Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπορεύετο ὁ Ἰησοῦς εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. Ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. Καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· μὴ κλαῖε· καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ.Ἔλαβε δὲ φόβος πάντας καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἐγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ.
Κατά Λουκάν (ζ΄ 11–16)
Θέαμα θλιβερὸ καὶ σπαραξικάρδιο ἀντίκρισε ὁ Κύριος καὶ ἡ συνοδεία Του στὴν εἴσοδο τῆς Ναΐν, μικρῆς πόλεως τῆς Γαλιλαίας. Πλῆθος κόσμου εἶχε σχηματίσει νεκρικὴ πομπὴ γιὰ τὴν κηδεία ἑνὸς παιδιοῦ, τοῦ μονάκριβου γιοῦ μιᾶς χήρας γυναίκας. Ἀπαρηγόρητη ἔκλαιγε ἡ πονεμένη μάνα, ἡ ὁποία, μετὰ τὸ θάνατο τοῦ συζύγου της, δέχτηκε δεύτερο, βαρύτερο καὶ πιὸ ὀδυνηρὸ πλῆγμα: ἔχασε τὸ μοναδικό της στήριγμα, τὸ παλληκάρι της, τὸν ἀγαπημένο της μοναχογιό.
Τὴν εἶδε ὁ Κύριος τὴ γυναίκα καὶ «ἐσπλαγχνίσθη ἐπ’ αὐτῇ»· τὴ συμπόνεσε βαθιά. Πλησίασε, τὴν παρηγόρησε κι ἔκανε τὸ θαῦμα: ἀνέστησε τὸ γιό της καὶ τῆς τὸν χάρισε πάλι ζωντανὸ κοντά της.
Ἀνακουφίζεται ἡ ψυχή μας, ὅταν βρίσκουμε ἕναν ἄνθρωπο ποὺ μᾶς καταλαβαίνει καὶ νιώθει τὸν πόνο μας. Πολὺ περισσότερο ὅμως αἰσθανόμαστε εἰρηνικοὶ καὶ ἀναπαυμένοι, ὅταν ἔχουμε τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Κύριος καὶ Θεὸς στὸν Ὁποῖο πιστεύουμε, δὲν στέκεται μακριὰ ἀπὸ τὰ προβλήματά μας, ἀλλὰ εἶναι δίπλα μας, μᾶς σπλαχνίζεται καὶ μᾶς ἐλεεῖ πλουσιοπάροχα. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἀποκαλύπτει τὸ θαῦμα τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου: τὴ γεμάτη τρυφερότητα καὶ εὐσπλαχνία καρδιὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ.
Ἄλλωστε τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἀντιμετώπισε πειρασμοὺς καὶ θλίψεις, μᾶς δίνει τὴ βεβαιότητα ὅτι Ἐκεῖνος μᾶς καταλαβαίνει. Κι αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ποὺ μᾶς ἐνισχύει στὸν πόνο μας καὶ μᾶς χαρίζει δύναμη καὶ ἐλπίδα.
Ἀλλὰ ὅπως συμπεριφέρθηκε ὁ Κύριος στὴν πονεμένη αὐτὴ ψυχή, καλούμαστε κι ἐμεῖς νὰ συμπεριφερόμαστε πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ βλέπουμε νὰ ἀντιμετωπίζουν κάποια θλίψη ἢ στενοχώρια. Ἂν θέλουμε ὄχι μόνο νὰ λεγόμαστε ἀλλὰ καὶ νὰ εἴμαστε χριστιανοί, ἄνθρωποι ποὺ φέρουμε ἀξίως τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, δὲν μποροῦμε νὰ μένουμε ἀδιάφοροι στὸν πόνο τῶν συνανθρώπων μας.
Καί, στ’ ἀλήθεια, πόσος πόνος ὑπάρχει γύρω μας! Ἄνθρωποι ποὺ πιέζονται ἀπὸ ἀδιέξοδα προβλήματα, ὑποφέρουν ἀπὸ κάποια ὀδυνηρὴ ἀσθένεια, πενθοῦν γιὰ τὸ θάνατο ἀγαπημένου τους προσώπου.
«Κοιλάδα κλαυθμῶνος» ὁλόκληρος ὁ κόσμος μας (Ψαλμ. πγ ́ 7). Μποροῦμε νὰ μείνουμε ἀσυγκίνητοι;... Ἡ ψυχὴ τοῦ κάθε πονεμένου συνανθρώπου μας ζητάει στήριγμα, παρηγοριά, ἐλπίδα. Ἂς μὴ διστάσουμε λοιπὸν νὰ πλησιάσουμε καὶ νὰ σταθοῦμε δίπλα στὸν ἀδελφό μας ποὺ δοκιμάζεται. Νὰ ἐκδηλώσουμε τὴν ἀγάπη καὶ τὴ συμπαράστασή μας στὸν πόνο του καὶ μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα. Ἕνας λόγος παρακλήσεως στηρίζει, ἐνισχύει, παρηγορεῖ. Κοντὰ σ’ αὐτὸν ὅμως καὶ κάποια βοήθεια. Καὶ ὑλική, ἂν χρειάζεται. Ἀλλὰ καὶ
λίγη συντροφιὰ ἢ μιὰ μικρὴ ἐξυπηρέτηση ἀνακουφίζουν τὴν πονεμένη ψυχή, ἡ ὁποία αἰσθάνεται ὅτι ἔχει κάποιον συνοδοιπόρο στὸν πόνο της. Καὶ τὸ κυριότερο: Νὰ φροντίσουμε ὥστε ἡ παρουσία μας δίπλα στὸν ἀδελφὸ ποὺ ὑποφέρει νὰ εἶναι παρουσία Χριστοῦ· μιὰ διαρκής ὑπόμνηση ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι δίπλα Του καὶ δὲν πρόκειται νὰ τὸν ἐγκαταλείψει.
Εἶναι ἐντυπωσιακὸς ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Θεάνθρωπος ἀνέστησε τὸν υἱὸ τῆς χήρας τῆς Ναΐν. Μὲ τὸν παντοδύναμο θεϊκό Του λόγο μίλησε στὸ νεκρό, σὰν νὰ καλοῦσε κάποιον ποὺ κοιμόταν νὰ ξυπνήσει: «Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι»· Νέε μου, σὲ σένα μιλῶ. Σήκω. Τότε ὁ νεκρὸς ἀνασηκώθηκε πάνω στὸ φέρετρο κι ἄρχισε νὰ μιλάει. Καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς τὸν παρέδωσε στὴ μητέρα του.
Αὐτὴ ἡ ἐντυπωσιακὴ σκηνὴ φανερώνει τὴν ἐξουσία τοῦ Κυρίου πάνω στὸ θάνατο. Ὁ Κύριος εἶναι ἡ πηγὴ τῆς Ζωῆς. Δὲν ἔχει ἀνάγκη νὰ προσευχηθεῖ γιὰ νὰ γίνει τὸ θαῦμα, ὅπως προσευχήθηκε ὁ προφήτης Ἠλίας ἢ ὁ προφήτης Ἐλισαῖος, οἱ ὁποῖοι ἀνέστησαν μὲν νεκρούς, ἀλλὰ ὕστερα ἀπὸ θερμὴ προσευχὴ στὸ Θεό. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ παντοδύναμος Σωτήρ, «ὁ πηγάζων ζωὴν ἐξοἰκείου φωτός», ὅπως ψάλλουμε στὴν Ἐκκλησία μας (Στιχηρὸ Ἑσπερινοῦ, ἦχος πλ. β ́). Ἐκεῖνος ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἀνασταίνει ὄχι μόνο νεκρὰ σώματα ἀλλὰ καὶ ψυχὲς νεκρωμένες ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, καὶ νὰ μεταδίδει ζωὴ καὶ ἀφθαρσία σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ ζεῖ ἑνωμένος μαζί Του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου