Της Μαριλένας Κουγιού
Η πρόσληψη του εαυτού με όρους οντολογικούς, δηλαδή ως μιας υπόστασης κληρονομικά φυσικοποιημένης, δεν συμμερίζεται την ιστορικοπολιτισμική κατασκευή της ατομικότητας. Οι ταυτότητες δεν είναι κληρονομικά μεταβιβάσιμες, ούτε φυσικές, αλλά συνιστούν κατασκευές, ένα σύνολο διακριτών χαρακτηριστικών που καθιστούν το άτομο ή μια συλλογικότητα αναγνωρίσιμα και αναγνώσιμα.
Η αναγνωρισιμότητα αυτή συντελείται τόσο από τους ίδιους τους φορείς των ταυτοτήτων ως μια διαδικασία αυτοπροσδιορισμού και αυτό-συνείδησης όσο και από το κοινωνικό περιβάλλον ως ετερο-εικόνα. Ωστόσο, απαραίτητο συστατικό της ταυτοποίησης είναι η διαφοροποίηση, καθότι οι ταυτότητες συγκροτούνται στη βάση ομοιοτήτων, οι οποίες υποδηλώνουν άρρητα ή περισσότερο δυναμικά την ύπαρξη διαφορών.
Το σύνολο των ομοιοτήτων που συναποτελούν μια ταυτότητα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχεια αυτής, απαιτείται να παρουσιάζουν παρά τις όποιες αλλοιώσεις και μεταβολές τους, μια σταθερότητα στο χρόνο. Υπό αυτό το πρίσμα, η μνήμη διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο στην κατασκευή των ταυτοτήτων, καθότι παρέχει τους συνεκτικούς κρίκους μεταξύ των χρονικών επιπέδων του παρελθόντος και του παρόντος.
Η μνήμη κατευθύνει τον προσδιορισμό της ταυτότητας αλλά και κατευθύνεται από αυτόν μεταβιβάζοντας ένα επιλεκτικά διαμορφωμένο σώμα εικόνων. Ως εκ τούτου, το μνημονικό αυτό σώμα πρέπει να ανταποκρίνεται στους όρους και στις αξίες που στοιχειοθετούν την ταυτότητα, διαφορετικά η ύπαρξη της τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Οι ταυτότητες οικοδομούνται σε συγκεκριμένα χρονικά συμφραζόμενα και διαμεσολαβούνται από τη μνήμη. Μοιράζονται έτσι τον κοινό παρανομαστή του χρόνου που τοποθετεί και τις δύο εντός κάποιων πολιτισμικών και πολιτικών συντεταγμένων. Οι μνήμες κατασκευάζουν ταυτότητες και οι ταυτότητες μνήμες και συμμετέχουν και οι δύο στη διαδικασία κοινωνικοποίησης και ιδεολογικοποίησης.
Ταυτότητα και μνήμη συνιστούν όχι υπερβατικές σφαίρες έχοντας το αυτεξούσιο, αλλά πεδία δράσης όπου τα υποκείμενα ενεργούν στη διαπάλη των συμβόλων και της συμβολοποίησης τους, απ’ την οποία προκύπτει η επιλεκτική τους συναρμογή και αυτό επεξηγεί την συνεχή εξέλιξη τους.
Πολλές εμπειρίες συνήθως φέρουσες αρνητικό πρόσημο, είναι συχνά ερμηνεύσιμες ως μια αποδιάρθρωση της ταυτότητας των υποκειμένων λόγω των καταναγκασμών, των απαγορεύσεων και των στερήσεων που αυτά υφίστανται. Όμως τα αποτελέσματα των έξωθεν παραγόντων που επιδρούν για τη σχηματοποίηση των ταυτοτήτων δεν μπορούν να νοηθούν προσθετικά ούτε αφαιρετικά, αλλά μόνο διασταυρωτικά και επικαλυπτόμενα.
Ο τρόπος που οι ταυτότητες μορφοποιούνται κάτω από διάφορες συνθήκες θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως υβριδικός. Αυτή η υπόθεση εκκινεί από την θεώρηση ότι οι ταυτότητες ακόμα και στις πιο ακραίες συνθήκες ελέγχου και διάπλασης τους, δεν διαμορφώνονται από την παθητική εισροή και εκροή των υπό διάπλαση στοιχείων.
Οι ταυτότητες δεν είναι ακλόνητες, ομοιογενείς και αλληλοαποκλειόμενες ούτε βέβαια σωρευτικές επιρροών που τις σχηματοποιούν μονοσήμαντα προς μια ορισμένη κατεύθυνση. Αντίθετα είναι πολλαπλές, συγκρουσιακές, αλληλοεξαρτώμενες, λανθάνουσες, κρύφιες, αμφίρροπες, οργανώσιμες από ένα σύνολο αντιμαχόμενων σχέσεων.
Αυτό θα μπορούσε ίσως να οριστεί ως μετάλλαξη ταυτοτήτων από την πρόσδεση τους σε συλλογικές οντότητες, όπως για παράδειγμα του ηρωοποιημένου εθνικού υπερασπιστή, του ευσυνείδητου πατριώτη, και σε κανονιστικά συστήματα γνώσης που διασώζουν και διαπλάθουν σημασίες εν ονόματι της συλλογικότητας.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου