ἐπιμελεία
τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν - τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς |
«Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς
ἦν ὁ Λόγος.» Έτσι ξεκινά το κατά Ιωάννην ευαγγέλιον. Οι θεολόγοι ερμηνεύουν κάπως
έτσι: «Εις την αρχήν της πνευματικής και υλικής δημιουργίας, άναρχος και
προαιώνιος, υπήρχεν ο Υιός και Λογος του Θεού. Και ο Λογος ήτο πάντοτε
αχώριστος από τον Θεόν και πλησιέστατα προς αυτόν, και ο Λογος ήτο Θεός
απειροτέλειος, όπως ο Πατήρ και το Αγιον Πνεύμα.» Στην ουσίαν ταυτίζουν το «Λόγος»
με το «Υιός του Θεού». Ποιος είναι όμως ο Λόγος;
Αμέσως κατωτέρω το ίδιο το κείμενον λέγει διαφωτιστικά… «ἐν
αὐτῷ ζωὴ ἦν». Ήτο ο Λόγος η ίδια η ζωή. «Καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων» !!!
Το πέρασμα από την ανυπαρξία στην ζωή αυτό και μόνον ήτο ο Λόγος. Όταν ο άνθρωπος
έρχηται στην ζωή, στο φώς, όταν λαμβάνη πνοήν τότε λαμβάνει μιαν λογικήν υπόστασιν,
λογικόν, έναν Νούν. Αυτός ακριβώς ο Νούς, η λογική υπόσταση που λαμβάνει ο καθείς
εφ’ ής στιγμής γεννιέται τον κάνει αυτόχρημα να ξεχωρίζη από την άλογη υπόλοιπη
φύσιν και να φαίνηται εν αυτή όπως το φώς στο σκοτάδι… «καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ
φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν». Το σκοτάδι, η ανυπαρξία, η άλογος φύσις
δεν μπόρεσε ποτέ να νικήση την έλλογον αυτήν φύσιν του ανθρώπου. Μεθ αυτής ο άνθρωπος
δύναται να αφήση το σκότος πίσω του και να κινηθή ακόμα περαιτέρω προς το φώς.
Αύτη λοιπόν η ζωή, ο Λόγος «ἦν πρὸς τὸν Θεόν», εσχετίζετο
με την θείαν φύσιν[1].
Η ζωή εξ αρχής άλλως ήτο εις αναφοράν μετά του θείου. Η ζωή είναι θεϊκή και μόνον
ότι εκ του σκότους αναπηδά και δεν αφήνει τούτο να την καταβάλλη είναι τι το
θείον. Αλλά και η ζωή μόνη της άνευ της προσδέσεώς της εις το θείον δεν νοείται.
Η ζωή είναι η ίδια κάτι το θείον, θεός.
Αλλά τότε, μόλις το κείμενον του Ιωάννου μας λέγει τούτο μας
λέγει και το εξής μέγιστον… «Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν» !!! Ο Λόγος, η ζωή,
το φώς, η έλλογη ύπαρξις στην αρχή ήτο – προσοχή στον Παρατατικόν – σε σχέσιν
με τον θεόν. Τι δηλαδή; Έπαψε να είναι; Μάλλον ναι. Αύτη η σχέσις του θεού με
την ζωήν μόνον στην αρχή υπήρξεν. Η ζωή ξέκοψε από αυτήν της την αναφορά. Η ζωή
έπαψε κάποια στιγμή να έχει σχέσιν με το θείον, να είναι η ίδια θεϊκή.
Στο κεφάλαιο 3,19 κ.ε ο Ιωάννης δείχνει τον Μεσσίαν να λέγει
το εξής αποστομωτικό: «αὕτη δέ ἐστιν ἡ κρίσις, ὅτι τὸ φῶς ἐλήλυθεν εἰς τὸν κόσμον, καὶ ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ
σκότος ἢ τὸ φῶς· ἦν γὰρ πονηρὰ αὐτῶν τὰ ἔργα. πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ
τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ· ὁ δὲ ποιῶν
τὴν ἀλήθειαν ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα φανερωθῇ αὐτοῦ τὰ ἔργα, ὅτι ἐν Θεῷ ἐστιν
εἰργασμένα.» Με άλλα λόγια, ο Λόγος, η Ζωή, η έλλογος φύσις του ανθρώπου αν και
εσχετίζετο μετά του θεού και ήτο η ίδια θεϊκή, κάποια στιγμή εγένετο πονηρὰ κι έπαψε
όχι μόνον «να ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς» αλλά και να το μισή έτι επιπλέον. Και φαίνεται
πως αύτη η κακή εξέλιξις ανάμεσα στην ζωήν και την θεϊκήν της αναφορά είχεν να
κάνει με την αλήθειαν. Το κείμενον είναι
πάνυ διαφωτιστικόν. «ὁ ποιῶν τὴν ἀλήθειαν ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς». Μόνον αυτός που
εφαρμόζει την αλήθεια έρχεται προς το φως, μιας και δεν φοβάται για το αν
φανερωθούν τα έργα του.
Τα έχουν πεί πολλοί πριν από εμάς. Ο Ρουσσώ για παράδειγμα.
Στο δοκίμιο του «Περί των Τεχνών και Επιστημών» τι λέγει ο σοφός ανήρ τω 1750; Ότι
ο άνθρωπος ήτο καλός κι αγνός εν όσω ακόμη ζούσε εις την αγκάλην της φύσεως, πρίν
φθαρή από τον πολιτισμόν του, από το πολύ φώς που ήθελεν για να απομακρυνθή από
το σκότος των αλόγων ζώων και εξέπεμψεν χάριν της ελλόγου θείας φύσεώς του που
μόνον αυτός ως εν δυνάμει θεός είχεν. Ομοίασεν κατά πολύ του Φαέθοντος που σύμφωνα
με την αρχαία ελληνική μυθολογία ήταν γιος του Ήλιου και της Κλυμένης. Αυτόν μια
μέρα, ο πατέρας του τον άφησε να οδηγήσει το άρμα του. Όμως ο Φαέθων δεν
στάθηκε αντάξιος της εμπιστοσύνης του. Μόλις - ενώ οδηγούσε το άρμα του Φοίβου-Ήλιου - είδε
το φοβερό Σκορπιό στον ουρανό, τρόμαξε τόσο πολύ, ώστε έχασε την ψυχραιμία του
και δεν μπόρεσε να ελέγξει τα ηνία του άρματος του πατέρα του. Επακολούθησε το
αφήνιασμα των αλόγων, που είχε ως αποτέλεσμα να ανεβοκατεβαίνει ο Ήλιος,
απειλώντας με καταστροφή τη Γη. Τελικώς μάλιστα, τα άλογα έφεραν το άρμα τόσο
χαμηλά και κοντά στη γη, ώστε άρχισε να καίγεται και τα ποτάμια άρχισαν να
ξεραίνονται από την εκπεμπόμενη θερμότητα. Ο Δίας, θέλοντας να προλάβει
χειρότερες καταστροφές, τον γκρέμισε με ένα κεραυνό στον Ηριδανό ποταμό,
σκοτώνοντάς τον.
Και συνεχίζει ο Ρουσσώ. Ξέρετε ποιαν ευρίσκει θεραπείαν αυτής
της αποκοπής του Λόγου από τον θεό; Την επανεύρεσιν της αληθείας. Η διδασκαλία
των παιδιών λέγει οφείλει να διέρχηται δια μέσου δύο σταδίων. Να αρχίζη με την
παρατήρησιν – αυτής της αποκοπής μας από τον θείον δρόμον – και υστέρως – προσέξατε
!!! – να υψούται εις την σκέψιν, καθ’ ήν θα αναζητήση να εύρη την ΑΛΗΘΕΙΑΝ. Αν δεν βρούμε την αλήθεια των
πραγμάτων η πτωτική μας πορεία θα συνεχιστή μέχρις ότου να μας κατακλύση εξ
ολοκλήρου το σκότος, μέχρι να χάσωμε παντελώς την έλλογην ημών φύσιν και να
εξισωθώμεν μετά των άλλων αλόγων υπάρξεων.
Μα ποιάν αλήθεια να εύρωμεν και να διδάξωμεν ημείς και εις τους
άλλους όταν πάλι και ημείς οι ίδιοι αγνοώμεν ταύτην; Υπάρχει αντικειμενική αλήθεια;
Με τον Πρωταγόρα εισάγεται το ρεύμα του σχετικισμού και του υποκειμενισμού στη
φιλοσοφία. Ο Πρωταγόρας πίστευε ότι η
γνώση δεν προσδιορίζεται αντικειμενικά, αλλά με τις αισθήσεις. Άρα, γνώση είναι ό,τι αντιλαμβανόμαστε όπως
αποτυπώνεται στις αισθήσεις μας. Ο Πρωταγόρας εισήγαγε και την έννοια του
«ανθρωποκεντρισμού», με τη χαρακτηριστική ρήση «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος».
Η έκφραση αυτή σημαίνει ότι ο άνθρωπος αποτελεί μέτρο της αλήθειας και της
γνώσης και γι’ αυτό κάθε υποκειμενική άποψη για κάποιο θέμα έχει την άξια της. Ιδού
το πρόβλημα. Όλη η αλήθεια για εμάς πλέον είναι η αλήθεια των αισθήσεων. Αν δεν
ικανοποιή αυτάς δεν υπάρχει αλήθεια. Αλλά ιδού και το παράδοξον. Δια τον καθένα
αυτές οι αισθήσεις λειτουργούν με διαφορετικόν τρόπον. Ο άλλος ικανοποιώντας
την επιθυμίαν για παράδειγμα της σαρκός του θεωρεί πως υπηρετεί την αλήθειαν, ότι
ούτος ηύρεν την αλήθειαν και αύτη δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ικανοποίησις της
επιθυμίας αυτής. Άλλος πάλι λέγει ότι ετούτο δεν είναι αλήθεια και δικαίως.
Ο Επίκουρος διδάσκει: «Το
ζην ηδέως είναι το πάν. Επιτυγχάνεται με την απουσία του πόνου και φόβου
και με τη βίωση μιας ζωής αυτάρκους περιβαλλόμενης από φίλους. Η ηδονή (ή αλλιώς, ευχαρίστηση) και ο
πόνος είναι το μέτρο για το τι πρέπει να
προτιμούμε και τι να αποφεύγουμε. Μια ηδονή, είναι ηθικώς θεμιτή και πρέπει να
την επιδιώκουμε, εφόσον αποτελεί μέσο διασφάλισης της κορυφαίας ηδονικής
κατάστασής μας, που δεν είναι άλλη από την ψυχική μας ηρεμία. Ξέρετε τι σημαίνουν
όλα αυτά; Ότι φερειπείν αν η ηδονή για έναν άνδρα η προερχομένη εκ της συνευρέσώς
του με έναν άλλον άνδρα του διασφαλίζει κορυφαίαν ηδονική κατάστασιν !!! όχι μόνον
είναι ηθικώς θεμιτόν να την επιδιώκη αλλά επιβάλλεται να την αναζητά μετά πάθους.
Ιδού λοιπόν εις ποίας ατραπούς εξεκλίναμεν εκ της αρχικής μας
θεϊκής καταστάσεως. Η αλήθεια των αισθήσεων μας ωδήγησεν εις την έκπτωσιν από την
αρχικήν μας θέσιν. Όταν το κατανοήσωμεν τούτο θα μπορέσωμε εν τέλει να νοήσωμεν
την αληθινήν αλήθεια ήτις και μόνον η αναζήτησίς της και υιοθέτησίς της δύναται
να μας επαναφέρη εις την ισόθεον κατάστασιν δια την οποίαν μας προώρισεν το
Φως.
[1] Στο κεφάλαιο 8,12 ο ίδιος ο Ιωάννης θα δείξη τον
ίδιον τον Μεσσίαν να αναφωνή και να λέγη: «Πάλιν οὖν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς ἐλάλησε
λέγων· ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ
σκοτίᾳ, ἀλλ' ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς.»
2 σχόλια:
Ωραίο άρθρο Ερμή!Απο τότε που άρχιζε να πήζει λίγο το μυαλό μου κατάλαβα ότι η φιλολογία βοηθάει τον άνθρωπο να πάει να αναζητήσει τα βασικά πράγματα, αυτά που μετράνε περισσότερο..Ευχαριστώ!
Να εἶσθε καλά… δέον να γνωρίζη τις τι ἀναζητά εἰς την ζωήν του και να γνωρίζη τα μέσα που χρησιμοποιεῖ εἰδάλλως θα ἀναφωνήση ὡς ἂλλος Μαβίλης..
Δημοσίευση σχολίου