του
Νικολάου Γεωρ. Κατσούλη
- φιλολόγου
Θα ξεκινήσωμεν με ένα αξίωμα. Ποιοι θεωρούνται μακάριοι άνθρωποι; Μα φυσικά όσοι είναι ευτυχισμένοι, όσοι απόλαυσαν την ευδαιμονίαν
Φυσικά δια να απολαύσουν τον μακαρισμόν, να τύχουν μνείας και τιμής ως ευδαίμονες πρέπει να έζησαν ενάρετον βίον στην ζωήν των. Λέγω να έζησαν διότι «Χρειάζεται και αρετή τελεία και βίος συμπληρωμένος» κατά τον Σόλωνα. Δεν φθάνει να είχαν αρετή όσω ζούσαν, αλλά να πέθαναν με την αρετήν, να είχαν έως τέλους της ζωής των ευδαιμονία, ευτυχία. Διότι είναι γνωστόν ότι «Εις την ζωήν συμβαίνουν πολλαί μεταβολαί και πολυειδείς συμπτώσεις, και είναι ενδεχόμενον όστις ευρίσκεται εις πολύ καλήν κατάστασιν να περιπέση εις μεγάλας συμφοράς εις το γήρας του. Και βεβαίως εκείνον, όστις θα εύρη τοιαύτην τύχην και θα αποθάνη αθλίως, δεν τον μακαρίζει κανείς.»
Όμως έτσι γεννάται το εξής σπουδαίον ερώτημα: «δεν πρέπει ποτέ να μακαρίσωμεν κανέναν άνθρωπον εν όσω ζη, αλλά πάντοτε να περιμένωμεν το τέλος του, να δούμε πώς θα πεθάνη συμφώνως με τον Σόλωνα;» Βέβαια ο Σόλων δεν θέλει να είπη, παρά μόνον ότι τότε – με τον θάνατό του - ημπορεί κανείς να μακαρίση ασφαλώς ένα άνθρωπον, διότι πλέον είναι έξω από την δυστυχίαν της ζωής της τόσης βασανιστικής, αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με το ερώτημά μας. Είναι δυνατόν ξαναλέμε κάποιος να είναι ευτυχής, όταν αποθάνη; Διότι για να τον μακαρίζουμε νεκρό ως ευδαίμονα σημαίνει ότι τότε είναι ευτυχής, όταν είναι νεκρός. Είναι δυνατόν;
Αν δε πάλιν δεν θεωρούμεν τον αποθαμένον ως ευτυχή, γιατί τον μακαρίζουμε μετά θάνατον και όχι εν όσω είναι στην ζωή; Γιατί να περιμένουμε να δούμε μην περιπέση σε συμφορές λίγο πριν πεθάνη μη και έτσι θεωρήσουμε, ότι απώλεσε την ευδαιμονία; Και δεν φτάνει μόνο αυτό. Μερικοί λένε ότι ναι, «φαίνεται ότι υπάρχει και διά τον αποθαμένον κάποιον κακόν και αγαθόν, δυστυχία ή ευδαιμονία, αφού υπάρχει μεταβολή των τυχών, τιμαί και ατιμίαι των τέκνων του και εν γένει όλων των απογόνων του, ευδοκιμήσεις και δυστυχίαι αυτών που στην ουσία αντικαθρεπτίζουν και την δική του τύχη». Λένε δηλαδή ότι: «Όστις έζησε μακαρίως μέχρι γήρατος και απέθανε αναλόγως, είναι ενδεχόμενον να του συμβούν πολλαί μεταβολαί ως προς τους εγγονούς, και άλλοι μεν από αυτούς να είναι αγαθοί και απολαύσουν ζωήν ανάλογον με την αξίαν των, άλλοι δε απ' εναντίας να μην απολαύσουν». Μα έτσι ούτε και αποθαμένον δυνάμεθα να μακαρίζωμεν αυτόν διότι θα πρέπει πάντοτε να κοιτάμε και εξετάζωμεν έως ότου υπάρχουν απόγονοι αυτού τας τύχας αυτών. «Είναι φανερόν ότι, αν παρακολουθούμεν τας τύχας του ιδίου ανθρώπου, ενόσω είναι εν ζωή αλλά κι όταν πεθάνη, θα τον ονομάσωμεν ευτυχή και πάλιν δυστυχή πολλάκις, και θα αποδεικνύωμεν ότι ο ευτυχής είναι κάποιος χαμαιλέων και με σαθράς βάσεις».
«Είναι παντελώς παράλογον, αν συγχρόνως μεταβάλλεται και ο αποθαμένος και γίνεται πότε ευτυχής και πότε πάλιν άθλιος» σαν τους ζωντανούς θα πεί κανείς, αλλά «επίσης είναι παράλογον να μη συνοδεύουν ουδέ εις ελάχιστον χρονικόν διάστημα τους γονείς τα παθήματα των απογόνων» θα αντιτείνει πάλι κάποιος άλλος. Ο όσιος Μακάριος, για παράδειγμα ρωτώντας κάποτε το κρανίο ενός νεκρού έμαθε όλα τα σχετικά μ’ αυτούς που έχουν πεθάνει. Και στο τέλος τον ρώτησε: «Δεν βρίσκετε, λοιπόν, καμιά παρηγοριά;’». Με άλλα λόγια τον ρώτησε «είσθε τόσον άθλια, δεν αισθάνεσθε καμμίαν ευτυχίαν;» Αυτή την ερώτηση την έκανε, γιατί συνήθιζε να προσεύχεται για τους νεκρούς και ήθελε να ξέρει αν πραγματικά τους ωφελούσε. Τότε ο φιλάνθρωπος Κύριος θέλησε ν’ αποκαλύψει την αλήθεια στο πιστό υπηρέτη Του. Τον πληροφόρησε, λοιπόν, μέσω του κρανίου: «Όταν προσφέρεις τις δεήσεις για τους νεκρούς, αισθανόμαστε μια μικρή ανακούφιση (βλ. ευτυχίαν)». Δηλαδή οι ενάρετες πράξεις των επιγόνων μπορούν να επιφέρουν ευτυχία και στους νεκρούς.
«Μήπως δεν είναι διόλου ορθόν να παρακολουθούμεν τας μεταβολάς της τύχης;» θα είπη ένας τρίτος. Το κρατάμε τούτο διότι μάλλον θα έχει δίκιο αυτός εδώ.
Πίπτουμε σε ένα άλυτο πρόβλημα θα πούν οι προηγούμενοι. Ούτε να μακαρίσουμε κάποιον μπορούμε εν ζωή πριν δούμε το τέλος του ούτε και μετά θάνατον αφού δεν ξέρουμε τι αισθάνεται στον άλλον κόσμο όπου πήγε χάριν των ιδικών του ανθρώπων τις ενέργειες. Τι κάνουμε;
Η λύση είναι μπροστά στα μάτια μας θα ξαναπεί ίσως ο τρίτος εκείνος που μας προέτρεψε να μην δίδουμε σημασία στις εναλλαγές της τύχης, αλλά εμείς μπερδευόμαστε με λανθασμένες σκέψεις. «Λοιπόν, αν πρέπη να βλέπωμεν το τέλος κάποιου και τότε να μακαρίζωμεν αυτόν, όχι διότι είναι μακάριος τώρα, αλλά διότι ήτο προηγουμένως, πώς δεν είναι παράλογον να μη λέγεται περί αυτού η πραγματική αλήθεια, όταν είναι ευτυχής, μόνον και μόνον διότι οι ζώντες δεν έχουν διάθεσιν να τον μακαρίζουν, διότι επέρχονται μεταβολαί, και διότι αυτοί την ευτυχίαν την νομίζουν ως μόνιμον πράγμα και εντελώς αμετάβλητον, ενώ αι τύχαι ως προς αυτούς πολλάκις αναποδογυρίζουν;»
Ο αληθώς ευδαίμων ενόσω ζεί, λησμονούμε ότι «διαρκώς, ή όσον το δυνατόν περισσότερον από όλους θα πράξη και θα εννοήση τα σύμφωνα με την αρετήν, και τας μεταβολάς της τύχης θα τας υποφέρη αξιοπρεπέστατα και καθ' όλα εντελώς αρμονικά, όστις βεβαίως είναι πραγματικώς αγαθός και τετράγωνος και άψογος.» Τούτο εξάλλου τον καθιστά ευδαίμονα. Το γεγονός δηλαδή ότι η κατάκτηση της αρετής είναι ευτυχία από μόνη της και δεν έχει να κανη με τις εξωτερικές εναλλαγές των καθεκάστων, των περιστάσεων μας διαφεύγει και μας προκαλεί την όλη σύγχυσιν. Βέβαια παίζουν κι αυτά τον ρόλον των. Διότι άλλο να αποκτάς την αρετή με ευνοϊκόν άνεμο και άλλο μέσα σε θύελλες και καταιγίδες. Όμως σε κάθε περίπτωση η αρετή αν κατακτηθή είναι δύσκολο να απωλεσθή.
Η ευδαιμονία είναι η αρετή και η αρετή δεν έχει να κάνει με τον εξωτερικό κόσμο και τις εναλλαγές του. «Από τα πολλά δε τα οποία συμβαίνουν εκ τύχης και διαφέρουν κατά το μέγεθος και την σμικρότητα τα μεν μικρά ευτυχήματα, και, εννοείται, και τα αντίθετα αυτών, είναι φανερόν ότι δεν έχουν σπουδαιότητα διά την ζωήν. Τα μεγάλα όμως και πολλά, όταν μεν συμβαίνουν καλώς, θα καταστήσουν την ζωήν ευτυχεστέραν, διότι και αυτά επλάσθησαν ως στολισμός αυτής και η χρησιμοποίησις αυτών είναι καλή και σπουδαία. Όταν όμως συμβαίνουν ανάποδα, στενοχωρούν και ενοχλούν το αξιομακάριστον. Διότι προσθέτουν λύπας και γίνονται εμπόδια εις πολλάς ενεργείας. Και όμως και εις αυτά διαλάμπει το καλόν, όταν κανείς υποφέρη αταράχως πολλάς και μεγάλας ατυχίας, όχι διότι είναι αναίσθητος, αλλά διότι είναι γενναιόφρων και μεγαλόψυχος.»
«Εάν δε είναι αι ενέργειαι κυρίαρχοι της ζωής, καθώς είπαμεν, τότε κανείς από τους ευτυχείς δεν ημπορεί να γίνη δυστυχής, διότι ποτέ του δεν θα πράξη τα μισητά και ποταπά. Διότι ο αληθώς αγαθός και νουνεχής φρονούμεν ότι θα υποφέρη όλας τας μεταβολάς της τύχης αξιοπρεπώς, και ότι αναλόγως των υπαρχόντων μέσων θα πράξη πάντοτε το καλλίτερον, καθώς και ο αγαθός στρατηγός το υπάρχον στράτευμα θα χρησιμοποιήση πολεμικώτατα, και ο βυρσοδέψης από τα δεδομένα δέρματα θα κάμη τα καλλίτερον που ημπορεί να γίνη υπόδημα, και κατά τον ίδιον τρόπον όλοι οι άλλοι τεχνίται. Αλλά τότε, δεν ημπορεί μεν να γίνη ποτέ δυστυχής ο ευτυχής, όμως δεν είναι αξιομακάριστος, αν περιπέση εις τα δυστυχήματα. Ούτε βεβαίως αχαρακτήριστος και ευμετάβλητος ημπορεί να γίνη. Διότι ούτε η ευτυχία θα τον ταράξη ευκόλως, ούτε τα παραμικρά ατυχήματα, αλλά τα μεγάλα και πολλά. Και πάλιν κατόπιν από αυτά τα μεγάλα και πολλά δεν θα γίνη ευτυχής αμέσως εις ολίγον διάστημα, αλλά, αν θα γίνη ευτυχής, θα γίνη εις πολύ διάστημα και επαρκές, αφού εις αυτό το διάστημα γίνη κύριος μεγάλων και καλών.
Τι μας εμποδίζει λοιπόν να ορίσωμεν ότι ευτυχής είναι όστις ενεργεί συμφώνως με την τελείαν αρετήν, και είναι εφωδιασμένος αρκετά με τα εξωτερικά αγαθά, όχι εις ένα παραμικρόν χρονικόν διάστημα, αλλά εις όλην του την τελείαν ζωήν; Ή μήπως πρέπει να προσθέσωμεν ότι πρέπει και να ζήση ούτω πως και να αποθάνη αναλόγως, επειδή ημείς δεν ημπορούμεν να προβλέψωμεν τα μέλλον, ενώ την ευτυχίαν την ορίζομεν ως τέλος και ως τελείαν εις όλα και καθ' όλα; Αλλά τότε θα ονομάσωμεν αξιομακαρίστους, εκείνους από τους ζώντας, εις όσους υπάρχουν και θα υπάρξουν όσα είπαμεν, πάντοτε όμως τους ανθρώπους θα ονομάζωμεν αξιομακαρίστους. Και περί του ζητήματος τούτου είναι αρκετός αυτός ο αναλυτικός ορισμός.
Και τελικά; Αι περιπέτειαι των απογόνων δεν θίγουν τους νεκρούς; Θα αναρωτηθή κανείς πάλι. Η τελική δηλαδή απορία μας είναι «αν οι μεταστάντες συμμετέχουν κανενός αγαθού ή του αντιθέτου»
«Φαίνεται ότι, και αν φθάνη έως εις αυτούς κανέν αγαθόν ή αντίθετον, είναι μηδαμινόν και μικρόν είτε γενικώς είτε προσωπικώς δι' αυτούς. Εάν δε δεν φθάνη εις αυτούς, είναι τόσον μικρόν και επουσιώδες, ώστε δεν κάμνει ευτυχείς εκείνους οι οποίοι δεν είναι, ούτε όσοι είναι ευτυχείς τους αφαιρεί την μακαριότητα. Φαίνεται λοιπόν ότι συντελούν κάπως διά τους μεταστάντας αι ευδοκιμήσεις των φίλων, καθώς και αι ατυχίαι αλλά εις τόσον ολίγον βαθμόν και τόσον επουσιωδώς, ώστε δεν ημπορούν να κάμουν τους ευτυχείς μη ευτυχείς, ούτε κανέν άλλο παρόμοιον.»
* το παρόν αποτελεί διασκευή από το ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΑ' του Α' Βιβλίου του ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ "ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ" και της μτφρ. του ΚΥΡ. ΖΑΜΠΑ
Νικολάου Γεωρ. Κατσούλη
- φιλολόγου
Λεπτομερή τοπογραφική και κλιματολογική περιγραφή των Μακάρων νήσων και της χαρισάμενης ζωής που περνούν εκεί οι μάκαρες μας δίνει ο Λουκιανός |
Θα ξεκινήσωμεν με ένα αξίωμα. Ποιοι θεωρούνται μακάριοι άνθρωποι; Μα φυσικά όσοι είναι ευτυχισμένοι, όσοι απόλαυσαν την ευδαιμονίαν
«Όσοι λέγονται ευτυχείς, μακαρίζονται»
Φυσικά δια να απολαύσουν τον μακαρισμόν, να τύχουν μνείας και τιμής ως ευδαίμονες πρέπει να έζησαν ενάρετον βίον στην ζωήν των. Λέγω να έζησαν διότι «Χρειάζεται και αρετή τελεία και βίος συμπληρωμένος» κατά τον Σόλωνα. Δεν φθάνει να είχαν αρετή όσω ζούσαν, αλλά να πέθαναν με την αρετήν, να είχαν έως τέλους της ζωής των ευδαιμονία, ευτυχία. Διότι είναι γνωστόν ότι «Εις την ζωήν συμβαίνουν πολλαί μεταβολαί και πολυειδείς συμπτώσεις, και είναι ενδεχόμενον όστις ευρίσκεται εις πολύ καλήν κατάστασιν να περιπέση εις μεγάλας συμφοράς εις το γήρας του. Και βεβαίως εκείνον, όστις θα εύρη τοιαύτην τύχην και θα αποθάνη αθλίως, δεν τον μακαρίζει κανείς.»
Όμως έτσι γεννάται το εξής σπουδαίον ερώτημα: «δεν πρέπει ποτέ να μακαρίσωμεν κανέναν άνθρωπον εν όσω ζη, αλλά πάντοτε να περιμένωμεν το τέλος του, να δούμε πώς θα πεθάνη συμφώνως με τον Σόλωνα;» Βέβαια ο Σόλων δεν θέλει να είπη, παρά μόνον ότι τότε – με τον θάνατό του - ημπορεί κανείς να μακαρίση ασφαλώς ένα άνθρωπον, διότι πλέον είναι έξω από την δυστυχίαν της ζωής της τόσης βασανιστικής, αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με το ερώτημά μας. Είναι δυνατόν ξαναλέμε κάποιος να είναι ευτυχής, όταν αποθάνη; Διότι για να τον μακαρίζουμε νεκρό ως ευδαίμονα σημαίνει ότι τότε είναι ευτυχής, όταν είναι νεκρός. Είναι δυνατόν;
Αν δε πάλιν δεν θεωρούμεν τον αποθαμένον ως ευτυχή, γιατί τον μακαρίζουμε μετά θάνατον και όχι εν όσω είναι στην ζωή; Γιατί να περιμένουμε να δούμε μην περιπέση σε συμφορές λίγο πριν πεθάνη μη και έτσι θεωρήσουμε, ότι απώλεσε την ευδαιμονία; Και δεν φτάνει μόνο αυτό. Μερικοί λένε ότι ναι, «φαίνεται ότι υπάρχει και διά τον αποθαμένον κάποιον κακόν και αγαθόν, δυστυχία ή ευδαιμονία, αφού υπάρχει μεταβολή των τυχών, τιμαί και ατιμίαι των τέκνων του και εν γένει όλων των απογόνων του, ευδοκιμήσεις και δυστυχίαι αυτών που στην ουσία αντικαθρεπτίζουν και την δική του τύχη». Λένε δηλαδή ότι: «Όστις έζησε μακαρίως μέχρι γήρατος και απέθανε αναλόγως, είναι ενδεχόμενον να του συμβούν πολλαί μεταβολαί ως προς τους εγγονούς, και άλλοι μεν από αυτούς να είναι αγαθοί και απολαύσουν ζωήν ανάλογον με την αξίαν των, άλλοι δε απ' εναντίας να μην απολαύσουν». Μα έτσι ούτε και αποθαμένον δυνάμεθα να μακαρίζωμεν αυτόν διότι θα πρέπει πάντοτε να κοιτάμε και εξετάζωμεν έως ότου υπάρχουν απόγονοι αυτού τας τύχας αυτών. «Είναι φανερόν ότι, αν παρακολουθούμεν τας τύχας του ιδίου ανθρώπου, ενόσω είναι εν ζωή αλλά κι όταν πεθάνη, θα τον ονομάσωμεν ευτυχή και πάλιν δυστυχή πολλάκις, και θα αποδεικνύωμεν ότι ο ευτυχής είναι κάποιος χαμαιλέων και με σαθράς βάσεις».
«Είναι παντελώς παράλογον, αν συγχρόνως μεταβάλλεται και ο αποθαμένος και γίνεται πότε ευτυχής και πότε πάλιν άθλιος» σαν τους ζωντανούς θα πεί κανείς, αλλά «επίσης είναι παράλογον να μη συνοδεύουν ουδέ εις ελάχιστον χρονικόν διάστημα τους γονείς τα παθήματα των απογόνων» θα αντιτείνει πάλι κάποιος άλλος. Ο όσιος Μακάριος, για παράδειγμα ρωτώντας κάποτε το κρανίο ενός νεκρού έμαθε όλα τα σχετικά μ’ αυτούς που έχουν πεθάνει. Και στο τέλος τον ρώτησε: «Δεν βρίσκετε, λοιπόν, καμιά παρηγοριά;’». Με άλλα λόγια τον ρώτησε «είσθε τόσον άθλια, δεν αισθάνεσθε καμμίαν ευτυχίαν;» Αυτή την ερώτηση την έκανε, γιατί συνήθιζε να προσεύχεται για τους νεκρούς και ήθελε να ξέρει αν πραγματικά τους ωφελούσε. Τότε ο φιλάνθρωπος Κύριος θέλησε ν’ αποκαλύψει την αλήθεια στο πιστό υπηρέτη Του. Τον πληροφόρησε, λοιπόν, μέσω του κρανίου: «Όταν προσφέρεις τις δεήσεις για τους νεκρούς, αισθανόμαστε μια μικρή ανακούφιση (βλ. ευτυχίαν)». Δηλαδή οι ενάρετες πράξεις των επιγόνων μπορούν να επιφέρουν ευτυχία και στους νεκρούς.
«Μήπως δεν είναι διόλου ορθόν να παρακολουθούμεν τας μεταβολάς της τύχης;» θα είπη ένας τρίτος. Το κρατάμε τούτο διότι μάλλον θα έχει δίκιο αυτός εδώ.
Πίπτουμε σε ένα άλυτο πρόβλημα θα πούν οι προηγούμενοι. Ούτε να μακαρίσουμε κάποιον μπορούμε εν ζωή πριν δούμε το τέλος του ούτε και μετά θάνατον αφού δεν ξέρουμε τι αισθάνεται στον άλλον κόσμο όπου πήγε χάριν των ιδικών του ανθρώπων τις ενέργειες. Τι κάνουμε;
Η λύση είναι μπροστά στα μάτια μας θα ξαναπεί ίσως ο τρίτος εκείνος που μας προέτρεψε να μην δίδουμε σημασία στις εναλλαγές της τύχης, αλλά εμείς μπερδευόμαστε με λανθασμένες σκέψεις. «Λοιπόν, αν πρέπη να βλέπωμεν το τέλος κάποιου και τότε να μακαρίζωμεν αυτόν, όχι διότι είναι μακάριος τώρα, αλλά διότι ήτο προηγουμένως, πώς δεν είναι παράλογον να μη λέγεται περί αυτού η πραγματική αλήθεια, όταν είναι ευτυχής, μόνον και μόνον διότι οι ζώντες δεν έχουν διάθεσιν να τον μακαρίζουν, διότι επέρχονται μεταβολαί, και διότι αυτοί την ευτυχίαν την νομίζουν ως μόνιμον πράγμα και εντελώς αμετάβλητον, ενώ αι τύχαι ως προς αυτούς πολλάκις αναποδογυρίζουν;»
Ο αληθώς ευδαίμων ενόσω ζεί, λησμονούμε ότι «διαρκώς, ή όσον το δυνατόν περισσότερον από όλους θα πράξη και θα εννοήση τα σύμφωνα με την αρετήν, και τας μεταβολάς της τύχης θα τας υποφέρη αξιοπρεπέστατα και καθ' όλα εντελώς αρμονικά, όστις βεβαίως είναι πραγματικώς αγαθός και τετράγωνος και άψογος.» Τούτο εξάλλου τον καθιστά ευδαίμονα. Το γεγονός δηλαδή ότι η κατάκτηση της αρετής είναι ευτυχία από μόνη της και δεν έχει να κανη με τις εξωτερικές εναλλαγές των καθεκάστων, των περιστάσεων μας διαφεύγει και μας προκαλεί την όλη σύγχυσιν. Βέβαια παίζουν κι αυτά τον ρόλον των. Διότι άλλο να αποκτάς την αρετή με ευνοϊκόν άνεμο και άλλο μέσα σε θύελλες και καταιγίδες. Όμως σε κάθε περίπτωση η αρετή αν κατακτηθή είναι δύσκολο να απωλεσθή.
Η ευδαιμονία είναι η αρετή και η αρετή δεν έχει να κάνει με τον εξωτερικό κόσμο και τις εναλλαγές του. «Από τα πολλά δε τα οποία συμβαίνουν εκ τύχης και διαφέρουν κατά το μέγεθος και την σμικρότητα τα μεν μικρά ευτυχήματα, και, εννοείται, και τα αντίθετα αυτών, είναι φανερόν ότι δεν έχουν σπουδαιότητα διά την ζωήν. Τα μεγάλα όμως και πολλά, όταν μεν συμβαίνουν καλώς, θα καταστήσουν την ζωήν ευτυχεστέραν, διότι και αυτά επλάσθησαν ως στολισμός αυτής και η χρησιμοποίησις αυτών είναι καλή και σπουδαία. Όταν όμως συμβαίνουν ανάποδα, στενοχωρούν και ενοχλούν το αξιομακάριστον. Διότι προσθέτουν λύπας και γίνονται εμπόδια εις πολλάς ενεργείας. Και όμως και εις αυτά διαλάμπει το καλόν, όταν κανείς υποφέρη αταράχως πολλάς και μεγάλας ατυχίας, όχι διότι είναι αναίσθητος, αλλά διότι είναι γενναιόφρων και μεγαλόψυχος.»
«Εάν δε είναι αι ενέργειαι κυρίαρχοι της ζωής, καθώς είπαμεν, τότε κανείς από τους ευτυχείς δεν ημπορεί να γίνη δυστυχής, διότι ποτέ του δεν θα πράξη τα μισητά και ποταπά. Διότι ο αληθώς αγαθός και νουνεχής φρονούμεν ότι θα υποφέρη όλας τας μεταβολάς της τύχης αξιοπρεπώς, και ότι αναλόγως των υπαρχόντων μέσων θα πράξη πάντοτε το καλλίτερον, καθώς και ο αγαθός στρατηγός το υπάρχον στράτευμα θα χρησιμοποιήση πολεμικώτατα, και ο βυρσοδέψης από τα δεδομένα δέρματα θα κάμη τα καλλίτερον που ημπορεί να γίνη υπόδημα, και κατά τον ίδιον τρόπον όλοι οι άλλοι τεχνίται. Αλλά τότε, δεν ημπορεί μεν να γίνη ποτέ δυστυχής ο ευτυχής, όμως δεν είναι αξιομακάριστος, αν περιπέση εις τα δυστυχήματα. Ούτε βεβαίως αχαρακτήριστος και ευμετάβλητος ημπορεί να γίνη. Διότι ούτε η ευτυχία θα τον ταράξη ευκόλως, ούτε τα παραμικρά ατυχήματα, αλλά τα μεγάλα και πολλά. Και πάλιν κατόπιν από αυτά τα μεγάλα και πολλά δεν θα γίνη ευτυχής αμέσως εις ολίγον διάστημα, αλλά, αν θα γίνη ευτυχής, θα γίνη εις πολύ διάστημα και επαρκές, αφού εις αυτό το διάστημα γίνη κύριος μεγάλων και καλών.
Τι μας εμποδίζει λοιπόν να ορίσωμεν ότι ευτυχής είναι όστις ενεργεί συμφώνως με την τελείαν αρετήν, και είναι εφωδιασμένος αρκετά με τα εξωτερικά αγαθά, όχι εις ένα παραμικρόν χρονικόν διάστημα, αλλά εις όλην του την τελείαν ζωήν; Ή μήπως πρέπει να προσθέσωμεν ότι πρέπει και να ζήση ούτω πως και να αποθάνη αναλόγως, επειδή ημείς δεν ημπορούμεν να προβλέψωμεν τα μέλλον, ενώ την ευτυχίαν την ορίζομεν ως τέλος και ως τελείαν εις όλα και καθ' όλα; Αλλά τότε θα ονομάσωμεν αξιομακαρίστους, εκείνους από τους ζώντας, εις όσους υπάρχουν και θα υπάρξουν όσα είπαμεν, πάντοτε όμως τους ανθρώπους θα ονομάζωμεν αξιομακαρίστους. Και περί του ζητήματος τούτου είναι αρκετός αυτός ο αναλυτικός ορισμός.
Και τελικά; Αι περιπέτειαι των απογόνων δεν θίγουν τους νεκρούς; Θα αναρωτηθή κανείς πάλι. Η τελική δηλαδή απορία μας είναι «αν οι μεταστάντες συμμετέχουν κανενός αγαθού ή του αντιθέτου»
«Φαίνεται ότι, και αν φθάνη έως εις αυτούς κανέν αγαθόν ή αντίθετον, είναι μηδαμινόν και μικρόν είτε γενικώς είτε προσωπικώς δι' αυτούς. Εάν δε δεν φθάνη εις αυτούς, είναι τόσον μικρόν και επουσιώδες, ώστε δεν κάμνει ευτυχείς εκείνους οι οποίοι δεν είναι, ούτε όσοι είναι ευτυχείς τους αφαιρεί την μακαριότητα. Φαίνεται λοιπόν ότι συντελούν κάπως διά τους μεταστάντας αι ευδοκιμήσεις των φίλων, καθώς και αι ατυχίαι αλλά εις τόσον ολίγον βαθμόν και τόσον επουσιωδώς, ώστε δεν ημπορούν να κάμουν τους ευτυχείς μη ευτυχείς, ούτε κανέν άλλο παρόμοιον.»
* το παρόν αποτελεί διασκευή από το ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΑ' του Α' Βιβλίου του ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ "ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ" και της μτφρ. του ΚΥΡ. ΖΑΜΠΑ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου