Γ. Μόθης
Πέντε φίλοι ἀπεφασίσαμεν νὰ ἑορτάσωμεν τὸ
Πάσχα εἰς τὸ Ἅγιον ῎Ορος.
᾽Εξεκινήσαμεν ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκην τὴν
ἐσπέραν τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς ἀτμοπλοϊκῶς καὶ τὴν αὐγὴν ἐξυπνήσαμεν εἰς τὸν
λιμένα τῆς Δάφνης. Αὕτη εἶναι τὸ ἐπίνειον τοῦ Ἁγίου Ὄρους. ᾽Εμπρός μας
ὀρθώνεται ὁ Ἄθως, ἕν βουνόν, τὸ ὁποῖον προβάλλει κατ’ ευθεῖαν ἀπὸ τὰ κύματα, ὁλόρθον,
ἀπότομον, ὑπερήφανον, ὡς νὰ θέλη νὰ ὑψωθῇ πρὸς τὸν οὐρανόν.
Καταλήγει εἰς μίαν ὁμαλὴν σχετικῶς κορυφὴν
μὲ τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Σωτῆρος εἰς τὴν τελευταίαν ἄκραν της. Πλούσιον δάσος ἀπὸ
καστανέας τὸ σκεπάζει. Εἰς τὰ πλάγια τοῦ βουνοῦ εἶναι διασκορπισμένα «κελλιά», «καλύβαι»,
ὅπου πνευματικαὶ οἰκογένειαι ἀπ’ ὀλίγους καλογήρους καλλιεργοῦν ὀλίγα στρέμματα
ελαιῶν καὶ ἀμπέλων.
Χαμηλότερα καὶ πλησίον τῆς παραλίας φαντάζουν
τὰ μοναστήρια. Ἀπὸ τὸ ἀτμόπλοιον χαιρετίζομεν τὰς μονὰς Γρηγορίου, Διονυσίου,
Ἁγίου Παύλου, Ξηροποτάμου μὲ τοὺς τρούλλους, τοὺς πύργους, τοὺς παλαιοὺς
τοίχους των. Τὴν προσοχήν μας ἰδιαιτέρως συγκεντρώνει ἡ Σιμωνόπετρα. Εἶναι μία
σωστὴ ἀετοφωλιά, στημένη τολμηρότατα μὲ τοὺς πανυψήλους πύργους καὶ τὰ ἑπτὰ πατώματά
της εἰς ἕνα γιγαντιαῖον βράχον. Ἀριστερά μας προβάλλει ὁ ἀκατέργαστος ὅγκος τῆς
ρωσικῆς μονῆς τοῦ Παντοκράτορος, κάτι μεταξὺ φρουρίου, στρατῶνος καὶ ἀνακτόρου.
Εἰς τὴν Δάφνην μᾶς ἐπερίμεναν ἀντιπρόσωποι
τῆς ῾Ιερᾶς ᾽Εκκλησίας μὲ δύο ἡμιόνους καὶ δύο φύλακας.
῾Ιππεύσαμεν καὶ ἐτραβήξαμεν διὰ τὰς
Καρυάς, διὰ νὰ ὑποβάλωμεν τὰ σέβη μας εἰς τὴν ῾Ιερὰν Σύναξιν, ὡσὰν νὰ εἴπωμεν
τὴν Κυβέρνησιν τοῦ Ἁγίου ῎Ορους, καὶ νὰ ἐφοδιασθῶμεν μὲ συστατικὰς ἐπιστολάς.
Αἱ Καρυαὶ εἶναι ἡ πρωτεύουσα καὶ τὸ
ἐμπορικὸν κέντρον τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Μία πολίχνη ἀπὸ τὰς πλέον περιέργους, ὅπως
ὄλαι αἱ ἄλλαι. Οἰκίαι παλαιαὶ καὶ νέαι, πτωχικαί, μεγαλοπρεπῆ καταστήματα,
ἐργαστήρια, φοῦρνοι κ.τ.τ. Ἀλλ’ ὅταν πλησιάση τις, ἐννοεῖ ὅτι εὑρίσκεται εἰς
ἕνα κόσμον διαφορετικόν, ἄγνωστον, πρωτοφανῆ. Καλογήρους συναντᾶτε παντοῦ. Ἀμίλητοι,
σοβαροί, ἥσυχοι σᾶς χαιρετοῦν μὲ τὸ «εὐλογεῖτε».
Εἰς τὰς ὀλίγας διαθεσίμους ἡμέρας
ἐπεσκέφθημεν τὸν Ξηροπόταμον καὶ τὰς Βασιλικὰς μονὰς Βατοπεδίου, ᾽Ιβήρων καὶ Λαύρας,
τὸν Ἅγιον Παντελεήμονα καὶ τὴν ρουμανικὴν Σκήτην. Τὸ Βατοπέδιον εἶναι ἡ Εὐρώπη
τοῦ Ἁγίου ῎Ορους. ῎Εχει καὶ ἠλεκτρικὴν ἐγκατάστασιν. Οἱ πατέρες του εἶναι προοδευτικώτεροι
καὶ πλουσιώτεροι ἀπ’ ὅλους τοὺς ἄλλους. Τὰ θαυμάσια προπύλαιά του καὶ τὸ ὕψος τῶν
οἰκοδομῶν του ὑπερβαίνουν καὶ τὰς ρωσικὰς μονάς. Ὁμοιάζει μὲ ὠχυρωμένην πόλιν.
Εἰς τὸ Βατοπέδιον ἐμείναμεν τὴν νύκτα τῆς
Ἀναστάσεως. Καί, ἄν καὶ διήλθαμεν πέντε ὁλοκλήρους ὥρας ἐν ὀρθοστασίᾳ καὶ
προσευχῆ ἐφύγαμεν ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν ἀκούραστοι καὶ περισσότερον Χριστιανοί.
Εἰς τὸν Ξηροπόταμον ἠκούσαμεν κάτι
περίεργον.
Μᾶς ἐπέδειξαν σουλτανικὸν φιρμάνιον, κατὰ
τὸ ὁποῖον ὁ σουλτᾶνος ἀνοικοδόμησε τὴν ἠρειπωμένην μονήν, διότι οἱ Ἅγιοι
Ταξίαρχοι τὸν ἐβοήθησαν εἰς μίαν του ἐκστρατείαν εἰς Αἴγυπτον.
Εἰς τὴν Λαύραν συνεζήσαμεν ὀλίγας ὥρας μὲ
τοὺς ἐνδόξους αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Νικηφόρον Φωκᾶν καὶ Τσιμισκῆν. Εἰς τὰς
δεήσεις κάθε ἡμέραν σήμερον ἐπαναλαμβάνεται ἡ εὐχή: «καὶ ὑπὲρ τῶν αὐτοκρατόρων
ἡμῶν Νικηφόρου Φωκᾶ καὶ ᾽Ιωάννου Τσιμισκῆ». Εἰς τὸν νάρθηκα ὑπάρχουν δύο
εἰκόνες των, ἡ μία πλησίον τῆς ἄλλης. Εἶς πύργος φέρει τὸ ὄνομα τοῦ Τσιμισκῆ.
Μία χαλκίνη πύλη τῆς μονῆς εἶναι λάφυρον τοῦ Φωκᾶ ἀπὸ ἓν ἀραβικὸν παλάτιον τῆς
Κρήτης. Τὰ μανουάλια ἐπίσης. Διασώζονται ἓν στέμμα τοῦ Νικηφόρου, μία χλαμὺς
τοῦ Τσιμισκῆ, ἕν χειρόγραφον Εὐαγγέλιον μὲ τεραστίους πολυτίμους λίθους, τὸ
ὁποῖον εἰς τὰς ἐκστρατείας του ἔγραφε καὶ ἐδιάβαζεν ὁ ἡρωικὸς Φωκᾶς, εἷς
σταυρὸς τοῦ Τσιμισκῆ κ.ἄ.
Μὲ ἕν μικρὸν βενζινοκίνητον πλοῖον τῆς
Λαύρας περιεπλεύσαμεν τὸ ἀκρωτήριον τοῦ Ἄθω. Ἀπὸ τὴν ἰδίαν θάλασσαν, τὴν ὁποίαν
τόσον ἐφοβήθη ὁ Ξέρξης, ἀντικρύσαμεν τὰς «καλύβας». Εἶναι σκῆται σφηνωμέναι εἰς
κρημνούς, ὅπου δυσκολώτατα δύναταί τις νὰ μεταβῆ εἴτε ἀπὸ τὴν ξηρὰν εἴτε ἀπὸ
τὴν θάλασσαν.
Εἰς αὐτὰς ζοῦν οἱ «ἀναχωρηταί», καλόγηροι
χωρισμένοι ἐντελῶς ἀπὸ τὸν ἄλλον κόσμον. Μίαν φορὰν τὴν ἑβδομάδα τοὺς
ἐπισκέπτεται ἀπεσταλμένος τῆς μονῆς των καὶ φέρει εἰς αὐτοὺς ξηρὸν ἄρτον καὶ
ὕδωρ.
᾽Εφύγαμεν ἀπὸ τὸν λιμένα τῆς Δάφνης μὲ τὴν
ψυχὴν γεμάτην ἀπὸ ὡραίας ἐντυπώσεις καὶ μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ ἐπανέλθωμεν κάποτε
πρὸς ἐπίσκεψιν τῶν πολυτίμων θησαυρῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου