ΚΩΣΤΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΥ
ἐπιμελεία
τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Στὸν αἰώνα αὐτὸ ξεχωρίζομε τὴ μορφὴ τοῦ
῾Ηρακλείου [610 -641] ποὺ εἶναι ὁ ἱδρυτὴς μιᾶς νέας
δυναστείας. Εἶναι ἀπὸ τοὺς πιὸ ὀνομαστοὺς αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου καὶ ἀπὸ
τοὺς πιὸ μεγάλους στρατηγούς. Σὲ πολλὰ θύμιζε τὸ Μ. ᾽Αλέξανδρο[1] ενώ
σε ένα του παράπτωμα τον βασιλέα Δαβίδ[2].
῞Οταν ἀνέβηκε στὸ θρόνο, βρῆκε τὸ κράτος σὲ κακὰ χάλια. Στὸ Δούναβη μπαίνουν
μάζες - μάζες οἱ ᾽Αβαροσλάβοι καὶ στὴν ᾽Ανατολὴ οἱ Πέρσες βρῆκαν τὴν εὐκαιρία
νὰ πραγματοποιήσουν τὸ παλιό τους ὄνειρο νὰ στερεωθοῦν στὴ νοτιοανατολικὴ γωνιὰ
τῆς Μεσογείου. Π ραγματικά· στὰ πρῶτα δέκα χρόνια τῆς βασιλείας του, ποὺ ὁ
῾Ηράκλειος ἀγωνιζόταν νὰ ἀνασυντάξη τὸ κράτος, οἱ πυρολάτρες[3] Πέρσες
κατάκτησαν τὴ Συρία, τὴν Παλαιστίνη, τὴν Αἴγυπτο καὶ μιὰ στρατιά τους ἔφτασε
ἔξω ἀπὸ τὴ βασιλεύουσα. ᾽Απὸ τὰ ῾Ιεροσόλυμα μεταφέρανε τὸν Τίμιο Σταυρὸ στὴν
πρωτεύουσά τους[4]
κι αἰχμαλώτισαν τὸν Πατριάρχη. Τὴν ἱερὴ πόλη τὴν παραδώσανε στὴ μανία τῶν
ἐχθρῶν τῆς Χριστιανοσύνης.
῾Ο αὐτοκράτορας, ἀφοῦ ἑτοίμασε καλὰ τὸ στρατὸ καὶ
ἐμπιστεύθηκε τὰ μετόπισθεν στὸν Πατριάρχη Σέργιο[5],
μπῆκε ὁ ἴδιος ἐπικεφαλῆς καὶ τὸν ὁδήγησε ἐναντίον τῶν Περσῶν. ῾Ο πόλεμος αὐτὸς
κράτησε ἔξι χρόνια [622 - 628] , ἔγινε σὲ τρεῖς φάσεις καὶ μ’
ἕνα θαυμαστὸ στρατιωτικὸ σχέδιο τελείωσε σὲ θρίαμβο. Οἱ Πέρσες ζήτησαν εἰρήνη
καὶ δέχτηκαν νὰ ξαναγυρίσουν στὰ παλιά τους σύνορα. ᾽Επέστρεψαν καὶ τοὺς
αἰχμαλώτους καὶ τὸν Τίμιο Σταυρό[6]. Μὰ ὁ
πόλεμος αὐτὸς ἦταν ἐξαντλητικὸς καὶ γιὰ τοὺς νικητὲς καὶ γιὰ τοὺς νικημένους,.
῾Η ἐξάντληση αὐτή, ἦλθε σὲ πολὺ ἄσχημη στιγμή.
2. ῾Η μορφὴ τοῦ ῾Ηρακλείου, τοῦ
πρώτου Βυζαντινοῦ βασιλιᾶ.
Ἀξίζει νὰ σταθοῦμε λίγο στὸν ῾Ηράκλειο καὶ
νὰ δοῦμε πῶς σκέπτεται καὶ πῶς ἐνεργεῖ. Θὰ διακρίνωμε κάτι καινούριο στὸν τρόπο
του. Γιὰ νὰ πάρη τὸ θρόνο του ξεκίνησε[7] ἀπὸ
τὸ ᾽Εξαρχάτο τῆς Καρχηδόνας καὶ μπῆκε στὴ βασιλεύουσα μὲ στόλο ποὺ στὰ κατάρτια
του ἀνέμιζαν εἰκόνες τῆς Παναγίας. ῾Ο πόλεμος ποὺ κάνει μὲ τοὺς Πέρσες εἶναι
σταυροφορικός. Εἶναι ἕνας πόλεμος « κατὰ βαρβάρων», δηλαδὴ μὲ μὴ
Χριστιανούς, καὶ ὁ σκοπός του εἶναι ἔνας: Νὰ σώσουν τὸ ἅγιο Ξύλο τῆς
Σταύρωσης ἀπὸ τοὺς πυρολάτρες. ῾Ο πόλεμος αὐτὸς εἶναι ἱερός, γιατὶ γίνεται ὄχι μόνο
μὲ ἱερὸ σκοπό, ἀλλὰ καὶ μὲ ἱερὰ χρήματα. Τὰ προσφέρει ἡ ἐκκλησία ἀπὸ τὰ κειμήλια
καὶ τὰ ἅγια σκεύη της. Ξεκινᾶ γιὰ τὸν πόλεμο ἀπὸ τὴν ῾Αγία Σοφία δίχως ἔπαρση,
ἀφοῦ ἔβγαλε τὰ κόκκινα σαντάλια τοῦ αὐτοκράτορα κι ἔβαλε μαῦρα. ᾽Εκεῖ, πρὶν
ξεκινήση, ἔκανε τὴν προσευχή του στὸ Θεὸ καὶ στὸ Χριστό, καὶ τοὺς ζήτησε νὰ μὴν
ἀφήσουν τοὺς ἐχθροὺς τοῦ κράτους, ποὺ εἶναι καὶ δικοί τους ἐχθροί, νὰ τὸ
ντροπιάσουν, γιατὶ τὸ κράτος τῶν Χριστιανῶν εἶναι κληρονομιὰ δική τους. Τὸ
σύνθημα γιὰ τὴν ἀναχώρηση τὸ ἔδωσε ὑψώνοντας μιὰ ἀχειροποίητη εἰκόνα τοῦ
Χριστοῦ ποὺ ὁ ἴδιος πίστευε πὼς ἔκανε θαύματα. Τελειώνει τὸν πόλεμο μ’ ἔνα
διάγγελμα ποὺ διαβάστηκε σ’ ὅλες τὶς ἐκκλησίες καὶ πληροφοροῦσε τοὺς πιστοὺς
πὼς «ὁ Θεομάχος» βασιλιὰς τῆς Περσίας νικήθηκε καὶ τοὺς παράγγελνε ν’ «ἀλαλάξουν,
στὸν Κύριο» τὶς εὐχαριστίες τους γι’ αὐτό. Τὸ πιὸ χαρακτηριστικὸ τῆς ἐπόχῆς
εἶναι πώς, ὄταν ἔλειπε καὶ κινδύνεψε ἡ βασιλεύουσα ἀπὸ τοὺς ᾽Αβάρους, ὁ
Πατριάρχης ὕψωσε πλάι στὰ αὐτοκρατορικὰ σύμβολα καὶ τὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου καὶ
μὲ τὴν παρακίνησή του στήριξε ὁ λαὸς τὶς ἐλπίδες του γιὰ τὴ σωτηρία σ’ αὐτή[8]· ὅταν
λύθηκε ἡ πολιορκία καὶ σώθηκε ἡ πόλη, ὁ λαὸς μαζεύτηκε στὴν ἐκκλησία τῆς
Παναγιᾶς τῆς Βλαχερνιώτισσας κι ἐκεῖ ὅλοι, ὄρθιοι καὶ κατασυγκινημένοι, ὅλη τὴ
νύχτα εὐχαριστοῦσαν τὴ « στρατηγό », ποὺ τοὺς ἔσωσε, μὲ τὸν
ὕμνο ποὺ ἀπὸ τότε πῆρε τὸ ὄνομα ᾽Ακάθιστος . Πατριωτισμὸς καὶ
θρησκεία ἀπὸ δῶ καὶ πέρα ἑνώνονται τόσο στενά, ποὺ δὲν μπορεῖς νὰ τὰ ξεχωρίσης.
῞Ολα αὐτὰ δείχνουν καθαρὰ πὼς ὁ
αὐτοκράτορας αὐτὸς κι ἡ ἐποχή του ἀνήκουν σ’ ἕναν ἀλλιώτικο κόσμο. ῾Ο κόσμος
αὐτὸς εἶναι διαποτισμένος ὁλόκληρος ἀπὸ μιὰ βαθιὰ θρησκευτικὴ πίστη· εἶναι μιὰ
θεοκρατικὴ ἐποχή, ὅπως συνήθως ὀνομάζομε τὶς ἐποχὲς αὐτές.
Στὴν ἐποχὴ αὐτὴ ὅλα γύρω εἶναι σὰ νὰ
ἀναδίνουν τὴν εὐωδιὰ τοῦ λιβανιοῦ καὶ δίχως νὰ τὸ θέλης μπορεῖς νὰ ξεχαστῆς καὶ
νὰ νομίσης πὼς βρίσκεσαι σὲ ἐκκλησία. Εἶναι φανερὰ τὰ σημάδια : Βρισκόμαστε στὸ
Βυζάντιο πιὰ καὶ ὁ ῾Ηράκλειος[9] εἶναι
ὁ πρῶτος Βυζαντινὸς βασιλιάς .
[1] Ο Ηράκλειος
κατατάσσεται αναμφισβήτητα ανάμεσα στους μεγαλύτερους των Βυζαντινών
Αυτοκρατόρων. Είναι παροιμιώδης η παρουσία του στα πεδία των μαχών.
Εμπνευσμένος από μια βαθιά πίστη ότι έχει τη θεία εύνοια, πάντα ετίθετο
προσωπικά επικεφαλής του στρατού του, κατά τρόπο που ενέπνεε και τον πλέον
ολιγόψυχο στρατιώτη, και προκαλούσε τον τρόμο και το δέος στις τάξεις του
αντιπάλου.
[2] Παρ' όλη την ισχυρή πίστη και την αποκλειστική
αφοσίωσή του προς τον Θεό, ο Δαβίδ διέπραξε ορισμένα πολύ σοβαρά παραπτώματα.
Σκότωσε 7 απογόνους του βασιλιά Σαούλ, απαρίθμησε το λαό, μοίχεψε με τη
Βηθ-σαβεέ (Βηρσαβεέ) και σκότωσε μέσω πλεκτάνης τον σύζυγός της Ουρία. Ο
προφήτης Νάθαν τον έλεγξε με θάρρος για τις ανήθικες πράξεις του και ο Δαβίδ
μετανόησε ολόκαρδα και μεταμελήθηκε για την προηγούμενη πορεία του. Αλλά ο Θεός
δεν απέτρεψε τις σκληρές συνέπειες των αμαρτιών του που επήλθαν στη ζωή του.
Για παράδειγμα, ο γιος του Αβεσσαλώμ στασίασε εναντίον του σφετεριζόμενος τη
βασιλεία του, με θλιβερό όμως τέλος, κάτι που προκάλεσε μεγάλο πόνο στον Δαβίδ.
Τον Οκτώβριο του 610 ο Ηράκλειος παντρεύεται την αγαπημένη του Ευδοκία, και
αμέσως μετά στέφεται Ρωμαίος Αυτοκράτορας, σε ηλικία 36 ετών με την Ευδοκία
απέκτησε δύο παιδιά ανάμεσα στα οποία τον μετέπειτα αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Γ'
αλλά θα πεθάνει πρόωρα από επιληψία στις 13 Αυγούστου/612. Ο γάμος του κράτησε
μόλις 2 έτη. Και ήτο νέος ακόμη, 38 ετών. Μετά τον θάνατο της Ευδοκίας ο
Ηράκλειος παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο την ανιψιά του Μαρτίνα ( Η Μαρτίνα (περ. 595
- 641) ήταν η δεύτερη σύζυγος του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ηράκλειου. Ήταν
θυγατέρα της Μαρίας, αδερφής του Ηράκλειου. Μετά τον θάνατο της πρώτης συζύγου
του, Φαβίας, ο Ηράκλειος παντρεύτηκε την Μαρτίνα το 613, και την ονόμασε
αυτοκράτειρα. Η εκκλησία αντιτάχθηκε στον γάμο αυτό λόγω το ότι η Μαρτίνα ήταν
ανεψιά του Ηράκλειου. Ο γάμος όμως πραγματοποιήθηκε και η Μαρτίνα απόκτησε
εννέα παιδιά από τον Ηράκλειο. Μετά τον θάνατο του Ηράκλειου διεκδίκησε τον
θρόνο για τον γιο της Ηρακλεωνά, τον οποίο αντιπροσώπευσε. Η βασιλεία του όμως
διήρκεσε λίγους μήνες. Εκθρονίστηκαν, και ακρωτηριάστηκαν, ενώ εξορίστηκαν στη
Ρόδο. Εκεί η Μαρτίνα απεβίωσε ) κόρη της αδελφής του Μαρίας (613) παρά την
σκληρή αντίδραση του λαού και της εκκλησίας λόγω της αιμομιξίας, με την Μαρτίνα
θα αποκτήσει άλλα 9 παιδιά ανάμεσα στα οποία τον μετέπειτα αυτοκράτορα Ηρακλεωνά. (Διάδοχος του αυτοκράτορα Ηρακλείου, ο Ηρακλεωνάς κάθισε στο βυζαντινό
θρόνο ελάχιστους μόνο μήνες του 641, σε ηλικία 15 ετών. Ήταν γιος του Ηρακλείου
από τη δεύτερη σύζυγο του Μαρτίνα, μια γυναίκα με ισχυρή προσωπικότητα, η οποία
επιχείρησε να συγκεντρώσει την εξουσία στα χέρια της και να παρακάμψει τον
πρωτότοκο γιό του Ηρακλείου από την πρώτη του σύζυγο Ευδοκία, τον Κωνσταντίνο
Γ΄. Μετά τον θάνατο από άγνωστη αιτία του Κωνσταντίνου Γ΄, ο Ηρακλεωνάς και η
Μαρτίνα ήρθαν σε σύγκρουση με τη Σύγκλητο, της οποίας ο ρόλος είχε αναβαθμιστεί
από τον Ηράκλειο. Μητέρα και γιος κατηγορήθηκαν ότι δολοφόνησαν τον
συναυτοκράτορα Κωνσταντίνο. Ο Ηρακλεωνάς καθαιρέθηκε και ορίστηκε νέος
Αυτοκράτορας ο γιος του Κωνσταντίνου Κώνστας Β΄. Καταδικάστηκαν σε εξορία στη
Ρόδο και τιμωρήθηκαν με ακρωτηριασμό. ). Η Μαρτίνα θα επιβιώσει και μετά
τον θάνατο του συζύγου της (641) απαιτώντας να διεκδικήσει τον αυτοκρατορικό
θρόνο για λογαριασμό του δικού της γιου Ηρακλεωνά έναντι του γιου της Ευδοκίας
Κωνσταντίνου αλλά το τέλος της θα είναι πολύ άσχημο τόσο για την ίδια όσο και
για τον γιό της.
[3] Πυρολάτρης: οπαδός της πυρολατρίας, Ινδός οπαδός
του ζωροαστρισμού
[4] Το 614 η
Παλαιστίνη πέφτει στα χέρια του Πέρση στρατηγού Σαρ-Μπαράζ του βασιλιά Χοσρόη
Β', ο οποίος σφαγιάζει 90.000 χριστιανούς, και παίρνει ως λάφυρο το θρησκευτικό
κειμήλιο του Τίμιου Σταυρού από τον ναό του Παναγίου Τάφου στην Ιερουσαλήμ, τον
οποίο και μεταφέρει στη πρωτεύουσά του, Κτησιφώντα.
[5] Το 618, με την
Κωνσταντινούπολη υπό διπλή πολιορκία από Πέρσες και Άβαρους, καταστρώνει σχέδιο
μεταφορά της ρωμαϊκής πρωτεύουσας στην Καρχηδόνα και στο σταθερότερο εξαρχάτο
της Αφρικής, σχέδιο το οποίο τελικά εγκαταλείπει μεταπειθόμενος από τον
Οικουμενικό Πατριάρχη Σέργιο Α'. Ξεκινά τελικά την εκστρατεία του το 622, μετά
από 12 χρόνια σκληρής προετοιμασίας.
[6] Ο Ηράκλειος,
έχοντας πετύχει μεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες και έχοντας εξουδετερώσει τον
από αιώνων εχθρό της Αυτοκρατορίας, επιστρέφει στη Βασιλεύουσα, όπου εισέρχεται
θριαμβευτικά από τη Χρυσή Πύλη, στις 14 Σεπτεμβρίου 628. Μπροστά του βρισκόταν
το ανακτηθέν από τους Πέρσες κειμήλιο του Τίμιου Σταυρού. Ο Αυτοκράτορας είναι
πια 54 ετών, ευτυχής, αλλά καταβεβλημένος.
[7] Ο πατέρας του
Ηράκλειος ο πρεσβύτερος ήταν έξαρχος της Καρχηδόνας και ένας από τους παλαιούς
στρατηγούς του αυτοκράτορα Μαυρίκιου, με σημαντικό ιστορικό θριάμβων στο
περσικό μέτωπο κατά τον πόλεμο της περιόδου 572-591. Τον καιρό της βάναυσης
βασιλείας του σφετεριστή αυτοκράτορα Φωκά, ο οποίος είχε ανατρέψει τον Μαυρίκιο
το 602, και της νέας περσικής επέλασης στην Εγγύς Ανατολή με αφορμή το
πραξικόπημά του, όπου οι Πέρσες για πρώτη φορά δεν περιορίστηκαν σε μεθοριακές
συγκρούσεις στην Αρμενία και τη Μεσοποταμία αλλά εισέβαλαν μαζικά στις
ανατολικές ρωμαϊκές επαρχίες, ο Ηράκλειος διέκοψε αρχικά την επικοινωνία με την
πρωτεύουσα και την τροφοδοσία της με αφρικανικά σιτηρά. Τελικά συγκέντρωσε
ισχυρές ρωμαϊκές στρατιωτικές δυνάμεις προκειμένου να κινηθεί εναντίον του
Φωκά. Υπό τη διοίκηση του γιου του Ηράκλειου, ο στόλος σαλπάρει από την
Καρχηδόνα το 609 ενώ ταυτόχρονα ξεκινά ο στρατός από την ξηρά, υπό τη διοίκηση
του ανιψιού του Νικήτα, και οι δυο με τελικό προορισμό την Κωνσταντινούπολη. Συναντώντας
παντού θερμή υποδοχή, και ενισχύοντας καθ’ οδόν το ήδη σημαντικό στράτευμά του,
ο νεαρός Ηράκλειος φτάνει πρώτος στη Βασιλεύουσα το 610. Μεγαλόσωμος, με ξανθά
μαλλιά και επιβλητικό παρουσιαστικό, εισέρχεται θριαμβευτής στην Πόλη με την
υποστήριξη των Πρασίνων και χωρίς μάχη. Η ανακτορική φρουρά των Εξκουβιτόρων
αυτομολεί στην πλευρά του και τελικώς ο Φωκάς συλλαμβάνεται και εκτελείται.
[8] Ο Σέργιος Α΄ (...
- 9 Δεκεμβρίου 638) ήταν Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 610
έως το 638. Ήταν Σύρος στην καταγωγή και είχε μεγάλη μόρφωση. Διετέλεσε
διάκονος της Μεγάλης Εκκλησίας και «πτωχοκόμος». Εξελέγη Πατριάρχης το Μάρτιο
του 610. Έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην αντίσταση της Πόλης σε επιδρομή των
Αβάρων, η οποία συνέβη κατά την απουσία του Αυτοκράτορα Ηρακλείου. Ενώ ο
Αυτοκράτορας εκστράτευε στην Τραπεζούντα, ανέλαβε ο ίδιος την άτυπη πολιτική
ηγεσία και με λαϊκή κινητοποίηση, αλλά και τη συνδρομή καταιγίδας, η οποία
αποδόθηκε σε θεϊκή αρωγή, καθώς επέφερε μεγάλες ζημιές στον εχθρικό στόλο, η
Πόλη διασώθηκε. Μετά τη νίκη αυτή, στις 8 Αυγούστου του 626, ο λαός της Πόλης
έψαλε στο Ναό των Βλαχερνών όρθιος ευχαριστήριο ύμνο προς την Παναγία, ο οποίος
καθιερώθηκε και ονομάζεται έκτοτε «Ακάθιστος Ύμνος»
[9] Ο Φλάβιος
Ηράκλειος Αύγουστος (λατινικά: Flavius Heraclius Augustus)(π. 575 - 11
Φεβρουαρίου 641) ήταν Αυτοκράτορας του Βυζαντίου από το 610 ως τις 11
Φεβρουαρίου 641. Ο Ηράκλειος είναι ο Αυτοκράτορας που καθιέρωσε την ελληνική
γλώσσα ως την επίσημη γλώσσα του ρωμαϊκού κράτους, αντικαθιστώντας στα επίσημα
έγγραφα, επιγραφές και νομίσματα το “Imperator Caesar, Augustus” με το
“Βασιλεῦς”. Είναι γενικώς αποδεκτό ότι με τη βασιλεία του Ηράκλειου η Ρωμαϊκή
Αυτοκρατορία εγκατέλειψε οριστικά την Αρχαιότητα και εισήλθε για τα καλά στη
μεσαιωνική φάση της, αυτήν του (σήμερα αποκαλούμενου) βυζαντινού κράτους.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου