ἐπιμελεία
τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου
Ἀθηνῶν
Δύο πηγές διαθέτουμε
για την προέλευση της αρκούδας, του γνωστού σε όλους θηλαστικού ζώου, του
σαρκοφάγου και με σώμα χοντρό και βραδυκίνητο αλλά με μεγάλη δύναμη. Η μία είναι
η αρχαία ελληνική μυθολογία και η άλλη η ελληνική μας παράδοση.
Κατά την πρώτη η
αρκούδα σχετίζεται με την Καλλιστώ. Αυτή
ήταν θεά των Αρκάδων και είχε ερωτικές σχέσεις με τον Δία. Όταν το έμαθε όμως η
Ήρα για να την εκδικηθή, την μεταμόρφωσε σε αρκούδα. Καθώς περιπλανιόταν στα δάση
με την μορφή του θηρίου, η άτυχη Καλλιστώ συνάντησε κάποτε τον έφηβο πια γιό της
που είχε κάνει με τον Δία τον Αρκάδα. Έτρεξε τότε γεμάτη στοργή για να τον
αγκαλιάση, αλλ’ εκείνος επειδή δεν ήξερε πως είναι μητέρα του και νομίζοντας ότι
ένα θηρίο του κάνει επίθεση σήκωσε το δόρυ για να την σκοτώση. Τότε ο Δίας
μεταμόρφωσε μαζί με την Καλλιστώ και τον Αρκάδα σε μικρότερη αρκούδα και τους έβαλε
και τους δύο ανάμεσα στους αστερισμούς. Εκεί ψηλά από τότε η Καλλιστώ είναι η μεγάλη Άρκτος κι ο Αρκάδας η μικρή Άρκτος.
Στην ελληνική νεώτερη
παράδοση κατά την ελληνική Λαογραφία η αρκούδα προήλθε ως εξής. Ήταν κάποτε μια
πεθερά που βασάνιζε πολύ την νύφη της. Μια μέρα της έδωσε μαύρα μαλλιά να τα πλύνη
στην βρύση και να τα πλύνη τόσο που να γίνουν άσπρα. Της είπε: «αν δεν ασπρίσουν
αλλοίμονό σου». Τα πήρε η νύφη, πήγε στην βρύση, έπλυνε όλην την ημέρα τα μαλλιά
αλλα αυτά δεν ασπρίζανε. Έφτασε το βράδυ και η νύφη έλεγε τρομαγμένα: «τώρα σε
λίγο θα έρθη η πεθερά μου, θα δή τα μαλλιά μαύρα και αλλοίμονό μου. Λυπήσου με
Παναγία μου, κάνε με αγρίμι να την πνίξω, να γλυτώσω απ’ αυτήν.
Η Παναγία την ελυπήθη
και την έκαμε αρκούδα. Εκείνη κρύφτηκε σε μιαν κουφάλα και περίμενε την πεθερά της.
Σε λίγο έφτασε η πεθερά και μη βλέποντας την νύφη πήρε ένα ξύλο κι άρχισε να ψάχνη
στα πλατάνια. Κάποια στιγμή αντίκρυσε την κρυμμένην αρκούδακι ενώ εκείνη ετοιμάζετο
να της ριχτή και να την κατασχίση, η πεθερά έβαλε τα κλάμματα φωνάζοντας: «αχ
τούτο το αγρίμι θα ‘φαγε την καημένη την νυφούλα μου». Τότε η αρκούδα είδε πως
στο βάθος η άλλη την πονούσε και γι αυτό δεν την πείραξε, αλλά πήρε τα βουνά. Τούτη
η παράδοση μας έρχεται από την Μακεδονία μας και την Ήπειρο.
Οι βοσκοί της Πίνδου,
οι Σαρακατσαναίοι όταν δούν αρκούδα αποφεύγουν να την κυνηγήσουν, εκτός κι αν
κανα αρκουδόπουλο ξεπέσει ως τον συνοικισμό τους, οπότε το αιχμαλωτίζουν για να
το πουλήσουν σε γύφτους. Παίρνουν δε και τα μέτρα τους για να αποφύγουν πιθανή
επίθεση της μάνας του μικρού που θα έρθη να το ελευθερώση.
Η αρκούδα όταν
πιαστή σε μικρή ηλικία εξημερώνεται και οι Ατσίγγανοι την χρησιμοποιούν για να
κάνη μπροστά σε κόσμο διάφορα γυμνάσματα και να μαζεύουν χρήματα. Οι Ατσίγγανοι
της περίπτωσης αυτής λέγονται «Αρκουδιάρηδες»
ή «Αρκουδόγυφτοι». Με το βαρύ και άχαρο
σώμα της η αρκούδα κάνει επίδειξη χορού.
Αυτόν οι Αρκουδιάρηδες
της τον μαθαίνουν με τον εξής τρόπο. Σ’ έναν λάκκο ανάβουν φωτιά και τον σκεπάζουν
με χοντρή λαμαρίνα που ζεσταίνεται. Αναγκάζουν μετά την αρκούδα να σταθή πάνω
στην λαμαρίνα και το ζώο επειδή καίγεται, αρχίζει τα πηδήματα. Την ίδια ώρα οι
δαμαστές της χτυπούν ένα τύμπανο, νταούλι. Έτσι η αρκούδα κρατά στο μυαλό της και
τα δύο αυτά πράγματα μαζί. Γι αυτό όταν ακούση να χτυπούν νταούλι, θυμάται την
λαμαρίνα και αρχίζει να χοροπηδά.
Γιατί σας ανέφερα τις
δύο ελληνικές παραδόσεις και τους αρκουδιάρηδες; Μα φυσικά για να διατηρηθούν
στον καθένα μας οι δύο αυτές μας παραδόσεις και να μεταλαμπαδευθούν και στους νεώτερους
αλλά και δια να προκαλέσουν έναυσμα σκέψεως. Φερ’ ειπείν η αρχαία παράδοση λέγει
για αρκούδα στην Αρκαδία. Η νεώτερη ελληνική παράδοση έρχεται από την Μακεδονία.
Ή αξίζει να σκεφθή κανείς πώς οι αρχαίοι διετύπωναν τους μύθους, εμπλεκόμενοι πάντοτε
με το θείο ή τους ήρωες και πόσο εκλεπτυσμένοι είναι εν αντιθέσει με τις νεώτερες
παραδόσεις που ναι μεν είναι παρμένες από τον βίο των νεοελλήνων των νεώτερων
χρόνων αλλά που είναι μεστοί με τα μαγικά, τα ξόρκια, τις νεράιδες ή και το θείο
που πονά τους κατατρεγμένους. Η δε εύρεση διαφορών και ομοιοτήτων των δύο μύθων
είναι πολύ χρήσιμος δια όξυνση της κρίσεως
Αλλά το σπουδαιότερο
σας ανέφερα τον τρόπο με τον οποίο εξημερώνουν οι αρκουδιάρηδες την αρκούδα για
να προσέξετε την παιδαγωγική πτυχή της
υποθέσεως. Οι Ατσίγγανοι χωρίς να έχουν σπουδάσει ψυχολογία φαίνεται ότι γνωρίζουν
τους νόμους της δράσεως – αντιδράσεως και αυτόν της «συνδέσεως». Κατανοούν ότι
το ζώο συνδέει τις δύο παραστάσεις μέσα του. Από την μια την λαμαρίνα που καίει
και από την άλλη το νταούλι. Έτσι όταν παύει πλέον το ένα ερέθισμα να υπάρχη έχει
απομείνει το άλλο μονίμως. Διότι η αρκούδα ακόμα και όταν δεν καίγονται τα πόδια
της από καμιά λαμαρίνα παρ’ όλα αυτά χορεύει μόνο με το άκουσμα του νταουλιού,
το μόνο που έχει μείνει να της προκαλεί χοροπηδητό.
Γνωστή είναι η
παροιμιώδης φράση «Και η αρκούδα μαθαίνει και χορεύει» στην Ήπειρο που φανερώνει
την επίδραση της ανατροφής που μπορεί να αλλάξει ακόμα και τους πιο βάναυσους
χαρακτήρες. Στην ψυχολογία έχουμε το γνωστό πείραμα του Pavlov που πραγματοποίησε πειράματα για τον
τρόπο λειτουργίας του πεπτικού συστήματος σε σκύλους. Διαπίστωσε ότι τα ζώα
παρουσίαζαν έκκριση σιέλου όχι μόνο όταν έβλεπαν την τροφή αλλά και όταν
άκουγαν τα βήματα του φύλακα που τους έφερνε την τροφή. Η έκκριση σιέλου
βρίσκεται όχι μόνο κάτω από τον έλεγχο του φυσικού ερεθίσματος (τροφή) αλλά και
του ουδέτερου ερεθίσματος (ήχος βημάτων φύλακα). Δηλαδή, το ζώο παρουσίαζε
αντίδραση στο ουδέτερο ερέθισμα λόγω χωροχρονικής σύνδεσης. Έτσι ξεπήδησε ο όρος
«Κλασσική εξαρτημένη μάθηση»
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου