Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Πλάτωνα στα έργα του «Πρωταγόρας» και «Πολιτεία»





του
Παναγιώτη Παππά*




Πλάτωνος Πρωταγόρας

Η σημασία του Πρωταγόρα ως διαλόγου που περιέχει την πληρέστερη και παλαιότερη περιγραφή του χαρακτήρα και των σκοπών της σοφιστικής «παιδείας στην αρετή» δεν είναι δυνατό να υπερτιμηθεί. Πουθενά αλλού στην ελληνική γραμματεία δεν απαντάται έκθεση του θέματος εφάμιλλη, έστω και ελάχιστα, εκείνης που ο Πλάτων βάζει στα χείλη του Πρωταγόρα. Κύριος σκοπός της ανιστόρησης είναι να τονίσει τη μεγάλη σπουδαιότητα της «παιδείας στην αρετή», αν τέτοια παιδεία είναι δυνατή, και έτσι να διεγείρει το ενδιαφέρον μας στον κατάλληλο βαθμό, πριν παρουσιαστεί ο Πρωταγόρας και η διδασκαλία του.

 
Ο Πρωταγόρας ασκεί το επάγγελμα του «σοφιστή», αλλά ο Ιπποκράτης, νεαρός φίλος του Σωκράτη, που θέλει να μαθητεύσει κοντά στον Πρωταγόρα, δεν έχει την πρόθεση να ασκήσει το ίδιο επάγγελμα. Σκοπός του είναι, όπως και κάθε μαθητή κάποιου δασκάλου, να αποκομίσει «μόρφωση» (παιδεία), που αρμόζει σε ελεύθερο πολίτη με καλή ανατροφή. Με άλλα λόγια, θέλει να εμπιστευθεί την ψυχή του στα χέρια ενός επαγγελματία «σοφιστή» που θα την «περιθάλψει». Η άποψη που ουσιαστικά εκφράζεται εδώ είναι ότι η μόρφωση αποτελεί πράγμα πολύ σοβαρότερο από όσο συνήθως πιστεύεται, αποτελεί δηλαδή διάπλαση της ψυχής προς το καλό ή το κακό.
Ο νεαρός, λοιπόν, ευγενής και πλούσιος φίλος του Σωκράτη, Ιπποκράτης, έχει πολιτικές φιλοδοξίες, για την πραγματοποίηση των οποίων κρίνει σκόπιμο να φοιτήσει κοντά στον Πρωταγόρα. Ο Πρωταγόρας ομολογεί ότι αποστολή του είναι η παιδεία και όποιος αποφασίσει να μαθητεύσει σ’ αυτόν θα φεύγει κάθε μέρα καλύτερος από ότι ήταν όταν ήρθε, βεβαιώνοντας έτσι την τυπική ισοδυναμία των εννοιών «εκπαίδευση ανθρώπων» και της «διδασκαλίας της αρετής». Συγκεκριμένα, μάλιστα ο Πρωταγόρας αποκρίνεται ότι ο δικός του μαθητής θα βελτιώνεται καθημερινά, όχι στη γνώση της Αστρονομίας ή της Γεωμετρίας, αλλά ως προς το ζήτημα που παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον στη ζωή, δηλαδή «τη σύνεση στη ρύθμιση των ιδιωτικών υποθέσεων και την ικανότητα να εκφέρει γνώμη και να παίρνει ενεργά μέρος στις υποθέσεις της πόλης». Με άλλα λόγια, ο Πρωταγόρας αναλαμβάνει να μας δείξει πώς να είμαστε όχι καλοί ειδικευμένοι επαγγελματίες, αλλά καλοί άνθρωποι και , πράγμα που ήταν το ίδιο από τη σκοπιά ενός Αθηναίου της περίκλειας εποχής, καλοί και ενεργοί πολίτες. Ισχυρίζεται δηλαδή ουσιαστικά ότι μπορεί να διδάξει την «ιδιότητα του δημόσιου άνδρα», την οποία ακριβώς οι φιλόδοξοι νεαροί Αθηναίοι τον πλήρωναν για να τους μάθει.
Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι αν η αρετή μπορεί να διδαχτεί ή όχι, αλλά αν ο Πρωταγόρας μπορεί να πείσει τον Σωκράτη ότι είναι διδάξιμη, και μάλιστα με τις αρχές και τις μεθόδους του Πρωταγόρα. Απαιτείται, επομένως, να αιτιολογήσει ικανοποιητικά τον ισχυρισμό του ότι την πολιτική μπορεί να τη διδάξει ως τομέα ειδίκευσης, ακριβώς όπως διδάσκεται η Γεωμετρία ή η Ιατρική. Η «πολιτική αρετή» είναι αποκλειστικά θέμα δικαιοσύνης και σωφροσύνης. Κανένα μέλος της κοινότητας δεν μπορεί να θεωρηθεί αναρμόδιο ή απληροφόρητο σε τέτοιου είδους ζητήματα. Αντίθετα, κάθε πολίτης αποτελεί «πραγματογνώμονα» της αρετής. Γι’ αυτό άλλωστε, ενώ περιμένουμε από τον ανειδίκευτο σε άλλους τομείς να παραδεχτεί την άγνοιά του, ωστόσο, όταν πρόκειται για τη δικαιοσύνη ή τη σωφροσύνη, η οποιαδήποτε άλλη «αρετή του πολίτη», θεωρούμε φυσικό για τον καθένα να ισχυρίζεται ότι διαθέτει τις αναγκαίες γνώσεις, ακόμα κι αν τις στερείται.
Προφανώς οι Αθηναίοι πιστεύουν πραγματικά στη δυνατότητα και την ανάγκη της διδασκαλίας της αρετής. Αρκεί να προσέξουμε ότι ποτέ δεν επιπλήττουν, ούτε σωφρονίζουν για μη εξαλείψιμα ελαττώματα. Δηλαδή, κανένας δεν επιπλήττεται, ούτε σωφρονίζεται ως άσχημος, μικροκαμωμένος ή ασθενικός, αλλά δέχεται τον γενικό οίκτο. Αντίθετα (και δικαιολογημένα) οι άνθρωποι επιπλήττονται και τιμωρούνται για τα ηθικά τους σφάλματα, με κύριο σκοπό το «μάθημα» στον φταίχτη ή σε άλλους, ώστε να μην επαναληφθεί η ανήθικη πράξη. Η ύπαρξη άρα του ποινικού δικαίου αποδεικνύει ότι η «αρετή» θεωρείται διδάξιμη.Αυτό δε σημαίνει ότι ο Πλάτων και ο Πρωταγόρας απορρίπτουν την ανταποδοτική θεωρία των ποινών, δηλαδή δε δικαιούσαι να επιβάλλεις τιμωρία, επειδή απλώς νομίζεις ότι θα ωφελήσει αυτόν που θα την υποστεί. Της ποινής πρέπει να προηγείται αδίκημα.
Έτσι, λοιπόν, για τον Πρωταγόρα, η ηθική εξαρτάται από το νόμο και μάλιστα είναι προϊόν πολιτισμού. Σε μια πολιτισμένη κοινωνία, η ζωή αποτελεί μακρόχρονη διεργασία εκμάθησης της αρετής, της οποίας οι πολίτες αποτελούν, ο καθένας στο βαθμό του, ειδικευμένους δασκάλους. Υπάρχουν όμως λίγοι εξαιρετικά ικανοί δάσκαλοι, ιδιαίτερα προικισμένοι για το έργο τους, οι οποίοι κάνουν ότι και κάθε καλός πολίτης, αλλά καλύτερα, τέτοιος είναι και ο Πρωταγόρας.
Για να υποστηρίξει την άποψή του, βγάζει έναν εύγλωττο, βαρυσήμαντο λόγο για την εκπαιδευτική διεργασία, στην οποία ο πολιτισμένος άνθρωπος υποβάλλεται ισόβια, επειδή ακριβώς είναι μέλος μιας κοινωνίας με κοινωνικές παραδόσεις. Ακόμα και στη νηπιακή ηλικία, όλοι, γονείς, τροφοί και υπηρέτες, ασχολούνται αδιάκοπα με το να μαθαίνουν το παιδί, με λόγια και με έργα, ότι αυτό είναι σωστό και εκείνο λάθος. Στη συνέχεια το έργο αυτό το αναλαμβάνει ο δάσκαλος της στοιχειώδους εκπαίδευσης. Το αγόρι μαθαίνει ανάγνωση από ηθικοπλαστικά χωρία των ποιητών. Οι καθηγητές που του διδάσκουν να διαβάζει, να γράφει και να κουρδίζει τη λύρα προσέχουν κυρίως τη συμπεριφορά του. Ο γυμναστής προσπαθεί και αυτός να του ενσταλάξει προπαντός ευψυχία και ανδροπρεπή χαρακτήρα, τα βασικά δηλαδή χαρακτηριστικά ενός μελλοντικού στρατιώτη. Μετά τη σχολική ηλικία, όταν το αγόρι ανδρώνεται, η πόλη του δίνει με τους νόμους της τον κανόνα που πρέπει να διέπει τη συμπεριφορά του στη ζωή και τον τιμωρεί αν δε μάθει από τον κανόνα αυτό «να διοικεί και να διοικείται». Έτσι ο βίος του πολίτη αποτελεί αδιάκοπη προοδευτική διεργασία εκμάθησης της αρετής.
Συμπερασματικά, υπεύθυνη για το γεγονός ότι από αγαθούς γονείς προκύπτουν φαύλοι άνδρες είναι κατά τον Πρωταγόρα η φύση του μαθητή, γιατί η διδασκαλία μπορεί να είναι αποτελεσματική, μόνο αν προϋπάρχει ευφυΐα. Ακόμη και οι φαύλοι πολίτες χάρη στη συνεχή και εντατική διδασκαλία την έχουν αφομοιώσει σε κάποιο βαθμό. Αυτό κατανοείται καλύτερα, αν τους συγκρίνουμε με του πρωτόγονους λαούς που δεν έχουν αναπτύξει ακόμη την κοινωνική οργάνωση.
Επομένως η κατάκτηση της πολιτικής αρετής είναι μια συνεχής διαδικασία, μέσα σε οργανωμένες κοινωνίες, που μαθαίνεται όπως η εκμάθηση της μητρικής γλώσσας και που δεν απαιτεί απαραίτητα την παρουσία δασκάλου. Τότε ποιος είναι ο ρόλος του Πρωταγόρα; Ο ίδιος αυτοσυστήνεται με μετριοφροσύνη ως ένας καλύτερος δάσκαλος της πολιτικής αρετής, που μπορεί να ωφελήσει τους μαθητές του περισσότερο από τους άλλους δασκάλους.


Πλάτωνος Πολιτεία

Ο 4ος αιώνας π.Χ., για την Αθήνα, μπορεί να χαρακτηριστεί ως ο αιώνας της Παιδείας, υπό την έννοια της ενσυνείδητης προσπάθειας προς τη διατύπωση και την πραγμάτωση ενός παιδευτικού και πολιτιστικού ιδεώδους. Οι λόγοι αυτής της στροφής του ενδιαφέροντος προς την παιδεία και την αγωγή ανάγονται στις κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες της εποχής.
Το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου (404 π.Χ) και τα γεγονότα που επακολούθησαν (κατάλυση της δημοκρατίας, εγκαθίδρυση των Τριάκοντα τυράννων στην εξουσία, πτώση των Τριάκοντα, επαναφορά του δημοκρατικού πολιτεύματος) βρίσκουν μια Αθήνα ηττημένη, στην οποία δεν υπάρχει η δόξα και η πολιτιστική ακμή της πόλης-κράτους του 5ου αιώνα. Έτσι, ο 4ος αιώνας υπήρξε περίοδος προσπάθειας για εσωτερική και εξωτερική ανόρθωση. Τώρα, για πρώτη φορά γίνεται έντονα αντιληπτό, στον κύκλο της “διανόησης” τουλάχιστον, ότι η προηγούμενη δόξα της Αθήνας οφειλόταν κυρίως στην πνευματική της δύναμη και όχι στον υλικό της πλούτο και ότι αυτή η πνευματική δύναμη, προσανατολισμένη σε μια ορθολογική κατεύθυνση, θα έπρεπε να γίνει η ανθεκτική βάση για την οικοδόμηση του νέου κράτους και της νέας ζωής.
Μέσα σ’ αυτό το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο ο Πλάτων αναπτύσσει το φιλοσοφικό του σύστημα, λαμβάνοντας υπόψη του και τους προγενέστερους από αυτόν φιλοσόφους, ενσωματώνοντας κάποια στοιχεία της δικής τους θεωρίας ή ανασκευάζοντας και απορρίπτοντας κάποια άλλα.
Ο Πλάτωνας γεννήθηκε το 428/9, από αριστοκράτες Αθηναίους γονείς. Πατέρας του ήταν ο Αρίστωνας, γιος του Αριστοκλή. Παρ’ όλο που δεν ξέρουμε πολλά για την οικογένεια του Πλάτωνα, και μόνο τα ονόματα του πατέρα και του παππού δείχνουν πως το γένος τους ήταν αριστοκρατικό. Μητέρα του ήταν η Περικτιόνη, από παλιά αρχοντική γενιά που έφτανε μέχρι το Σόλωνα. Θείος της Περικτιόνης ήταν ο Κριτίας, διανοούμενος που συνδέθηκε στενά με το σοφιστικό κίνημα και κυρίως με το ολιγαρχικό πραξικόπημα των Τριάκοντα Τυράννων, των οποίων ήταν ηγετική μορφή. Αδερφός της Περικτιόνης ήταν ο Χαρμίδης, που επίσης συνεργάστηκε με τους Τριάκοντα και ο οποίος, στα νιάτα του, είχε συνδεθεί με το Σωκράτη.
Ο Πλάτωνας έλαβε την επιμελημένη μουσική και γυμναστική παιδεία των αριστοκρατικών γόνων της Αθήνας. Νέος ασχολήθηκε με την τραγική ποίηση, έκαψε όμως τα πρωτόλειά του, όταν γνώρισε το Σωκράτη και δεν ασχολήθηκε ξανά με την ποίηση. Το λογοτεχνικό του ταλέντο, πάντως, είναι φανερό σε κάθε αναγνώστη των διαλόγων του. Ακόμα, από πολύ νέος ενδιαφέρθηκε για την πολιτική, η θλιβερή, όμως, ανάμειξη των μελών της οικογένειάς του στην υπόθεση των Τριάκοντα αφενός, και η επίσης θλιβερή απόπειρα της αποκατεστημένης δημοκρατίας να εκδικηθεί τους ολιγαρχικούς καταδικάζοντας τον Σωκράτη, τον αηδίασαν και τον απομάκρυναν οριστικά από οποιαδήποτε φιλοδοξία συμμετοχής στα κοινά της Αθήνας.
Οικοδόμησε , λοιπόν, τη θεωρία του για την παιδεία, καθιστώντας την κύριο μοχλό κοινωνικής και πολιτικής λειτουργίας -έχοντας πάντα ως βασικό του μέλημα τη διάσωση της πόλης-κράτους και τη διάπλαση, τη μόρφωση, ικανών κυβερνητών για την ανάληψη αυτού του σκοπού - ερχόμενος σε σθεναρή αντίθεση με τους Σοφιστές, οι οποίοι, μιλώντας γενικά, έφεραν στην Αθήνα ένα πνεύμα κριτικής απόρριψης των παραδοσιακών αξιών και συμπεριφορών, συμβάλλοντας σε μία τάση μηδενισμού και ηθικής σχετικότητας η οποία είχε αναμφίβολα επαυξηθεί από τον πολύχρονο πόλεμο.
Ο γενικός σκοπός της παιδείας, κατά τον Πλάτωνα, στην Πολιτεία, είναι η στροφή ολόκληρης της ψυχής προς την ιδέα του Αγαθού. Πιο συγκεκριμένα, παιδεία είναι η τέχνη της περιστροφής της ψυχής ώστε να μπορέσει να διορθώσει τη λανθασμένη της κατεύθυνση από τον κόσμο του γίγνεσθαι στο κόσμο του όντος, δηλαδή στο Αγαθό. Εν αντιθέσει με όσους πιστεύουν ότι μπορούν να εμφυτεύσουν την επιστήμη και τη γνώση μέσα στην ψυχή, ο Σωκράτης ισχυρίζεται ότι η ίδια η ψυχή έχει τη δύναμη και το κατάλληλο όργανο για τη μάθηση . η γνώση βρίσκεται,
τελικά, μέσα στην ψυχή.
Ο άνθρωπος έχει μια ψυχή που μπορεί να φτάσει στην αιώνια ευτυχία, και η επίτευξη της ευτυχίας αυτής αποτελεί το μεγάλο έργο του βίου. Οι κοινωνικοί θεσμοί ή η παιδεία που του επιτρέπουν να την εξασφαλίσει είναι τα σωστά. Κάθε άλλος θεσμός, κάθε άλλη παιδεία είναι λάθος. Ο «φιλόσοφος» είναι ο άνθρωπος που βρήκε την οδό αυτή της ευτυχίας. Αλλά απομονωμένος δεν ζει κανείς. Όποιος λοιπόν πορεύεται προς την ευτυχία διέπεται αναπόφευκτα από ένα ιεραποστολικό πνεύμα για το κοινωνικό σύνολο στο οποίο ανήκει. Γι’ αυτό ο φιλόσοφος δεν μπορεί να είναι ειλικρινής με τον εαυτό του, αν δεν είναι βασιλιάς φιλόσοφος. Δεν μπορεί να κερδίσει ο ίδιος τη λύτρωση, αν δεν την προσφέρει στην κοινωνία του εδώ κάτω.
Η ψυχή, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, χωρίζεται κατ’ αρχήν σε δύο μέρη, το λογιστικό μέρος και το άλογο μέρος, το οποίο ταυτίζεται με το επιθυμητικό. Στη συνέχεια, η ψυχή γίνεται τριμερής με την εισαγωγή του θυμοειδούς μέρους, “του αγωνιστικού στοιχείου της ψυχής, δηλαδή του ριζικού βουλητικού στοιχείου”. Η ψυχή λοιπόν χωρίζεται σε τρία μέρη, (λογιστικό, θυμοειδές, επιθυμητικό) κατά αναλογία με τις τρεις τάξεις / γένη της πόλης, το μοντέλο της οποίας κατασκευάζει Πλάτων σ’ αυτόν το διάλογο (χρηματιστικόν, επικουρικόν, βουλευτικόν). Ανώτερο μέρος ή όργανο της ψυχής είναι το λογιστικό ή ο νους. Η ψυχή, κατά τον Πλάτωνα, είναι αθάνατη. Στην Πολιτεία, στο 611b-c, αναφέρεται ότι η ψυχή στην αληθέστατή της φύση, δηλαδή πριν την ενσάρκωσή της και την ανάμιξή της με το θνητό σώμα είναι απλή και όχι ποικιλόμορφη.
Το όργανο με το οποίο ο άνθρωπος φτάνει στην τέλεια γνώση ή επιστήμη και θεάται το Αγαθό είναι ο νους, ο οποίος αρχικά είναι θαμμένος σε ένα είδος γλοιώδους λάσπης. Από την άλλη πλευρά, η δύναμη για μάθηση που έχει από τη φύση της η ψυχή είναι η φρόνηση, η θεϊκότερη από τις άλλες αρετές του ανθρώπου που ποτέ δε χάνει τη δύναμή της και εξαρτάται από την περιστροφή της αν θα γίνει ωφέλιμη ή βλαβερή. Σύμφωνα με τον J. Adam η φρόνηση εδώ είναι η νόηση και η νοητική δύναμη. Είναι έργο της παιδείας να ξεθάψει το νου από την λάσπη που αρχικά είναι θαμμένος και να βοηθήσει στην περιστροφή της νοητικής δύναμης προς τη θέαση και τη γνώση της αλήθειας.
Πώς όμως συντελείται αυτή η διαδικασία της γνώσης και με ποιο τρόπο η
ψυχή γνωρίζει; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα βρίσκεται στην παρομοίωση της διαρεμένης γραμμής. Η διαδικασία της γνώσης συντελείται μέσα από τέσσερα στάδια και ο τρόπος που η γνωσιακή ψυχή μαθαίνει σχετίζεται με το στάδιο στο οποίο βρίσκεται. Στο πρώτο στάδιο, το στάδιο της εικασίας, η ψυχή γνωρίζει μέσω των εικόνων. Στο δεύτερο στάδιο, η γνωσιακή ψυχή περνάει στο στάδιο της πίστης, όπου η ψυχή γνωρίζει μέσω των αντικειμένων που αποτελούν την απεικόνιση στο πρώτο στάδιο της εικασίας. Στο τρίτο στάδιο, το στάδιο της διάνοιας, όπου βρίσκονται οι μαθηματικές επιστήμες. Στο τέταρτο στάδιο έχουμε το στάδιο της νόησης. Τα δύο πρώτα στάδια της εικασίας και της πίστης αποτελούν το ορατό τμήμα της γνώσης και τα δύο τελευταία στάδια της διάνοιας και της νόησης, το νοητό, ή τη δόξα και τη νόηση αντίστοιχα.
Η μεταστροφή ολόκληρης της ψυχής, λοιπόν, είναι στην περίπτωση ενός
ατόμου, η στροφή της ψυχής του από τη θέση της στο παρόν στάδιο σ’ ένα ανώτερο στάδιο, και ακόμα ψηλότερα εάν υπάρχει κάποιο, μέχρι να επιτευχθεί ο σκοπός. Υπό μία γενικότερη έννοια, είναι η στροφή της ψυχής από τη θέση της στο χαμηλότερο στάδιο, στο υψηλότερο στάδιο της γνώσης και στο ψηλότερο σημείο αυτού του σταδίου. Σ’ αυτό το σημείο συλλαμβάνει την ιδέα του Αγαθού η οποία βρίσκεται στην κορυφή της οντικής δομής.
Μέσα σ’ αυτό το πολύ γενικό και συνοπτικά παρουσιασμένο πλαίσιο της
θεωρίας της παιδείας, της ψυχολογικής θεωρίας και γνωσιοθεωρίας, ο Πλάτων κατασκευάζει το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της δίκαιης πόλης που οικοδομεί και το χωρίζει σε τρία επίπεδα: της πρώτης εκπαίδευσης, ενός ενδιάμεσου προπαιδευτικού επιπέδου και της ανώτερης εκπαίδευσης στην διαλεκτική και στην φιλοσοφία. Η πρώτη εκπαίδευση των νέων φρουρών139 περιλαμβάνει τα πατροπαράδοτα μαθήματα της μουσικής και της γυμναστικής. Στο δεύτερο επίπεδο τα μαθήματα που οι νέοι θα παρακολουθούν, κατόπιν επιλογής και σε ηλικία είκοσι ετών, θα είναι η Αριθμητική /Λογιστική, η Γεωμετρία, η Στερεομετρία, η Αστρονομία και η Αρμονική. Μετά από δέκα χρόνια σπουδών σ’ αυτό το επίπεδο και σε ηλικία τριάντα ετών, μερικοί μόνο ικανοί και σταθεροί ερευνητές -άνδρες και γυναίκες με φιλοσοφική ικανότητα και χαρακτήρα- θα προχωρούν στο τρίτο επίπεδο, όπου πλέον θα επιδίδονται στην τυπική μελέτη της Διαλεκτικής.
Προκύπτει λοιπόν η δυνατότητα και η ανάγκη μιας ανώτερης και αυστηρότερης επιστήμης, της «διαλεκτικής». Μια τέτοια επιστήμη θα διέφερε από τις επιστήμες του συρμού με δύο τρόπους: α) θα αντιμετώπιζε τις αρχικές παραδοχές των επιστημών ως απλές αφετηρίες για την ανακάλυψη άλλων, θεμελιακότερων προτάσεων, οι οποίες δε γίνονται «ανεξέταστα δεκτές» αλλά είναι αυστηρά αυτόφωτες και προφανείς (ανυπόθετα), αποτελώντας «πραγματική αρχή του παντός». Έχοντας ανακαλύψει αυτήν την αρχή (ή σύνολο τέτοιων αρχών), θα παρήγε στη συνέχεια τα πορίσματα που έπονται λογικά. Και β) σ’ αυτή την πορεία δε θα γινόταν προσφυγή σε αισθητά βοηθήματα της φαντασίας . Η διπλή διεργασία της ανόδου στην «αφετηρία του παντός» και της επανακαθόδου θα προχωρούσε «από Ιδέες διαμέσου Ιδεών καταλήγοντας σε Ιδέες». Μπορούμε μάλιστα να πούμε ότι η διαλεκτική θα κατέστρεφε τα αξιώματα των υπαρχουσών επιστημών, θα τους στερούσε δηλαδή το χαρακτήρα των υπέρτατων αξιωμάτων δείχνοντας ότι , όσα δεν είναι τελικά ψευδή, προκύπτουν πάντως από αλήθειες ακόμα πιο θεμελιακές.
Υπάρχουν δύο σημεία που πρέπει να αναφερθούν εδώ. Το ένα είναι ότι ο
Πλάτων προτείνει μια βαθιά μεταρρύθμιση του μέχρι την εποχή του ισχύοντος εκπαιδευτικού θεσμού καθιστώντας τον υπόθεση της πόλης-κράτους, ο οποίος παραδοσιακά ήταν ιδιωτική υπόθεση, ενώ από την άλλη πλευρά, στο επίπεδο της πρώτης εκπαίδευσης, ακολουθεί την παραδεδομένη ελληνική παιδεία της μουσικής και της γυμναστικής. Αυτό, σύμφωνα με τον Jaeger, οφείλεται στη ζωηρή αντίθεση μεταξύ των ριζοσπαστικών του ιδεών και του συντηρητικού του σεβασμού στην παράδοση. Για να καταλάβουμε την κριτική που ασκεί ο Πλάτωνας πρέπει να αντιληφθούμε ότι κατασκεύασε το νέο φιλοσοφικό σύστημα της αγωγής πάνω σε θεμέλια που αναμφίβολα αναμορφώθηκαν, αλλά δεν διατάραξαν την παραδοσιακή ελληνική παιδεία.
Το δεύτερο σημείο που πρέπει να αναφέρουμε είναι ότι όταν ο Πλάτων αναφέρεται στη μουσική της πρώτης εκπαίδευσης δεν εννοεί μόνο τη μουσική όπως την εννοούμε εμείς σήμερα. Η λέξη μουσική στην αρχαιότητα είχε και την έννοια της γενικής καλλιέργειας και ο “μουσικός ανήρ” δεν είναι ένας καλός μουσικός αλλά ένας καλλιεργημένος και εγγράμματος άνθρωπος. Επίσης, ο όρος μουσική χαρακτηρίζει όλα όσα αποδίδονται στις Μούσες, δηλαδή την ποίηση, τους λόγους, τη μυθολογία και γενικότερα ότι σήμερα αποδίδεται με τον όρο “καλές τέχνες”.
Το πλατωνικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Πολιτείας, λοιπόν, μπορεί να
σχηματοποιηθεί - αναφορικά και με τα στάδια της γνωσιακής ψυχικής διαδικασίας ή της πλατωνικής γνωσιοθεωρίας που προαναφέρθηκε- ως εξής:

Πρώτο επίπεδο   → Μουσική / (Μύθοι / Ποίηση / Μουσική) /
εικασία – πίστη        Γυμναστική
  
Δεύτερο επίπεδο → Μαθηματικά / Γεωμετρία /Στερεομετρία        
Διάνοια                    /Αστρονομία / Αρμονική

Τρίτο επίπεδο     → Διαλεκτική
Νόηση

Ο Σωκράτης παρακάτω απαντάει ποιος είναι ο στόχος της πρώτης εκπαίδευσης των φυλάκων λέγοντας ότι είναι να διαμορφώσει τον χαρακτήρα τους, να διαπλάσει τον εκ φύσεως θυμοειδή χαρακτήρα τους κατά τέτοιο τρόπο ώστε να ανταποκριθούν στο ρόλο τους μέσα στην πόλη και στην επίτευξη της ευδαιμονίας τους ταυτόχρονα. Άλλωστε ο νους και η δύναμη της νόησης δεν είναι σ’ αυτά τα πρώτα χρόνια της ζωής τους ακόμα αναπτυγμένος, και άρα η πρώτη εκπαίδευση πρέπει να προετοιμάσει το έδαφος ώστε όταν ο λόγος έρθει “να τον δεχτούν ως παλιό γνώριμο εξαιτίας της προηγούμενης μουσικής τους παιδείας”. Σ’ αυτή τη χρονική περίοδο της ζωής τους η γνωσιακή ψυχή των φυλάκων βρίσκεται στο στάδιο της εικασίας και έπειτα της πίστης. Σ’ αυτό το στάδιο, όπως ήδη αναφέρθηκε, η ψυχή γνωρίζει μέσω εικόνων. Η Τέχνη από την άλλη πλευρά εικάζει, εικονίζει (όλες οι τέχνες, όχι μόνο η ζωγραφική και οι άλλες εικαστικές τέχνες, αλλά και η λογοτεχνία / ποίηση, ακόμα και η μουσική). Αυτή είναι η ουσία, η φύση της Τέχνης: το εικονίζειν ή η εικόνα και άρα αυτός είναι ο λόγος που ο Πλάτων χρησιμοποιεί την Τέχνη στην πρώτη εκπαίδευση των φυλάκων -έχει άμεση σχέση με τη γνωσιοθεωρία του.

*εκ του έργου του
«Η πολιτική φιλοσοφία της εκπαίδευσης στην αρχαία Αθήνα»
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής

DMCA.com Protection Status


author image

About the Author

This article is written by: Φιλόλογος Ερμής - He has already written over 2.200 articles for Φιλόλογος Ερμής. He has Graduate Diploma in Classical Philology, Postgraduate Diploma in Applied Pedagogic, and is Candidate Doctor(Dph) of Classical Philology. Stay touch with him or email him

1 σχόλια:

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ είπε...

Πρβλ και

Η εκπαιδευτική πολιτική της Πολιτείας του Πλάτωνος..

http://filologos-hermes.blogspot.com/2012/08/blog-post_6098.html