ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ
ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ
ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣΓΛΩΣΣΗΣ
o.filologos@hotmail.com
1) Από ουσιαστικά και επίθετα (που προέρχονται από ρήματα που συντάσσονται με δοτική)=> δοτική αντικειμενική.
Σημείωση:
τα φιλίας- έχθρας συντάσσονται:
· Με δοτική αντικειμενική. Π.χ: σύμμαχος τῷ Φιλίππῳ
· Με γενική κτητική. Π.χ: ὁ σύμμαχος τοῦ Φιλίππου.
2) Από ρήματα:
α) προσωπικά:
1. Αντικείμενο
2. Δοτική προσωπική (κτητική, χαριστική, αντιχαριστική, ηθική, του κρίνοντος, του ενεργούντος).
3. Δοτική επιρρηματική (χρόνο, αιτία, οργανική κτλ.)
β) απρόσωπα:
1. Δοτική προσωπική. Π.χ: ὣρα ἐστί μοι φεύγειν (ἐμέ= Υ).
3) Από προθέσεις και επιρρήματα.
• Προθετικά σύνολα (εμπρόθετοι προσδιορισμοί).
• Επιρρηματικά σύνολα.
Δοτική προσωπική:
α) κτητική, συνήθως κοντά στα εἰμί, γίγνομαι, ὑπάρχω.
Π.χ: εἰσί τοῖς πολεμίοις ἱππείς = έχουν οι εχθροί ιππείς.
β) χαριστική ή αντιχαριστική. Φανερώνει το πρόσωπο που δέχεται την ωφέλεια (υλική) ή βλάβη.
γ) ηθική. Συνήθως προσωπική αντωνυμία, α΄ ή β΄ προσώπου, που συχνά φανερώνει πρόσωπο που αισθάνεται χαρά ή λύπη, ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
Σημείωση:
Κοντά στις μετοχές των ρημάτων ἣδομαι, ἂχθομαι, βούλομαι και στο επίθετο ἂσμενος υπάρχει δοτική προσωπική ηθική. Η μετοχή μαζί με το ρήμα εἰμί (τύπο του ρήματος) δημιουργεί περίφραση. Η μετοχή είναι κατηγορηματική, το ἂσμενος είναι κατηγορούμενο.
δ) κρίνοντος ή της αναφοράς. Κοντά σε κάθε ρήμα, κυρίωςστο δοκῶ και φαίνομαι.
Σημείωση:
Κοντά στο δοκῶ και φαίνομαι η δοτική προσωπική είναι του κρίνοντος όταν είναι προσωπικά. Επίσης και όταν είναι απρόσωπα, αλλά από τη δοτική δεν βγαίνει το υποκείμενο του απαρεμφάτου σε πτώση αιτιατική.
Π.χ: Δοκοῦσι μοι οἱ νόμοι δίκαιοι εἶναι.Υ Κ Α Δοκεῖ μοι, ὣρα εἶναι ἡμᾶς ἀπιέναι.
ε) του ενεργούντος προσώπου (ποιητικό αίτιο), κοντά σε συντελικό χρόνο, σε ρηματικά επίθετα –τέος, -τος και σε απρόσωπα ρήματα.
Π.χ: Μεταμέλει μοι τινός, μέλει μοι τινός, μέτεστι μοι τινός.
***
Δοτική επιρρηματική.
α) του τόπου. Σπάνια στους πεζούς, συχνά στους ποιητές.
Π.χ: Ἀθηναῖοι ἐνίκησαν (ἐν) Μαραθώνι.
β) του χρόνου. Δηλώνει ορισμένη χρονική στιγμή.
Π.χ: Ἀθηναῖοι ἀπῆλθον τῇ τρίτῃ νυχτί.
γ) της αιτίας. Κοντά σε κάθε ρήμα, κυρίως σε ψυχικού πάθους ρήματα.
Π.χ: Οὗτος ἣσθη τῇ νίκῃ ἐπεί ἐνίκησε- νικήσας
δ) του οργάνου => συγκεκριμένο ουσιαστικό
ε) του μέσου = >>
στ) της συνοδείας=> >> >>
ζ) του τρόπου => αφηρημένο ουσιαστικό
Π.χ: εἷλον τήν πόλιν βίᾳ.
η)της αναφοράς, κοντά σε ρήματα που φανερώνουν υπεροχή, σύγκριση, διαφορά (και κοντά σε επίθετα).
Π.χ: Σωκράτης διήνεγκε ἁπάντων ἀνθρώπων τῇ σοφίᾳ ἦν ὑπέρτατος.
θ) του ποσού (της διαφοράς ή του μέτρου) κοντά σε συγκριτικό ή υπερθετικό (σπάνια) βαθμό.
Π.χ: Οἱ Ἓλληνες ἦσαν πολλῶ πλείονες.
***
ΟΡΓΑΝΙΚΗ
· Όργανο- κάτι που το χειριζόμαστε.
Π.χ: ἐφόνευσε τόν Κῦρον τῷ ξίφει. Εἷλον τήν πόλιν τοῖς ὃπλοις.
· Μέσο- το μέσο που χρησιμοποιούμε για να φέρουμε σε πέρας την κίνηση, κάτι που ξεπερνάει τις μυϊκές μας δυνάμεις.
Π.χ: Διέβη τόν πόντον νηί.
· Συνοδεία- απλά συνοδεύει την κίνηση.
Π.χ: Ξέρξης ἀφίκετο πολλῷ στρατεύματι.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου