Να συγκρίνετε τον τρόπο με τον οποίο αποδίδει την έννοια του ἀγαθοῦ στην αλληγορία του σπηλαίου ο Πλάτων με την περιγραφή της ἀρετῆς στο ακόλουθο ποίημα του Σιμωνίδη του Κείου.
Η αρετή
Ένας λόγος λέει: Σε βράχια
η Αρετή δυσκολοπάτητα φωλιάζει
κι έναν τόπο θείο και πάναγνο αφεντεύει·
δεν μπορούν του καθενός θνητού τα μάτια
να τη δουν· την αντικρίζει μόνο εκείνος
που από μέσα του ο ιδρώτας, σπαραγμός
της καρδιάς του, θ’ αναβρύσει,
μόνο εκείνος που ως τ’ ακρόκορφο θα φτάσει
της αντρείας.
(μτφρ. Θρ. Σταύρου)
Ο Πλάτωνας θέλοντας να τονίσει πόσο πραγματικά δύσκολο είναι να φτάσει κανείς στη θέαση του αγαθού, στον υψηλότερο δηλαδή αναβαθμό γνώσης και αντίληψης, παρομοιάζει την απαιτούμενη παιδευτική διαδικασία, με την απόδραση από ένα σπήλαιο όπου ο άνθρωπος βρίσκεται αλυσοδεμένος και ακινητοποιημένος. Απόδραση, η οποία καθίσταται εξαιρετικά επίπονη, καθώς ο δεσμώτης πρέπει όχι μόνο να ξεφύγει από τα δεσμά του (τις πλάνες του αισθητού κόσμου), αλλά ν’ ακολουθήσει κι έναν ανοδικό δρόμο που θα τον φέρει στο φως του πραγματικού ήλιου (κόσμος της καθαρής νόησης / κόσμος των ιδεών), όπου θα πρέπει να συνειδητοποιήσει και ν’ αποδεχτεί πως όσα μέχρι τότε πίστευε ως αληθινά, δεν ήταν παρά σκιές κακέκτυπων αντιγράφων. Ενώ, συνάμα, θα πρέπει ν’ αναλάβει και την ευθύνη ν’ αποκαλύψει αυτή τη νέα πραγματικότητα στους συμπολίτες του, έστω κι αν γνωρίζει πως δύσκολα θα γίνει πιστευτός∙ έστω κι αν θα πρέπει να θυσιάσει τη δική του ευδαιμονία απ’ τη θέαση του αγαθού, για χάρη των άλλων ανθρώπων που είναι ακόμη δέσμιοι της άγνοιάς τους.
Η παιδευτική διαδικασία που οδηγεί στη θέαση του αγαθού είναι πολλαπλά απαιτητική και χρειάζεται βαθιά και ουσιαστική προσήλωση του ατόμου στον παιδευτικό του στόχο, προκειμένου να υπερβεί όλες τις αντιξοότητες. Είναι, παράλληλα, μια πορεία που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί από όλους τους ανθρώπους, μιας και δεν έχουν όλοι από τη φύση τους τα αναγκαία πνευματικά χαρίσματα. Το αγαθό, επομένως, δίνεται από τον Πλάτωνα ως κάτι το δυσεπίτευκτο, το οποίο προορίζεται για τους λίγους εκείνους εκλεκτούς ανθρώπους που έχουν εκ φύσεως τη νοητική ικανότητα να ξεπεράσουν τα περιορισμένα αντιληπτικά όρια των αισθήσεων, και να φτάσουν σε μια αμιγώς νοητική πρόσληψη των πραγμάτων και των εννοιών.
Το αγαθό ως μια δυσεπίτευκτη μεν, αλλά απόλυτης καθαρότητας νοητική κατάσταση, όπου οι έννοιες και οι ιδέες παρουσιάζονται στην πραγματική και άρτια μορφή τους, βρίσκει το ανάλογό του στην ιδέα της αρετής, όπως αυτή δίνεται στο ποίημα του Σιμωνίδη. Η αρετή εξουσιάζει έναν τόπο θεϊκό και απόλυτα αγνό, έναν τόπο αμιγούς και αμόλυντης αγνότητας, όπως ακριβώς το αγαθό εντοπίζεται σ’ έναν χώρο καθαρά πνευματικό και ανέγγιχτο απ’ τους περιορισμούς των ελλιπών ανθρώπινων αισθήσεων. Εντοπίζουμε, έτσι, τη θέληση των δύο δημιουργών να τονίσουν πως πρόκειται για έννοιες οι οποίες στην απόλυτη έκφανσή τους, συνιστούν τον ανώτατο βαθμό πνευματικής και ηθικής εξέλιξης αντίστοιχα. Επιτεύξεις, μάλιστα, που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν από όλους τους ανθρώπους, καθώς τόσο η θέαση του αγαθού όσο και η θέαση της αρετής αποτελούν ένα μέγιστο προνόμιο που επιφυλάσσεται για λίγους μόνο ανθρώπους.
Άλλωστε, όπως η θέαση του αγαθού απαιτεί μια κοπιώδη ανοδική πορεία πνευματικής εξέλιξης, έτσι κι η κατάκτηση της αρετής ζητά μια κορύφωση ανδρείας, καθώς για να φτάσει κανείς στην απόλυτη αρετή οφείλει να έχει υπέρμετρη ηθική και ψυχική δύναμη. Η αρετή, σε μεταφορικό επίπεδο, εντοπίζεται σε βράχια που δύσκολα μπορεί κανείς να τα πατήσει, και χρειάζεται να βιώσει κάποιος τον σπαραγμό της καρδιάς του, να πονέσει δηλαδή ψυχικά, προκειμένου να κριθεί άξιος για να την αντικρίσει. Ο ψυχικός αυτός πόνος και το ζητούμενο αποκορύφωμα της ανδρείας, αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις διότι ο πραγματικά ενάρετος άνθρωπος πρέπει να υπερνικήσει τις εσωτερικές του ελλείψεις, τις υποδεέστερες επιθυμίες και τις συνήθεις μικροπρέπειες της ανθρώπινης φύσης, κι επιπλέον οφείλει να αναμετρηθεί με τις αντίστοιχες αυτές ελλείψεις των συνανθρώπων του. Χρειάζεται, επομένως, ένα δυσθεώρητο επίπεδο ψυχικής δύναμης για να κατορθώσει κάποιος να καταστεί αληθινά ενάρετος, αλλά και να παραμείνει ενάρετος.
Να εντοπίσετε στο κείμενο τους όρους (λέξεις) που χρησιμοποιεί ο Πλάτων για να χαρακτηρίσει το ἀγαθό, την πορεία προς αυτό και την προσέγγισή του. Τι αποκαλύπτουν για τη φύση του ἀγαθοῦ;
μέγιστον μάθημα, ἀναβῆναι, ἀνάβασιν, ἀναβάντες, ἴδωσι, ἀφικέσθαι, ἰδεῖν
Το αγαθό αποτελεί, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, το σημαντικότερο μάθημα, το υψηλότερο πνευματικό επίτευγμα για έναν άνθρωπο, κι είναι κάτι που σίγουρα δεν επιτυγχάνεται εύκολα ή άκοπα. Η πορεία προς τη θέαση του αγαθού συνιστά μια εξαιρετικά απαιτητική «ανάβαση», καθώς η πνευματική εξέλιξη πραγματώνεται μόνο μέσω συνεχούς και κοπιώδους προσπάθειας.
Ο Πλάτωνας για να αισθητοποιήσει τη δυσκολία της παιδευτικής διαδικασίας επιλέγει λέξεις που να δηλώνουν την ανάβαση, φέρνοντας στο νου το κοπιαστικό περπάτημα σ’ έναν ανηφορικό δρόμο. Σηματοδοτεί, μάλιστα, την ύπαρξη του ευτυχούς τερματισμού της προσπάθειας δηλώνοντας την άφιξη στο χώρο εκείνο που θα είναι πια δυνατή η θέαση του αγαθού. Ωστόσο, ο Πλάτωνας αναφέρεται σε απλή θέαση και όχι σε κτήση του αγαθού, μιας και η επίτευξη του υψηλότερου αναβαθμού νοητικής ανάπτυξης επιτρέπει απλώς στον άνθρωπο να αντιληφθεί την τελειότητα του κόσμου των Ιδεών. Ο πεπαιδευμένος επιβραβεύεται με το προνόμιο της συνειδητοποίησης της αρτιότητας που έχουν οι ιδέες και οι έννοιες στην τελειότερη έκφανσή τους, αλλά δεν μπορεί μήτε να τις οικειοποιηθεί μήτε να τις αξιοποιήσει. Αντικρίζει για μια στιγμή ό,τι είχε δει κι η αθάνατη ψυχή του -έστω κι αν στην πορεία το λησμόνησε- και συνεχίζει από εκείνο το σημείο την προσπάθειά του να μεταδώσει στους συμπολίτες τους την ιδέα πως ο κόσμος των αισθήσεων κι ο κόσμος των υλικών πραγμάτων, που τους κρατούν δέσμιους, δεν είναι σε καμία περίπτωση το ιδανικό εκείνο που θα έπρεπε να επιδιώκουν.
Σήμερα υπάρχουν άνθρωποι απρόθυμοι να αναλάβουν ηγετικές (πολιτικές) θέσεις; Ποια χαρακτηριστικά νομίζετε ότι έχουν συνήθως όσοι δεν επιθυμούν τέτοιες θέσεις;
Η απροθυμία των φιλοσόφων, των πεπαιδευμένων δηλαδή ανθρώπων, όπως την αποδίδει ο Πλάτωνας, συναντάται και στις μέρες μας, καθώς πολλοί επιστήμονες και πνευματικοί εν γένει άνθρωποι, επιλέγουν συνειδητά να απέχουν από τα κοινά. Παρόλο που κατέχουν, χάρη στην παιδεία τους, τη δυνατότητα μιας καίριας και ουσιαστικής ματιάς πάνω στα πολιτικά πράγματα της χώρας, προτιμούν την ενασχόληση με την επιστήμη τους, μιας και γνωρίζουν πολύ καλά τι σημαίνει για κάποιον η ανάληψη μιας πολιτικής θέσης.
Γνωρίζουν πως επί της ουσίας δεν πρόκειται να εισακουστούν οι δικές τους απόψεις και πως δεν πρόκειται να επιτύχουν κάποιο ουσιαστικά επωφελές αποτέλεσμα. Γνωρίζουν πως στην πραγματικότητα θα κληθούν να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα ισχυρών παραγόντων, προδίδοντας τα ιδεώδη και τα πιστεύω τους. Γνωρίζουν πως θα πρέπει διαρκώς να συμβιβάζονται με τις ιδιοτελείς απαιτήσεις εκείνων που μπορούν να ασκήσουν τις κατάλληλες πολιτικές πιέσεις, ενώ συνάμα θα πρέπει να παρουσιάζουν τις σκόπιμες και επιβεβλημένες αυτές πολιτικές ως δήθεν σωστές και αρμόζουσες για τα συμφέροντα των πολιτών. Θα βρεθούν, μάλιστα, αντιμέτωποι όχι μόνο με διεφθαρμένους παράγοντες μικροπολιτικής, αλλά και με τις θελήσεις εκείνων που έχουν την πραγματική πολιτική δύναμη, κι οι οποίοι δεν έχουν φυσικά καμία πρόθεση να υπηρετήσουν το κοινό καλό, μιας και οι δικές τους επιδιώξεις απαντούν μόνο στα οικονομικά συμφέροντα ακόμη ισχυρότερων ομάδων.
Η εποχή που ο Edward Hale έλεγε: «Είμαι μόνο ένας, αλλά είμαι ένας», εννοώντας πως έστω κι ένα άτομο μπορεί να κάνει τη διαφορά, αν πράξει ό,τι του είναι εφικτό, έχει παρέλθει πια για το χώρο της πολιτικής. Πλέον, ακόμη κι αν ένας πνευματικός άνθρωπος, με τις καλύτερες των προθέσεων, θελήσει να ορθώσει το ανάστημά του και να εκφράσει μια άποψη που δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ισχυρών, θα γνωρίσει σύντομα τη δραστική του υπονόμευση με κάθε πιθανό τρόπο.
Εννοείται, βέβαια, πως καμία εποχή δεν συγχωρεί τη μοιρολατρία και την ηττοπάθεια, και πως το ζητούμενο για τους επιστήμονες και τους πνευματικούς ανθρώπους της χώρας, είναι να σταθούν στο πλευρό των πολιτών και να αγωνιστούν, έστω και με προσωπικό κόστος, για το όφελος των πολλών. Ωστόσο, όπως στην εποχή του Πλάτωνα οι φιλόσοφοι προτιμούσαν τη μακαριότητα των πνευματικών ενασχολήσεων και απείχαν από τα κοινά, έτσι και στις μέρες μας οι άνθρωποι των επιστημών προτιμούν εύλογα να διαφυλάξουν το προσωπικό τους ήθος, μακριά από τη διαφθορά και τις αφόρητες πιέσεις της πολιτικής. Παράλληλα, βέβαια, επιθυμούν να διασώσουν και την κοινωνική ή και επαγγελματική τους θέση -που κατέκτησαν με μεγάλο προσωπικό κόπο- παρά να εμπλακούν σ’ έναν χώρο που δυνητικά μπορεί να τους οδηγήσει σε σημαντικές απώλειες, αν δεν ακολουθήσουν τις επιταγές εκείνων που ελέγχουν κάθε σημαντική πολιτική απόφαση.
Η αποποίηση πολιτικών θέσεων στις μέρες δεν είναι επομένως απλή απόρροια μιας αντικοινωνικής διάθεσης ή, όπως το έθετε ο Πλάτωνας, επιθυμίας για προσωπική γαλήνη και ευδαιμονία. Είναι πολύ περισσότερο αποτέλεσμα της επίγνωσης όλων εκείνων των δεινών που συνοδεύουν την είσοδο στο χώρο της πολιτικής. Οι άνθρωποι των επιστημών και των γραμμάτων αντιλαμβάνονται πως η συμμετοχή τους στα πολιτικά πράγματα μπορεί να γίνει με δύο τρόπους: είτε με την πλήρη υποταγή τους στις θελήσεις των ισχυρών, και άρα με την ηθική τους εξαχρείωση, είτε αντιπολιτευτικά με την άσκηση κοινωνικού και πολιτικού ελέγχου, και άρα με την αποδοχή μιας ισχυρής πολεμικής εις βάρος τους από ποικίλες κατευθύνσεις. Εύλογα, λοιπόν, η απόφαση αυτή δεν μπορεί να ληφθεί ούτε εύκολα ούτε απ’ όλους.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου