.
Οἱ Κροῖσοι ποὺ μᾶς ἔρριξαν εἰς τὴν κρίσιν, τί θὰ
κάνουν εἰς τήν ἐσχάτην Κρίσιν;
τοῦ
Δρ Χαραλάμπη Μ.
Μπούσια,
Μεγάλου
Ὑμνογράφου
τῆς τῶν
Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
Ζοῦμε, ἀσφαλῶς
κατὰ παραχώρηση Θεοῦ, σὲ μιὰ ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποία ἐπιχειροῦν τὰ μεγάλα κράτη
καὶ οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς, νὰ θέσουν ὑπὸ τὸν ἔλεγχό τους τὰ μικρὰ καὶ ἀδύναμα
κράτη, ὅπως τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν Κύπρο μας, ἀλλὰ καὶ τὰ νοικοκυριὰ τῶν ἀνθρώπων.
Περιμένουν μὲ δόλο στὴ γωνία νὰ δοῦν κάποιον ἀπὸ ἐμᾶς νὰ παραπατάει καὶ νὰ μᾶς δώσουν
μιὰ κλωτσιὰ νὰ ἐξαφανισθοῦμε ἀπὸ προσώπου γῆς, γιὰ νὰ οἰκειοποιηθοῦν τὸ μόχθο
μας, τὴν περιουσία τοῦ ἱδρώτα μας. Ἐμεῖς τοὺς ἐχθρούς μας τοὺς γνωρίζουμε καὶ καταβάλλουμε
προσπάθειες νὰ προφυλαχθοῦμε ἀπὸ αὐτούς. Μὲ τοὺς φίλους μας, ὅμως, μὲ τοὺς
ἑταίρους μας τί γίνεται; Πῶς νὰ προφυλαχθοῦμε ἀπὸ αὐτούς; Εἶναι, δυστυχῶς, λυκόφιλοι.
Μὲ πικρία τοὺς βλέπουμε, ὄχι σὰν τὸν Καλὸ Σαμαρείτη, νὰ σπεύδουν νὰ μᾶς βοηθήσουν
καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὸ πανδοχεῖο τῆς ἀναρρώσεως, ἀλλὰ σὰν ὄρνεα σαρκοβόρα νὰ
ἐκμεταλλεύονται τὰ δικά μας πάθη καὶ λάθη, τὶς δικές μας παραλείψεις, καὶ νὰ ἀσκοῦν
μία ἐπιλεκτικὴ δικαιοσύνη ἐπιβάλλοντας δυσβάστακτα οἰκονομικὰ μέτρα σὲ βάρος
τοῦ λαοῦ.
Αὐτοὶ εἶναι οἱ
σύγχρονοι Κροῖσοι, οἱ ὁποῖοι καὶ μᾶς ὁδήγησαν σὲ κρίση καὶ ἐξαθλίωση. Μὴ
ξεχνᾶμε ὅτι ὁ βασιλιὰς τῆς Λυδίας Κροῖσος ἦταν ξακουστὸς σὲ ὅλο τὸν ἀρχαῖο
κόσμο γιὰ τὰ ἀμύθητα πλούτη του. Ἀπὸ τοὺς φόρους ποὺ τοῦ ἔδιναν οἱ ἑλληνικὲς
ἀποικίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἀπὸ τὰ χρυσωρυχεῖα τοῦ Πακτωλοῦ ποταμοῦ γινόταν
ὅλο καὶ πιὸ πλούσιος καὶ πιὸ περήφανος γιὰ τὰ πλούτη του. Πίστευε μάλιστα ὅτι
δὲν ὑπῆρχε πιὸ εὐτυχισμένος ἄνθρωπος ἀπὸ αὐτὸν στὸν κόσμο. Ὅταν τὸν ἐπισκέφτηκε
ὁ Σόλων, ἕνας ἀπὸ τοὺς σοφοὺς τῆς ἀρχαιότητας, τοῦ ἔδειξε τοὺς ἀμύθητους
θησαυρούς του καὶ τὸν ρώτησε ποιὸς ἦταν ὁ πιὸ εὐτυχισμένος ἄνθρωπος ποὺ εἶχε
γνωρίσει στὸν κόσμο, περιμένοντας ἀπὸ τὸ Σόλωνα, ὅτι θὰ ἀνέφερε τὴ δική του
μεγαλοσύνη! Ἐκεῖνος, ὅμως, τοῦ ἀνέφερε δύο ἐπώνυμα παραδείγματα καὶ ὄχι ἐκεῖνον
ποὺ στὸ ἄκουσμα αὐτὸ θύμωσε καὶ προτοῦ τὸν διώξει ξέσπασε λέγοντας: «Ὡραῖα ὅλα
αὐτά, Ἀθηναῖε φίλε μου, ἀλλὰ τί ἔχεις νὰ πεῖς, γιὰ τὴ δική μου εὐτυχία;»
Τότε ὁ σοφὸς
Ἀθηναῖος τοῦ ἀποκρίθηκε μὲ μιὰ φράση ποὺ ἔμεινε στὴν ἱστορία: «Μηδένα πρὸ τοῦ
τέλους μακάριζε». Τὰ μεγάλα πλούτη δὲν κάνουν τόν ἄνθρωπο περισσότερο
εὐτυχισμένο ἀπʼ ὅτι μιὰ μέτρια
περιουσία. Μὴ θεωρήσεις κανένα εὐτυχῆ, πρὶν γνωρίσεις τὸ τέλος του. Ἔτσι,
σύντομα μετὰ τὴν ἀναχώρηση τοῦ Σόλωνα πλῆθος συμφορῶν βρῆκε τὸν Κροῖσο. Ὁ γιός του
σκοτώθηκε καὶ ὁ ἴδιος νικημένος ἀπὸ τὸ βασιλιὰ Κῦρο τῶν Περσῶν ὁδηγήθηκε στὴν
πυρά, γιὰ νὰ καεῖ. Ἐκεῖ ὁ Κροῖσος θυμήθηκε τὰ λόγια τοῦ Σόλωνα καὶ φώναξε
μετανιωμένος τρεῖς φορές: «Σόλων! Σόλων! Σόλων!». Ὁ Κῦρος ποὺ τὸν ἄκουσε,
ζήτησε νὰ μάθει τί σήμαινε ἡ ἐπίκληση αὐτή. Ἀκούγοντας τὴν ἱστορία, συγκινήθηκε
καὶ τοῦ χάρισε τὴ ζωή.
Ὁ Σόλων μὲ τὴ
σοφία του, ὅταν ὁ ἐπαχθὴς δανεισμὸς εἶχε φέρει σὲ ἀπόγνωση τοὺς Ἀθηναίους, ἔλαβε
νομοθετικὰ μέτρα ὑπὲρ τῶν καταπιεσμένων ἐφαρμόζοντας τὴ σεισάχθεια, νόμο ποὺ καταργοῦσε
τὰ χρέη ἀπὸ δανεισμὸ μὲ ὑποθήκη ἀκίνητης περιουσίας καὶ πώληση σώματος, δηλαδὴ
τὰ χρέη κυρίως τῶν ἀγροτῶν, οἱ ὁποῖοι, μὴ μπορώντας νὰ τὰ ξεπληρώσουν, εἶχαν χάσει
τὶς περιουσίες τους καὶ εἶχαν πουληθεῖ δοῦλοι ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τῆς Ἀττικῆς. Μὲ
τὴ σεισάχθεια ὁ Σόλων σήκωσε τὸ ἄχθος, δηλαδὴς τὸ βάρος, ἀπὸ τοὺς ὤμους τῶν ἀσθενέστερων
οἰκονομικὰ πολιτῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν περιέλθει σὲ κατάσταση κοινωνικῆς ἐξαθλιώσεως.
Ὅσοι εἶχαν πουληθεῖ δοῦλοι γιὰ χρέη ἀπελευθερώθηκαν καὶ ἐπέστρεψαν στὰ σπίτια τους.
Στὴν ἱστορία
διδασκόμαστε ὅτι οἱ Κροῖσοι ποτὲ δὲν ἔχουν καλὸ τέλος. Ἂς τὸ γνωρίζουν αὐτοί,
οἱ μεγάλοι τοῦ κόσμου, οἱ ἄσπονδοι φίλοι μας, ὅτι ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἐκμετάλλευση
τῶν λαῶν δὲν εἶναι ἔργο θεάρεστο καὶ κάποια στιγμὴ θὰ κριθοῦν αὐστηρά, ὄχι ἀπὸ
τοὺς φτωχοὺς καὶ ταπεινοὺς τῆς γῆς, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν δικαιοκρίτη Θεό, ὅπως λέει καὶ
ἕνας στίχος τοῦ προφήτη Ἡσαΐα: «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες αὐτοῖς κακὰ
τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς» (Ἡσ. κστ΄15). Τιμώρησέ τους, δηλαδή, Κύριε, τοὺς
μεγάλους καὶ ἰσχυροὺς τῆς γῆς, τιμώρησέ τους. Τί λέει ἐδῶ ὁ προφήτης; Ὁμιλεῖ
περὶ τῶν κακῶν ἀνθρώπων ποὺ εἶναι στὴν ἐξουσία, περὶ τῶν Κροίσων ποὺ πέρα ἀπὸ
τὸ στενὸ συμφέρον τους δὲν βλέπουν τίποτα ἄλλο.
Καὶ δὲν εἶναι μόνο
οἱ Γερμανοὶ σήμερα οἱ Κροῖσοι, γιὰ τοὺς ὁποίους ὁ Προφήτης Ἡσαΐας θὰ μποροῦσε νὰ
πεῖ: «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες αὐτοῖς κακὰ τοῖς στυγνοῖς Γερμανοῖς»,
ποὺ καταδυναστεύουν ὅλη τὴν Εὐρώπη καὶ ἰδιαίτερα ἐμᾶς ποὺ βρισκόμαστε σὲ
οἰκονομικὴ δυσχέρεια καὶ ἀδυναμία. Οἱ Κροῖσοι ταυτίζονται μὲ τοὺς ἐγωϊστές, μὲ
τοὺς καταπιεστές, μὲ τοὺς κακούς. Καὶ ποιοὶ εἶναι οἱ κακοί; Ὁ π. Αὐγουστῖνος
Καντιώτης, ὁ φλογερὸς ἀγωνιστὴς ἱεράρχης, ἔλεγε ὅτι κακὸς δὲν εἶναι ὁ ἁμαρτωλός,
ποὺ ἀπὸ συναρπαγὴ τοῦ διαβόλου διαπράττει κάποιο ἁμάρτημα, καὶ κατόπιν μετανοεῖ
καὶ χύνει δάκρυα ζητώντας τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Κακὸς εἶναι ὁ διαποτισμένος ἀπὸ
τὴν ἁμαρτία μέχρι μυελοῦ ὀστέων, ὁ διεφθαρμένος μέχρι κυττάρων. Ἡ κακία σ᾽ αὐτὸν
ἔχει προχωρήσει βαθειὰ στὸν ἐσωτερικό του κόσμο καὶ τοῦ ἔχει γίνει δεύτερη
φύση. Μέρα καὶ νύχτα σκέπτεται τὸ κακό. Διαλογίζεται καὶ σχεδιάζει τί κακὸ θὰ
κάνει, πῶς θὰ ἐπιβληθεῖ στοὺς ἀνίσχυρους, πῶς θὰ
πλουτίσει μὲ τὸν ἱδρώτα τῶν ἄλλων. Ἡ ἱστορία εἶναι γεμάτη ἀπὸ
Κροίσους, ἀπὸ φιλάργυρους, ἀπατεῶνες, καταπιεστές, ἀπὸ τοὺς «ἐνδόξους τῆς γῆς»,
ἀπὸ πολιτικοὺς καὶ θρησκευτικοὺς ἄρχοντες κάθε ἐποχῆς. Ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τοὺς
μωραίνει ὁ Κύριος, ὥστε νὰ μὴ διαβάζουν ἱστορία καὶ νὰ μὴ γνωρίζουν ὅτι ὅλων
αὐτῶν τὸ τέλος εἶναι οἰκτρό. Τοὺς περιμένει εἴτε ἡ ἀγχόνη, ὅπως τὸν Ἰούδα, στὴ
γῆ, εἴτε ἡ ἀγχόνη τοῦ οὐρανοῦ.
Οἱ σημερινοὶ
Κροῖσοι τῆς Εὐρώπης δὲν εἶναι ἁπλῶς ἁμαρτωλοί. Μισοῦν ὅ,τι ὡραῖο, ὅ,τι ὑψηλό,
ὅ,τι μεγάλο ἔχουμε ἰδίως ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες μὲ τὸ μοναδικὸ φυσικὸ περιβάλλον, τὸν
ἥλιο καὶ τὴ θάλασσα, τὸν ὀρυκτό μας πλοῦτο, τὴν μακραίωνη ἱστορία μας, τὸν πολιτισμὸ καὶ
προπάντων τὴν Ὀρθοδοξία μας. Ὅταν ἐμεῖς κτίζαμε Παρθενῶνες οἱ Οὖνοι ζοῦσαν
νομαδικὰ στὴ Μογγολία καὶ δὲν γνώριζαν παρὰ τὸν πρωτόγονο τρόπο ζωῆς. Ὅταν
ἐμεῖς κτίζαμε τὴν Ἁγια-Σοφιὰ, ἐκεῖνοι ἐπιδίδονταν στὶς ἁρπαγὲς καὶ φυσικὰ οὔτε
γνώριζαν τὸ λυτρωτικὸ ἔργο τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ τώρα ποὺ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας
βρισκόμαστε ἐμεῖς σὲ παρακμή, σὲ ἀνάγκη, γινόμαστε ἀποδέκτες ὄχι τῆς ἑταιρικῆς συμπάθειάς
τους, -ἂχ πῶς τὸ ἔφεραν τὰ γυρίσματα τῶν καιρῶν νὰ εἴμαστε σήμερα ἑταῖροι αὐτῶν
ποὺ αἱματοκύλισαν τὴν πατρίδα μας καὶ τὴν ἀφαίμαξαν μὲ την πραγματικὴ σημασία
τῆς λέξεως,- ἀλλὰ τοῦ φθόνου καὶ τῆς σκληροκαρδίας τους. Ἂν ἔτσι εἶναι οἱ φίλοι
μας, οἱ ἑταῖροι μέσα στὴν εὐρωπαϊκὴ ἕνωση, τότε δὲν τοὺς θέλουμε. Αὐτοὶ τὰ
τελευταῖα χρόνια μᾶς ἐπέβαλαν ἕνα τρόπο ζωῆς ἄγνωστο γιὰ τὴν ἱστορία μας, μὲ χλιδή,
ἀνέσεις, αὐτουργίες ἠθικῶν σκανδάλων, ἐξαγορὲς συνειδήσεων, θαλασσοδάνεια καὶ
ἐπιζήτηση τῆς ὑπεραφθονίας, μὲ στόχο νὰ καταναλώνουμε τὶς ὑπερπαραγωγές τους
καὶ νὰ ὁδηγούμαστε στὶς ὑπερχρεώσεις. Καὶ τώρα ποὺ μᾶς ἔφεραν στὴν ἐξαθλίωση
καὶ τὴν ἀπύθμενη οἰκονομικὴ κρίση μᾶς προσβάλλουν, μᾶς θίγουν τὴν ἀξιοπρέπεια,
ἀσχημονοῦν σὲ βάρος μας, μᾶς καταπιέζουν, ζητοῦν τὴν κεφαλήν μας «ἐπὶ πίνακι»
(Ματθ. ιδ΄ 11). Εἶναι οἱ μυρμηκολέοντες», ἀφοῦ μοιάζουν μὲ τὸν πονηρό, ὅπως
αὐτὸν ὀνομάζουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.
Καθὲ κακὸ ὅμως
ἔχει καὶ τὴν μισθαποδοσία του. Εἶναι ἀνάγκη νὰ ὑπενθυμίσουμε, ποιό θὰ εἶναι τὸ τέλος
αὐτῶν τῶν Κροίσων; Θὰ εἶναι τὸ ἴδιο μὲ τὸ τέλος τοῦ Κροίσου, τὸν ὁποῖο ὁ σοφὸς
Σόλων δὲν μακάριζε. Θὰ εἶναι ὅμοιο μὲ τὸ κακὸ τέλος ὅλων τῶν διωκτῶν τῆς ἱστορίας,
τῶν «ἐνδόξων τῆς γῆς», ποὺ ἀπὸ τὰ ὕψιστα ἀξιώματα βρέθηκαν στὰ σκουπίδια τῆς
ἱστορίας. Σὲ καθεμιὰ ἀπὸ τὶς περιπτώσεις αὐτὲς ἐφαρμόσθηκε τὸ «Πρόσθες αὐτοῖς
κακά, Κύριε, πρόσθες αὐτοῖς κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς». Ἕνα μόνο
χαρακτηριστικὸ παράδειγμα θὰ ἀναφέρουμε ἀπὸ τὰ πολλά. Εἶναι αὐτὸ τοῦ᾿Ιουλιανοῦ
τοῦ Παραβάτη, ποὺ μίσησε πολὺ τὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ κατεδίωξε τὴν ᾿Εκκλησία.
Νόμιζε ὅτι θὰ ξερριζώσῃ ἀπὸ τὶς καρδιὲς τοῦ κόσμου τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ὄχι,
ὅμως, αὐτὴ δὲν τὴν ξερρίζωσε, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ξερριζώθηκε. Πολεμώντας ἐναντίον τῶν
ἐχθρῶν στὰ βάθη τῆς Περσίας τραυματίσθηκε θανάσιμα. Τὸν χτύπησε στὸ στῆθος ἕνα
βέλος καὶ τὸ τραῦμα ἦταν θανατηφόρο. Πεσμένος κάτω στὸ χῶμα τῆς γῆς, ἔβαλε τὴ φούχτα
του κάτω ἀπὸ τὴν πληγή, τὴ γέμισε μὲ τὸ αἷμα ποὺ ἔτρεχε, καὶ μετὰ τὸ σκόρπισε
στὸν ἀέρα λέγοντας· «Νενίκηκάς με, Ναζωραῖε», Ναζωραῖε, μὲ νίκησες!
Καὶ πάλι ἂν δὲν
ἔλθει ἡ νέμεση, ἡ δικαιοσύνη στοὺς Κροίσους σʼ αὐτὴ τὴ ζωή, θὰ ἔλθει στὴν ἄλλη.
Θὰ ἔλθει ἡ ἔσχατη Κρίση, ἡ Κρίση τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία εἶναι ἐγγὺς καὶ τὴν ὁποία
κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἀποφύγει. Ἐκεῖ θὰ εἶναι «ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων»
(Ματθ. ιγ΄ 50). Τοὺς ἀνθρώπους μποροῦμε νὰ τοὺς κοροϊδέψουμε, τὸ Θεὸ δὲν μποροῦμε.
«Ὁ Θεὸς οὐ μυκτηρίζεται» (Γαλ. στ΄ 7). Θὰ ἐπέμβει καὶ θὰ προσθέσει ἀτέλειωτα
κακὰ στοὺς ἐνδόξους τῆς γῆς, ποὺ ὅσο ζοῦσαν κακοποιοῦσαν μὲ τὴ βδελυκτὴ
συμπεριφορά τους τοὺς συνανθρώπους τους, τὰ ἔθνη, τὶς κοινωνίες, τὸν ἁπλὸ λαὸ
τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὸν ὁποῖο «Χριστὸς ἀπέθανε» (Ῥωμ. ιδ΄ 15).
Ἂς λυσσοῦν οἱ
ἐχθροί μας, οἱ ἰσχυροὶ τῆς ἡμέρας. Ἂς πολεμοῦν τὴν πατρίδα μας, τὴν ἁγία μας Ὀρθοδοξία.
Ἂς μηχανεύονται ὅ,τι θέλουν, ἂς ἐφαρμόσουν ὅλα τὰ σατανικὰ σχέδια πρὸς ἐξόντωσή
μας. Δὲν θὰ τὸ ἐπιτύχουν. Προσωρινὰ μπορεῖ νὰ σημειώσουν μερικὲς ἐπιτυχίες, νὰ ἔχουν
ὁρισμένες νίκες, ὅμως αὐτὲς θὰ εἶναι προσωρινές. Ἡ Ἑλληνικὴ πατρίδα μας καὶ ἡ Ὀρθοδοξία
μας εἶναι δυὸ δένδρα συμφυτευμένα καὶ ἔχουν κλαδιὰ αἰωνόβια, ἀθάνατα. Ἔχουν
ἀξίες φυτευμένες μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὴν πανάχραντη Δεξιὰ τοῦ
Ὑψίστου. Αὐτὰ τὰ δένδρα δὲν ξερριζώνονται ἀπὸ ἀνθρώπινα χέρια οὔτε κλονίζονται,
ἰδιαίτερα ἀπὸ φιλάργυρους Οὔνους. Ὅλοι οἱ δαίμονες τῆς κολάσεως νὰ μαζευτοῦν
καὶ νὰ τοὺς κατευθύνουν δὲν θὰ μπορέσουν νὰ τὰ κλονίσουν. Τὰ τσεκούρια τους θὰ
σπάσουν καὶ οἱ ἴδιοι θὰ συντριβοῦν ὡς «σκεύη κεραμέως» (Ψαλμ. β΄ 9). Πταίσαμε πολλὰ
ὅλοι μας, τὸ ὁμολογοῦμε, ἀλλὰ ἔχουμε Πατέρα οὐράνιο ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς
συμπαθήσει καὶ νὰ μᾶς σώσει. Ἕνα «ἥμαρτον, Κύριε, εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν
Σου» ἑλκύει τὴ Χάρη Του. Ἡ τελικὴ Κρίση «ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους» (Ματθ. ε΄
45) ἔρχεται. Τὴν περιμένουμε οἱ καταδυναστευόμενοι σὰν λύτρωση. Ἀλλοίμονο στοὺς
καταπιεστές μας, ποὺ τοὺς περιμένει τὸ «πῦρ τὸ ἐξώτερον, τὸ ἡτοιμασμένον τῷ
διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ» (Ματθ. κε΄41). Τὸ ξέρουν οἱ δυνάστες μας; Τὸ
ξέρουν οἱ δανειστές μας; Τὸ ξέρουν οἱ «ἑταῖροι» μας;
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου