επιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Ο Πλάτων αναπτύσσει μια κολοσσιαία αναλογία μεταξύ της ανθρώπινης ψυχής και της Πολιτείας, η οποία όσοκαι αν έχει ορισμένες ατέλειες και τρωτά σημεία, παραμένει πάντως διαισθητικά πειστική και αξεπέραστη ως προς τη σύλληψή της. Η δε αναλογία αυτή εκφράστηκε με τον προσίδιο στον Πλάτωνα λογοτεχνικό τρόπο. Η αναλογία ψυχής-πολιτείαςέχει ως εξής:
i. Η ανθρώπινη ψυχή διακρίνεται σε τρία τμήματα: στο λογιστικό – στοθυμοειδές – και στο επιθυμητικόν
ii. Η ιδανική Πολιτεία διακρίνεται σε τρεις τάξεις: στους φύλακες – στους επικούρους – και στους δημιουργούς
Πριν υπεισέλθουμε στα ενδότερα της Πλατωνικής αναλογίας, αξίζει να διερωτηθούμε και από μόνοι μας: τι περίπου εννοούμε όταν – ακόμα και στην καθομιλουμένη – μιλάμε για «δικαιοσύνη»; Για παράδειγμα, μιλάμε και λέμε για μια πράξη ότι είναι δίκαιη ή για έναν άνθρωπο ότι είναι δίκαιος κλπ. Που πάει το μυαλό μας όταν τα λέμε αυτά; Μάλλον ως δικαιοσύνη εννοούμε δύο πράγματα σε κοινή βάση:
• Η δικαιοσύνη σχετίζεται με τον τρόπο κατανομής υλικών και άλλων αγαθών σύμφωνα με κάποιο κριτήριο (π.χ. δίκαιο είναι το κράτος που διανέμει με ορισμένο τρόπο τον πλούτο και τα υπόλοιπα αγαθά στους πολίτες του ή δίκαιος είναι ο πατέρας που μοιράζει έτσι την κληρονομιά στα παιδιά του κλπ). Αυτή η σκέψη απηχεί περίπου την Αριστοτελική αντίληψη για τη δικαιοσύνη, η οποία θέλει τον κάθε άνθρωπο να παίρνει αυτό που δικαιούται.
• Η δικαιοσύνη συνδέεται και με τη στάση που τηρούμε απέναντι στους άλλους (π.χ. είναι άδικος εκείνος που βλάπτει τους άλλους ή εκείνος που αντεκδικείται, ακολουθώντας κάποιο πρόσκαιρο πάθος)
Βέβαια, επειδή η πλατωνική αντίληψη περί δικαιοσύνης έχει να κάνει περισσότερο με την εσωτερική ισορροπία και ενότητα στην πόλη, το κρίσιμο ζήτημα δεν ανιχνεύεται τόσο στο πώς θα φερθούμε στους άλλους. Πλάτων μας λέει ότι, όπως η Πολιτεία χωρίζεται σε τρεις κάστες με διακριτή αποστολή μέσα στην πόλη, έτσι και στην ανθρώπινη ψυχή υπάρχει μια τριμερής διάκριση, σύμφωνα με την οποία το κάθε μέρος της ψυχής παίζει έναν διακριτό και συγκεκριμένο ρόλο. Έτσι, το κάθε μέρος της ψυχής, όπως και η κάθε τάξη της Πολιτείας, οφείλουν α επιτελούν την λειτουργία για την οποία είναι προορισμένα και καλύτερα. Μάλιστα, οι τρεις τάξεις της Πολιτείας παρουσιάζουν αντιστοιχία με τρεις διαφορετικές αρετές.
1. Αν οι φύλακες έχουν ως ιδιαίτερη ευχέρεια στη γνώση του αγαθού, αυτό σημαίνει ότι είναι εκείνα τα μέλη της Πολιτείας που διακρίνονται ως προς την αρετή της σοφίας (λογιστικόν). Οι φύλακες πρέπει να ασχολούνται με τη διακυβέρνηση της Πολιτείας.
2. Αν οι επίκουροι αποτελούν το στρατιωτικό προσωπικό που είναι επιφορτισμένο με την άμυνα της Πολιτείας, αυτό σημαίνει ότι έχουνε ως εξαίρετη αρετή την ανδρεία (θυμοειδές) και ότι θα πρέπει να τους ανατεθεί η προστασία της πόλης.
3. Τέλος, οι δημιουργοί είναι ο εμπορικός και συναλλακτικός κόσμος της Πολιτείας, δηλαδή οι παραγωγοί των υλικών πόρων της πόλης, οι οποίοι κατά κάποιον τρόπο διακρίνονται (μαζί με τους επίκουρους) ως προς το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της σωφροσύνης (επιθυμητικόν). Αυτό σημαίνει ότι αποδέχονται την ιεράρχηση που τους κατατάσσει στη βάση της πυραμίδας και ότι αποδέχονται να περιορίσουν τη ζωή τους στο να κάνουν αυτό που μπορούν. Έτσι, στην Καλλίπολιν οι δημιουργοί δεν διανοούνται ότι θα αναλάβουν κάποια στιγμή την άμυνα της Πολιτείας, ούτε πολύ περισσότερο ότι θα διεκδικήσουν τη διακυβέρνησή της.
Κάτι ανάλογο ισχύει και ως προς τους επικούρους στις σχέσεις τους με τους κυβερνήτες-φύλακες. Μέσω της σωφροσύνης αυτών των δύο τάξεων υλοποιείται τελικά η ομόνοια ως προς τους πολιτικούς ρόλους του καθενός. Η ακεραιότητα και η ενότητα της πόλης, η οποία είναι πρωταρχικής σημασίας για τον Πλάτωνα, εξασφαλίζεται ακριβώς με αυτόν τον τρόπο. Έτσι επιτυγχάνεται και διαρθρώνεται η δικαιοσύνη ως οργανωτική αρχή της Πολιτείας. Στη διάκριση της Πολιτείας σε τρεις τάξεις αντιστοιχεί μια ανάλογη τριμερής διάκριση/δομή της ανθρώπινης ψυχής.
Οι φύλακες έχουν ανεπτυγμένο το ανώτερο τμήμα της ψυχής, το λογιστικόν, οι επίκουροι ενεργούν κατά βάση με το θυμοειδές τους και τέλος οι δημιουργοί καταφεύγουν συχνότερα στο επιθυμητικό σκέλος της ψυχής τους. Την προτεραιότητα και την ιεραρχική ανωτερότητα την αναγνωρίζει ο Πλάτων στο λογιστικό μέρος της ψυχής. Το συγκεκριμένο τμήμα της ψυχής είναι προικισμένο με ορισμένες αφηρημένες και ανώτερες ιδιότητες, χάρη στις οποίες είναι εις θέση να επιτελέσει ρόλο καθοδηγητικό και ελεγκτικό ως προς τις ανάγκες, τη βούληση και τις επιθυμίες των κατώτερων τμημάτων της ψυχής, που αν αφεθούν να γίνουν υπερχειλείς, θα καταστρέψουν το άτομο. Για το λόγο αυτό, ορισμένα μέλη της κοινωνίας (τα πιο προικισμένα) θα πρέπει να εκπαιδευτούν νοητικά και σωματικά, ώστε να αναπτύξουν το συγκεκριμένο λογιστικό τμήμα της ψυχής τους.
Πρώτο απ’ όλα θα πρέπει να ασκηθούν στα μαθηματικά για πολλά χρόνια. Εν συνεχεία, θα πρέπει να ασκηθούν στη μουσική, στο σώμα και σε μια σειρά άλλων δραστηριοτήτων, μέχρις ότου να φτάσουν στην τελική ευθεία της εκπαίδευσής τους, οπότε θα διδαχθούν την φιλοσοφία και θα φτάσουν έτσι στο επιθυμητό επίπεδο για να αναλάβουν ως άλλοι ηνίοχοι τα ηνία της εξουσίας. Και στο σημείο αυτό υπάρχει μια ολόκληρη θεωρία ευγονικής από τον Πλάτωνα, αφού δέχεται ότι θα προεπιλεγούν τα άτομα που θα στελεχώσουν τα ανώτερα κλιμάκια της διακυβέρνησης της Πολιτείας. Δεν θα γίνει ακριβώς ανάδειξη αυτών των αξιωματούχων αλλά θα επιλεγούν μεταξύ αυτών οι σοφότεροι. Και να ποια είναι η αγαθή πόλη κατά τον Πλάτωνα – αγαθή πόλη είναι η δίκαιη πόλη.
Αντιστοίχως, σε επίπεδο ατομικού υποκειμένου, όποιος άνθρωπος καταφέρει να ενσωματώσει τη δικαιοσύνη στη ζωή του αυτός θα είναι αγαθός και μόνο μια πόλη η οποία έχει εμπεδώσει τη δικαιοσύνη μπορεί να θεωρείται αγαθή. Κάθε τι άλλο μόνο σύγκρουση, διχόνοια και δυσαρμονία μπορεί να επιφέρει, λέξεις και καταστάσεις που ο Πλάτων τις αποστρέφεται. Συνεπώς, ο λόγος πρέπει να δαμάζει τις επιθυμίες και να ελέγχει τη βούληση και αυτό είναι χρήσιμο για τον άνθρωπο εντός της πόλης αλλά και εκτός αυτής.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Πλάτων ευνοεί και υιοθετεί αρκετά στο λόγο του την αρχή της εξειδίκευσης:
«Παραδεχτήκαμε κάπου, αν θυμάσαι, ότι ο ίδιος άνθρωπος δεν μπορεί να ασκεί σωστά πολλές τέχνες [...] Και κατά τον ίδιο τρόπο βάζαμε κάθε έναν από τους άλλους να καταπιάνεται με μία δουλειά, αυτήν για την οποία καθένας τους ήταν από τη φύση του φτιαγμένος και με την οποία έμελλε να ασχολείται σε όλη του τη ζωή, απέχοντας από τις άλλες, ώστε να την εκτελεί σωστά [...]»
Και λίγο παρακάτω:
«ένα έκαστον εν δέοι επιτηδεύειν των περί την πόλιν, εις ο αυτού η φύσις επιτηδειοτάτη πεφυκυία είη»
Με άλλα λόγια, καθένας θα πρέπει να καταπιάνεται με ένα μόνο επάγγελμα από όσα θα υπάρχουν στην πόλη: με αυτό για το οποίο θα είναι από τη φύση του πιο κατάλληλα προικισμένος. Εξάλλου, η ιεράρχηση στην Πολιτεία είναι μεν υπαρκτή αλλά πάντως δεν υιοθετεί τον χαρακτήρα της απόλυτης υποτίμησης των δημιουργών, οι οποίοι ασχολούνται με οικονομικά ζητήματα). Ο Πλάτων έχει μία προφανή προκατάληψη υπέρ του λόγου και της φιλοσοφικής ενασχόλησης, όπως επίσης και υπέρ εκείνων που μπορούν να είναι ανδρείοι, (σε αντίθεση με όσους ασχολούνται με οικονομικής φύσεως ζητήματα), ωστόσο αυτό δεν καταδεικνύει ότι θεωρεί τους δημιουργούς κατώτερους. Βέβαια, υπό μία έννοια οι δημιουργοί είναι κατώτεροι διότι δεν μπορούν να γίνουν ηγέτες. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κατακριτέο αν δεχτούμε ότι όλοι έχουν κάποιο όριο, κάποιους τομείς στους οποίους σημειώνουν μεγαλύτερη επιτυχία και ότι η εξειδίκευση είναι ωφέλιμη για την εξέλιξη της κοινωνίας. Ακόμα και αν δεχτούμε ότι έχουμε κάποια όρια (έστω και γενετικά όρια, όπως δέχεται ο Πλάτων στην Πολιτεία του) η τελική επιτυχία είναι το αποτέλεσμα του συνδυασμού πολλών ταλέντων, το προϊόν της συνεισφοράς πολλών παραγόντων και γενεών. Το αξιολογικό ερώτημα που μάς γεννάται είναι το εξής: ό, τι όρια και αν φέρουμε γενετικά έχουμε το δικαίωμα να εξελιχθούμε παραπάνω απ’ αυτό που είμαστε προορισμένοι a priori; Όπως θα λέγαμε, χρησιμοποιώντας σύγχρονους φιλοσοφικούς όρους: έχουμε «αυτονομία» ως ανθρώπινα όντα; Έχουμε δηλαδή την ευχέρεια να συγκροτήσουμε τη ζωή μας κατά βούλησιν; Αν απαντήσουμε καταφατικά, τότε μπορεί να υποστηριχθεί ότι όποια και αν είναι τα δώρα που φέρει ο καθένας μας, έχουμε το δικαίωμα να δουλέψουμε πάνω στα φυσικά μας χαρίσματα και να ανέλθουμε.
Μπορεί άραγε η Πολιτεία να περιορίζει αυτή την αυτονομία; Κι αν πράγματι δικαιούται, τι σημασία έχει ο καθορισμός απ’ την Πολιτεία της εξέλιξής μας για το όλον; Έχει η Πολιτεία το δικαίωμα να μας καθοδηγεί για το δικό μας συμφέρον (π.χ. ο Α είναι εύσωμος και εύρωστος και άρα θα ήταν καλύτερο να καταταγεί στις Ένοπλες Δυνάμεις); Αυτά είναι ορισμένα σύγχρονα πολιτικοηθικά ερωτήματα, για τα οποία η Πολιτεία μας δίνει άφθονα ερεθίσματα γόνιμου προβληματισμού.
Μία απάντηση στα ερωτήματα θα υποστήριζε ότι η Πολιτεία δικαιούται να επηρεάζει την εξέλιξη των μελών της, αφού χρειάζεται ορισμένα προαπαιτούμενα για να επιβιώσει και να μην καταστραφεί. Βέβαια, η αναλογία ψυχής και Πολιτείας που επιχειρεί ο Πλάτων δεν είναι χωρίς αντιρρήσεις, ούτε είναι εύκολο να αντιμετωπίσει κανείς τον πυκνό αντίλογο που μπορεί να διατυπωθεί για διάφορες άλλες θέσεις που υποστηρίζει ο Πλάτων στο έργο του.
Παραδείγματος χάριν: για ποιο λόγο τις λειτουργίες της πόλεως, όπως είναι η τροφή, η στέγαση, η ένδυση, η άμυνα κλπ είναι ικανότεροι να τις επιτελέσουν σωστά εκείνοι που έχουν την ιδιότητα του σοφού, δηλαδή οι φύλακες; Γιατί να μην θεωρήσουμε ότι είναι βέλτιστοι προς τούτο οι δουλευταράδες δημιουργοί ή οι ανδρείοι επίκουροι; Χωρίς να επιχειρήσουμε να έρθουμε σε διάλογο με το συγκεκριμένο αντίλογο, θα διατυπώσουμε τη γενικότερη παρατήρηση ότι ο Πλάτων στην Πολιτεία του πέφτει συχνά θύμα μιας πολιτισμικής (θα λέγαμε σήμερα) και κοινωνικής προκατάληψης. Τόσο σε αυτό το σημείο του έργου, όπως και σε αρκετά άλλα, ο Πλάτων θεωρεί ότι ο άνθρωπος που ασχολείται με το εμπόριο και τις οικονομικές συναλλαγές είναι γνωστικά ανεπαρκής και ηθικοπολιτικά ύποπτος, διότι έχει ήδη φτάσει να λερώσει τα χέρια του με οικονομικές δοσοληψίες. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, λοιπόν, ο έμπορος είναι γενικώς ολίγον υπανάπτυκτος σε σχέση με αυτόν που έχει περάσει τη μαθηματική, τη μουσική και τη φιλοσοφική εκπαίδευση. Το χρήμα που έχει πιάσει στα χέρια του και οι οικονομικές δοσοληψίες που έχει διεξαγάγει, εμποδίζουν πλέον ως προς αυτόν την απρόσκοπτη θέαση του αγαθού. Τι χρειάζεται λοιπόν για να κυβερνήσει κανείς την Καλλίπολιν;
Γεννάται λοιπόν ένα διαχρονικό ερώτημα με αφορμή τη μελέτη της Πολιτείας, εκείνο που αφορά τους κυβερνώντες, αυτούς που θα εκπληρώσουν τον στόχο της Πολιτείας, την ευμάρεια. Ποιος ειδικός θα αποφασίσει αν μία χώρα θα υπονομεύσει το μέλλον της; Ή θα κηρύξει πόλεμο; Κατά τον Πλάτωνα: «Οι καλύτεροι πρέπει να κυβερνούν» Το επιχείρημα του Πλάτωνα γίνεται αποδεκτό ως ένα όριο που τίθεται από την αξιοκρατία προκειμένου να ικανοποιείται και το κοινό αίσθημα. Πως, όμως, θα βρούμε τους καλύτερους; Πως στη δημοκρατική κοινωνία θα οργανώσουμε την επικράτηση των καλύτερων λόγων; Μια σκέψη θα ήταν μέσω μιας υψηλού επιπέδου παιδείας, προκειμένου να επιλέξουμε τους καλύτερους (σωστή κρίση). Το πρόβλημα της δημοκρατίας, όμως, είναι ότι σ’ αυτήν δεν επιδιώκουμε απλώς την κατοχύρωση δικαιωμάτων, αλλά επιθυμούμε να έχουμε γνώμη και για τους άλλους. Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι η αυτονομία διέπει και τους άλλους εκτός από μας. Η ιδιοτέλεια του πολίτη είναι εκείνη που υπονομεύει τη δημοκρατία. Η δημοκρατία χρειάζεται την ανανέωση της εμπιστοσύνης και κρίνεται αναγκαίο να τεθεί το ζήτημα των προϋποθέσεων της διακυβέρνησης. Εξάλλου, με σαφείς υπαινιγμούς του, ο Πλάτων θέτει ως προϋπόθεση διακυβέρνησης το ζήτημα των καλύτερων λόγων. Σήμερα, δεν υπάρχει η ιδέα του αγαθού που, αν τη βρούμε, θα ανακαλύψουμε την ευημερία. Καταλήγουμε, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι το πως θα οργανώσουμε τη ζωή μας είναι ένα βάρος που το κάθε άτομο θα επωμιστεί για τον εαυτό του και για τη δημοκρατία συλλογικά.
Ευκαιρίας δοθείσης, αξίζει να θυμηθούμε ότι η αντίληψη του Πλάτωνα περί δικαιοσύνης δεν είναι συμβολαϊκή, ούτε θα μπορούσε να είναι. Ο Πλάτων δεν ενδιαφέρεται για τη συμφεροντολογική πλευρά της δικαιοσύνης, δηλαδή δεν μας προτείνει να την επιλέξουμε για να μην βγάλει ο ένας τα μάτια του άλλου (όπως υποστηρίζει ο Χομπς), αλλά επειδή είναι καλή καθεαυτήν - ως αυτοσκοπός. Είναι σχεδόν μεταφυσική, λοιπόν, η σύλληψη της δικαιοσύνης από τον Πλάτωνα. Όσο για την προσέγγισή του στο θέμα της αγαθής Πολιτείας και στα άλλα ζητήματα, είναι σαφώς ταξική, αριστοκρατική και υπερσυντηρητική.
Αξιοσημείωτη είναι και η αρετή της σωφροσύνης , την οποία εισάγει στη φιλοσοφία του ο Πλάτων ως κεντρικό πυλώνα της Πολιτείας του. Πώς λειτουργεί η ιδέα της σωφροσύνης; Προφανώς η σωφροσύνη είναι το κομμάτι εκείνο που έχει να κάνει με την προάσπιση της πόλης και του ατόμου. Μια ελάχιστη σοφία υπάρχει βεβαίως σε όλους τους ανθρώπους σε κοινή βάση (σε μικρότερο ή σε μεγαλύτερο βαθμό). Εξ άλλου, υπολογιστική ευφυΐα έχουν και οι άνθρωποι των επιχειρήσεων και των συναλλαγών (πρωτίστως αυτοί!). Για παράδειγμα, στην σημερινή κοινωνία της οικονομικής κρίσης, οι έμποροι και οι άνθρωποι της οικονομίας θεωρούνται από πολλούς ως οι καταλληλότεροι να μας κυβερνήσουν.
Όμως ο Πλάτων υποθέτει ότι όσον αφορά στη διακυβέρνηση της αγαθής Πολιτείας, οι δημιουργοί και οι επίκουροι δεν μπορούν να τα καταφέρουν και να τα βγάλουν πέρα στο βέλτιστο βαθμό, με την ίδια επιτυχία που το κατορθώνουν οι φύλακες. Οι δύο αυτές τάξεις πρέπει να ασχολούνται με τα ειδικότερα αντικείμενά τους και να ελέγχονται ως προς τη δράση τους από το λόγο. Οι φύλακες όμως είναι πιο κατάλληλοι και σοφοί έτσι ώστε να ασχολούνται με το όλο οικοδόμημα (να κάνουν υποθέσεις, να εξάγουν συμπεράσματα, να κρίνουν, να φαντάζονται, να ερμηνεύουν, να χρησιμοποιούν την υπολογιστική τους ευφυΐα κλπ). Ως αποστολή τους και ως αντικείμενο ενασχόλησης έχουν ολόκληρη την πόλη μαζί με όλα τα
επιμέρους στοιχεία της. Συνεπώς, ο λόγος των φυλάκων έχει να κάνει με το όλον: ασχολείται με το πώς θα κυβερνηθεί η πόλη (με το τι είναι αγαθό για την πόλη) και προκαταλαμβάνει όλους μας.
Στο σημείο αυτό εντοπίζουμε ορισμένα σαφή στοιχεία πατερναλισμού στην πλατωνική Πολιτεία, αφού η εξουσία, όπως εκφράζεται μέσα από τους φύλακες, υιοθετεί μια θέση πατρικής παρουσίας υπέρ των πολιτών, σαν να γνωρίζει το συμφέρον τους καλύτερα από τους ίδιους. Για να το καταλάβουμε καλύτερα, ας φανταστούμε μια εξουσία που εκδίδει νόμο ότι όσοι πολίτες είναι κάτω των 21 ετών θα μπορούν να έχουν (για το καλό τους) μέχρι μια νυχτερινή έξοδο την εβδομάδα ή ότι όσοι πολίτες δεν έχουν υπερβεί τα 25 έτη δεν θα μπορούν να βλέπουν κάποιες ταινίες ορισμένου περιεχομένου (π.χ. ταινίες βίας) κλπ. Οι φύλακες είναι ακριβώς αυτοί που έχουν την εξουσία να καθορίζουν το τι είναι καλό για τους άλλους. Και σωφροσύνη, είναι η ιδιότητα των μελών της κάθε κάστας να αποδέχονται πρόθυμα τον (υποδεέστερο) ρόλο τους και την υπαγωγή τους στην καθοδήγηση των φυλάκων. Χάρη στη σωφροσύνη τους, οι δημιουργοί και οι επίκουροι αποδέχονται το όλο οικοδόμημα και την ιεραρχική του δόμηση, εν όψει και της ανάγκης εναρμόνισης των στοιχείων της Πολιτείας. Έτσι διασφαλίζεται η ομόνοια ως προς το ρόλο που έχει ο καθένας μέσα στην πόλη, διασφαλίζεται η ακεραιότητα, η ενότητα και η εσωτερική ισορροπία της Καλλίπολης
Πηγή: Σχολή Νομικών, Οικονομικών & Πολιτικών Επιστημών
Τμήμα Νομικής
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου