ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 40
Κείμενο ομιλίας στην εορταστική εκδήλωση του ΤΕΙ Σερρών την27-10-95.
Η ιστορία του ελληνικού έθνους είναι μια ατέλειωτη σειρά αγώνων για δικαιοσύνη, ελευθερία και ανεξαρτησία. Είναι γεμάτη από πράξεις ηρωισμού και αυτοθυσίας, που απέβλεπαν πάντα στη διάσωση αυτού του έθνους και της πατρικής γης, στην απόκρουση εχθρικών βλέψεων. Οταν αναλογίζεται κάποιος την ιστορία του ελληνισμού, συνειρμικά του έρχονται στο νου, πέρα από τα επιτεύγματα στον τομέα των γραμμάτων και τεχνών, πέρα από τους μεγάλους φιλοσόφους και ιστορικούς, κάποιοι σταθμοί ιστορικοί.
Σκέφτεται κανείς με δέος πάντα τις πράξεις αυτοθυσίας των Ελλήνων σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές, σε στιγμές που διακινδυνεύθηκε η ίδια η ύπαρξη του ελληνισμού. Οταν αναλογίζεται κάποιος τις Θερμοπύλες, τους τελευταίους μαχητές της Πόλης, τους ηρωικούς υπερασπιστές του Μεσολογγίου, την θυσία των γυναικών της Ναούσης, δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί για την προσωπικότητα αυτών των ανθρώπων, για το πόσο μεγάλοι πρέπει να ήταν για να συμπεριφερθούν σε τραγικές στιγμές με τόση μεγαλοσύνη. Τα ίδια συναισθήματα αισθάνεται κάποιος και όταν μετά από 55 χρόνια αναλογίζεται το έπος του 1940, τονηρωικό αγώνα των Ελλήνων στρατιωτών, που με ελλιπή εξοπλισμό, λίγοι αυτοί, κατάφεραν και νίκησαν στα βουνά της Πίνδου και της Βορείου Ηπείρου τους περισσότερους και καλύτερα εξοπλισμένους Ιταλούς. Η αξία όμως του αγώνα του 1940 δεν έγκειται στο γεγονός ότι ο αγώνας ήταν νικηφόρος, αλλά η αξία έγκειται στο γεγονός ότι την κρίσιμη ώρα ο ελληνισμός σαν ένας άνθρωπος απάντησε "ΟΧΙ" στον επιδρομέα, χωρίς να λογαριάσει ούτε συσχετισμούς δυνάμεων, ούτε τις πιθανότητες νίκης ή ήττας. Η 28η Οκτωβρίου 1940 αποτελεί σταθμό στην ελληνική ιστορία, με την έννοια ότι ο ελληνισμός επανέλαβε τον εαυτό του και συμπεριφέρθηκε με την ίδια αυτοθυσία, όπως πολλές φορές στην ιστορία του. Και αυτή τη φορά δεν έκανε συσχετισμό δυνάμεων, δεν υπολόγισε ότι οι Έλληνες ήταν δραματικά λιγότεροι, ούτε ότι οι επιδρομείς ήταν καλύτερα εξοπλισμένοι. Δεν λογάριασε ότι κράτη μεγαλύτερα και πλουσιότερα είχαν υποκύψει, και ότι οι δυνάμεις του ολοκληρωτισμού ήταν παντοδύναμες στον ευρωπαϊκό χώρο. Ο ελληνικός λαός και η ηγεσία του το 1940 έκαναν αυτό που η συνείδηση του χρέους επέβαλε, δηλαδή υπερασπίστηκαν την πατρώα γη και τα ιδανικά της ελευθερίας και ανεξαρτησίας και κατάφεραν οι αδύνατοι Έλληνες να γράψουν το έπος της Πίνδου. Οι εξαντλημένοι στρατιώτες μας, νηστικοί για μέρες, με εφόδια που κουβαλούσαν οι γυναίκες της Πίνδου, όχι μόνο άντεξαν την επίθεση, αλλά κατάφεραν και νίκησαν κιόλας, αποτελώντας φωτεινό παράδειγμα σε μια Ευρώπη που βάζοντας μπροστά τη φωνή της λογικής ήταν έτοιμη να συνθηκολογήσει με τις δυνάμεις του ολοκληρωτισμού. Όπως ανέφερα και πριν, αναλογιζόμενος κάποιος την ελληνική ιστορία και σκεπτόμενος για τους αρχαίους Έλληνες των Θερμοπυλών, για τους υπερασπιστές του Μεσολογγίου, αισθάνεται δέος και θεωρεί λίγο ως ημίθεους αυτούς τους ανθρώπους, που με την αυτοθυσία τους πέρασαν στη μετώπη της ιστορίας. Γιατί, όταν κάποιος σκέφτεται με τη λογική και με βάση αυτή αναλύει την συμπεριφορά των ανθρώπων, δεν μπορεί να καταλάβει τον τρόπο σκέψης και ενέργειας. Στην προκειμένη περίπτωση όμως οι αγωνιστές του 1940 είναι γνωστοί σε μας. Είναι οι γονείς μας, οι παππούδες σας και οι γιαγιάδες σας. Είναι άνθρωποι που εμείς τους γνωρίσαμε στην καθημερινότητά τους, σεμνούς και ταπεινούς, ανθρώπους σαν όλους μας. Το ερώτημα που τίθεται είναι, πώς αυτοί οι άνθρωποι, που εμείς τους ζήσαμε σαν κοινούς ανθρώπους με όλα τα ελαττώματα και προτερήματα, πώς μεγαλούργησαν το 1940, ποιά φλόγα τους μεταμόρφωσε και τους έκανε ήρωες σαν τους αρχαίους προγόνους μας; Είναι δυνατόν αυτοί οι κοινοί άνθρωποι να έγραψαν σελίδες ηρωισμού; Η απάντηση είναι πως ναι, αυτοί οι άνθρωποι που γνωρίσαμε στην καθημερινότητά τους και ήταν οι γονείς μας ή παππούδες μας, είναι οι ήρωες του 1940, αυτοί που ξυπόλητοι και με κρυοπαγήματα, άυπνοι και νηστικοί στα αλβανικά βουνά, σαν υπεράνθρωποι φερόμενοι, νίκησαν τους καλά οπλισμένους και καλοταϊσμένους Ιταλούς, που εκπροσωπούσαν στην συγκεκριμένη φάση τον ολοκληρωτισμό.
ΑΝΤΑΞΙΟΙ
Αυτοί ήταν οι ήρωες του 1940, αυτοί σε δεδομένη στιγμή φάνηκαν αντάξιοι της ελληνικής ιστορίας και νίκησαν, δείχνοντας πως όσα χρόνια, όσοι αιώνες κι αν περάσουν, η ελληνική ψυχή είναι ίδια. Αυτή η ελληνική ψυχή στάθηκε πάντα έτοιμη να πει το "παρών" στο σάλπισμα των μεγάλων στιγμών της ιστορίας, πάντα όρθια και πάντα αγονάτιστη. Αυτή η ψυχή είναι που οδήγησε τους λιπόσαρκους στρατιώτες το 1940 να μεγαλουργούν, όχι από έπαρση ή ματαιοδοξία, αλλά από μια βαθύτερη συνείδηση της αξιοπρέπειας, από ένα έμφυτο ιδεαλισμό, από μια ασίγαστη φλόγα, από ξέσπασμα του ελληνικού φιλότιμου. Οι αγωνιστές του 1940 σε μια δεδομένη στιγμή με το "ΟΧΙ" στον αλαζόνα επιβουλέα, με το "ΟΧΙ" στον πανίσχυρο αντίπαλο, δημιούργησαν ένα έπος και έστειλαν μήνυμα στην ανθρωπότητα ότι "εδώ είμαστε εμείς οι Ελληνες, σ' αυτά τα άγονα χώματα για αιώνες ολόιδιοι". Και είχε ιδιαίτερη αξία αυτό το μήνυμα αυτή την εποχή, που άλλα έθνη ετοιμάζονταν να λυγίσουν. Αυτό το μήνυμα αφύπνισε συνειδήσεις, δημιούργησε τύψεις σε άλλα κράτη και απέδειξε ότι μερικές φορές ένα και ένα δεν κάνουν δυο. Απέδειξαν ότι μερικές φορές στην ιστορία των εθνών ένα και ένα μπορεί να κάνει τρία και ότι η αίσθηση εκπλήρωσης του χρέους πρέπει να είναι ανώτερη από τη φωνή της λογικής. Το μήνυμα ήταν σαφές και σταλμένο στα πέρατα της γης, έφερε αποτελέσματα, κάποιοι ξύπνησαν από την νάρκη της καλοπέρασης και γι' αυτό ήρθε μετά μερικά χρόνια η νίκη των δυνάμεων που πίστευαν στην ελευθερία του ανθρώπου και τη δημοκρατία.
ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ
Μα οι αγωνιστές του 1940, πέρα από το μήνυμα που έστειλαν τότε σ' όλη την ανθρωπότητα με τον ηρωισμό τους, ταυτόχρονα δημιούργησαν μια παρακαταθήκη για μας τους νεότερους. Έστησαν ένα φωτεινό φάρο στην ιστορία μας, που θα στέλνει για πάντα μηνύματα σε μας, αλλά και στις μελλοντικές γενιές. Κι αυτό είναι κυρίως το σημερινό μας θέμα, αυτό έχει αξία, δηλαδή τα μηνύματα του έπους του 1940 για μας και τις επερχόμενες γενιές, γι' αυτά που πρέπει πάντοτε να κάνουμε, για τις αξίες που πρέπει να αποτελούν οδηγό και τρόπο ζωής για μας τους νεότερους. Το πρώτο μήνυμα που μας δίνει το έπος του 1940 και που είναι μήνυμα πάντα επίκαιρο, είναι ότι στη ζωή και στην ιστορία των εθνών ένα και ένα δεν κάνει δυο, αλλά μερικές φορές μπορεί να κάνει και τρία. Δηλαδή το μήνυμα είναι πως όποιος έχει αδάμαστη θέληση και επιμονή μπορεί να κερδίσει έναντι ισχυροτέρων αντιπάλων, μπορεί να μεγαλουργήσει αν πραγματικά το θέλει. Εμείς οι Έλληνες διασωθήκαμε πάντοτε πολεμώντας έναντι ισχυροτέρων αντιπάλων, οπλισμένοι με τη δύναμη της ψυχής, έχοντας πάντα το δίκιο με το μέρος μας και κάνοντας πάντα αγώνες για πανανθρώπινα ιδανικά και αξίες. Επομένως κάποιοι που διαρκώς αναφέρουν ότι είμαστε λίγοι και ότι ο εξ ανατολών γείτονας είναι πολυάνθρωπος και καλύτερα εξοπλισμένος, κι ότι πρέπει να συμβιβαζόμαστε για να αποφύγουμε κάθε κίνδυνο περιπετειών, έχουν άδικο, διότι μερικές φορές μετρά η δύναμη της ψυχής, η δύναμη της συναίσθησης ότι κάποιος έχει δίκιο και κάνει αγώνα "υπέρ πάντων". Το δεύτερο μήνυμα είναι ότι η πίστη στο έθνος μας είναι ανάγκη ζωής. Μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που συμμετέχουμε ισότιμα, θα πρέπει να μην αποβάλλουμε την συνείδηση του έθνους και η συνείδηση αυτή να μας οδηγεί και να αισθανόμαστε το έθνος μας ως παλμό καρδιάς, αίμα της νιότης, ένα σύνολο με το εγώ του καθενός. Να αγαπούμε το έθνος μας, χωρίς να καταφρονούμε τα άλλα έθνη και κράτη, χωρίς έπαρση και αλαζονεία, και έτσι θα καταλαβαίνουμε περισσότερο και τους άλλους λαούς, σεβόμενοι και τη δική τους ιστορία και πολιτισμό. Τονίζω περισσότερο την ιδέα του έθνους γιατί η προαιώνια κοιτίδα, η πατρίδα Ελλάδα, έχει 10.500.000 άτομα περίπου, ενώ άλλοι τόσοι Έλληνες που ζουν στα μήκη και πλάτη της γης αισθάνονται πιο πολύ το έθνος, αποτελούν τον οικουμενικό ελληνισμό, που αποτελεί την μεγάλη δύναμη και εφεδρεία μας. Και όταν λέμε ελληνισμό δεν εννοούμε τους εκ καταγωγής Έλληνες μόνο, γιατί η έννοια του ελληνισμού είναι πολύ ευρύτερη και σημαίνει την ανθρωπιά μας, την οικουμενική ματιά που είχε η φυλή μας πάντα, το πνεύμα ανεξαρτησίας, τον πολιτισμό που διαμορφώσαμε εδώ στο σταυροδρόμι των τριών ηπείρων ανάμεσα σε αλληλοσυγκρουόμενους αρπακτικούς ιμπεριαλισμούς. Το τρίτο και ίσως σπουδαιότερο μήνυμα που αδιάκοπα θα στέλνεται στις μέλλουσες γενιές από την γενιά που δημιούργησε το έπος του 1940 είναι η αναγκαιότητα εθνικής ομοψυχίας. Την τρίτη δεκαετία του αιώνα μας η χώρα μας πέρασε πολλά. Μερικά χρόνια πριν είδε να μην εκπληρώνεται το όραμα της μεγάλης ιδέας, είδε τον ελληνισμό να συρρικνώνεται από πάτριες πανάρχαιες εστίες και να περιορίζεται στα σημερινά όρια του ελληνικού κράτους. Εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες συνέρρευσαν ξεγυμνωμένοι με την πίκρα του ξεριζωμού να τους καίει τα σωθικά. Γι' αυτό την τρίτη δεκαετία του αιώνα μας υπήρξαν στη χώρα μας κοινωνικές εξεγέρσεις από εξαθλιωμένες εργατικές μάζες, εμφύλιες διαμάχες και φαινόμενα υπονόμευσης της δημοκρατίας, που τη διαδέχθηκε η δικτατορία. Όταν όμως σήμανε η ώρα του χρέους, όταν ο Ιταλός πρεσβευτής επέδωσε το ιταμό τελεσίγραφο, που ζητούσε την ταπεινωτική παράδοση, οι Έλληνες τα ξέχασαν όλα. Οι χθεσινοί θανάσιμοι αντίπαλοι συναντήθηκαν στο ίδιο χαράκωμα μονιασμένοι για να αντιμετωπίσουν τον κοινό εχθρό. Αισθάνονταν ότι όλοι είχαν το δικαίωμα να αγωνιστούν για την πατρίδακαι έτσι το διεκδίκησαν, και έτσι μονιασμένοι αντιμετώπισαν αποτελεσματικά τον αντίπαλο.
ΠΑΝΤΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟ
Το μήνυμα της εθνικής ομοψυχίας θα είναι πάντα επίκαιρο και ιδιαίτερα στις μέρες μας που πάλι έχουμε ανοικτά μέτωπα στα εθνικά μας θέματα. Οφείλουμε όλοι αυτά τα θέματα να τα έχουμε πέρα από τις όποιες άλλες αντιπαραθέσεις μας και σ' αυτά να έχουμε μια κοινή στρατηγική που να την υπηρετούμε όλοι. Γι' αυτό οφείλουν οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου αλλά και η οικονομική και πνευματική ηγεσία να χαράξουν από κοινού μια στρατηγική για τα εθνικά μας θέματα. Να ξέρουμε τί θέλουμε στο καθένα από αυτά, τί θέλουμε στα Βαλκάνια, στα Σκόπια, στη Βόρειο Ήπειρο, στο Αιγαίο και στην Κύπρο, να ξέρουμε ποιό είναι το ιδανικό και ποιό το εφικτό και τι πρέπει να κάνει ο καθένας μας για τα εθνικά μας θέματα. Όπως το 1940 στα χαρακώματα της Αλβανίας πολέμησαν δίπλα - δίπλα μονιασμένοι πολιτικοί αντίπαλοι που τους χώριζαν πολλά, έτσι και σήμερα στα εθνικά θέματα χρειάζεται ομοψυχία και το χρέος επιβάλλει να υπηρετούμε τα συμφέροντα της πατρίδας με ομοψυχία στα ίδια χαρακώματα, που σήμερα είναι οι διεθνείς συναντήσεις και "FOROUM", αφήνοντας αυτά τα θέματα έξω από τις όποιες αντιπαραθέσεις μας. Το τέταρτο μήνυμα, που μας στέλνουν οι μαχητές του 1940 είναι ότι υπάρχουν αξίες και ιδανικά για τα οποία αξίζει να αγωνίζεται κανείς. Σήμερα δυστυχώς δίνουμε την εντύπωση πολλές φορές ότι έχουμε αναγάγει σε ιδανικό την καλοπέραση και ότι έννοιες όπως η αγάπη στην πατρίδα έχουν ατονήσει και γι' αυτό βλέπουμε φαινόμενα επωνύμων πολιτών που αποφεύγουν να υπηρετήσουν και τη στρατιωτική τους θητεία. Πρέπει να ξεφύγουμε από αυτό το τέλμα και να συνειδητοποιήσουμε ότι αγαπώντας τη δική μας πατρίδα είναι σαν να αγαπάμε και τις άλλες πατρίδες, έτσι κατανοούμε και την αγάπη των άλλων λαών για την πατρίδα τους. Να θυμηθούμε τον πάντα επίκαιρο λόγο του Μακρυγιάννη που έλεγε ότι αν πάει καλά η πατρίδα πάω κι εγώ καλά... Να συνειδητοποιήσουμε ότι, όπως στη ζωή του καθενός μας, έτσι και στη ζωή των εθνών τίποτα δεν χαρίζεται αλλά όλα αποκτούνται με αγώνες και θυσίες και ότι οφείλουμε να αγωνιζόμαστε για την ελευθερία, την ανεξαρτησία, τη δικαιοσύνη και τους θεσμούς τους δημοκρατικούς που εξασφαλίζουν όλα αυτά.
ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ
Κάνοντας μια σύγκριση της εποχής του 1940 με το σήμερα βλέπουμε ότι το 1940 η Ελλάδα ήταν πολύ φτωχότερη σε υλικά αγαθά, απομονωμένη από συμμαχίες, αλλά δεν δίστασαν οι Έλληνες να δώσουν τον αγώνα έστω και από μειονεκτική θέση γιατί ήταν αγώνας για την ελευθερία, για τη δικαιοσύνη, για την ανεξαρτησία και την πατρική γη. Δεν υπολόγισαν ούτε συσχετισμούς δυνάμεων ούτε συγκυρίες αλλά με ομοψυχία απάντησαν όχι στην πρόκληση και δεν δίστασαν μετά μερικούς μήνες να πολεμήσουν και εναντίον της πανίσχυρης Γερμανίας. Παρά τη μειονεκτική θέση νίκησαν σ' όλα τα πεδία τους Ιταλούς και ηθικά και τους Γερμανούς που εθαύμασαν την ευψυχία αυτού του λαού που από συναίσθηση χρέους πολέμησε για την τιμή και αξιοπρέπεια όχι μόνο τη δική του αλλά όλης της ανθρωπότητας. Σήμερα η πατρίδα μας αντιμετωπίζει πάλι προβλήματα και δέχεται αμφισβητήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων της σε πολλούς τομείς ενώ κάποιοι αμφισβητούν (και προσπαθούν να οικειοποιηθούν) τμήματα και σύμβολα της ιστορίας μας. Σήμερα όμως δεν είναι η Ελλάδα στη θέση που ήταν το 1940 αλλά σε πολύ πιο πλεονεκτική θέση. Σήμερα η χώρα μας, το ελληνικό κράτος, είναι το μόνο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο βαλκανικό χώρο, η πιο ανεπτυγμένη οικονομικά χώρα με σταθερούς δημοκρατικούς θεσμούς, στην περιοχή των Βαλκανίων. Σήμερα η χώρα μας στα Βαλκάνια αποτελεί τον παράγοντα ειρήνης και σταθερότητας, ενώ δίπλα μας υπάρχει αστάθεια. Η κατάρρευση των καθεστώτων του λεγόμενου "υπαρκτού σοσιαλισμού" έδειξε ότι δίπλα μας υπάρχουν κράτη με εξαθλιωμένη οικονομία που τώρα προσπαθούν να αποκτήσουν δημοκρατικούς θεσμούς, με την ελπίδα ότι κάποτε θα γίνουν μέλη των διεθνών οργανισμών που η Ελλάδα είναι μέλος. Διανύουμε σήμερα μια ρευστή εποχή εξελίξεων στο βαλκανικό χώρο και παρουσιάζονται για τη χώρα μας ευκαιρίες ενδυνάμωσης του ρόλου της αλλά και κίνδυνοι, ευκαιρίες τέτοιες που παρουσιάζονται στην ιστορία των εθνώνκάθε 50 ή 100 χρόνια.
Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ
Σήμερα λοιπόν οφείλουμε να ενθυμούμαστε ότι οι γονείς μας έδωσαν έναν αγώνα το 1940 κάτω από δυσμενείς συνθήκες, χωρίς υλικά μέσα και έναντι ισχυρών αντιπάλων και νίκησαν. Δεν δίστασε ούτε στιγμή ο ελληνισμός να πει όχι στον προκλητικό επιβουλέα και νίκησε η ελληνική ψυχή. Σήμερα εμείς καλούμαστε καθημερινά να δώσουμε αγώνες πάλι για κυριαρχικά δικαιώματα της πατρίδας μας, για να υπερασπιστούμε την ιστορία μας αλλά και για τα πανανθρώπινα ιδανικά της τιμής και αξιοπρέπειας του ανθρώπου. Αν το 1940οι γονείς μας υπερασπίζονταν αυτές τις αξίες στα παγωμένα χαρακώματα της Αλβανίας, σήμερα τα χαρακώματα βρίσκονται στα έδρανα των διεθνών οργανισμών, στα διεθνή FOROUM όπου κλείνονται οι συμφωνίες. Σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά οφείλουμε να ενθυμούμαστε τον αγώνα των Ελλήνων του 1940 και να παραδειγματιζόμαστε γιατί δεν μπορούμε σήμερα που βρισκόμαστε σε πλεονεκτική θέση να αποφεύγουμε να δώσουμε αγώνες, δεν μπορούμε να χάνουμε αγώνες που θα έπρεπε να κερδίζουμε. Σήμερα το χρέος μας είναι βαρύτερο και οφείλουμε τουλάχιστον να φανούμε αντάξιοι των προγόνων μας, οφείλουμε τουλάχιστον να μην επιτρέψουμε στις μέρες μας συρρικνώσεις του ελληνισμού και παραχαράξεις της ιστορίας μας. Συλλαμβάνοντας τα μηνύματα των καιρών πρέπει να βρισκόμαστε σε εγρήγορση. Πρέπει με ομοψυχία η ηγεσία του έθνους και όταν λέω ηγεσία του έθνους εννοώ την πολιτική, οικονομική και πνευματική ηγεσία του ελληνικού έθνους στην οποία συμπεριλαμβάνονται πέρα από το ελλαδικό κράτος και οι ηγέτες των Ελλήνων της διασποράς, να χαράξει στρατηγική μακροπρόθεσμη την οποία όλοι θα υπηρετούμε. Στα πλαίσια αυτής της στρατηγικής να αξιοποιήσουμε ένα βασικό στοιχείο του ελληνισμού, την οικουμενικότητά του, τους ανοιχτούς ορίζοντες που πάντοτε εξέφραζε ο ελληνισμός. Να μιλήσουμε στους γείτονές μας φιλικά σαν γείτονες και να τους πείσουμε ότι αυτό που διεκδικούμε σήμερα και για λογαριασμό τους είναι η σταθερότητα, η ειρήνη και η ανάπτυξη της περιοχής. Να τους βοηθήσουμε να σταθεροποιήσουν τους δημοκρατικούς τους θεσμούς, να τους υπενθυμίσουμε ότι οφείλουν να σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και να τους βοηθήσουμε να γίνουν μέλη των διεθνών οργανισμών. Αυτό το ρόλο τον περιμένουν οι γείτονές μας από εμάς. Και μιλώντας γι' αυτό θυμάμαι τον φίλο Κλεάνθ Κότσι από την Αλβανία που διετέλεσε επί 11 χρόνια πρόεδρος του ανωτάτου δικαστηρίου της Αλβανίας και τώρα είναι πρόεδρος των δικηγόρων αυτής της χώρας που μου έλεγε "πάρτε μας από το χέρι σαν να είμαστε παιδιά 4 χρονών για να μας οδηγήσετε στην Ευρώπη σαν καλοί γείτονες".
ΤΟ ΧΡΕΟΣ
Ακόμη να αναζητήσουμε τα απομεινάρια του ελληνισμού που ήκμαζε κάποτε στα Βαλκάνια και παρότι συρρικνωμένος διαπρέπει και σήμερα. Θυμάμαι αυτά που μου έλεγαν το 1993 οι πρόεδροι των δικηγορικών ενώσεων Γιουγκοσλαβίας και Ρουμανίας που ήταν Έλληνες και οι δυο, ο ένας ο Θωμάς Φιλώτας βλαχόφωνος από το Μοναστήρι και ο Βίκτωρ Αναγνώστε στο Βουκουρέστι με καταγωγή από την Πόλη, ότι όσο κι αν διαπρέπουν στις χώρες που ζουν πάντα θα θυμούνται ότι έχουν ελληνική καταγωγή και ότι λειτουργούν και σαν πρεσβευτές του ελληνισμού της διασποράς. Να βρούμε αυτό τον ελληνισμό και να τον βοηθήσουμε να αποτελέσει γέφυρα φιλίας ανάμεσα στη χώρα μας με τις χώρες που υπάρχει αυτός ο ελληνισμός. Πολλά είναι αυτά που επιβάλλει το χρέος μας σήμερα. Οφείλουμε να δώσουμε μάχες για τα ίδια ιδανικά με τους αγωνιστές του 1940 για να κάνουμε τη χώρα μας παράγοντα ειρήνης και σταθερότητας στα Βαλκάνια μεγεθύνοντας ταυτόχρονα το ρόλο του ελληνισμού σ' αυτή την περιοχή και την Ευρώπη, υπερασπιζόμενοι πάντα την ελευθερία, την αξιοπρέπεια, την ακεραιότητα και την τιμή των χωρών, των λαών και του κάθε ατόμου. Με σεβασμό στην ιστορία των άλλων χωρών και εθνών να ζητήσουμε από όλους να σεβαστούν τη δική μας και μάλιστα θα έλεγα να τους πείσουμε ότι ο ελληνικός πολιτισμός είναι πολιτισμός της ανθρωπότητας και η διαφύλαξη χωρίς παραχαράξεις του πολιτισμού, της ιστορίας και των συμβόλων μας, πρέπει να είναι υπόθεση όχι μόνο δική μας αλλά όλου του πολιτισμένου κόσμου. Τελειώνοντας θα έλεγα ότι στις κρίσιμες στιγμές να ενθυμούμαστε πάντα τους αγωνιστές του 1940, τα ιδανικά για τα οποία αγωνίστηκαν και το ήθος του αγώνα τους. Θα μπορούσα να πω ότι σήμερα για να φανούμε αντάξιοί τους θα έπρεπε όπως έλεγε και ο ποιητής Γ. Σεφέρης "λίγο ακόμα, να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα...".
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου