ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ: Η ΕΜΜΟΝΗ ΣΤΗΝ ΕΜΜΕΣΟΤΗΤΑ



ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ

-Πτυχιούχου Κλασσικῆς Φιλολογίας
Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-Μεταπτυχιακοῦ Ἐφηρμοσμένης Παιδαγωγικῆς
Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-Ὑποψηφίου Διδάκτορος Κλασσικῆς Φιλολογίας 
Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ



Βιολογικώς οιοδήποτε όν, ιδίως κατά την περίοδον της πρώτης αναπτύξεώς του, παρουσιάζει συνεχή διαφορισμόν των λειτουργιών του. Υπήρξαν λοιπόν παιδαγωγοί στην ιστορία της ανθρωπότητος, που υπεστήριξαν, ότι κατ’ ανάλογον, φυσιολογικό, βιολογικό τρόπο τινά, κατόπιν βιολογικής αναπτύξεως δηλαδή, επισυμβαίνει και η μάθησις. Χαρακτηριστικαί είναι επί παραδείγματι αι περί αγωγής αντιλήψεις του άγγλου φιλοσόφου Σπένσερ (1820-1903), όστις και συνιστά ανεπιφυλάκτως την φυσικήν και μόνον αγωγήν. Το παιδί, ο κάθε άνθρωπος, διδάσκεται νομοτελειακώς υπό των αποτελεσμάτων των ενεργειών του. Είχε δε προηγηθεί στην ιστορία του Διαφωτισμού και ο σπουδαίος Ρουσσώ, όστις ηπαγόρευεν πάσαν επέμβασιν του διδασκάλου, πάν «μη», προκειμένου να επιτευχθή η αυτοαγωγή.

Εάν ωστόσο αφήσωμεν το παιδί άνευ πολιτιστικής επιδράσεως εκ των έξω, δεν είναι δυνατό αυτό να αναπτυχθή. Εάν επαφεθώμεν εις την βιολογικήν εξέλιξιν, το παιδί θα παραμείνη εις πρωτόγονον κατάστασιν. Η ανάπτυξις της ανθρωπότητος δεν συντελείται δια οργανικής μεταβολής, αλλά υπεροργανικώς δια της επινοήσεως και κατασκευής εργαλείων και μηχανημάτων, δι’ ών ο άνθρωπος επιτυγχάνει την εξουδετέρωσιν των σωματικών του ατελειών και την επαύξησιν της δυναμικότητός του. Η υπεροργανική αύτη ανάπτυξις μεταδίδεται δια των πολιτιστικών μέσων, άτινα οικειοποιείται η εκάστοτε νεωτέρα γενεά εκ των παλαιοτέρων. Ο Hegel ονομάζει αυτήν την ενημέρωσιν του παιδιού με τα πάσης φύσεως πολιτιστικά αγαθά, άτινα υπάρχουν εις την κοινότητα, δηλονότι την γλώσσα μεθ’ ήν ονομάζομεν και ερμηνεύομεν τα πράγματα, την επιστήμη, την θρησκεία, την τεχνικήν, την καλλιτεχνικήν δημιουργίαν, την οργάνωσιν του πολιτικού και κοινωνικού βίου, ως παράδοσιν του «αντικειμενικού πνεύματος» της κοινότητος. Αι νέαι γενεαί κληροδοτούνται υπό των παλαιοτέρων με ενημέρωσιν δια τα σπουδαιότερα πολιτιστικά αγαθά.

Ωστόσο ενθάδε έγκειται το πρόβλημα της Παιδαγωγικής αενάως. Πώς ενημερώνονται αι νέαι γενεαί με αυτά τα πολιτιστικά αγαθά; Με τίνα τρόπον; Η απάντησις είναι δια μέσου διδακτέας ύλης τινός, δια μέσου δηλαδή μορφωτικών αγαθών. Υπάρχει τουτέστιν έν χαρακτηριστικόν εμμεσότητος, μια μεσολάβησις ενός αγαθού μεταξύ προηγουμένων ανθρωπίνων κατακτήσεων και των νέων ανθρώπων που τις αγνοούν. Αυτό το χαρακτηριστικόν της εμμεσότητος θα αναπτύξω αμέσως τώρα καθώς και την προβληματικήν περί αυτού.

Πώς μανθάνει τις; Μετά τινος τρόπου; Δύο είναι οι τρόποι. Ή δεικνύοντας κάτι σε κάποιον άμεσα ή μιλώντας του για τούτο έμμεσα. Ο Νικόλαος Χάρτμαν ήτο ξεκάθαρος. Υπάρχει ή άμεσος αναφορά, όταν αναφέρεται κανείς απ’ ευθείας εις το όν, όταν επί παραδείγματι δεικνύεται εις τα παιδιά το δένδρον και ο καρπός αυτού, ως ζωντανή εικόνα έξω εις τον αγρό, απευθείας, αλλά υπάρχει και η έμμεσος αναφορά, όταν δια την κατανόησιν των όντων χρησιμοποιούμε υλικά ή πνευματικά μέσα, όταν για παράδειγμα για να δειχθή το δένδρο στα παιδιά δεικνύεται όχι το ίδιο το πράγμα, αλλά μια εικόνα αυτού ή μια εικονοσκόπησις του. Υπάρχει μεγάλη δε πιθανότητα ένας νέος άνθρωπος να μην αντικρύση ποτέ αυτά τα όντα, τα οποία κατενόησεν την ύπαρξίν των δια μέσου της εμμέσου αναφοράς, σε όλην την διάρκειαν της ζωής του. Και τούτο είναι θέμα ζωτικής σημασίας. Διότι αμέσως γεννάται η απορία, δια το μετά τίνων εικόνων και ιδεών, μέσω εμμέσων αναφορών εγέμισαν αι παλαιότεραι γενεαί τας επερχομένας. Μη και ο άνθρωπος είναι πλείστος ιδεών, αξιών, εικόνων, όντων που ποτέ δεν γνώρισε άμεσα αυτός ο ίδιος προσωπικώς αλλά του τις εμφύτευσαν τρόπον τινά όλοι οι προηγούμενοι τεχνηέντως κατά την διαδικασία της αγωγής και μαθήσεώς του;

Θα σας φέρω ένα παράδειγμα δια το πώς διδάσκουμε και πως αγνοούμε την άμεσον αναφορά των πραγμάτων, ενώ μένομε στην έμμεσον δικαιώνοντας ούτως ακόμα και σήμερα τον Ρουσσώ που φωνασκούσε για τον κίνδυνο που διατρέχουμε από την απομάκρυνση με την άμεσο γνωριμία των όντων. Λέγει λοιπόν κάπου ο Όμηρος:

«Όπως περίσσια ξεχωρίζει ο ταύρος μέσα
Στην αγέλη και ξεπερνά όλα τα άλλα βόδια μόλις
Μαζευτούν, έτσι τον γιό του Ατρέα έκανε ο Δίας
Την μέρα εκείνη ξεχωριστό κι ανώτερο μέσα
Σε ήρωες πολλούς»

(Β, 480-483)

Αλήθεια, σε μιαν πιθανή απορία ενός παιδιού, γιατί φερ’ ειπείν ο ποιητής συνέκρινε ενθάδε τον Αγαμέμνονα με ταύρο κι όχι με λιοντάρι, τι θα μπορούσε κάποιος διδάσκων να απαντήση, όταν κι αυτός ο ίδιος αγνοεί την άμεσον αναφοράν του πράγματος; Ότι τούτο το έκανε τυχαία; Είναι δυνατόν να δώση κανείς ψευδή απάντησιν, όταν γνωρίζει την αλήθειαν, ότι ο Όμηρος «σχεδόν γάρ οὖν ἒοικεν οὐδεν μάτην λέγειν»; Γνωρίζει κανείς τα χαρακτηριστικά του όντος, εν προκειμένω του ταύρου και της αγέλης υπ’ αυτού; Και τι ήθελε να δείξη ενθάδε ο μέγας των ποιητών; Είναι αναμφιβόλως σίγουρον ότι ουδείς θα επιχειρήση την δείξιν του πράγματος και άρα είναι αναμφιβόλως κατανοητόν ότι, ό,τι διδάσκεται είναι ημιτελές και πάσχον. Διότι η απομάκρυνσις εκ των αληθών όντων, τι άλλο δημιουργεί παρά μιαν κίβδηλη και επίπλαστη πραγματικότητα, έναν κόσμο ειδώλων που κάποιοι λόγω ανικανότητος μας έδωσαν κι αυτόν λειψό ή φεύ λόγω πανουργίας τεχνηέντως και σκοπίμως ούτως, ώστε, αν και έχωμεν μάτια να μην βλέπωμεν, αν και ατενίζωμεν το φώς να ζώμεν στο σκοτάδι; Θα συνεχίσω κι άλλοτε.


DMCA.com Protection Status


author image

About the Author

This article is written by: Φιλόλογος Ερμής - He has already written over 2.200 articles for Φιλόλογος Ερμής. He has Graduate Diploma in Classical Philology, Postgraduate Diploma in Applied Pedagogic, and is Candidate Doctor(Dph) of Classical Philology. Stay touch with him or email him