ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Το Πήλιο είναι το βουνό των Κενταύρων. Εδώ η φαντασία των αρχαίων ετοποθέτη την παράδοξον ταύτην φυλήν των διφυών τεράτων, άτινα είχον κατά το ήμισυ – από την μέσην και πάνω – το σχήμα ανθρώπου και κατά το άλλον ήμισυ – από την μέσην και κάτω – το σχήμα αλόγου.
Η μυθική προέλευσις των Κενταύρων είναι σκοτεινή. Τινές δέχονται ότι πρόκειται δια μυθολογικήν ανάμνησιν παλαιού τινός αλλά βεβαίου ιστορικού γεγονότος. Τουτέστιν δέχονται ότι επρόκειτο τω όντι δια φυλή αγρία τινά ανθρώπων ήτις έζη εις τα ορεινά αλλά και εις τα δάση και τας πεδιάδας της Ήλιδος, της Αρκαδίας και ιδίως της Θεσσαλίας. Υποστηρίζουν ότι η φυλή αύτη απετελείτο υπό δεινών ιππέων, εις εποχήν όμως ένθα το άλογον δεν είχεν αξιοποιηθεί, ίσως ούτε και εξημερωθεί ακόμη υπό των λοιπών πληθυσμών. Η έφιππος ουν και ορμητική εμφάνισις των θα επροξένησεν τοσαύτην κατάπληξιν εις τους ανιδέους εις εν τοιούτον τι θέαμα ανθρώπους, ώστε εγέννησεν τον θρύλον και αργότερα τον μύθον των Κενταύρων.
Ενισχυτικός εις ταύτην την άποψιν – προσθέτουν οι υποστηρικτές της ερμηνείας ταύτης – είναι κι ο αρχαίος θρύλος ότι είς βασιλεύς της Θεσσαλίας ανέθεσεν εις ιππείς γειτονικής περιοχής να του ξαναμαζέψουν τους ταύρους αυτού οίτινες είχον ξεφύγει εκ του τόπου της βοσκής των. Οι καβαλάρηδες εκείνοι επέτυχον τούτο το έργον κεντρίζοντας τους ταύρους με βουκέντρες. Εκείθεν θα προήλθεν, προσθέτουν, και η ετυμολογία της λέξεως Κένταυρος, εκ του «κεντώ» «ταύρους». Προσωπικώς θεωρώ ότι άπασαι ταύται αι ερμηνείαι αποτελούν μεταγενεστέρας επινοήσεις, ότι ισοδυναμούν με κατασκευασμένας λογικοφανείς παρετυμολογίας κι ότι οπωσδήποτε δεν έχουν ανακαλύψει την ορθήν ερμηνείαν του προβλήματος, όπερ δεν πρέπει να αναζητείται εις ιστορικά γεγονότα του παρελθόντος αλλά εις τας λατρευτικάς δοξασίας των προϊστορικών ανθρώπων, αίτινες και ως κατάλοιπον αφήκαν την σχετικήν μυθολογικήν σύνθεσιν.
σχόλια στον Πίνδαρο |
Ο Πίνδαρος στον Β’ Πυθιόνικό του (στιχ. 40 κ.ε) αναφέρει τα εξής χαρακτηριστικά:
[40] θεῶν δ' ἐφετμαῖς Ἰξίονα φαντὶ ταῦτα βροτοῖς
λέγειν ἐν πτερόεντι τροχῷ
παντᾷ κυλινδόμενον:
τὸν εὐεργέταν ἀγαναῖς ἀμοιβαῖς ἐποιχομένους τίνεσθαι. 25
Μα τον Ιξίονα, λέγουν, προστάξανε οι θεοί
στο φτερωτό του κυλώντας παντούθε τροχό
να λέει στους θνητούς:
Τον ευεργέτη τιμάτε, πληρώνοντας
μ' εγκάρδιες τη χάρη αμοιβές.
[στρ. 2]
ἔμαθε δὲ σαφές. εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις
γλυκὺν ἑλὼν βίοτον, μακρὸν οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον, μαινομέναις φρασὶν
Τα'μαθε κι ο ίδιος καλά, γιατί ενώ
γλυκιά βρήκε ζωή στους καλόβουλους πλάι Κρονίδες,
τη ευτυχία του πολύ να βαστάξει δεν μπόρεσε,
μα στου νού του την τρέλα την ήρα ερωτεύτηκε
της μακάριας κλίνης του Δία το ταίρι.
[50] Ἥρας ὅτ' ἐράσσατο, τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον
πολυγαθέες: ἀλλά νιν ὕβρις εἰς ἀυάταν ὑπεράφανον
ὦρσεν: τάχα δὲ παθὼν ἐοικότ' ἀνὴρ 30
ἐξαίρετον ἕλε μόχθον. αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι
φερέπονοι τελέθοντι: τὸ μὲν ἥρως ὅτι
ἐμφύλιον αἷμα πρώτιστος οὐκ ἄτερ τέχνας ἐπέμιξε θνατοῖς,
Αλλά των φρενών του το ξέπαρμα
σε βλάβη τον έσπρωξε απόκοτη
κι ό,τι άξιζε αμέσως παθαίνοντας, βρήκε
παιδεμό π' όμοιος του κι άλλος δεν είναι.
Τέτοιους πόνους του φέρνουν τα δυό του τα κρίματα:
το ένα, που πρώτος στον κόσμον ο ήρωας αυτός
έχυσε κι όχι χωρίς κακές τέχνες
αίμ' ανθρώπου απ' την ίδια γενιά του.
[αντ. 2]
[60] ὅτι τε μεγαλοκευθέεσσιν ἔν ποτε θαλάμοις
Διὸς ἄκοιτιν ἐπειρᾶτο. χρὴ δὲ κατ' αὐτὸν αἰεὶ παντὸς ὁρᾶν μέτρον. 35
εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν
ἔβαλον: ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ': ἐπεὶ νεφέλᾳ παρελέξατο,
ψεῦδος γλυκὺ μεθέπων, ἄϊδρις ἀνήρ:
[70] εἶδος γὰρ ὑπεροχωτάτᾳ πρέπεν οὐρανιᾶν
θυγατέρι Κρόνου: ἅντε δόλον αὐτῷ θέσαν 40
Ζηνὸς παλάμαι, καλὸν πῆμα. τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμόν,
Τ' άλλο, πως στους απειρόβαθους
μέσα θαλάμους του Δία
να βιάσει τη γυναίκα του ζήτησε.
Αλλά πρέπει κανείς να μετρά κάθε τί
στα δικά του πάντα τα μέτρα
να σε ποιόν οι παρότροποι έρωτες
συμφορά μαζεμένη τον ρίξανε
και τον πλέρωσαν: πλάι σε νεφέλη κοιμήθηκε
ο μωρός, αγκαλιάζοντας ψέμα γλυκό
γιατί στην ειδή με την υπερέξοχη
θυγατέρα του Ουράνιου του Κρόνου παράφερνε,
που του Δία του τη στήσανε οι τέχνες παγίδα,
[επωδή 2]
ἑὸν ὄλεθρον ὅγ': ἐν δ' ἀφύκτοισι γυιοπέδαις πεσὼν τὰν πολύκοινον ἀνδέξατ' ἀγγελίαν.
ἄνευ οἱ Χαρίτων τέκεν γόνον ὑπερφίαλον,
[80] μόνα καὶ μόνον, οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ' ἐν θεῶν νόμοις:
τὸν ὀνύμαξε τράφοισα Κένταυρον, ὃς 45
ἵπποισι Μαγνητίδεσσι ἐμίγνυτ' ἐν Παλίου
σφυροῖς, ἐκ δ' ἐγένοντο στρατὸς
θαυμαστός, ἀμφοτέροις
ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός.
όμορφή του ζημιά και τα ολέθρια εισέπραξε
κάτεργα πάνω στα τέσσερ' αδράχτια τροχού.
Κι έτσι ανέλαβε, πέφτοντας σ' άλυτες
χειροπέδες, το πάγκοινο για όλους το μήνυμα.
Δίχως τις Χάριτες γόνο του γέννησε αχάραγο
μόνον η μόνη νεφέλη αυτόν
απο θεούς κι ανθρώπους ατίμητο,
που θρέφοντάς τον ονόμασε Κένταυρο.
Κι έσμιγε αυτός στου Πηλίου τα ριζά τις φοράδες
της Μαγνησίας και φύτρωσε θάμα κοπάδι,
πόμοιαζε και με τους δυό τους γονιούς του,
με τη μητέρα απο κάτω
κι απάνωθε με τον πατέρα.
Μεταφραστής: Ιωάννης Γρυπάρης
Οι Κένταυροι έζουν εις τα πυκνά δάση του Πηλίου κι ετρέφοντο, κατά τον Πίνδαρον πάλι, με κρέατα λεόντων. Διάσημος Κένταυρος του Πηλίου ήτο ο Χείρων. Είχεν το σπήλαιόν του εις την κορυφήν του όρους κι εκείθεν λέγεται ότι εδίδαξεν εις τον Ασκληπιόν την ιατρικήν επιστήμην κι εδιαπαιδαγώγησεν τον Ιάσονα και τον Αχιλλέαν. Ο Χείρων ήτο υιός της Φιλύρας και του Κρόνου, όστις ήρθεν εις ερωτικήν ένωσιν μετά ταύτης υπό την μορφήν αλόγου. Ούτως ο υιός εκληρονόμησεν και τας δύο ταύτας ιδιότητας των γονέων του, τόσον του αλόγου όσον και του ανθρώπου.
Ως υιός του Κρόνου, ο Χείρων ήτο αθάνατος. Αλλά οι Λαπίθες – οίτινες επολέμησαν τους Κενταύρους εις την Κενταυρομαχίαν – εξεδίωξαν εκ του Πηλίου και τον Χείρωνα. Εκείνος τότε κατέφυγεν εις το ακρωτήριον του Μαλέα, αλλά εκεί δια κακήν του τύχην ηυρέθη εις το επίκεντρον της μάχης του Ηρακλέους με τους Κενταύρους. Έν βέλος του Ηρακλέους, εξ εκείνων των βουτηγμένων εις το φαρμάκι της Λερναίας Ύδρας διεπέρασεν το γόνατον του Κενταύρου Ελάτου κι εσφηνώθη εις το γόνατον του Χείρωνος. Εξ αιτίας αυτού ο Χείρων ετρώθη κατά τρόπον ανίατον. Επιθυμών να αποθάνη παρεκάλεσεν τότε τους θεούς να δεχθούν να τον αντικαταστήση έτερος τις εις την αθανασίαν. Οι θεοί το επέτρεψαν και την παράκλησίν του ήκουσεν ο Προμηθέυς. Τη εγκρίσει του Διός ανέλαβεν ούτος την αθανασίαν του Χείρωνος οπότε εκείνος εγκατέλειψεν τον κόσμον κι ξεκίνησεν δια τον Άδην.
Ο θρύλος του σοφού Κενταύρου ως διδασκάλου της ιατρικής έχει βεβαίως τινά συγκεκριμμένην σχέσιν και μετά της φήμης του Πηλίου, όπερ εθεωρείτο κατά την αρχαιότηταν ως ιαματικόν όρος. Διότι πάρεξ της μυθολογικής καταγωγής του όρους, ετούτο εσχετίζετο πολλάκις μετά των εξαιρέτων βοτάνων και τα κάθε λογής ιαματικά φυτά άτινα φυτρώνουν επ’ αυτό.
[1] δια τον Ιξίονα πολύ χαρακτηριστικά είναι όσα λέγονται εδώ: Kατόπιν εντολής των Θεών, ο Ιξίων περιστρέφεται συνεχώς, δεμένος σε ιπτάμενο τροχό………..«λέγοντας» στους θνητούς: «δείξτε ευγνωμοσύνη στους ευεργέτες σας, αποδίδοντας τους σε αντάλλαγμα την εύνοιά σας» (Πινδάρου, Ωδές 2.20).Ο Ιξίων ανήκει στους Λάπιθες, φυλής που ζούσε στην Θεσσαλία που έγιναν γνωστοί για την μάχη τους κατά των Κενταύρων με τους οποίους ήσαν συγγενείς, όταν οι τελευταίοι όντας μεθυσμένοι προσπάθησαν να βιάσουν την Ιπποδάμεια σύζυγο του Πειρίθοου (ου) κατά την τελετή του γάμου τους. Οι Κένταυροι και οι Λάπιθες κατάγονταν από τον ποτάμιο θεό Πηνειό (Θεσσαλία) και την Ναϊάδα Κρέουσα, από τους οποίους γεννήθηκαν ο Υψέας και η Στίλβη. Από την ένωση της Στίλβης με τον θεό Απόλλωνα προήλθαν ο Λάπιθος και ο Κένταυρος οι οποίοι ήσαν πρόγονοι των προαναφερόμενων λαών. Ο Λάπιθος εγκαταστάθηκε στις όχθες του Πηνειού και αφού παντρεύτηκε την Ορσινόμη, γέννησαν δύο γιούς τον Φορβάντα και τον Περίφαντα, οι οποίοι εβασίλευσαν στην περιοχή ονομάζοντας το γένος τους Λάπιθες. Ο Περίφας παντρεύτηκε την ανιψιά της γιαγιάς του Αστυάγυια (κόρη του Υψέα) με την οποία εγέννησε οκτώ γιούς εκ των οποίων ο μεγαλύτερος Αντίων παντρεύτηκε την Περιμέλη και γέννησαν τον Ιξίονα. Ο Ιξίων παντρεύτηκε την Δία, κόρη του Ηιονέα…………επειδή όμως δεν έδιδε τα συμφωνηθέντα προικώα δώρα, ο Ηιονεύς έφυγε παίρνοντας τις φοράδες του Ιξίονα ως εγγύηση. Εκείνος τότε παρεκάλεσε τον πεθερό του να επιστρέψει υποσχόμενος να τηρήσει τα συμφωνηθέντα και να αποδώσει τον προβλεπόμενο σεβασμό. Όταν όμως ο Ηιονεύς επέστρεψε, ο Ιξίων τον πέταξε σε φλεγόμενο λάκκο με αποτέλεσμα να σκοτωθεί. Με την Δία απέκτησαν δύο τέκνα τον Πειρίθοο (ου) και την Φισάδιη η οποία δόθηκε από τους Διόσκουρους ως θεραπαινίδα στην Ελένη. Επειδή όμως βαρύνετο με το στυγερό έγκλημα της δολοφονίας συγγενούς (θεωρείται ότι είναι ο πρώτος θνητός που δολοφόνησε συγγενή) ήταν στιγματισμένος και ουδείς ήταν πρόθυμος να τον «εξαγνίσει». Κάποια στιγμή όμως ο Δίας αισθανόμενος οίκτο για την κατάστασή του, αφαίρεσε το στίγμα και τον απέδωσε εξαγνισμένο στους υπόλοιπους θνητούς. Ο αγνώμων όμως Ιξίων ερωτεύθηκε την Ήρα και προσπάθησε να την κατακτήσει κάνοντας ανάλογες προτάσεις. Όταν ο Δίας πληροφορήθηκε την κατάσταση και προκειμένου να επαληθεύσει τα λεγόμενα της συζύγου του, δημιούργησε ένα νεφέλωμα που έμοιαζε με την Ήρα, εξαπατώντας με αυτόν τον τρόπο τον Ιξίονα ο οποίος νομίζοντας ότι συνευρέθηκε με την θεά, άρχισε να διαδίδει το γεγονός. Από την ένωση του Ιξίονα με το σύννεφο ορισμένοι ισχυρίζονται ότι γεννήθηκαν οι Κένταυροι, ενώ άλλοι θεωρούν ότι ο απόγονος της εν λόγω ένωσης ζευγάρωσε με φοράδες από τις οποίες προήλθαν οι Κένταυροι. Σε κάθε περίπτωση ο Δίας, ενοχλημένος από τα ατοπήματα του Ιξίονα, τον έδεσε σε ιπτάμενο τροχό, καταδικάζοντάς τον να περιστρέφεται αιώνια. Ίσως κάποιος να θεωρήσει ότι αυτή ήταν μια άδικη τιμωρία, λαμβανομένου υπόψιν ότι όπως ο Ιξίων ερωτεύθηκε την γυναίκα του Δία, επίσης ο Δίας ερωτεύτηκε την σύζυγο του Ιξίονα, όπως ο ίδιος ο Θεός δηλώνει: «………..ας απολαύσουμε τις χαρές του έρωτα. Ουδέποτε είχα παρόμοια επιθυμία, είτε για θεά, είτε για θνητή, η οποία πλημμύρισε και συγκλόνισε την καρδιά μου…..ούτε όταν ερωτεύθηκα την γυναίκα του Ιξίονα. (Ζεύς απευθυνόμενος στην Ήρα- Ομήρου Ιλιάδα, 14,315). Αυτές ακριβώς τις σκέψεις έκανε και ο Ιξίων θεωρώντας ότι …….οι θνητοί μπορούν να συμπεριφέρονται όπως οι θεοί ειδικά στον έρωτα…..και όσον αφορά στις θεότητες αυτές θα μπορούσαν να διδαχθούν από το πάθημά του ως προς τις αρχές δικαιοσύνης, ισότητας και αμοιβαιότητας……..Όμως αυτές οι σκέψεις αντιβαίνουν στο γεγονός ότι: «Ο άνθρωπος πρέπει πάντοτε να μετρά τις καταστάσεις και τις πράξεις του ανάλογα με την θέση του (Πινδάρου, Ωδές 2,34)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου