τῆς
Αλεξάνδρας Μπογατσά
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:
- Παράδειγμα σχηματισμού ενεργητικού και μέσου αορίστου Β΄
- Κανόνες τονισμού
- Πίνακας ενδεικτικού σχηματισμού του αορίστου β΄ ορισμένων εύχρηστων ρημάτων
- Πίνακας των συνηθέστερων ρημάτων της Α΄ συζυγίας με ενεργητικό και μέσο αόριστο β΄
Παράδειγμα σχηματισμού ενεργητικού και μέσου αορίστου Β΄
Πολλά ρήματα σχηματίζουν ενεργητικό και μέσο αόριστο σύμφωνα με τις καταλήξεις του αντίστοιχου παρατατικού στην οριστική και του αντίστοιχου ενεστώτα στις άλλες εγκλίσεις καθώς και στο απαρέμφατο και τη μετοχή. Ο αόριστος αυτός ονομάζεται (ενεργητικός ή μέσος) αόριστος δεύτερος.
α) Ενεργητικός αόριστος β’: ἔπαθον(< ρ. πάσχω).
| |||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
|
ἔ-παθ-ον
|
πάθ-ω
|
πάθ-οιμι
|
-
|
παθ-εῖν
|
παθ-ὼν
παθ-οῦσα παθ-ὸν |
ἔ-παθ-ες
|
πάθ-ῃς
|
πάθ-οις
|
πάθ-ε
| ||
ἔ-παθ-ε
|
πάθ-ῃ
|
πάθ-οι
|
παθ-έτω
| ||
ἐ-πάθ-ομεν
|
πάθ-ωμεν
|
πάθ-οιμεν
|
-
| ||
ἐ-πάθ-ετε
|
πάθ-ητε
|
πάθ-οιτε
|
πάθ-ετε
| ||
ἔ-παθ-ον
|
πάθ-ωσι
|
πάθ-οιεν
|
παθ-όντων
|
β) Μέσος αόριστος β΄: ἐλαβόμην (< ρ. λαμβάνω).
| |||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
|
ἐ-λαβ-όμην
|
λάβ-ωμαι
|
λαβ-οίμην
|
-
|
λαβ-έσθαι
|
λαβ-όμενος
λαβ-ομένη λαβ-όμενον |
ἐ-λάβ-ου
|
λάβ-ῃ
|
λάβ-οιο
|
λαβ-οῦ
| ||
ἐ-λάβ-ετο
|
λάβ-ηται
|
λάβ-οιτο
|
λαβ-έσθω
| ||
ἐ-λαβ-όμεθα
|
λαβ-ώμεθα
|
λαβ-οίμεθα
|
-
| ||
ἐ-λάβ-εσθε
|
λάβ-ησθε
|
λάβ-οισθε
|
λάβ-εσθε
| ||
ἐ-λάβ-οντο
|
λάβ-ωνται
|
λάβ-οιντο
|
λαβ-έσθων
|
Β. Κανόνες τονισμού
α) Στον ενεργητικό αόριστο β':
1. Το απαρέμφατο και η μετοχή στο αρσενικό και ουδέτερο γένος των απλών και των σύνθετων ρημάτων τονίζονται πάντοτε στη λήγουσα (σε αντίθεση με τους ονοματικούς τύπους του ενεστώτα). Το απαρέμφατο παίρνει περισπωμένη και η μετοχή οξεία.
π.χ.: βαλεῖν, εἰπεῖν, καταβαλεῖν, ἀπειπεῖν και
βαλών, καταβαλόν, εἰπών, ἀπειπόν.
Αλλά το θηλυκό της μετοχής τονίζεται στην παραλήγουσα και παίρνει περισπωμένη.
π.χ.: βαλοῦσα, εἰποῦσα.
π.χ.: βαλεῖν, εἰπεῖν, καταβαλεῖν, ἀπειπεῖν και
βαλών, καταβαλόν, εἰπών, ἀπειπόν.
Αλλά το θηλυκό της μετοχής τονίζεται στην παραλήγουσα και παίρνει περισπωμένη.
π.χ.: βαλοῦσα, εἰποῦσα.
2. α) Το β΄ ενικό πρόσωπο της προστακτικής του αορίστου β΄ των ρημάτων ἔρχομαι, εὑρίσκω, λαμβάνω, λέγω και ὁρῶ, όταν είναι απλό, τονίζεται στη λήγουσα:
ἐλθέ, εὑρέ, λαβέ, εἰπέ, ἰδέ.
Όταν όμως είναι σύνθετο, ο τόνος ανεβαίνει.
π.χ.: ἄπελθε, ἄνευρε, παράλαβε, πρόσειπε, πάριδε.
β) Ομοίως, όλα τα σύνθετα ρήματα ανεβάζουν τον τόνο στο β΄ ενικό και πληθυντικό πρόσωπο της προστακτικής.
Π.χ.: βάλε - παράβαλε, πείσε - μετάπεισε.
Όταν όμως είναι σύνθετο, ο τόνος ανεβαίνει.
π.χ.: ἄπελθε, ἄνευρε, παράλαβε, πρόσειπε, πάριδε.
β) Ομοίως, όλα τα σύνθετα ρήματα ανεβάζουν τον τόνο στο β΄ ενικό και πληθυντικό πρόσωπο της προστακτικής.
Π.χ.: βάλε - παράβαλε, πείσε - μετάπεισε.
3. Ο αόριστος β΄ ἔσχον ανεβάζει τον τόνο στην υποτακτική, ευκτική και προστακική όταν είναι σύνθετος και εφόσον το επιτρέπει η λήγουσα:
σχῶ, σχῇς, σχῇ κ.λπ. → παράσχω, παράσχῃς, παράσχῃ κ.λπ.
σχῶ, σχῇς, σχῇ κ.λπ. → παράσχω, παράσχῃς, παράσχῃ κ.λπ.
σχές, σχέτω κ.λπ. → παράσχες, παρασχέτω κ.λπ.
σχοίην, σχοίης, σχοίη κ.λπ. → παράσχοιμι, παράσχοις, παράσχοι κ.λπ.
σχοίην, σχοίης, σχοίη κ.λπ. → παράσχοιμι, παράσχοις, παράσχοι κ.λπ.
Παρατήρηση: Ο αόριστος β΄ του ρήματος ἔχω, όταν είναι απλός (ἔσχον), σχηματίζει ευκτική σχοίην.
Όταν, όμως, είναι σύνθετος (παρέσχον) σχηματίζει ευκτική: σχοίμι. Π.χ.: παράσχοιμι.
Όταν, όμως, είναι σύνθετος (παρέσχον) σχηματίζει ευκτική: σχοίμι. Π.χ.: παράσχοιμι.
β) Στο μέσο αόριστο β΄:
4. Το απαρέμφατο του μέσου αορίστου β΄ των απλών και των σύνθετων ρημάτων τονίζεται πάντα στην παραλήγουσα.
π.χ.: βαλέσθαι, ἐπιλαθέσθαι.
π.χ.: βαλέσθαι, ἐπιλαθέσθαι.
5. Το β΄ ενικό πρόσωπο της προστακτικής των απλών και σύνθετων ρημάτων τονίζεται κανονικά στη λήγουσα και περισπάται.
π.χ.: βαλοῦ, αντιλαβοῦ.
π.χ.: βαλοῦ, αντιλαβοῦ.
Όταν όμως ο τύπος της προστακτικής είναι μονοσύλλαβος και σύνθετος με δισύλλαβη πρόθεση, ανεβάζει τον τόνο στο β΄ πρόσωπο ενικού και πληθυντικού.
π.χ.: (ρ. ἔχομαι) ἐσχόμην: σχοῦ → παράσχου,
(ρ. ἕπομαι) ἑσπόμην: σποῦ → ἐπίσπου.
π.χ.: (ρ. ἔχομαι) ἐσχόμην: σχοῦ → παράσχου,
(ρ. ἕπομαι) ἑσπόμην: σποῦ → ἐπίσπου.
6. Όταν ο τύπος της προστακτικής είναι μονοσύλλαβος και σύνθετος με μονοσύλλαβη πρόθεση διατηρεί τον τόνο στη λήγουσα:
(ρ. ἔχομαι) ἐσχόμην: σχοῦ → προσχοῦ.
7. Τα ρἠματα ἔχω και ἔπομαι, όταν είναι σύνθετα με πρόθεση, ανεβάζουν τον τόνο στην υποτακτική και ευκτική τού μέσου αορίστου β΄, όταν το επιτρέπει η λήγουσα.
Π.χ.: σχῶμαι, σχῇ, σχῆται κ.λπ. → παράσχωμαι, παράσχῃ, παράσχηται κ.λπ.
σχοίμην, σχοίο, σχοίτο κ.λπ. → παρασχοίμην, παράσχοιο, παράσχοιτο κ.λπ.
σπῶμαι, σπῇ, σπῆται κ.λπ. → ἐπίσπωμαι, ἐπίσπῃ, ἐπίσπηται κ.λπ.
σποίμην, σποίο, σποίτο κ.λπ. → ἐπισποίμην, ἐπίσποιο, ἐπίσποιτο κ.λπ.
Π.χ.: σχῶμαι, σχῇ, σχῆται κ.λπ. → παράσχωμαι, παράσχῃ, παράσχηται κ.λπ.
σχοίμην, σχοίο, σχοίτο κ.λπ. → παρασχοίμην, παράσχοιο, παράσχοιτο κ.λπ.
σπῶμαι, σπῇ, σπῆται κ.λπ. → ἐπίσπωμαι, ἐπίσπῃ, ἐπίσπηται κ.λπ.
σποίμην, σποίο, σποίτο κ.λπ. → ἐπισποίμην, ἐπίσποιο, ἐπίσποιτο κ.λπ.
Γ. Πίνακας ενδεικτικού σχηματισμού του αορίστου β΄ ορισμένων εύχρηστων ρημάτων
ρ. ἄγω
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β΄
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ ενικό
β΄ ενικό |
ἤγαγον
ἤγαγες |
ἀγάγω
ἀγάγῃς |
ἀγάγοιμι
ἀγάγοις |
-
ἄγαγε |
ἀγαγεῖν
|
ἀγαγὼν
ἀγαγοῦσα ἀγαγὸν |
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β'
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ ενικό
β΄ ενικό |
ἠγαγόμην
ἠγάγου |
ἀγάγωμαι
ἀγάγῃ |
ἀγαγοίμην
ἀγάγοιο |
-
ἀγαγοῦ |
ἀγαγέσθαι
|
ἀγαγόμενος
ἀγαγομένη ἀγαγόμενον |
ρ. αἱρῶ
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β΄
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ ενικό
β΄ ενικό |
εἷλον
εἷλες |
ἕλω
ἕλῃς |
ἕλοιμι
ἕλοις |
-
ἕλε |
ἑλεῖν
|
ἑλὼν
ἐλοῦσα ἑλὸν |
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β'
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ ενικό
β΄ ενικό |
εἱλόμην
εἵλου |
ἕλωμαι
ἕλῃ |
ἑλοίμην
ἕλοιο |
-
ἑλοῦ |
ἑλέσθαι
|
ἑλόμενος
ἑλομένη ἑλόμενον |
ρ. ἕπομαι
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β'
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ενικό
β΄ενικό |
ἑσπόμην
ἕσπου |
(ἐπί)-σπωμαι
(ἐπί)-σπῃ |
(ἐπι)-σποίμην
(ἐπί)-σποιο |
-
(ἐπί)-σπου |
(ἐπι)-σπέσθαι
|
(ἐπι)-σπόμενος
(ἐπι)-σπομένη (ἐπι)-σπόμενον |
ρ. ἐρωτάω –ῶ
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β'
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ενικό
β΄ενικό |
ἠρόμην
ἤρου |
ἔρωμαι
ἔρῃ |
ἐροίμην
ἔροιο |
-
ἐροῦ |
ἐρέσθαι
|
ἐρόμενος
ἐρομένη ερόμενον |
Παρατήρηση:
1. Το ρήμα ἐρωτάω –ῶ έχει μέσο αόριστο β΄ ἠρόμην με ενεργητική σημασία αλλά και αόριστο α΄ ἠρώτησα.
ρ. ἔχω
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β΄
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ενικό
β΄ενικό |
ἔσχον
ἔσχες |
σχῶ
σχῇς |
σχοίην
σχοίης |
-
σχὲς |
σχεῖν
|
σχὼν
σχοῦσα σχὸν |
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β'
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ενικό
β΄ενικό |
ἐσχόμην
ἔσχου |
σχῶμαι
σχῇ |
σχοίμην
σχοῖο |
-
σχοῦ |
σχέσθαι
|
σχόμενος
σχομένη σχόμενον |
ρ. παρέχω
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β΄
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ενικό
β΄ενικό |
παρέσχον
παρέσχες |
παράσχω
παράσχῃς |
παράσχοιμι
παράσχοις |
-
παράσχες |
παρασχεῖν
|
παρασχὼν
παρασχοῦσα παρασχὸν |
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β'
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ενικό
β΄ενικό |
παρεσχόμην
παρέσχου |
παράσχωμαι
παράσχῃ |
παρασχοίμην
παράσχοιο |
-
παράσχου |
παρασχέσθαι
|
παρασχόμενος
παρασχομένη παρασχόμενον |
ρ. λέγω
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β΄
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ενικό
β΄ενικό |
εἶπον
εἶπες |
εἴπω
εἴπῃς |
εἴποιμι
εἴποις |
-
εἰπὲ |
εἰπεῖν
|
εἰπὼν
εἰποῦσα εἰπὸν |
ρ. ὄλλυμαι
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β΄
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ενικό
β΄ενικό |
ὠλόμην
ὤλου |
ὄλωμαι
ὄλῃ |
ὀλοίμην
ὄλοιο |
-
ὀλοῦ |
ὀλέσθαι
|
ὀλόμενος
ὀλομένη ὀλόμενον |
ρ. ὁράω -ῶ
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β΄
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ενικό
β΄ενικό |
εἶδον
εἶδες |
ἴδω
ἴδῃς |
ἴδοιμι
ἴδοις |
-
ἰδὲ |
ἰδεῖν
|
ἰδὼν
ἰδοῦσα ἰδὸν |
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β'
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ενικό
β΄ενικό |
εἰδόμην
εἴδου |
ἴδωμαι
ἴδῃ |
ἰδοίμην
ἴδοιο |
-
ἰδοῦ |
ἰδέσθαι
|
ἰδόμενος
ἰδομένη ἰδόμενον |
ρ. ὀφλισκάνω
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β΄
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ενικό
β΄ενικό |
ὦφλον
ὦφλες |
ὄφλω
ὄφλῃς |
ὄφλοιμι
ὄφλοις |
-
|
ὀφλεῖν
|
ὀφλὼν
ὀφλοῦσα ὀφλὸν |
ρ. φέρω
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β΄
| ||||||
Οριστική
|
Υποτακτική
|
Ευκτική
|
Προστακτική
|
Απαρέμφατο
|
Μετοχή
| |
α΄ενικό
β΄ενικό |
ἤνεγκον
ἤνεγκες |
ἐνέγκω
ἐνέγκῃς |
ἐνέγκοιμι
ἐνέγκοις |
-
ἔνεγκε |
ἐνεγκεῖν
|
ἐνεγκὼν
ἐνεγκοῦσα ἐνεγκὸν |
Δ. Πίνακας των συνηθέστερων ρημάτων της Α΄ συζυγίας με ενεργητικό και μέσο αόριστο β΄
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β΄
|
ἄγω
|
ἤγαγον
|
ἄγομαι
|
ἠγαγόμην
|
αἱρῶ
|
εἷλον
|
αἱροῦμαι
|
εἱλόμην
|
αἰσθάνομαι (αποθ.)
|
ᾐσθόμην
|
ἁμαρτάνω
|
ἥμαρτον
|
ἀνέχομαι
|
ἠνεσχόμην
|
ἀπαγορεύω
|
ἀπεῖπον
|
ἀπόλλυμαι
|
ἀπωλόμην
|
ἀφικνοῦμαι (αποθ.)
|
ἀφικόμην
|
βάλλω
|
ἔβαλον
|
βάλλομαι
|
ἐβαλόμην
|
γίγνομαι (αποθ.)
|
ἐγενόμην
|
εἰμὶ
|
ἐγενόμην
|
ἕπομαι (αποθ.)
|
ἑσπόμην
|
ἔρχομαι (αποθ.)
|
ἦλθον
|
ἐρωτάω -ῶ
|
ἠρόμην
|
εὑρίσκω
|
εὗρον/ ηὗρον
|
εὑρίσκομαι
|
εὑρόμην/ ηὑρόμην
|
ἔχω
|
ἔσχον
|
ἔχομαι
|
ἐσχόμην
|
(ἀπο)θνῄσκω
|
(ἀπ)ἔθανον
|
λαγχάνω
|
ἔλαχον
|
λαμβάνω
|
ἔλαβον
|
λαμβάνομαι
|
ἐλαβόμην
|
λανθάνω
|
ἔλαθον
|
λανθάνομαι
|
ἐλαθόμην
|
λέγω
|
εἶπον
|
λείπω
|
ἔλιπον
|
λείπομαι
|
ἐλιπόμην
|
μανθάνω
|
ἔμαθον
|
ὄλλυμαι
|
ὠλόμην
|
ὁρῶ
|
εἶδον
|
ὁρῶμαι
|
εἰδόμην
|
ὀφείλω
|
ὤφελον
|
ὀφλισκάνω
|
ὦφλον
|
πάσχω
|
ἔπαθον
|
πείθω
|
ἔπιθον
|
πείθομαι
|
ἐπιθόμην
|
πίπτω
|
ἔπεσον
|
πυνθάνομαι (αποθ.)
|
ἐπυθόμην
|
τέμνω
|
ἔτεμον
|
τέμνομαι
|
ἐτεμόμην
|
τίκτω
|
ἔτεκον
|
τρέπω
|
ἔτραπον
|
τρέπομαι
|
ἐτραπόμην
|
τρέχω/ θέω
|
ἔδραμον
|
τυγχάνω
|
ἔτυχον
|
ὑπισχνοῦμαι
|
ὑπεσχόμην
|
φέρω
|
ἤνεγκον
|
φεύγω
|
ἔφυγον
|
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου