Τα φύλα στη Λογοτεχνία
ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΟΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΗΡΩΩΝ
ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Για την εξέταση στη Νέα Ελληνική Λογοτεχνία της Α ́ τάξης Ημερήσιου Γενικού Λυκείου και Α ́ τάξης Εσπερινού Γενικού Λυκείου δίνονται στους μαθητές δύο θέματα.
Το κάθε θέμα περιλαμβάνει ένα ή (αν πρόκειται για ποιήματα) περισσότερα άγνωστα λογοτεχνικά κείμενα, ομοειδή ή ομόθεμα με τις διδακτικές ενότητες που διδάχτηκαν. Οι μαθητές καλούνται να επιλέξουν το ένα από τα δύο θέματα.
Οι μαθητές καλούνται:
Σε περίπτωση που το δοσμένο κείμενο είναι αφηγηματικό ή θεατρικό:
(1α) Να διακρίνουν και να περιγράψουν τον κεντρικό λογοτεχνικό χαρακτήρα ...Στους Χαρακτήρες, ο Θεόφραστος περιγράφει τα εσωτερικά και ψυχικά γνωρίσματα ανάλογα με το ήθος των ανθρώπων, ενώ μέχρι σήμερα δεν είναι βέβαιο αν αποτελούσαν αυτοτελές έργο ή τμήμα κάποιου άλλου ή σημειώματα του Θεόφραστου. Συνολικά περιγράφονται 30 διαφορετικοί χαρακτήρες εκ των οποίων οι 15 περιλαμβάνονταν στην πρώτη έκδοση του έργου (1527), ενώ το 1522 ανακαλύφθηκαν επιπλέον οκτώ και το 1599 ακόμη πέντε.
Εἰς τὴν σύνθεσιν τῶν Χαρακτήρων ὁ Θεόφραστος ἀκολουθεῖ μίαν καὶ τὴν αὐτήν μέθοδον. Πρῶτον δηλαδὴ προτάσσει θεωρητικῶς τὸν ὁρισμὸν τῆς κακίας ἢ τοῦ ἐλαττώματος, καὶ ἔπειτα διὰ συγκεκριμένων παραδειγμάτων περιγράφει τὸ πρόσωπον, τὸ ὁποῖον ἔχει αὐτὸ τὸ ἐλάττωμα. Καὶ τοὺς μὲν ὁρισμούς ὀφείλει εἶς τὴν θεωρίαν τοῦ μεγάλου διδασκάλου του περὶ Ηθικῆς, τὰ δὲ παραδείγματα συνέλεξεν ὁ ἴδιος ἐκ τοῦ πραγματικοῦ βίου δι' ἀκριβοῦς παρατηρήσεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως· πρὸς κατανόησιν τῶν ὁρισμῶν ἀνάγκη νὰ προστεθοῦν καὶ τὰ ἐξῆς:
Ὁ Ἀριστοτέλης εἰς τὸ ἔργον του τὸ ὁποῖον ἐπιγράφεται Νικομάχεια Ἠθικὰ (II, 6) ὁρίζει τὴν ἀρετὴν ὡς μεσότητα μεταξὺ δύο ἄκρων, τὰ ὁποῖα εἶναι κακίαι ἢ ἐλαττώματα. Ἡ ἀνδρεία π.χ. εἶναι ἀρετή ὡς μεσότης μεταξὺ θρασύτητος καὶ δειλίας, αἱ ὁποῖαι εἶναι ἐλαττώματα. Οἱ τοιοῦτοι Ἀριστοτελικοὶ ὁρισμοὶ τῶν ἀρετῶν καὶ τῶν ἐλαττωμάτων ἔγιναν κληρονομία καὶ παράδοσις εἰς τὴν Περιπατητικὴν σχολὴν· τὴν παράδοσιν λοιπὸν ταύτην ἀκολουθεῖ καὶ ὁ Θεόφραστος· ἐπειδὴ ὅμως οἱ Χαρακτῆρές του ἀναφερονται ὄχι εἰς ἀρετὰς ἀλλὰ μόνον εἰς ἐλαττώματα, δὲν στηρίζονται εἰς τὰς μεσότητας, κατὰ τὴν φράσιν τοῦ Ἀριστοτέλους, ἀλλὰ εἰς τὰς ἀκρότητας. Πρὸς τούτοις τινὲς τῶν ὁρισμῶν τούτων εἶναι ἐλλιπεῖς, ἢ μᾶλλον εἴς τινας ὁρισμοὺς δὲν ἀνταποκρίνονται ἐντελῶς τὰ ἐπακολουθοῦντα παραδείγματα.
1. Εἰρωνεία 2. Κολακεία 3. Ἀδολεσχία 4. Ἀγροικία 5. Ἀρέσκεια 6. Ἀπόνοια 7. Λαλιὰ 8. Λογοποιία 9. Ἀναισχυντία 10. Μικρολογία 11. Βδελυρία 12. Ἀκαιρία 13. Περιεργία 14. Ἀναισθησία 15. Αὐθάδεια 16. Δεισιδαιμονία 17. Μεμψιμοιρία 18. Ἀπιστία 19. Δυσχέρεια 20. Ἀηδία 21. Μικροφιλοτιμία 22. Ἀνελευθερία 23. Ἀλαζονεία 24. Ὑπερηφανία 25. Δειλία 26. Ὀλιγαρχία 27. Ὀψιμαθία 28. Κακολογία 29. Φιλοπονηρία 30. Αἰσχροκέρδεια
Περιληπτικά βάσει των κατηγοριών αυτών πρέπει να αναγνωρίζουμε τα εξής χαρακτηριστικά στους ήρωες των λογοτεχνικών κειμένων τόσο μεμονωμένα όσο και σε συνδυασμό μεταξύ των… ξαναλέγω ότι αυτοί οι χαρακτήρες του Θεόφραστου θα μας βοηθήσουν να αναγνωρίζουμε ελαττωματικούς και ΜΟΝΟΝ χαρακτήρες ηρώων, να αναγνωρίζουμε τα μειονεκτήματά των…
1. Ο Οψιμαθής
Η οψιμάθεια θα φαινόταν ότι είναι η όρεξη που έχει κανείς να κάνει πράγματα αταίριαστα με την ηλικία του, ενώ ο οψιμαθής το είδος του ανθρώπου που μαθαίνει απ’ έξω στίχους, όταν έχει πια πατήσει τα εξήντα, και ενώ προσπαθεί να τους απαγγείλει στο συμπόσιο, τους ξεχνά. Καβάλα σε ξένο άλογο στην εξοχή προσπαθεί συνάμα να εξασκήσει και την τέχνη της ιππασίας, πέφτει όμως και σπάει το κεφάλι του.[…]
2. Ο Κακολόγος
Κακολογία είναι η τάση της ψυχής προς το χειρότερο στα λόγια, ενώ ο κακολόγος το είδος του ανθρώπου που, όταν τον ρωτήσουν «Ο τάδε τι άνθρωπος είναι;», απαντά με τον τρόπο των γενεαλόγων: «Λοιπόν, πρώτα θ’ αρχίσω από τους προγόνους του…». Είναι ικανός να αρχίσει να μιλά στους διπλανούς του γι’ αυτόν που ανέβηκε στο βήμα και από τη στιγμή που έκανε την αρχή, δε σταματά προτού κατηγορήσει ακόμη και τους συγγενείς, ακόμη και για τους πεθαμένους, αποκαλώντας την κακολογία παρρησία και δημοκρατία και ελευθερία και απολαμβάνοντας την περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στη ζωή του.[…]
3. Ο Φιλοπόνηρος
Η φιλοπονηρία είναι η επιθυμία για το κακό, ενώ ο φιλοπόνηρος το είδος του ανθρώπου που επιδιώκει να συναντά άτομα, τα οποία ηττήθηκαν και έχασαν δημόσιες δίκες, και έχει την εντύπωση ότι, αν κάνει παρέα μαζί τους, θα γίνει περισσότερο έμπειρος και φοβερός. Είναι ικανός να γίνει προστάτης των φαύλων και συνήγορος στα δικαστήρια για επιλήψιμες υποθέσεις και, όταν δικάζει, να δίνει τη χειρότερη δυνατή ερμηνεία στα λεγόμενα των αντιδίκων.[…]
4. Ο Αισχροκερδής
Η αισχροκέρδεια είναι η περίσσεια αισχρού κέρδους, ενώ ο αισχροκερδής το είδος του ανθρώπου που, όταν παραθέτει γεύμα, δεν προσφέρει αρκετό ψωμί. Ζητά δανεικά από κάποιον ξένο που καταλύει στο σπίτι του. Όταν διανέμει μερίδες, ισχυρίζεται ότι είναι δίκαιο να πάρει διπλή μερίδα εκείνος, ο οποίος κάνει τη διανομή, κι αμέσως την δίνει στον εαυτό του. Όταν πουλά κρασί, το πουλά νερωμένο ακόμη και στο φίλο του.[…]
5. Ο Υποκριτής
Η υποκρισία, για να την ορίσουμε περιληπτικά, θα έδινε την εντύπωση ότι είναι η προσποιητική υποβάθμιση (του εαυτού μας) με πράξεις και με λόγια, ενώ ο υποκριτής το είδος του ανθρώπου που πλησιάζει τους εχθρούς του και είναι πρόθυμος να κουβεντιάσει μαζί τους. Επαινεί, όταν είναι παρόντες, αυτούς τους οποίους κατηγόρησε στα κρυφά και συμπάσχει μαζί τους, αν αυτοί ηττηθούν (σε μια δίκη). Συγχωρεί εκείνους που τον κακολογούν και γελά με όσα λέγονται εναντίον του. Συνομιλεί ήρεμα με ανθρώπους που έχουν υποστεί αδικία και είναι οργισμένοι. Σε εκείνους, οι οποίοι επιθυμούν να τον συναντήσουν επειγόντως, παραγγέλλει να ξανάρθουν αργότερα και – δίχως να ομολογεί τι (σκοπεύει να) κάνει – ισχυρίζεται ότι το σκέφτεται και προσποιείται ότι μόλις έχει επιστρέψει (στο σπίτι), ότι είναι αργά και ότι είναι άρρωστος.[…]
6. Ο Κόλακας
Θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι η κολακεία είναι αισχρή συναναστροφή, η οποία όμως ωφελεί τον κόλακα, και ότι ο κόλακας είναι το είδος του ανθρώπου που λέει σ’ αυτόν που περπατά μαζί του: «Αντιλήφθηκες πώς στρέφει ο κόσμος το βλέμμα του πάνω σου; Αυτό δε συμβαίνει σε κανέναν άλλο στην πόλη μας, παρά μόνο σε σένα». «Διακρίθηκες χτες στη στοά». Γιατί, ενώ ήταν καθισμένοι εκεί πάνω από τριάντα άνθρωποι και έτυχε να γίνει λόγος για το ποιος είναι ο καλύτερος πολίτης, όλοι κατέληξαν – και πρώτος πρώτος ο κόλακας – στο δικό του όνομα. Όταν ο άνθρωπός του λέει κάτι, τότε ο κόλακας προστάζει τους άλλους να σιωπούν, και τον επαινεί, ενώ εκείνος μπορεί να τον ακούσει, και κάθε φορά που σταματά να μιλά, τον επιδοκιμάζει λέγοντας: «Σωστά!». Κι όταν εκείνος πει ένα κρύο αστείο, ο κόλακας ξεσπά σε γέλια και βάζει το πανωφόρι του στο στόμα, σαν τάχα να μην μπορεί να συγκρατήσει τ ο γέλιο του.[…]
7. Ο Φλύαρος
Η φλυαρία είναι διήγηση λόγων μωρών και απερίσκεπτων, ενώ ο φλύαρος το είδος του ανθρώπου που, αφού καθίσει κοντά σε κάποιον τον οποίο δεν γνωρίζει, αρχίζει πρώτα να επαινεί τη γυναίκα του. Κατόπιν του διηγείται το όνειρο που είδε τη νύχτα. Έπειτα του αφηγείται με λεπτομέρειες ένα-ένα τα εδέσματα που είχε στο δείπνο του. Μετά, καθώς το πράγμα προχωρά, του λέει ότι οι άνθρωποι του παρόντος είναι πολύ χειρότεροι απ’ τους παλιούς, ότι το σιτάρι στην αγορά είναι φθηνό, ότι υπάρχουν στην πόλη πολλοί ξένοι, ότι η θάλασσα από τη γιορτή των Διονυσίων και μετά είναι κατάλληλη για τη ναυσιπλοΐα, και ότι, αν ο Δίας στείλει περισσότερη βροχή, η γη θα γίνει πιο εύφορη, ποιο χωράφι σκοπεύει να καλλιεργήσει του χρόνου, ότι η ζωή είναι δύσκολη.[…]
8. Ο Χωριάτης
Η χωριατιά φαίνεται ότι είναι η απρεπής έλλειψη λεπτότητας, ενώ ο χωριάτης το είδος του ανθρώπου που πηγαίνει στην Εκκλησία του Δήμου, αφού έχει πιει κυκεώνα. Ισχυρίζεται επίσης ότι το άρωμα δεν μυρίζει πιο ευχάριστα από το θυμάρι. Φορά υποδήματα μεγαλύτερα από τα πόδια του. Μιλά με δυνατή φωνή. Στους φίλους και τους συγγενείς είναι δύσπιστος, ενώ τους οικιακούς του δούλους τούς συμβουλεύεται για τις πιο σπουδαίες υποθέσεις του.[…]
9. Ο Δουλοπρεπής
Η δουλοπρέπεια είναι, για να δώσουμε έναν περιληπτικό ορισμό, ένας τρόπος συναναστροφής που στοχεύει στο να προσφέρει ευχαρίστηση, χωρίς όμως τις καλύτερες προθέσεις, ενώ ο δουλοπρεπής είναι, χωρίς αμφιβολία, το είδος του ανθρώπου που σε χαιρετά από μακριά και, αφού σε αποκαλέσει άνδρα εξοχότατο και σου εκφράσει αρκούντως το θαυμασμό του, σε αγκαλιάζει και με τα δύο του χέρια και δε σε αφήνει, περπατά μαζί σου για λίγο και σε ρωτά πότε θα σε ξαναδεί και φεύγει επαινώντας σε. Όταν τον προσκαλέσουν σε κάποια επιτροπή διαιτησίας, επιθυμεί να ευχαριστήσει όχι μόνο τον άνθρωπο που υποστηρίζει, αλλά και τον αντίδικο, για να φανεί αμερόληπτος. Στους ξένους λέει ότι μιλούν δικαιότερα από τους συμπολίτες του.[…]
10. Ο Αναίσχυντος
Αναισχυντία είναι η ανοχή αισχρών έργων και λόγων, ενώ ο αναίσχυντος το είδος του ανθρώπου που ορκίζεται εύκολα, αποκτά κακή φήμη με τη θέληση του, λοιδορεί τους ισχυρούς. Στο χαρακτήρα του είναι αγοραίος, ακόλαστος και ικανός για τα πάντα. Δεν απορρίπτει καμιά επαίσχυντη εργασία, αλλά και κήρυκας γίνεται και μάγειρας και παίκτης στα ζάρια. Δεν τρέφει τη μητέρα του, συλλαμβάνεται για κλοπή και κατοικεί περισσότερο καιρό στη φυλακή παρά στο σπίτι του.[…]
11. Ο Πολυλογάς
Η πολυλογία, αν θα ήθελε κανείς να την ορίσει, θα φαινόταν ότι είναι η ανικανότητα ελέγχου του λόγου, ενώ ο πολυλογάς το είδος του ανθρώπου που λέει σ’ εκείνον, τον οποίο τυχόν θα συναντήσει, ότι του μιλά ανόητα, οτιδήποτε και αν του πει ο άλλος, και ότι ο ίδιος τα ξέρει όλα και ότι, αν τον ακούσει, θα καταλάβει. Και ενώ στο μεταξύ ο άλλος προσπαθεί να του απαντήσει, αυτός προσθέτει ένα «Μην ξεχάσεις αυτό που πρόκειται να πεις» και «Εύγε, που μου το θύμισες» και «Είναι χρήσιμο να μπορείς να μιλάς» και «Αυτό το ξέχασα» και «Γρήγορα μπήκες στο νόημα» και «Από ώρα περιμένω να δω αν θα συμφωνήσεις μαζί μου». Και προσπαθεί να βρει για τον εαυτό του και άλλες τέτοιες εισαγωγικές φράσεις, ώστε ο άνθρωπος που τον συναντά να μην μπορεί ούτε καν να πάρει ανάσα.[…]
12. Ο Ψευδολόγος
Η ψευδολογία είναι η σύνθεση ψευδών λόγων και πράξεων, για τις οποίες αυτός που ψευδολογεί επιθυμεί να γίνει πιστευτός, ενώ ο ψευδολόγος το είδος του ανθρώπου που μόλις απαντήσει το φίλο του, αμέσως χαλαρώνει το ύφος του και χαμογελώντας ρωτά: «Από πού έρχεσαι; Έχεις κάτι να μου πεις; Πώς είσαι;» και προτού εκείνος προλάβει να πει «είμαι καλά», ο ψευδολόγος προσθέτει: «Ρωτάς μήπως κυκλοφορεί κανένα νέο; Ναι, και μάλιστα τα νέα είναι καλά». Και χωρίς να αφήσει τον άλλον να αποκριθεί, λέει: «Τι λες; Δεν έχεις ακούσει τίποτε; Θαρρώ ότι θα σε χορτάσω με φρέσκα νέα».[…]
13. Ο Αδιάντροπος
Αδιαντροπιά είναι – για να την περιγράψουμε με έναν ορισμό – να αδιαφορεί κανείς για την κακή του φήμη για χάρη του κέρδους, ενώ ο αναίσχυντος το είδος του ανθρώπου που, πρώτον, γυρίζει και ζητάει δανεικά από κάποιον, τον οποίο δεν έχει ξεχρεώσει έπειτα, αφού κάνει θυσία στους θεούς, ο ίδιος πηγαίνει να δειπνήσει στο σπίτι κάποιου άλλου, ενώ τα (δικά του) κρέατα τα αλατίζει και τα αποθηκεύει. Όταν πηγαίνει να αγοράσει τρόφιμα, υπενθυμίζει στον κρεοπώλη οποιαδήποτε περίπτωση που τυχόν του φάνηκε χρήσιμος, και αφού πάει και καθίσει πλάι στη ζυγαριά, ρίχνει μέσα κατά προτίμηση κρέας, ειδάλλως κανένα κόκαλο για τη σούπα. Αν μπορέσει να τα εξασφαλίσει αυτά, έχει καλώς, αν όχι, τότε αρπάζει, γελώντας ταυτόχρονα, κανένα άντερο από τον πάγκο και φεύγει.[…]
14. Ο Παραδόπιστος
Η παραδοπιστία είναι η υπέρμετρη φειδώ στις δαπάνες, ενώ ο παραδόπιστος το είδος του ανθρώπου που απαιτεί να του δοθεί μέσα στο μήνα ως τόκος μισός οβολός πηγαίνοντας στο σπίτι του οφειλέτη. Όταν συντρώγει με άλλους, μετρά πόσα ποτήρια ήπιε ο καθένας, ενώ η εναρκτήρια σπονδή του στην Άρτεμη είναι η μικρότερη από όλων των ομοτράπεζών του. Αν κάποιος οικιακός δούλος σπάσει μια χύτρα ή μια γαβάθα, κατακρατεί το αντίτιμο από τα έξοδα για τη διατροφή του. Όταν πουλά κάτι, το πουλά τόσο ακριβά, ώστε να ζημιώνεται ο αγοραστής.[…]
15. Ο Βδελυρός
Δεν είναι δύσκολο να ορίσει κανείς τη βδελυρία. Γιατί πρόκειται για μια παιδαριώδη συμπεριφορά, κατάδηλη και επονείδιστη. Ο βδελυρός, πάλι, είναι το είδος του ανθρώπου που, όταν συναντά στο δρόμο του ελεύθερες γυναίκες, σηκώνει το ένδυμά του και δείχνει τα γεννητικά του όργανα. Στο θέατρο χειροκροτεί, όταν οι άλλοι έχουν σταματήσει, και σφυρίζει τους ηθοποιούς, τους οποίους οι υπόλοιποι απολαμβάνουν να βλέπουν. Στέκεται στην είσοδο του κουρείου ή του μυροπωλείου και αναφέρει ότι σκοπεύει να πιει μέχρι να μεθύσει.[…]
16. Ο Ασυγχρόνιστος
Έλλειψη συγχρονισμού είναι η επιλογή χρονικής στιγμής, που ενοχλεί εκείνους που συναντώνται (με τον ασυγχρόνιστο), ενώ ο ασυγχρόνιστος το είδος του ανθρώπου, ο οποίος έρχεται να ζητήσει συμβουλές, την ώρα που κάποιος είναι απασχολημένος. Στην ερωμένη του κάνει καντάδα, ενώ αυτή έχει πυρετό. Πηγαίνει σε κάποιον που μόλις έχασε κάποια υπόθεση εγγύησης και τον παρακαλεί να εγγυηθεί και γι’ αυτόν.[…]
17. Ο Άνθρωπος της υπερβολής
Δίχως αμφιβολία ο υπερβολικός ζήλος θα φανεί ότι είναι καλοπροαίρετη ανάληψη λόγων και πράξεων, ενώ ο άνθρωπος της υπερβολής είναι το είδος του ανθρώπου που σηκώνεται και εξαγγέλλει υποσχέσεις, τις οποίες δεν θα καταφέρει να εκπληρώσει. Ενώ όλοι συμφωνούν ότι ο αγώνας του είναι δίκαιος, αυτός δείχνει υπερβολική επιμονή και χάνει την υπόθεση. Αναγκάζει το δούλο του να κεράσει περισσότερο κρασί απ’ όσο μπορούν να πιουν οι καλεσμένοι.[…]
18. Ο Βραδύνους
Η βραδύνοια είναι, για να την ορίσουμε, μια νωθρότητα της ψυχής στα λόγια και τις πράξεις, ενώ ο βραδύνους το είδος του ανθρώπου που, αφού κάνει έναν υπολογισμό χρησιμοποιώντας λιθαράκια και βρει το άθροισμα, ρωτά κατόπιν τον διπλανό του: «Πόσο μας κάνει;». Όταν είναι θεατής στο θέατρο, πέφτει σε ύπνο κι απομένει μόνος του. Είναι ικανός να πάρει μαζί του μάρτυρες, όταν είναι να εισπράξει χρήματα που του οφείλονται. Ενώ είναι χειμώνας, μαλώνει με το δούλο του, γιατί δεν του αγόρασε αγγούρια.[…]
19. Ο Φιλαυτός
Η φιλαυτία είναι λεκτική τραχύτητα στις συναναστροφές, ενώ ο φίλαυτος το είδος του ανθρώπου που όταν τον ρωτούν «Πού είναι ο τάδε;», αυτός απαντά: «Μη με ενοχλείς». Όταν κάποιος τον χαιρετά, αυτός δεν ανταποδίδει το χαιρετισμό. Όταν πουλά κάτι, δεν λέει στους αγοραστές πόσο θα το έδινε, αλλά ρωτά: «Πόσα πιάνει;». Σ’ αυτούς που τον τιμούν και του στέλνουν φαγητό στις γιορτές λέει ότι αυτά που του δίνουν δεν αξίζουν τίποτα. Δε συγχωρεί ούτε αυτόν που τον λάσπωσε χωρίς να το θέλει, ούτε αυτόν που τον έσπρωξε, ούτε αυτόν που τον πάτησε.[…]
20. Ο Δεισιδαίμονας
Χωρίς αμφιβολία η δεισιδαιμονία θα φαινόταν ότι είναι δειλία μπροστά στη θεότητα, ενώ ο δεισιδαίμονας το είδος του ανθρώπου που, αφού πλύνει τα χέρια του στην πηγή και ραντίσει όλο του το σώμα με νερό από κάποιο ιερό, βάζει στο στόμα του φύλλο δάφνης και κυκλοφορεί έτσι όλη τη μέρα. Είναι ικανός να κάνει συχνά καθαρμούς στο σπίτι του ισχυριζόμενος ότι το έχουν μαγέψει με την Εκάτη. Αν κράξουν κουκουβάγιες, καθώς περπατά, ταράζεται και αφού πει «Η Αθηνά είναι δυνατότερη!», μόνο τότε συνεχίζει το δρόμο του. Αν δει τρελό ή επιληπτικό, ανατριχιάζει και φτύνει στον κόρφο του.[…]
21. Ο Μεμψίμοιρος
Η μεμψιμοιρία είναι ο ανάρμοστος ψόγος για αυτά που σου έχουν δοθεί, ενώ ο μεμψίμοιρος το είδος του ανθρώπου, ο οποίος λέει σ’ εκείνον που του φέρνει μερίδα φαγητού σταλμένη από κάποιο φίλο: «Μου στέρησε την ευκαιρία να δοκιμάσω τη σούπα και το κρασί με το να μη με καλέσει στο δείπνο». Όταν η ερωμένη του τον φιλά με πάθος, της λέει: «Αναρωτιέμαι αν πράγματι με αγαπάς με την καρδιά σου». Αν βρει στο δρόμο κανένα πορτοφόλι, λέει: «Ποτέ μου όμως δε βρήκα θησαυρό».[…]
22. Ο Καχύποπτος
Χωρίς αμφιβολία η καχυποψία είναι η υπόνοια που έχει κανείς ότι όλοι τον εξαπατούν, ενώ ο καχύποπτος το είδος του ανθρώπου που αφού στείλει το δούλο του να κάνει ψώνια, στέλνει έναν άλλο δούλο για να μάθει πόσα πλήρωσε ο πρώτος. Τα χρήματά του τα κουβαλά ο ίδιος και κάθε διακόσια μέτρα κάθεται και μετρά πόσα είναι. Το δούλο, ο οποίος τον συνοδεύει, τον διατάζει να μη βαδίζει πίσω του αλλά μπροστά, για να τον προσέχει μήπως και αποδράσει στην πορεία.[…]
23. Ο Αποκρουστικός
Αποκρουστικότητα είναι η παραμέληση του σώματος που προκαλεί δυσαρέσκεια, ενώ ο αποκρουστικός το είδος του ανθρώπου που κυκλοφορεί έχοντας ψωρίαση και αλφισμό και μεγάλα νύχια τις μασχάλες τις έχει ψειριασμένες και δασιές μέχρι πολύ κάτω στα πλευρά. Τα δόντια του είναι μαύρα και φαγωμένα. Ενώ τρώει, σκουπίζει τη μύτη του. Πίνει και ρεύεται. Κοιμάται με τη γυναίκα του στο κρεβάτι άπλυτος.[…]
24. Ο Χοντράνθρωπος
Η χοντροκοπιά, για να δώσουμε έναν περιληπτικό ορισμό, είναι συμπεριφορά που προξενεί λύπη, δίχως όμως βλάβη, ενώ ο χοντράνθρωπος το είδος του ανθρώπου που εισβάλλει στο σπίτι και σηκώνει κάποιον, ο οποίος μόλις έπεσε για ύπνο, για να του μιλήσει. Την ώρα που τρώει διηγείται ότι ήπιε ελλέβορο που τον καθάρισε κι από πάνω κι από κάτω, και ότι η χολή στα περιττώματά του ήταν πιο μαύρη από τη σούπα που βρίσκεται μπροστά του.[…]
25. Ο Κενόδοξος
Η κενοδοξία θα φανεί ότι είναι ένας ποταπός πόθος για γόητρο, ενώ ο κενόδοξος το είδος του ανθρώπου που προσπαθεί, όταν τον έχουν καλέσει σε δείπνο, να δειπνήσει ξαπλωμένος δίπλα στον ίδιο τον οικοδεσπότη. Για να κουρέψει τελετουργικά το γιο του, τον οδηγεί στους Δελφούς. Φροντίζει ο ακόλουθός του να είναι Αιθίοπας. Όταν επιστρέφει χρέος μιας αργυρής μνας, σπεύδει να το δώσει σε ολοκαίνουργια κέρματα.[…]
26. Ο Τσιγκούνης
Τσιγκουνιά είναι η έλλειψη επιθυμίας για τιμές που προϋποθέτουν το ξόδεμα χρημάτων, ενώ ο τσιγκούνης το είδος του ανθρώπου που, αν νικήσει σε διαγωνισμό τραγωδίας, αφιερώνει μια ξύλινη λωρίδα στο Διόνυσο χαράζοντας πάνω της μόνο το όνομά του. Κάθεται μέσα στο σπίτι, όταν έχει δώσει το ρούχο του για πλύσιμο. Φορά παπούτσια που ο τσαγκάρης τούς κάρφωσε ξανά τη σόλα και λέει ότι είναι ανθεκτικά σαν κέρατο.[…]
27. Ο Καυχησιάρης
Χωρίς αμφιβολία η καυχησιολογία θα φανεί ότι είναι η προσποίηση ανύπαρκτων αγαθών, ενώ ο καυχησιάρης το είδος του ανθρώπου που κάθεται στην προκυμαία (του Πειραιά) και διηγείται στους ξένους ότι έχει επενδύσει πολλά χρήματα στη θάλασσα. Κι ενώ καυχιέται υπερβολικά γι’ αυτά τα πράγματα, στέλνει συνάμα και το δούλο του στην τράπεζα, αν και έχει κατάθεση μιας δραχμής.[…]
28. Ο Αλάζων
Αλαζονεία είναι να περιφρονεί κανείς όλους τους άλλους εκτός από τον εαυτό του, ενώ ο αλαζόνας το είδος του ανθρώπου που λέει σε κάποιον, ο οποίος επείγεται, ότι θα τον δει μετά το δείπνο, την ώρα του περιπάτου. Αν έχει κάνει κάποια ευεργεσία, λέει ότι την θυμάται. Ποτέ δεν θέλει να κάνει το πρώτο βήμα για να προσεγγίσει κάποιον. Δεν αφήνει κανέναν να μπει στο σπίτι του, όταν ο ίδιος αλείφεται με λάδι ή λούζεται ή τρώει.[…]
29. Ο Δειλός
Χωρίς αμφιβολία η δειλία θα φαινόταν ότι είναι μια γεμάτη φόβο υποχώρηση της ψυχής, ενώ ο δειλός το είδος του ανθρώπου που, όταν ταξιδεύει στη θάλασσα, νομίζει ότι τα ακρωτήρια είναι πειρατικά πλοία. Αν σηκωθεί θαλασσοταραχή, ρωτά μήπως κάποιος από τους συνεπιβάτες του δεν είναι μυημένος. Εμφανίζεται ξαφνικά στον κυβερνήτη και τον ρωτά αν έχουν κάνει τη μισή διαδρομή και πώς του φαίνεται ο καιρός. Σ’ εκείνον που κάθεται δίπλα του λέει ότι τον φόβισε κάποιο όνειρο.[…]
30. Ο Ολιγαρχικός
Η ολιγαρχία θα φαινόταν ότι είναι η πολιτική που ορέγεται ισχύ και κέρδος, ενώ ο ολιγαρχικός το είδος του ανθρώπου που, όταν συνεδριάζει ο λαός για να αποφασίσει ποιους ανθρώπους θα εκλέξει για την επιμέλεια της πομπής μαζί με τον (υπεύθυνο) άρχοντα, ανεβαίνει στο βήμα κι αποφαίνεται ότι αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να έχουν απόλυτη εξουσία. Αν οι άλλοι (ομιλητές) προτείνουν δέκα ανθρώπους, αυτός λέει: «Ένας είναι αρκετός, πρέπει όμως να είναι αληθινός άνδρας».[…]
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου