ ἕνεκα (δεῖ)»: ο λόγος, για τον οποίο πρέπει να νιώθει ο άνθρωπος ένα συναίσθημα. Για παράδειγμα, η ευσπλαχνία μπορεί να θεωρηθεί «οὐκ εὖ», αν εφαρμόζεται, για να γίνει κάποιος αρεστός προς το σύνολο και να αποκομίσει κάποιο όφελος.

ε. «ὡς δεῖ»: ο τρόπος, με τον οποίο πρέπει να κάποιος να εκδηλώνει ένα συναίσθημα. Για παράδειγμα, η ελεημοσύνη μπορεί να θεωρηθεί «οὐκ εὖ», αν κάποιος την εκδηλώνει, για να ταπεινώσει ένα πρόσωπο.

Επισημαίνεται ότι όλες οι παραπάνω προϋποθέσεις παρουσιάζονται από τον φιλόσοφο με πολυσύνδετο σχήμα, γιατί θέλει να δώσει έμφαση στα λεγόμενά του. Συγκεκριμένα, πρόκειται για δεοντολογικούς κανόνες – γι’ αυτό και επαναλαμβάνεται συνεχώς ή εννοείται το απρόσωπο ρήμα «δεῖ». Ο Αριστοτέλης σκόπιμα επαναλαμβάνει ή εννοεί τους τύπους του ρήματος «δεῖ» («καὶ μᾶλλον καὶ ἧττον (τοῦ δέοντος)», «ὅτε δεῖ», ἐφ’ οἷς (δεῖ)», «πρὸς οὓς (δεῖ)», «οὗ ἕνεκα (δεῖ)», «ὡς δεῖ»), για να δώσει δεοντολογικό περιεχόμενο στο κείμενο και να κατευθύνει τους ανθρώπους προς την ηθικά ορθή συμπεριφορά.

Β2.

Ο Αριστοτέλης στην προσπάθειά του να προσδώσει κύρος στα λεγόμενά του χρησιμοποιεί σε δύο σημεία ως μέθοδο πειθούς την επίκληση στην αυθεντία.
Αρχικά, αναφέρει την άποψη των Πυθαγορείων, οι οποίοι, όπως και ο Αριστοτέλης, πίστευαν ότι το κακό είναι χαρακτηριστικό του απείρου, βρίσκεται δηλαδή σε άπειρα σημεία και μπορεί να εκδηλωθεί με άπειρους τρόπους, ενώ το αγαθό είναι χαρακτηριστικό του πεπερασμένου, πραγματοποιείται, δηλαδή μόνο με ορισμένο αριθμό ενεργειών («τὸ γὰρ κακὸν τοῦ ἀπείρου, ὡς οἱ Πυθαγόρειοι εἴκαζον, τὸ δ’ ἀγαθὸν τοῦ πεπερασμένου»).
Πιο αναλυτικά, οι Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι είχαν αναπτύξει τη θεωρία περί των αντιθέτων. Υποστήριζαν ότι ο κόσμος κυβερνιέται από αντίθετες μεταξύ τους δυνάμεις, τις οποίες είχαν οργανώσει στα εξής δέκα αντιθετικά ζεύγη: πέρας-άπειρον, περιττόν-ἄρτιον, ἓν-πλῆθος, δεξιὸν-ἀριστερόν, ἄρρεν-θῆλυ, ἠρεμοῦν-κινούμενον, εὐθὺ-καμπύλον, φῶς-σκότος, ἀγαθὸν-κακόν, τετράγωνον-ἑτερόμηκες. Οι Πυθαγόρειοι πίστευαν ότι οι αντιθετικές αυτές δυνάμεις δεν αλληλοαναιρούνται, αλλά αλληλοσυμπληρώνονται, αλληλοκαθορίζονται. Αν διαβαστούν οι αρχές αυτές κατά στήλη καθέτως, δείχνουν τη σταδιακή μετάβαση προς το «ἀγαθὸν» που εκφράζεται με το «τετράγωνον» και αντίστοιχα προς το «κακὸν» που εκφράζεται με το «ἑτερόμηκες».
Ο Πυθαγόρειος φιλόσοφος Φιλόλαος, επίσης, πίστευε ότι η αρμονία είναι η ένωση ανάμεικτων πραγμάτων και η συμφωνία πραγμάτων που διαφωνούν μεταξύ τους. Για τη διαμάχη των αντιθέτων που οδηγεί στην αρμονία του σύμπαντος είχαν μιλήσει και οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι Αναξίμανδρος και Ηράκλειτος.
Ο Αριστοτέλης κάνει αναφορά στους Πυθαγόρειους φιλοσόφους, ωστόσο η δική του άποψη δεν βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία με τη δική τους θεώρηση, μια και δεν πίστευε ότι υπάρχει «συνεργασία» των αντιθέτων. Το κοινό ανάμεσα στις δύο φιλοσοφίες είναι ότι το καλό μπορεί να επιτευχθεί με ένα μόνο τρόπο, ενώ το κακό με πολλούς.
Για να υποστηρίξει την άποψή του ότι το κακό γίνεται εύκολα και με πολλούς τρόπους, ενώ το καλό δύσκολα και με έναν τρόπο, ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί ως τρόπο πειθούς την επίκληση στην αυθεντία χρησιμοποιώντας και τον στίχο «γινόμαστε καλοί με έναν τρόπο, ενώ κακοί με πολλούς τρόπους» («ἐσθλοὶ μὲν γὰρ ἁπλῶς, παντοδαπῶς δὲ κακοί»). Η προέλευση του στίχου είναι άγνωστη σ’ εμάς, υποθέτουμε, όμως, ότι ήταν γνωστή στο ακροατήριο του φιλοσόφου.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο Αριστοτέλης στην προσπάθειά του να υποστηρίξει την άποψή του ότι το κακό υπάρχει παντού και μπορεί να γίνει εύκολα, ενώ το καλό είναι δύσκολο και πραγματοποιείται με ένα μόνο τρόπο, χρησιμοποιεί ως τρόπο πειθούς την επίκληση στην αυθεντία, κάνοντας αναφορά από τον χώρο της φιλοσοφίας στους Πυθαγόρειους και από τον χώρο της ποίησης σ’ έναν στίχο άγνωστης σε εμάς προέλευσης.

Β3.

Ήδη ο Ηράκλειτος, ο μεγάλος Εφέσιος σοφός που έζησε γύρω στα 500 π.Χ., είχε πει ότι «ἦθος ἀνθρώπῳ δαίμων» (= δαίμων για τον άνθρωπο δεν είναι παρά ο χαρακτήρας του). Το ίδιο είχε πει και ο Δημόκριτος, ο μεγάλος ατομικός φιλόσοφος του 5ου/4ου αι. π.Χ., αυτός μάλιστα με ακόμη μεγαλύτερη σαφήνεια· «εὐδαιμονίη ψυχῆς καὶ κακοδαιμονίη» διαβάζουμε σε ένα απόσπασμα από έργο του, και θέλει να πει: «είναι υπόθεση της ψυχής η ευδαιμονία και η κακοδαιμονία», ενώ σε ένα άλλο απόσπασμα διαβάζουμε ότι «εὐδαιμονίη οὐκ ἐν βοσκήμασιν οἰκεῖ οὐδὲ ἐν χρυσῷ· ψυχὴ οἰκητήριον δαίμονος», που πάει να πει: «η ευδαιμονία δεν κατοικεί = δεν έχει να κάνει με τα πλούσια κοπάδια και με το χρυσάφι· η ψυχή είναι η κατοικία τοῦ δαίμονος = με την ψυχή έχει να κάνει ο δαίμων» (ίσως ήθελε να πει: η ευδαιμονία και η κακοδαιμονία). Όλα αυτά θέλουν να πουν πως αυτό ακριβώς που ο άνθρωπος περιμένει από τον δαίμονα, από το θείον, το έχει, στην πραγματικότητα, μέσα στον ίδιο τον εαυτό του· με άλλα λόγια: όλοι οι άνθρωποι επιζητούν την ευδαιμονία, μόνο όμως από τις δικές τους πράξεις εξαρτάται αν θα φτάσουν κάποτε ή όχι σ’ αυτήν.

Β4. 

εντευκτήριο: ἀποτυχεῖν ραστώνη: ῥᾴδιον σχέση: ἕξις ανόρθωση: κατορθοῦται δεοντολογία: δεῖ

Γ1.

Αφού βέβαια είπε αυτά (ο Κύρος) αναχώρησε, συμπονώντας και τη γυναίκα, για τον λόγο ότι έχασε έναν τέτοιο άντρα, και τον άντρα που άφησε πίσω του τέτοια γυναίκα και δεν θα την ξανάβλεπε ποτέ πια. Η δε γυναίκα πρόσταξε τους μεν ευνούχους να απομακρυνθούν, έως ότου, είπε, αυτόν εδώ τον κλάψω, όσο θέλω· στην παραμάνα όμως είπε να περιμένει και τη διέταξε, μόλις πεθάνει, να σκεπάσει και την ίδια και τον άντρα της με ένα σεντόνι. Η δε παραμάνα την ικέτευε απεγνωσμένα να μην το κάνει αυτό και, αφού δεν κατάφερνε να την μεταπείσει και την έβλεπε φορτισμένη, καθόταν παράμερα κλαίγοντας. Η δε γυναίκα, αφού έβγαλε από τη θήκη το μαχαίρι που είχε προετοιμάσει πρωτύτερα, σφάζεται και, ακουμπώντας το κεφάλι στα στήθη του άντρα της, πέθανε. Η δε παραμάνα κλαίγοντας γοερά τους σκέπασε και τους δυο, όπως ακριβώς η Πάνθεια της είχε προστάξει.

Γ2.

  • γυναῖκα: την κλητική ενικού: ὦ γύναι
  • ἑαυτῆς: τη δοτική πληθυντικού του αρσενικού στο β΄ πρόσωπο: ὑμῖν αὐτοῖς
  • ἑνί: την ίδια πτώση στο θηλυκό γένος: μιᾷ
  • πάλαι: τον υπερθετικό βαθμό του επιρρήματος: παλαίτατα
  • πολλά: την αιτιατική ενικού του ουδετέρου στον συγκριτικό βαθμό: πλέον ή πλεῖν
  • εἰπών: το β΄ πληθυντικό πρόσωπο της οριστικής του ίδιου χρόνου: εἴπατε
  • περικαλύψαι: το γ΄ ενικό πρόσωπο της ευκτικής του ίδιου χρόνου στην ενεργητική φωνή: περικαλύψαι ή περικαλύψειε(ν)
  • παραμένειν: το απαρέμφατο του μέλλοντα: παραμενεῖν
  • ἐπιθεῖσα: το β΄ ενικό πρόσωπο της προστακτικής του ίδιου χρόνου στην ίδια φωνή: ἐπίθες
  • ἐκάθητο: το β΄ πληθυντικό πρόσωπο της υποτακτικής του ενεστώτα: καθῆσθε.

Γ3.α.

Συντακτική αναγνώριση λέξεων και φράσεων του κειμένου:

  • οὐκέτ’ (= οὐκέτι): επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο ρήμα «ὄψοιτο»
  • πολλά: σύστοιχο αντικείμενο στη μετοχή «ἱκετεύουσα». Η μορφή σύνταξης προήλθε από ουσιαστικοποίηση του επιθετικού προσδιορισμού, μετά από παράλειψη του συστοίχου αντικειμένου και της κατάληψης της συντακτικής θέσης από τον επιθετικό προσδιορισμό που τέθηκε σε πτώση αιτιατική πληθυντικού αριθμού, ήτοι: πολλὰς ἱκεσίας ἱκετεύουσα > πολλὰ ἱκετεύουσα
  • χαλεπαίνουσαν: κατηγορηματική μετοχή, εξαρτώμενη από το ρήμα «ἑώρα», συνημμένη – αναφερόμενη στο αντικείμενό του («ταύτην» ή «γυναῖκα» ή «Πάνθειαν»), στο οποίο λειτουργεί ως κατηγορηματικός προσδιορισμός
  • τοῦ ἀνδρός: ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός που λειτουργεί ως γενική κτητική στον όρο «τὰ στέρνα»
  • τὴν ἑαυτῆς: ομοιόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός που λειτουργεί ως επιθετικός προσδιορισμός στον όρο «κεφαλὴν».

Γ3.β.

Ι. Προσδιορισμός είδους και συντακτικής λειτουργίας, αιτιολόγηση συντακτικού ρόλου και τρόπου εκφοράς της πρότασης:

«Οἵαν γυναῖκα καταλιπὼν οὐκέτ᾽ ὄψοιτο»: αναφορική αιτιολογική πρόταση που λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός της αιτίας στην ψυχικού πάθους μετοχή «κατοικτίρων» της προσδιοριζόμενης κύριας πρότασης. Εκφέρεται με ευκτική του πλαγίου λόγου «ὄψοιτο», γιατί εξαρτάται από τη μετοχή «κατοικτίρων», που εκλαμβάνεται ως μετοχή ιστορικού χρόνου, επειδή το προσδιοριζόμενο από αυτή ρήμα «ἀπῄει» βρίσκεται σε ιστορικό χρόνο.

ΙΙ. Μετατροπή των δευτερευουσών προτάσεων σε μετοχικές ισοδύναμης έκφρασης:

Ὁ μὲν δὴ ταῦτ᾽ εἰπὼν ἀπῄει, κατοικτίρων τήν τε γυναῖκα οἵου ἀνδρὸς στέροιτο καὶ τὸν ἄνδρα οἵαν γυναῖκα καταλιπὼν οὐκέτ᾽ ὄψοιτο»: Ὁ μὲν δὴ ταῦτ᾽ εἰπὼν ἀπῄει, κατοικτίρων τήν τε γυναῖκα τοιούτου ἀνδρὸς στερομένην καὶ τὸν ἄνδρα τοιαύτην γυναῖκα καταλιπόντα οὐκέτ’ ὀψόμενον.

Γ3.γ.

Τροπή του πλαγίου λόγου σε ευθύ:

«Τῇ δὲ τροφῷ εἶπε παραμένειν, καὶ ἐπέταξεν αὐτῇ, ἐπειδὰν ἀποθάνῃ, περικαλύψαι αὐτήν τε καὶ τὸν ἄνδρα ἑνὶ ἱματίῳ»: (Ὦ) τροφέ, παράμενε καί, ἐπειδὴ ἀποθάνοιμι, περικάλυψόν μέ τε καὶ τὸν ἄνδρα ἑνὶ ἱματίῳ.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ο ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ σας γνωστοποιεί ότι είναι ευπρόσδεκτες τυχόν αναφορές προβλημάτων, ιδέες σχετικά με λειτουργίες του ιστοτόπου και γενικά σχόλια. Στο "ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ" εν γένει ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το www.filologos-hermes.info ουδεμία νομική ή άλλη ευθύνη φέρει.