ΤΟ ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟΝ
ΟΝΕΙΡΟΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΙΝ
ΑΥΤΟΝΟΜΟΥ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
τοῦ
κ. Ἰωάννου Σιδηρᾶ,
θεολόγου-νομικοῦ
καὶ
ἐκκλησιαστικοῦ ἱστορικοῦ
Ἰδιαίτερα
χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ στιχομυθία ποὺ εἶχε ὁ Τραπεζοῦντος Χρύσανθος μὲ τὴν ἀρμενικὴ
ἀντιπροσωπία στὴ Διάσκεψη τῆς Εἰρήνης στὸ Παρίσι, στὴν ὁποία γίνεται εὐθέως
ἀντιληπτὴ ἡ καχυποψία καὶ ἡ ἀρνητικὴ διάθεση τῶν Ἀρμενίων ἔναντι τῶν Ἑλλήνων
τοῦ Πόντου γιὰ τὴν ἵδρυση Ποντοαρμενικῆς Συνομοσπονδίας. Τὰ ὅσα συνεζητήθησαν
καταγράφει ὁ Μητροπολίτης ὡς ἑξῆς:
«Ἔρχεται εἰς τὸ
ξενοδοχεῖον ὁ Ἀρμένιος Ποιητὴς Τσομπανιάν. Ἀποτελεῖ μὲ τὸν Μπογὸζ Νουμπὰρ Πασὰν
ἐπιτροπὴν τῶν Ἀρμενίων παρὰ τῇ Διασκέψει τῆς Εἰρήνης ἐν Παρισίοις. Τὸν
συνοδεύει ὁ Κέπετζης. Μοὶ εὐχαριστεῖ ὁ Τσομπανιὰν διὰ τὴν προστασίαν τὴν ὁποίαν
παρέσχον εἰς τοὺς Ἀρμενίους. Ὁμιλοῦμεν περὶ σχέσεων Ἑλλήνων καὶ Ἀρμενίων καὶ
τοῦ λέγω: «δὲν θὰ εἶναι καλαί, ἐφόσον οἱ Ἀρμένιοι ἔχουν ἀξιώσεις ἐπὶ τοῦ
Πόντου». Ἀπαντᾶ ὅτι οἱ ἴδιοι δὲν εἶχον ἀξιώσεις, ἀλλ’ ὅτι ὁ Βενιζέλος μόνος του
προέτεινε νὰ τοὺς δώση τὸν Πόντον, ὅτι πρὶν ἀκόμη ὑποβάλη τὸ ὑπόμνημά του ὁ Βενιζέλος,
τοὺς ἀνέγνωσε τὰ σχετικὰ μὲ τὸν Πόντον καὶ αὐτοὶ ἐδέχθησαν εὐχαριστοῦντες.
Τοῦ εἶπον ὅτι
παρεξηγήθη ὁ Βενιζέλος, ἀλλὰ καὶ ἂν ἐξηγηθῆ, δὲν εἶχε δικαίωμα νὰ διαθέση λαόν,
ὁ ὁποῖος δὲν τοῦ ἀνήκει. Ἀπαντᾶ ὁ
Τσομπανιάν, ἀφοῦ
εἶδον φαίνεται ἀρκετὰς θύρας κλειστὰς διὰ τὸν Πόντον, ὅτι παραιτοῦνται τοῦ Πόντου,
ὅτι ὅμως θὰ ἐζήτουν ἕνα λιμένα ἐπὶ τῆς Μαύρης Θαλάσσης. Τοῦ εἶπον ὅτι ὅλοι οἱ
λιμένες τοῦ Πόντου, ὑπὸ τύπον ἐλευθέρων λιμένων, εἶναι εἰς τὴν διάθεσίν των, ὅτι
δεχόμεθα καὶ ὁμοσπονδίαν Ποντοαρμενικὴν τὴν ὁποίαν ὅμως οἱ
Ἀρμένιοι δὲν
θέλουν, καὶ δικαίως, διότι φοβοῦνται τὴν ἐπικράτησίν
μας».
Στὸ πλαίσιο τοῦτο
γενικῶς διεξήχθησαν οἱ διαβουλεύσεις τοῦ Μητροπολίτου Χρυσάνθου μὲ τὸν Ἐλ. Βενιζέλο
καὶ τοὺς Ἀρμενίους. Ὁ Βενιζέλος ἂν καὶ ἀπεδέχθη τὴν πρόταση τοῦ Μητροπολίτου
ἀρκέσθηκε στὴ συνδρομὴ μόνο τῆς ἀντιπροσωπίας τῶν Ποντίων, ἀφήνοντας τὸ ὅλο
θέμα στὴν ἀπόλυτη διαχείριση τῆς ἀντιπροσωπίας καὶ ὅταν ἡ ἀντιπροσωπία τῶν Ποντίων
ἐπέστρεψε στὴν Τραπεζοῦντα συνέδραμε τὶς σχετικὲς διεργασίες ἀποστέλλοντας στὴν
περιοχὴ τὸν ἔμπιστο συνεργάτη του Δημήτριο Καθενιώτη. Ὡστόσο οἱ ἐσωτερικὲς
ἀντιθέσεις στοὺς κόλπους τῆς ποντιακῆς κοινότητας ἀλλὰ καὶ ἡ ἀδυναμία συνεννόησης
μὲ τοὺς Ἀρμενίους ὑπονόμευσαν τὸ ἐνδεχόμενο μιᾶς Ποντοαρμενικῆς Ὁμοσπονδίας. Ὁ
δὲ Μητροπολίτης Χρύσανθος ἐπισκέφτηκε τὸ Ἐριβὰν τῆς Ἀρμενίας καὶ
διαπραγματεύτηκε μὲ τοὺς Ἀρμενίους καθὼς ἐπίσης καὶ μὲ τοὺς μουσουλμάνους τοῦ
Πόντου μία μορφὴ ποντοαρμενικῆς συνομοσπονδίας. Ὡστόσο ἡ ἀμοιβαία καχυποψία
ἔγινε αἰτία νὰ χαθεῖ πολύτιμος χρόνος, ὁ ὁποῖος ἀποδείχθηκε μοιραῖος ἐξαιτίας
τῶν γρήγορων πολιτικῶν ἐξελίξεων. Ὁ Ἰάκωβος Μιχαηλίδης ἀναφέρει μάλιστα ὅτι ὁ
Ἐλευθέριος Βενιζέλος τὸ φθινόπωρο τοῦ 1920 ἔπειτα ἀπὸ μία περίοδο ἔντονων
ἀντιπαραθέσεων μὲ τοὺς ἡγετικοὺς κύκλους τοῦ ποντιακοῦ κινήματος ἄλλαξε τελικῶς
ἄποψη καὶ ὑπεστήριξε ὅτι ἡ μόνη βιώσιμη λύση ἦταν ἡ σύσταση μιᾶς ἀνεξάρτητης
Ποντιακῆς Δημοκρατίας. Μάλιστα, σχεδίαζε στρατιωτικὴ ἐπιχείρηση τοῦ Ἑλληνικοῦ
στρατοῦ στὴν περιοχή, ἀλλὰ ἡ καθεστωτικὴ μεταβολὴ τὴν ἐπαύριο τῶν ἐκλογῶν τοῦ
Νοεμβρίου τοῦ 1920 καὶ ἡ ἀνάδειξη μιᾶς ἀντιβενιζελικῆς κυβέρνησης στὴν Ἑλλάδα ματαίωσαν
ὁριστικὰ τὰ σχέδια του.
Ἔτσι ἀπωλέσθη ὁ
Ποντιακὸς Ἑλληνισμὸς καὶ ὁ Πόντος ἀπορφάνεψε. Στὸ σημεῖο αὐτὸ παραθέτουμε τὸ ὑπόμνημα
ποὺ συνέταξε καὶ κατέθεσε ὁ Μητροπολίτης Χρύσανθος στὴ Διάσκεψη τῶν Παρισίων
ἔχοντας ὡς σκοπὸ νὰ πείσει τοὺς ἐκπροσώπους τῶν Μεγάλων Δυνάμεων νὰ κάνουν
δεκτὸ τὸ δίκαιο αἴτημα γιὰ τὴν ἵδρυση τοῦ Ποντιακοῦ Κράτους.
Τὸ ὑπόμνημα αὐτό,
τὸ ὁποῖο ἐγράφη στὴν γαλλικὴ γλώσσα καὶ κατετέθη στὶς 2 Μαΐου τοῦ 1919 στὴ Διάσκεψη
τῆς Εἰρήνης, δημοσίευσε ὁ ἴδιος ὁ Τραπεζοῦντος Χρύσανθος στὶς «Βιογραφικὲς
Ἀναμνήσεις» του (σελ. 327-332) καὶ μεταφρασμένο ὁ ἀοίδιμος Ἀρχιμ. Πανάρετος
Τοπαλίδης στὸ περισπούδαστο ἱστορικὸ πόνημά του: «Ὁ Πόντος ἀνὰ τοὺς αἰῶνες»
(σελ. 284-288).
Τὸ Ὑπόμνημα τοῦ
Ἐθνάρχου Μητροπολίτου Χρυσάνθου εἶναι τὸ ἀκόλουθο:
«Ὑπόμνημα
ὑποβληθὲν εἰς τὴν Συνδιάσκεψιν τῆς Εἰρήνης ὑπὸ τῆς Α.Σ. τοῦ Μητροπολίτου Τραπεζοῦντος
κ. Χρυσάνθου πρὸς τὰ μέλη τῆς Συνδιασκέψεως τῆς Εἰρήνης.
Ἐξοχώτατοι, Ἀρκετὰ
ὑπομνήματα ὑπεβλήθησαν εἰς τὴν Συνδιάσκεψιν τῆς Εἰρήνης ἐπὶ τοῦ ζητήματος τοῦ
Πόντου. Ἐν τούτοις, ἐπιτρέψατέ μοι, νὰ προσθέσω καὶ τὸ ἑπόμενον, ὅπερ βασίζεται
ἐπὶ ἀδιαμφισβητήτων γεγονότων καὶ ἐγγράφων, ἅτινα δύνανται νὰ διαφωτίσωσι τὴν
κρίσιν ἐκείνων, τῶν ὁποίων θὰ εἶναι καθῆκον νὰ λάβωσι σοβαράς ἀποφάσεις,
ἀφορώσας τὴν ἀποκατάστασιν τῆς παγκοσμίου εἰρήνης.
Ἡ περιφέρεια τοῦ
Πόντου περιλαμβάνει τὸ Βιλαέτιον τῆς Τραπεζοῦντος, μέρος τοῦ Βιλαετίου τῆς Σεβαστείας
–τὰ Σαντζάκια Κάρα-Χισὰρ καὶ Ἀμασείας- καὶ μικρὸν μέρος τοῦ Βιλαετίου τῆς
Κασταμονῆς –τὸ Σαντζάκιον τῆς Σινώπης. Κατοικεῖται ἀπὸ 500.000 καὶ πλέονἝλληνες,
εἰς οὕς δέον νὰ προστεθῶσι καὶ 250.000Ἕλληνες, οἵτινες κατέφυγον ἀπὸ τοῦ 1800
εἰς τὴν Νότιον Ρωσίαν καὶ τὸν Καύκασον, ἵνα ἀπαλλαγῶσι τῆς κακῆς διοικήσεως τῶν
Τούρκων.
Οὗτοι, οἱ
250.000Ἕλληνες μετ’ ἀγωνίας ἀναμένουσι τὴν ἀπελευθέρωσιν τῆς χώρας των, ἵνα
δυνηθῶσι νὰ ἐπιστρέψωσιν εἰς τὰς ἑστίας των. Ἡ ἐκτίμησις αὕτη τοῦ ἑλληνικοῦ
πληθυσμοῦ τοῦ Πόντου, βασίζεται ἐπὶ τῶν ἑπομένων γεγονότων. Τὸ σααλναμέ, ἤτοι ἡ
ἐπίσημος στατιστικὴ τοῦ ἔτους 1908, εἰς τὸ ΒιλαέτιονΤραπεζοῦντος ἀνεβίβαζε τὸν ἑλληνικὸν
πληθυσμὸν εἰς 500.000 μόνον εἰς αὐτὸ τὸ Βιλαέτιον. Τῷ 1912 ἡ φιλελευθέρα
κυβέρνησις τοῦ Κιαμὴλ-Πασᾶ, κατόπιν ἐπισήμου συμφωνίας μετὰ τῶν Πατριαρχείων,
ἔδωκεν ἑπτὰ βουλευτικὰς ἕδρας εἰς τοὺς Ἕλληνας τοῦ Πόντου, ἐξ ὧν τρεῖς εἰς τὴν
Περιφέρειαν Τρπεζοῦντος, δύο εἰς τὴν τῆς Σαμψοῦντος καὶ ἀνὰ μίαν εἰς τὰς περιφερείας
Καρὰ-Χισὰρ καὶ Σινώπης.
Οὕτω, ἡ κυβέρνησις
τοῦ Κιαμὴλ-Πασᾶ ἐπισήμως ἀνεγνώρισεν ὅτι ὑπῆρχον 700.000 Ἕλληνες ἐν Πόντῳ,
δεδομένου ὅτι, κατὰ τοὺς Τουρκικοὺς ἐκλογικοὺς νόμους, ἐπὶ 100.000 κατοίκων
ἐξελέγετο εἷς βουλευτὴς τῆς τουρκικῆς βουλῆς. Προσέτι, καὶ αὐτὴ ἡ Κυβέρνησις
τῶν Νεοτούρκων, ἠνηγκάσθη νὰ παραχωρήση τέσσαρας βουλευτικὰς ἕδρας εἰς τοὺς
Ἕλληνας τοῦ Πόντου, δύο εἰς τὴν Τραπεζοῦντα καὶ ἀνὰ μίαν ἐν Καρᾷ-Χισὰρ καὶ
Σαμψοῦντι –ἀναγνωρίζουσα, ἑκοῦσα, ἄκουσα, τὴν ἀριθμητικὴν σπουδαιότητα τῶν Ποντίων.
Βασιζόμενοι ἐπὶ
τῶν διαφόρων τούτων δεδομένων, δυνάμεθα νὰ ὑπολογίσωμεν τοὺς Ἕλληνας τοῦ Εὐξείνου
Πόντου εἰς 600.000 κατὰ τοὺς μετριωτέρους ὑπολογισμούς. Ὁ ἀριθμὸς οὗτος
πλησιάζει πολὺ τὰς στατιστικὰς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, αἵτινες
βασίζονται ἐπὶ τοῦ ἀριθμοῦ τῶν μαθητῶν τῶν σχολείων καὶ παρουσιάζουσι 550.000 Ἕλληνας
εἰς τὴν Περιφέρειαν τοῦ Πόντου, ἐξαιρουμένης τῆς Σινώπης καὶ τοῦΛαζιστάν.
Ὡς ἐκ τούτου, ὁ
ἑλληνικὸς πληθυσμὸς τοῦ Πόντου, ἀνέρχεται εἰς 850.000, ἐκ τῶν ὁποίων, 250.000 εὑρίσκονται
νῦν ἐν τῇ Νοτίῳ Ρωσίᾳ καὶ τῷ Καυκάσῳ. Ὁ μουσουλμανικὸς πληθυσμὸς τῆς ἰδίας
περιφερείας ὑπολογίζεται εἰς 1.068.000, ἐκ τῶν ὁποίων 232.000 κατοικοῦσιν εἰς
τὴν ἐπαρχίαν τοῦ Λαζιστάν, ὡς ἐκ τούτου εἰς τὴν περιφέρειαν τοῦ Πόντου, μένουσι
836.000 μουσουλμάνοι. Ἐν ἄλλαις λέξεσι, τὸ ἑλληνικὸν καὶ τὸ μουσουλμανικὸν
στοιχεῖον εἶναι περίπου ἰσάριθμα.
Οἱ μουσουλμάνοι
τοῦ Πόντου ἀνήκουσιν εἰς διαφόρους φυλάς. Ἐκ τοῦ ὁλικοῦ ἀριθμοῦ, 340.000 περίπου
εἶναι γνήσιοι Τοῦρκοι, 200.000 εἶναι Σουρμενῖται, 50.000 Κιρκάσιοι, 200.000
Ὀφῖται καὶ 50.000 Σταυριῶται. Οἱ Σταυριῶται εἶναι Χριστιανοί, οὕς ἡ Τουρκικὴ
κυβέρνησις παρὰ τὰς διαμαρτυρίας αὐτῶν, ἠνάγκασε νὰ μείνωσι προσηρτημένοι εἰς
τὸν Ἰσλαμισμόν. Οἱ Ὀφῖται καὶ οἱ Τογγιαλῆδες οὐδέποτε ἐλησμόνησαν τὴν ἑλληνικὴν
καταγωγήν των. Οἱ Ὀφῖται ἐξισλαμίσθησαν πρὸ 180 ἐτῶν. Διατηροῦσιν εἰσέτι
χριστιανικά τινα ἤθη. Φυλάττουσι τὰ Εὐαγγέλια, ὡς πολύτιμα κειμήλια, αἱ δὲ
σύζυγοί των δὲν γνωρίζουσι καμμίαν ἄλλην γλῶσσαν πλὴν τῆς ἑλληνικῆς. Κατὰ τὸ
διάστημα τῆς ρωσικῆς κατοχῆς, ἐζήτησαν δι᾽ ἐπιτροπῆς νὰ ἐπιτραπῆ αὐτοῖς νὰ
ἐπιστρέψωσιν εἰς τὰς ἀγκάλας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀλλὰ δὲν ἐθεωρήθη φρόνιμον
νὰ γίνη δεκτὴ ἡ αἴτησίς των, διότι ἠδύνατο τοῦτο νὰ θεωρηθῆ ὡς προσηλυτισμός,
ἐπειδή, τῇ αἰτήσει αὐτῶν, εἶχον ἀναλάβει ἐγὼ τὴν προστασίαν αὐτῶν.
Πρὸς τοὺς
πληθυσμοὺς τούτους, ὑπάρχουσιν ἐν Πόντῳ 78.000 Ἀρμένιοι, ἐξ ὧν, 50.000 ἐν τῷ
Βιλαετίῳ Τραπεζοῦντος, οἱ δὲ λοιποὶ ἐν τοῖς σαντσακίοις Καρὰ-Χισὰρ καὶ Ἀμασείας
–τοῦ Βιλαετίου Σεβαστείας. Ὁ Ἑλληνικὸς χαρακτὴρ τοῦ Πόντου ἀνεγνωρίσθη
ἐπισήμως, κατὰ τὸν πόλεμον τόσον ὑπὸ τῶν Τούρκων καὶ τῶν Ρώσων, ὅσο καὶ ὑπὸ τῶν
συμμάχων δυνάμεων. Τὰ ἔγγραφα, τὰ ἀποτελοῦντα παραρτήματα τοῦ ὑπομνήματος
τούτου, ἀποδεικνύουσι τοῦτο περίτρανα.
Κατὰ τὸν χρόνον
τῆς προελάσεως τῶν Ρωσικῶν στρατευμάτων κατὰ τῆς Τραπεζοῦντος, δύο ἡμέρας πρὸ
τῆς εἰσόδου αὐτῶν, ὁ Τσεμὰλ Ἀζμῆ μπέης, Τοῦρκος γενικὸς διοικητὴς τοῦ
Βιλαετίου, μοὶ ἔστειλεν ἐπιστολήν, δι᾽ ἧς παρέδιδε τὴν ἀρχὴν εἰς ἐμέ, καὶ εἰς
Συμβούλιον ἐκ τριῶν Ἑλλήνων κατοίκων, τῶν κ.κ. Γεωργίου Φωστηροπούλου,
Παρασκευᾶ Γραμματικοπούλου καὶ Γεωργίου Κογκαλίδου. Δίδων μοι τὴν
πληρεξουσιότητα ταύτην ὁ Βαλὴς εἶπε: «Ἀπὸ τοὺς Ἕλληνας ἐλάβομεν τὴν χώραν ταύτην,
εἰς αὐτοὺς ἐπιστρέφομεν αὐτὴν σήμερον. Παραδίδομεν ἐπίσης εἰς ὑμᾶς τὰς
ἐκκλησίας, τὰς ὁποίας μετετρέψαμεν εἰς τζαμία. Μετατρέψατε αὐτὰς πάλιν εἰς Ἐκκλησίας,
ἐὰν θεωρῆτε τοῦτο εὔλογον». Ἐν τούτοις ἔκρινα καλλίτερον νὰ μὴ πράξω τοῦτο, ἔχων
ὑπ’ ὄψιν μου τὴν κατασίγασιν τῶν παθῶν. Κατὰ τὴν ὥραν τῶν διαπραγματεύσεων πρὸς
παράδοσιν τῆς πόλεως εἰς τοὺς Ρώσους, ἐζήτησα τὴν βοήθειαν τοῦ κ. Χέϊζερ,
Προξένου τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν, ὅστις ἀνέλαβεν, ἐν ὀνόματι τῆς προσωρινῆς
κυβερνήσεως τῆς ἐπαρχίας, μεθ’ ἑνὸς πληρεξουσίου, ἀντιπροσωπεύοντος τὴν κυβέρνησιν,
τὰς διαπραγματεύσεις διὰ τὴν παράδοσιν τῆς περιφερείας τῆς Τραπεζοῦντος εἰς
τοὺς Ρώσους. Ὁ διοικητὴς τῶν Ρωσικῶν στρατευμάτων στρατηγὸς Λιάχωφ, ἐπεκύρωσε
τὸν διορισμόν μου, ὡς διοικητοῦ. Τῇ συγκαταθέσει τοῦ στρατηγοῦ προέβην εἰς τὰ
ἀπαιτούμενα διαβήματα πρὸς ἐνέργειαν τῶν δημοτικῶν ἐκλογῶν, ἐξ ὧν προῆλθε
δημαρχιακὸν Συμβούλιον μετὰ σημαντικῆς ἑλληνικῆς πλειοψηφίας.
Καθ’ ὅλον τὸ
διάστημα τῆς Ρωσικῆς κατοχῆς, οὐδὲν μέτρον σχετιζόμενον πρὸς τὸν ἐντόπιον πληθυσμὸν
ἐλήφθη χωρὶς νὰ ἐρωτηθῶ ἐπισήμως ὑπὸ τῆς Ρωσικῆς κυβερνήσεως. Ὅταν δὲ οἱ Ρῶσοι
ἐξελίχθησαν εἰς Μπολσεβίκους, ἐξηκολούθουν ν’ ἀναγνωρίζωσι τὴν αὐθεντικότητα
τῆς θέσεώς μου, καὶ νὰ ἔχωσιν ἐμπιστοσύνην εἰς τὸ ἑλληνικὸν στοιχεῖον. Ἐζήτουν
ἐπιμόνως παρ᾽ ἐμοῦ νὰ λάβω θέσιν εἰς τὰ Σοβιέτ, ἐν οἷς παρεκαθήμην συχνάκις,
φροντίζων, διὰ μετριόφρονος πολιτικῆς, νὰ σώσω τὴν χώραν ἐκ τῶν ἐπεισοδίων τῶν
μπολσεβίκων. Κατὰ τὴν αὐτὴν περίοδον ὁ συνταγματάρχης Σαρτινιέ, μοὶ ἔγραψεν ἐκ
μέρους τῶν Συμμάχων Κυβερνήσεων, ζητῶν ὅπως σχηματίσω σύνταγμα ἐκ Ποντίων,
ἀναγνωρίζων, οὕτω, τὴν ἐπιρροὴν καὶ σπουδαιότητα τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου ἐν τῷ
Πόντῳ.
Καὶ κατὰ τὸ
διάστημα τῆς Ρωσικῆς κατοχῆς, καὶ κατὰ τὰς περιόδους, καθ᾽ ἅς ἡ χώρα ἔμεινεν
ἄνευ στρατοῦ κατοχῆς, οἱ διάφοροι πληθυσμοί, ἀνεξαιρέτως, οὐδέποτε ἔπαυσαν
ἀναγνωρίζοντες ἐμέ, καὶ τοὺς συνεργάτας μου, ὡς τὰς νομίμους καθεστηκυίας ἀρχὰς
τῆς περιφερείας, καὶ δεικνύοντες πρὸς ἡμᾶς τὴν πλέον ἀπόλυτον ἐμπιστοσύνην.
Οἱ Ἕλληνες τοῦ
Πόντου ἀπέδειξαν ἑαυτοὺς ἀξίους ἐμπιστοσύνης. Ἐφάνησαν ἄξιοι νὰ ἐξασφαλίζωσι τὴν
ζωὴν καὶ τὴν περιουσίαν ὅλων τῶν κατοίκων, χριστιανῶν τὲ καὶ μουσουλμάνων. Παρ’
ὅλας τὰς διαφοράς τῆς θρησκείας καὶ τὰς ἐξαιρετικὰς δυσκολίας τῆς περιστάσεως, οὐδέποτε
συνέβησαν ἀνησυχίαι καὶ ἀδικήματα. Ἡ ἐπιστολή, ἥν ἔλαβον παρὰ τοῦ Βεχὴπ-Πασᾶ,
διοικητοῦ τοῦ Γ΄ στρατιωτικοῦ σώματος μαρτυρεῖ περὶ τούτου.
Τὰ γεγονότα ταῦτα
ἀποδεικνύουσι:
1) ὅτι ὁ Ἑλληνικὸς
πληθυσμὸς τοῦ Πόντου, μετὰ τὴν ἐπιστροφὴν τῶν προσφύγων ἐκ τοῦ Καυκάσου καὶ τῆς
Ν. Ρωσίας θὰ εἶναι τόσος ὅσος καὶ ὁ μουσουλμανικὸς πληθυσμός.
2) Ὅτι μέγα μέρος
τοῦ μουσουλμανικοῦ πληθυσμοῦ εἶναι Ἕλληνες τὴν καταγωγήν, οἵτινες οὐδέποτε ἐλησμόνησαν,
οὔτε τὴν καταγωγήν των, οὔτε τὴν ἑλληνικὴν γλῶσσαν, ἥν ἐξακολουθοῦσι νὰ
ὁμιλῶσι.
3)Ὅτι ὑπάρχει μία
πολὺ ἀσθενὴς μειοψηφία ἀρμενική, ἐν τῇ περιφερείᾳ τοῦ Πόντου.
4)Ὅτι οἱ Τοῦρκοι
ἀνεγνώριζαν ὅτι οἱ Ἕλληνες εἰσίν, οὐ μόνον ἰσχυροὶ διάδοχοί των, ἀλλὰ καὶ τὸ
μόνον ἱκανὸν στοιχεῖον νὰ διοικήση τὴν χώραν, ὅταν κατηργήθησαν αἱ τουρκικαὶ
ἀρχαί, καὶ ὅτι εἰς τοὺςἝλληνας οἱ Τοῦρκοι ἐνεχείρισαν τὴν ἀρχήν, πρὸ τῆς
ἀναχωρήσεως αὐτῶν.
5)Ὅτι καὶ οἱ Ρῶσοι
καὶ οἱ ἀντιπρόσωποι τῶν λοιπῶν δυνάμεων σιωπηλῶς ἀνεγνώρισαν τὴν ἐπιτόπιον ἑλληνικὴν
κυβέρνησιν τοῦ Πόντου, καὶ ὅτι ἐν πάσῃ περιπτώσει ἀνεγνώρισαν ὡς ἐπικρατεστέραν
τὴν ἐπιρροὴν τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου.
6) Ὅτι ὁ ἐπιτόπιος
πληθυσμὸς τῆς χώρας οὐ μόνον ὑπετάσσετο εἰς τὴν ἐπιτόπιον ἑλληνικὴν κυβέρνησιν,
ἀλλ᾽ ἐδείκνυε πρὸς αὐτὴν καὶ τὴν πλέον ἀπόλυτον ἐμπιστοσύνην.
7) Ὅτι εἰς τὰς
δυσκολωτέρας περιστάσεις ἡ ἐπιτόπιος ἑλληνικὴ κυβέρνησις καὶ ὁ ἑλληνικὸς πληθυσμὸς
ὑπῆρξαν ἱκανὰ νὰ ἐξασφαλίζωσι τελείαν τάξιν.
Ὑπὸ τοιαύτας
συνθήκας, ὀρθὸν εἶναι καὶ δίκαιον ὅπως ἡ χώρα τοῦ Πόντου ἀποτελέση αὐτόνομον
ἑλληνικὸν κράτος, συμφώνως πρὸς τὴν ἀκλόνητον ἐπιθυμίαν τοῦ ἑλληνισμοῦ, ὅστις
εἶναι ἀποφασισμένος νὰ μὴ ὑπομένη πλέον ξένην κυριαρχίαν. Ἡ μεγάλη γειτνίασις
πρὸς τὸ μέλλον ἀρμενικὸν κράτος καὶ αἱ ἐμπορικαὶ σχέσεις καὶ τὰ κοινὰ δεινὰ καὶ
τῶν δύο λαῶν σχηματίζουσι μεταξὺ αὐτῶν δεσμούς, τοὺς ὁποίους εὐχαρίστως θὰ
συνεχίζωμεν.
Διὰ τοὺς ἄνω λόγους
εἴμεθα ἕτοιμοι νὰ δεχθῶμεν προθύμως τὸν σχηματισμὸν δεσμῶν στενῆς συνεργασίας
μεταξὺ τῶν δύο κρατῶν,
ὑπὸ τὸν ρητὸν ὅμως
ὅρον ὅτι ἕκαστον αὐτόνομον κράτος θὰ ἔχη ἀπόλυτον ἀνεξαρτησίαν.
Εὐχαριστῶν ὑμᾶς ἐκ
τῶν προτέρων, προσφέρω εἰς τὰς Ὑμ. Ἐξοχότητας τὴν διαβεβαίωσιν τῆς ἐξόχου πρὸς
ὑμᾶς ὑπολήψεως.
Παρίσιοι, 2 Μαΐου
1919
Χρύσανθος
Μητροπολίτης
Τραπεζοῦντος
Ἀντιπρόσωπος τῶν
ἀλυτρώτων Ἑλλήνων».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου