ΤΟ ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟΝ
ΟΝΕΙΡΟΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΙΝ
ΑΥΤΟΝΟΜΟΥ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
τοῦ
κ. Ἰωάννου Σιδηρᾶ,
θεολόγου-νομικοῦ
καὶ
ἐκκλησιαστικοῦ ἱστορικοῦ
Υποδοχή του Μεγάλου Δουκός Νικολάου Νικολαιεβιτζ, αντιβασιλέως του Καυκαυσου και προσφώνηση του από τον μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθο |
Ὁ Πανδαμάτορας
χρόνος θάπτει τὰ πάντα κάτω ἀπὸ τὸ πέπλο τῆς λήθης, ἀλλὰ ποτὲ τὴν ἀθάνατη ἱστορικὴ
μνήμη γιὰ τὰ μεγάλα, ὑψηλόφρονα, γνήσια καὶ ἀληθινά, τὰ ὁποῖα ἔπραξαν ἐπιφανεῖς
ἄνδρες δικαιώνοντας τὸ πέρασμά τους ἀπὸ τὴν ἐπίγεια ζωή τους, ὅπως ἀκριβῶς ἔζησε
καὶ ἔδρασε ὁ ἐθνάρχης τοῦ ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὁ προσφυῶς καὶ δικαίως ἀποκληθεὶς
«Ἅγιος τῶν Ποντίων», Μητροπολίτης Τραπεζοῦντος Χρύσανθος (Φιλιππίδης), ὁ
μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν.
Ἡ ἔναρξη τοῦ Α΄
Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918) ἐσήμανε τὴν ἀρχὴ τοῦ τέλους γιὰ τὸν ἑλληνισμὸ τῆς
«καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς», ὅταν τo ἐθνικιστικὸ κίνημα τῶν Νεοτούρκων ἢ Νεοθωμανῶν
ἔθεσε συστηματικότερα σὲ ἐφαρμογὴ τὸ μέγιστο ἀνοσιούργημά του, τὴν ἐθνοκάθαρση
ἐναντίον τῶν μειονοτήτων τῆς ψυχορραγούσης Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας (Ἀρμενίων, Ἑλλήνων
κ.ἄ.). Ὁ Ἑλληνισμὸς τοῦ Πόντου ἐγεύθη τὸ πικρὸ τοῦτο ποτήριο κατὰ τὸ χρονικὸ
διάστημα 1915-1923 μὲ ἕνα ὅμως μικρὸ «διάλειμμα δημοκρατίας» κατὰ τὰ ἔτη
1916-1918, ὅταν τὰ ρώσικα στρατεύματα κατέλαβαν τὴν πόλη τῆς Τραπεζοῦντος καὶ
ἐγκατεστάθησαν σὲ ὅλη τὴν πέριξ αὐτῆς περιοχή. Τότε ἱδρύεται ἡ λεγομένη
προσωρινὴ κυβέρνηση τῆς Τραπεζοῦντος ὑπὸ τὴν ἡγεσία καὶ εὐθύνη τοῦ συνετοῦ καὶ
σώφρονος Μητροπολίτου Χρυσάνθου, ὁ ὁποῖος ἐπέτυχε τὴν ἁρμονικὴ συνύπαρξη Χριστιανῶν
καὶ Μουσουλμάνων.
Ὅταν ὅμως τὸν
Φεβρουάριο τοῦ 1918, ἕνεκα τῆς ἐπικρατήσεως τῶν Μπολσεβίκων (1917) στὴ Ρωσία, ὁ
ρώσικος στρατὸς ἐγκαταλείπει τὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Τραπεζοῦντος,
ἐπανακάμπτουν καὶ πάλι οἱ Νεοτοῦρκοι καὶ ἄρχεται ὁ φρικτότερος Γολγοθᾶς τοῦ
συστηματικοῦ γενοκτόνου ἀφανισμοῦ καὶ ὀλέθρου τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου. Εἶναι ἡ
κρίσιμη γιὰ τὴν ἐπιβίωση τῶν Ποντίων περίοδος, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Μητροπολίτης Τραπεζοῦντος
Χρύσανθος ἐνεργεῖ ὡς ἐθνάρχης καὶ ὑπέρμαχος προστάτης τοῦ ἀφανιζόμενου ποντιακοῦ
ἑλληνισμοῦ. Σὲ ἀπόλυτη συνεννόηση καὶ ὁμογνωμία μὲ τοὺς ἐντοπίους καὶ ἀπόδημους
ὁμογενεῖς Ποντίους ἀποφασίζει νὰ διεθνοποιήσει τὸ λεγόμενο ποντιακὸ ζήτημα καὶ
ἀξιοποιώντας εὐφυῶς τὶς ἐξαγγελίες τοῦ Προέδρου τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν τῆς Ἀμερικῆς
Οὐίλσον σχετικὰ μὲ τὴν αὐτοδιάθεση (χειραφέτηση) τῶν λαῶν, θέτει εὐθέως τὸ
αἴτημα τῆς δημιουργίας μιᾶς αὐτόνομης Ποντιακῆς Δημοκρατίας.
Ὁ Μητροπολίτης
Χρύσανθος, ὅπως ὁ ἴδιος καταγράφει στὶς «Βιογραφικὲς Ἀναμνήσεις» του, ἐκλήθη μὲ
τηλεγράφημα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου προκειμένου νὰ μετάσχει στὴν ἐπιτροπή,
ἡ ὁποία ἐπρόκειτο νὰ μεταβεῖ στὴ Διάσκεψη τῶν Παρισίων, ὅπου διεξήγοντο οἱ
πυρετώδεις διαβουλεύσεις τοῦ λεγομένου Συνεδρίου τῆς Εἰρήνης (1918-1919), γιὰ
νὰ προβάλει καὶ ὑποστηρίξει τὰ δίκαια τοῦ ἀλύτρωτου Ἑλληνισμοῦ καὶ εἰδικότερα
τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου.
Ἀξίζει νὰ
σημειωθεῖ ὅτι μεταξὺ τῶν μελῶν τῆς Ἐπιτροπῆς ἦταν καὶ ὁ Τοποτηρητὴς τοῦ χηρεύοντος
κατὰ τὴν περίοδο ἐκείνη Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Μητροπολίτης Προύσης Δωρόθεος. Ὁ Μητροπολίτης
Χρύσανθος ὑπῆρξε ὁ κορυφαῖος καταλυτικὸς παράγοντας γιὰ τὴν διεθνοποίηση τοῦ
Ποντιακοῦ ζητήματος στὴ Διάσκεψη τῶν Παρισίων, ὅπου κατέφθασε τὸν Ἀπρίλιο τοῦ
1919 καὶ ἄρχισε τὶς ἄοκνες καὶ ἀνύστακτες προσπάθειές του προκειμένου νὰ ἐνημερώσει
τὶς ἡγέτιδες Μεγάλες Δυνάμεις γιὰ τὴν ἀναγκαία καὶ ἐπιβεβλημένη δημιουργία τῆς
αὐτονόμου Δημοκρατίας τοῦ Πόντου. Στὸ πλαίσιο τῆς ἐνθέρμου καὶ πυρετώδους
ἐνημερώσεως τῶν πολιτικῶν ἡγετῶν ὁ Μητροπολίτης εἰσέπραξε τὴν κατανόηση καὶ τὴν
ἐν πολλοῖς θετικὴ ἀνταπόκρισή τους, πλὴν βεβαίως τῶν Ἄγγλων ἀντιπροσώπων, γιὰ
τὰ αἰτήματα τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου.
Ὁ Μητροπολίτης
Χρύσανθος εἶχε συνάντηση καὶ συνεζήτησε ἐκτενῶς μὲ τὸν Πρόεδρο τῶν Η.Π.Α. Οὐίλσον
τὴν πρότασή του γιὰ ἵδρυση ἀνεξαρτήτου Δημοκρατίας τοῦ Πόντου ὑπὸ Ἑλληνικὴ
ἐντολή. Ὁ Οὐίλσον ἀπάντησε στὸν Μητροπολίτη ὅτι: «Εἶναι θαυμάσια ὅσα μοῦ λέτε.
Ὁ Πόντος πρέπει νὰ γίνει ἀνεξάρτητος. Μίαν ψῆφον ἔχω εἰς τὴν Συνδιάσκεψιν, ἀλλὰ
θὰ τὴν διαθέσω ὑπὲρ τοῦ λαοῦ σας». Βέβαια ὅλα αὐτὰ ἦταν «λόγοι συμπαθείας»,
ἀφοῦ ὁ Μητροπολίτης δὲν μπόρεσε νὰ ἀποσπάσει καμμία γραπτὴ ἐπίσημη δέσμευση γιὰ
τὴν πρὸς τοὺς Ποντίους βοήθειά του, ἐπειδὴ φαίνεται πὼς πραγματικὴ ἐπιδίωξη τῶν
Ἀμερικανῶν ἦταν ἡ διατήρηση τῆς ἐδαφικῆς ἀκεραιότητος τῆς ψυχορραγούσας
ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας καὶ ἀναδυόμενης νέας Τουρκίας. Εἶναι δὲ ἰδιαιτέρως
χαρακτηριστικὴ ἡ ἐπισήμανση τοῦ Ποντίου Μητροπολίτου Δράμας Παύλου (Ἀποστολίδη)
ὅτι: «Οἱ σύμμαχοι τῆς Ἑλλάδας γιὰ ἄλλη μία φορά ἀπέδειξαν τὸ πόσο φίλοι εἶναι:
πλούσιοι πάντοτε σὲ ὑποσχέσεις καὶ φειδωλοὶ μέχρι ἀγανακτήσεως στὴν ἐκπλήρωσή
τους».
Ἰδιαίτερες καὶ διεξοδικὲς
ὑπῆρξαν οἱ συνομιλίες τοῦ Μητροπολίτου Τραπεζοῦντος Χρυσάνθου μὲ τὸν Ἐλευθέριο
Βενιζέλο στὸ περιθώριο τῆς Διασκέψεως γιὰ τὴν Εἰρήνη στὸ Παρίσι, ὁ ὁποῖος βέβαια
ἦταν γνώστης τῶν κινήσεων τοῦ Μητροπολίτου, ἀλλὰ ἀρχικῶς τουλάχιστον εἶχε λάβει
ἀντίθετη θέση καὶ δὲν ταυτιζόταν μὲ τὶς πρωτοβουλίες τῶν ὅπου γῆς Ποντίων.
Ἡ κυβέρνηση τοῦ
Βενιζέλου σὲ ἕνα γενικὸ ἐπίπεδο ἀρχῶν ἦταν ἀρχικῶς σύμφωνη μὲ τὸν ἀγῶνα καὶ τὶς
ἐθνικὲς διεκδικήσεις τῶν Ποντίων, ἀλλὰ στὸ Συνέδριο τῆς Εἰρήνης στὸ Παρίσι, ποὺ
ἄρχισε τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1918 ὁ Ἐλευθέριος Βενιζέλος πιεζόμενος ἀπὸ τὶς λεγόμενες
«συμμαχικὲς μεγάλες δυνάμεις» δὲν συμπεριέλαβε τὸ φλέγον καὶ ζωτικῆς σημασίας
ζήτημα τοῦ Πόντου στὸ φάκελο τῶν ἑλληνικῶν διεκδικήσεων καὶ παρὰ τὶς ἔντονες
διαμαρτυρίες τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου συμφώνησε νὰ παραχωρηθεῖ ἡ περιοχὴ τοῦ Πόντου
στὴν Ἀρμένικη Δημοκρατία καθὼς κατ᾽ ἐκείνη τὴν χρονικὴ περίοδο καὶ οἱ Ἀρμένιοι
ἀγωνίζονταν, γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν ἐθνική τους αὐτοσυνειδησία. Τοῦτο συνέβη δυστυχῶς,
διότι ὁ Ἐλ. Βενιζέλος εἶχε συμφωνήσει μὲ τὸν Πρόεδρο τῆς ἀρμενικῆς ἀντιπροσωπίας
στὸ Παρίσι τὴν προσάρτηση τοῦ Βιλαετίου τῆς Τραπεζοῦντος στὸ ὑπὸ ἵδρυση Ἀρμενικὸ
κράτος. Πρὸς τοῦτο εἶχε καταθέσει καὶ σχετικὸ ὑπόμνημα στὴ Διάσκεψη, τὸ ὁποῖο
ἐρχόταν εὐθέως σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ αἴτημα τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου γιὰ τὴν ἵδρυση
ἀνεξάρτητου Ποντιακοῦ κράτους.
Ἡ παρουσία τοῦ
Μητροπολίτου Τραπεζοῦντος Χρυσάνθου στὸ Παρίσι ἀπέβλεπε παντὶ τρόπῳ καὶ πάσῃ
δυνάμει στὸ νὰ μεταπείσει τὸν Ἐλ. Βενιζέλο προκειμένου νὰ μεταστραφεῖ ἡ ἐν
γένει στάση τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως ἀπέναντι στὶς δίκαιες διεκδικήσεις τῶν
Ἑλλήνων τοῦ Πόντου, στόχος ποὺ τελικῶς ἐπετεύχθη, ἀφοῦ προκρίθηκε ἡ λύση γιὰ
τὴν ἵδρυση αὐτόνομου Ποντιακοῦ κράτους στὸ πλαίσιο μιᾶς Ποντοαρμενικῆς
Συνομοσπονδίας.
Ὁ ἴδιος ὁ
Μητροπολίτης Χρύσανθος «ἰδίᾳ χειρὶ» γράφει στὶς «Βιογραφικὲς Ἀναμνήσεις» του τὰ
ὅσα ἔλαβαν χώρα στὸ Παρίσι κατὰ τὶς συνομιλίες καὶ διαβουλεύσεις του μὲ τὸν Ἐλ.
Βενιζέλο, τὸν ὁποῖο ἐπέτυχε νὰ μεταπείσει ὑπὲρ τῶν δικαίων τῶν Ἑλλήνων τοῦ
Πόντου.
Ἐν προκειμένῳ ὁ
Μητροπολίτης ἐξιστορεῖ λεπτομερῶς τὰ γενόμενα ὡς ἑξῆς:
«Εἰς τὰς ἓξ μ.μ.
μετέβημεν εἰς τὸ ξενοδοχεῖον «Μercedes» μὲ τὸν Τοποτηρητήν, διὰ νὰ ἐπισκεφθῶμεν
τοὺς ἐκεῖ διαμένοντας Βενιζέλον καὶ Ν. Πολίτην, Ὑπουργὸν τῶν Ἐξωτερικῶν. Συνηντήσαμεν
καὶ τοὺς δύο εἰς τὸ γραφεῖον τοῦ Πολίτου. Ὁ Βενιζέλος μὲ ὑποδέχεται μὲ τὸ
συνηθισμένον μειδίαμα καὶ οἱ δύο δὲ εἶναι λίαν φιλόφρονες. Ὡμιλήσαμεν περὶ τῶν ἐθνικῶν
ζητημάτων καὶ ἐν τέλει ἤλθομεν εἰς τὸ ζήτημα τοῦ Πόντου. Ἀνέπτυξα ὅλα τὰ ἐπιχειρήματα,
διὰ τὰ ὁποῖα δὲν ἔπρεπε ὁ Πόντος νὰ παραχωρηθῆ εἰς τοὺς Ἀρμενίους. Εἶπον ὅτι αἱ
στατιστικαὶ τοῦ Βενιζέλου περὶ τοῦ Πόντου εἶναι ἐσφαλμέναι καὶ ἀδικοῦν τοὺς
Ἑλληνικοὺς πληθυσμούς, ὅτι κατὰ τὰς τελευταίας βουλευτικὰς ἐκλογὰς οἱ νεοτοῦρκοι
ἐξεχώρησαν εἰς τοὺς Ποντίους ἕξ Βουλευτάς, ἑνὸς βουλευτοῦ ἀναλογοῦντος εἰς
ἑκατὸν χιλιάδας κατοίκων. Ἐξήγησα ὅτι ἡμεῖς ἔχομεν ἤδη εἶδος αὐτονομίας ἐν
καιρῷ πολέμου, ἀπὸ τοῦ 1916 ἕως τοῦ 1918 ἐπὶ Ρωσοκρατίας, καὶ ὅτι ἐκυβερνήθη ὁ
τόπος καλῶς, παρ’ ὅλας τὰς δυσχερείας τοῦ πολέμου, καὶ ὅτι ἡ ἀνάπτυξις αὐτῆς τῆς
αὐτονομίας ἔπρεπε νὰ ζητηθῆ. Ὡμολόγησεν ὁ Βενιζέλος τὴν πλάνην του καὶ
ἐβεβαίωσεν ὅτι, ἂν εἶναι δυνατόν, θὰ ἐπανορθώση ὅσα εἶπε εἰς τὸ ὑπόμνημά του
περὶ Πόντου (ὡς γνωστὸν εἰς τὸ ὑπόμνημά του τὸ Βιλαέτιον τῆς Τραπεζοῦντος ἐθυσιάζετο
εἰς τοὺς Ἀρμένιους). Ὡμίλησα μὲ παρρησίαν καὶ ἤμην εὐχαριστημένος. Ὁ Παπᾶς μοὶ εἶπεν
ὅτι ὅταν ἀπεχώρησαν μετὰ τοῦ Βενιζέλου ἀπὸ τὸ γραφεῖον τοῦ Πολίτου, εἶπεν
ὁΒενιζέλος εἰς τὸνΠαπᾶν: «Νὰ εἴχομεν Διοικητὴν εἰς τὴν Ἑλλάδα σὰν τὸν Ἅγιον
Τραπεζοῦντος»».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου