ΤΗΣ ΒΙΚΥΣ ΣΙΑΜΑΝΤΑ
Πρώτη ημέρα στο σχολείο σήμερα!!! Μετά την ολοκλήρωση της
καθιερωμένης διαδικασίας του αγιασμού και πριν καλά καλά γίνει το καλωσόρισμα
των μαθητών, ακούγεται από το μικρόφωνο: «Παρακαλούνται
οι γονείς που έχουν στα χέρια τους γνωματεύσεις να καταθέσουν άμεσα τα χαρτιά
τους και να τακτοποιήσουν τα θέματα με τα παιδιά τους». Και αναρωτιέμαι για
ποια θέματα ακριβώς ακούω; Από πότε οι γονείς είναι υπεύθυνοι για την
εκπαίδευση των παιδιών τους; Με αυτήν την πρακτική κατηγοριοποίησης και διαχωρισμού θα ξεκινήσει αυτή η χρονιά;
Ο αποκλεισμός βρίσκεται παντού και συνεχώς πολλαπλασιάζεται
σαν επιδημία. Τα σχολεία φαίνονται να είναι λιγότερο ανεκτικά σε μια εποχή που
υποτίθεται ότι έχουμε κάνει βήματα για μια ενταξιακή κοινωνία, για ένα
ενταξιακό σχολείο. Για ποιο λόγο να αντιλαμβανόμαστε, όμως, τους μαθητές με
αναπηρία ως διαταρακτικά στοιχεία, ως εμπόδια; Για ποιο λόγο να μη δώσουμε
έμφαση στις δυνατότητες τους; Για ποιο λόγο να μην «εκμετταλευτούμε» τον πλούτο
και την ομορφιά τους; Για ποιο λόγο να μην τους προσφέρουμε αυτό που οφείλουμε
ως εκπαιδευτικοί να τους προσφέρουμε;
Το σχολείο μας, είναι ανάγκη, να μετατραπεί από σχολείο για
τους ‘μέσους-κανονικούς’ μαθητές σε σχολείο για ΟΛΟΥΣ τους μαθητές. Είναι καιρός
πια η παιδαγωγική να διεκδικήσει τη θέση της στη ηγεσία της σχολικής μονάδας
και η διεύθυνση του σχολείου να μετατραπεί από γραφειοκρατικού τύπου
διεκπεραίωση υποθέσεων σε ηγεσία με στόχο τη μάθηση, η οποία θα ενισχύει τόσο
τις πρωτοβουλίες των εκπαιδευτικών του σχολείου όσο και τη διαδικασία
αυτοδιαχείρισης της γνώσης από τους ίδιους τους μαθητές.
Αυτό απαιτεί συλλογική και ατομική αλλαγή, μια διαδικασία πολυσύνθετη,
πολύπλοκη και χρονοβόρα. Και εδώ προκύπτουν ποικίλα ερωτήματα, οι απαντήσεις
των οποίων είναι σίγουρα πολλαπλές: ποιος ο ρόλος μας ως εκπαιδευτικοί την
παρούσα χρονική στιγμή με τα ισχύοντα δεδομένα και τις ισχύουσες κοινωνικές
καταστάσεις; Η ένταξη τελικά είναι μια πρακτική που μπορεί να εφαρμοστεί; Όσο
ενταξιακός και αν είναι ένας εκπαιδευτικός μπορεί πραγματικά να την εφαρμόσει,
σε ένα πλαίσιο (πολιτικό- κοινωνικό-εκπαιδευτικό) που τείνει να υποστηρίζει τη
διάκριση, τον αποκλεισμό και τις παραδοσιακές μεθόδους διδασκαλίας; Πώς είναι
δυνατόν να εφαρμοστεί η ενταξιακή εκπαίδευση, όταν ακόμα και οι υποστηρικτές
της πολλές φορές δε συνειδητοποιούν τι ακριβώς είναι; Σε μια κοινωνία που δίνει
έμφαση στην οικονομία και στην παραγωγή και όχι στην παιδεία της, -δεδομένου
ότι κάθε νέος νόμος περί θεμάτων παιδείας απλά παρουσιάζει την πολιτική ηγεσία
υπό δέσμευση, χωρίς αυτή τελικά να πραγματοποιείται-, πόσο εφικτές, έστω και
μακροπρόθεσμα μπορεί να είναι οι επιθυμητές αλλαγές ώστε να μπορεί να
εφαρμοστεί η ένταξη;
Αυτά τα ερωτήματα συχνά έρχονται και θα έρθουν στο προσκήνιο και ο κάθε
ένας από εμάς θα μπορεί να δώσει πιθανότατα τη δική του απάντηση με βάση τα
δικά του πιστεύω. Η δική μου απάντηση σε όλα αυτά είναι ότι για να τα απαντήσουμε
ουσιωδώς πρέπει πρώτα να γνωρίσουμε πολύ καλά τον εαυτό μας. Η ένταξη δεν είναι
μια πρακτική, έξω από εμάς. Αποτελεί βίωμα του καθενός, δε διδάσκεται, δε
«φοριέται» σε κάποιον όπως ένα ρούχο. Συνδέεται άμεσα με το ποιοι είμαστε, τι
θέλουμε, τι επιδιώκουμε. Ως εκπαιδευτικοί είμαστε διαφορετικοί μεταξύ μας, όπως
και οι μαθητές μας και η ενταξιακή εκπαίδευση μπορεί να εφαρμοστεί διαφορετικά
από τον καθένα μας, αρκεί να γίνει κτήμα μας. Πάντα τη λύση τη δίνουν οι
μαθητές μας. Όσο δύσκολη και αν είναι η διαδικασία ένταξης όλων τους σε μια
δημιουργική πράξη, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν είμαστε μόνοι μας. Αρκεί να
είμαστε ανοικτοί προς τους άλλους και τις απόψεις τους (συναδέλφους, γονείς,
μαθητές) και να λάβουμε το ρίσκο να ακουστούν και άλλες γνώμες διαφορετικές από
τις δικές μας.
Το ερώτημα είναι, εμείς αποδεχόμαστε πραγματικά τη διαφορετικότητα και
την πολυφωνία; Είμαστε σε θέση να χάσουμε τη θέση του «ισχυρού» και να
διαπραγματευθούμε μαζί με άλλους για να αποφασίσουμε; Έχουμε τη διάθεση να
αφιερώσουμε λίγο από τον περιορισμένο χρόνο μας για να διασκεδάσουμε και εμείς
μέσα από τη διαδικασία μάθησης; Έχουμε την αντοχή να έρθουμε αντιμέτωποι με τις
αξίες μας και να κατανοήσουμε τις αντιφάσεις που διέπουν τις πρακτικές μας;
Επιθυμούμε να λάβουμε το ρίσκο της κριτικής του εαυτού μας;
Η γνώση του εαυτού μας θα μας
οδηγήσει στη γνώση και των μαθητών μας και ο συνδυασμός αυτών μπορεί να
δημιουργήσει μια τάξη που θα μπορεί να τους εντάξει όλους. Ας γυρίσουμε,
λοιπόν, να κοιτάξουμε πρώτα τον εαυτό μας! Πολλές φορές, αυτό είναι δύσκολο γιατί πρέπει να αντιμετωπιστούν ποικίλα εμπόδια, όπως οι πολυπληθείς τάξεις με τις πολύ έντονες
διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό τους που πρέπει να υποστηρίζονται από έναν
εκπαιδευτικό, η αβεβαιότητα όσον αφορά το εργασιακό καθεστώς, ο ανεπαρκής
χρόνος προετοιμασίας, τα ποικίλα προβλήματα της καθημερινότητας, τα ελάχιστα
περιθώρια ευελιξίας, η υποβάθμιση του ρόλου μας.
Αλλά στο χέρι μας είναι να μην υποβαθμίζουμε τον εαυτό μας και την εκπαίδευση που παρέχουμε! Εμείς, ως χειραφετημένοι, μάχιμοι
εκπαιδευτικοί μπορούμε να πραγματοποιήσουμε την ένταξη, σταδιακά, σιγά-σιγά. Ας λάβουμε ενεργή δράση
αξιοποιώντας όλες τις δυνατότητες που έχουμε στη διάθεση μας. Ας μη λειτουργούμε
με εξουσιαστικό ή ακόμα και με φοβικό τρόπο απέναντι στους άλλους, και τότε θα
έρθουμε αντιμέτωποι με μια διαφορετική πραγματικότητα! Όπως και οι μαθητές μας,
και εμείς έχουμε δικαιώματα στις ίσες ευκαιρίες! Ας διεκδικούμε, λοιπόν, τα
δικαιώματά μας και να προσφέρουμε ένα σχολείο ανοικτό σε αυτά!!
1 σχόλια:
ολοι μαζι,ολοι ίσοι,πιο δυνατοί
Δημοσίευση σχολίου