ΥΠΟ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Ρ. ΡΑΓΚΑΒΗ
Ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής (27 Δεκεμβρίου 1809-16 Ιανουαρίου 1892) ήταν φαναριώτης λόγιος, ρομαντικός ποιητής της Α' Αθηναϊκής Σχολής, πεζογράφος, καθηγητής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διπλωμάτης.
Ο Α. Ρ. Ραγκαβής ήταν ευρυμαθής λόγιος με πολλά ενδιαφέροντα. Το οικογενειακό του περιβάλλον ήταν περιβάλλον λογίων: αδερφός της μητέρας του ήταν ο Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός και ξαδέρφια του οι λογοτέχνες Αλέξανδρος και Παναγιώτης Σούτσος. Στην αυλή του ηγεμόνα Αλέξανδρου Σούτσου στο Βουκουρέστι, όπου έζησε από το 1813 ως το 1821 ήρθε σε επαφή με την ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Στο Μόναχο είχε παρακολουθήσει μαθήματα του Σέλλινγκ και μιλούσε άπταιστα 2-3 ξένες γλώσσες.
Ποιητικό έργο
Πρωτοεμφανίστηκε με το εκτενές αφηγηματικό ποίημα Δήμος και Ελένη το 1831, που είναι γραμμένο σύμφωνα με την τεχνική του δημοτικού τραγουδιού και η γλώσσα του προσεγγίζει αρκετά την καθομιλουμένη. Την ίδια περίοδο επίσης έγραψε πολλά ποιήματα πατριωτικά, εμπνευσμένα από την ελληνική επανάσταση, τα οποία μιμούνται τους τρόπους του δημοτικού τραγουδιού. Το πιό γνωστό απ' αυτά είναι Ο Κλέφτης. Σε αυτά τα ποιήματα, τα οποία βέβαια απευθύνονται στο ευρύτερο κοινό, η γλώσσα του προσεγγίζει τη δημοτική. Ένα από τα πιο αξιόλογα ποιήματά του είναι η Ωδή για τον Αθανάσιο Χριστόπουλο, ποίημα που επαινούσε και ο Διονύσιος Σολωμός. Τα πρώτα έργα του είναι επηρεασμένα από τον ρομαντισμό και στον πρόλογο του δραματικού έργου του Φροσύνη (1837) παρουσίαζε την ρομαντική λογοτεχνική θεωρία και αυτοχαρακτηριζόταν ρομαντικός. Σταδιακά όμως απέρριψε τον ακραίο ρομαντισμό: οι απόψεις του και η γραφή του άρχισαν να μεταβάλλονται προς τον κλασικισμό και η γλώσσα του να γίνεται ακόμα περισσότερο αρχαΐζουσα. Παραδείγματα τέτοιων έργων είναι οι εκτενείς ποιητικές συνθέσεις Διονύσου πλους (1864) και Γοργός ιέραξ (1871), με θέματα από την αρχαιότητα.
Το ποιητικό του έργο κινείται στο κλίμα της Α' Αθηναϊκής Σχολής, υπερτερεί όμως σε σχέση με άλλα έργα των συγχρόνων του ποιητών αφού δεν έχει τα μειονεκτήματα του ατημέλητου ύφους και μέτρου και της έλλειψης ακριβολογίας. Η γλώσσα του είναι βέβαια αυστηρή καθαρεύουσα, αλλά πολύ κομψή και επιμελημένη.
Πεζογραφικό έργο
Στο πεζογραφικό του έργο δεσπόζει το ιστορικό μυθιστόρημα Ο Αυθέντης του Μορέως. Είναι το πρώτο νεοελληνικό ιστορικό μυθιστόρημα και ακολουθεί το πρότυπο του Sir Γουόλτερ Σκοτ. Έγραψε πολλά διηγήματα, σε μια εποχή που το αυτό το είδος δεν είχε γνωρίσει ακόμα την ανάπτυξη που γνώρισε αργότερα. Γι' αυτό κάποιοι μελετητές τον χαρακτηρίζουν "πατέρα του νεοελληνικού διηγήματος". Τα διηγήματά του βέβαια σπανίως διαδραματίζονται στην Ελλάδα και δεν έχουν καμία σχέση με την ελληνική πραγματικότητα, με εξαίρεση το εκτενέστερο απ' αυτά, Ο συμβολαιογράφος, ενώ κάποια είναι διασκευές ή παραφράσεις ξένων· αυτός και ήταν ο βασικός λόγος για τον οποίον οι μεταγενέστεροι λογοτέχνες και κριτικοί τον «κατηγόρησαν» ότι δεν αξιοποίησε το συγγραφικό ταλέντο του για να δώσει «γνήσια ελληνικά» διηγήματα.
Θεατρικό έργο
Έγραψε αρκετά θεατρικά έργα, τραγικά και κωμικά, τα οποία όμως δεν γνώρισαν μεγάλη σκηνική επιτυχία κυρίως επειδή ήταν απρόσφορα για σκηνική παρουσίαση. Τα δραματικά του έργα είναι εμπνευσμένα από την ελληνική ιστορία, από την αρχαιότητα (Οι τριάκοντα), το βυζάντιο (Δούκας) ώς την ελληνική επανάσταση (Η παραμονή). Στα κωμικά του έργα, το πιο γνωστό από τα οποία είναι Του Κουτρούλη ο γάμος, επιχείρησε την μορφολογική αναγέννηση της κλασικής αριστοφανικής κωμωδίας, με χρήση αρχαϊκών μέτρων, χορικών και παράβασης.
Παράλληλα ο Ραγκαβής έπαιξε μεγάλο ρόλο και στην οργάνωση της θεατρικής ζωής της χώρας και συμμετείχε στις πρώτες προσπάθειες δημιουργίας θεατρικών φορέων και επιχειρήσεων (Φιλοδραματική Εταιρεία, Εταιρεία του εν Αθήναις Θεάτρου). Συχνά δίδασκε ηθοποιούς και επέβλεπε την προετοιμασία παραστάσεων και διοργάνωνε και ερασιτεχνικές παραστάσεις έργων με φοιτητές του Πανεπιστημίου.
Η Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας
Σημαντικό έργο του, ως προς την ιστορική του αξία, είναι η Ιστορία της νεοελληνικής φιλολογίας, πρώτη ως τότε συστηματική απόπειρα καταγραφής της ελληνικής λογοτεχνίας, στην οποία υπερασπίζεται τη λόγια γλώσσα και τη φαναριώτικη ποίηση. Θεωρεί ότι μόνο αυτή είναι άξια συνέχεια της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας. Απορρίπτει τη δημοτική γλώσσα ως ακατάλληλη για να εκφράσει υψηλά ποιητικά νοήματα και το δημοτικό τραγούδι ως προϊόν της αμάθειας του λαού, που επιβίωσε μόνο επειδή κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας δεν υπήρχε άλλη, αξιολογότερη παραγωγή. Απορρίπτει επίσης και την κρητική λογοτεχνία, ως μίμηση ξένων προτύπων και μη γνήσια γλώσσα, γεμάτη ιταλισμούς. Για την επτανησιακή σχολή γράφει ότι υπάρχουν βέβαια ποιητές με ταλέντο, αλλά δεν αποδέχεται τη δημοτική γλώσσα που χρησιμοποιούσαν. Όπως είναι φυσικό, καταλήγει σε έπαινο της Α' Αθηναϊκής Σχολής και ιδιαιτέρως των δύο εξαδέρφων του, Αλέξανδρου και Παναγιώτη Σούτσου στους οποίους αφιερώνει περισσότερες σελίδες απ' ότι στον Κάλβο και τον Σολωμό! Απάντηση στην Ιστορία του Ραγκαβή έδωσε ο Ιούλιος Τυπάλδος με επιστολή προς τον Σπυρίδωνα δε Βιάζη, στην οποία ανασκευάζει όλες τις απόψεις του
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου