Αἱ ἐγκλίσεις εἰς τάς ἀνεξαρτήτους προτάσεις




ΕΚ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΣ ΤΟΥ
ΑΡΧΑΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ

του
ΑΧΙΛΛΕΩΣ Α. ΤΖΑΡΤΖΑΝΟΥ



§116. 1) ᾽Εγκλίσεις λέγονται οἱ τύποι τοῦ ῥήματος, μὲ τοὺς ὁποίους δηλοῦται ἡ ψυχικὴ διάθεσις τοῦ λέγοντος σχετικῶς μὲ τὸ σημαινόμενον ὑπὸ τοῦ ῥήματος, ἤτοι οἱ τύποι τοῦ ῥήματος, μὲ τοὺς ὁποίους δηλοῦται
α΄) ἡ πραγματικότηςἡ δυνατότης τοῦ σημαινομένου ὑπὸ τοῦ ῥήματος κατὰ τὸν λέγοντα· (ἔρχεται - ἔλθοι ἄν) καὶ
β΄) τὸ ἐπιθυμητὸν (ἢ μὴ) τοῦ σημαινομένου ὑπὸ τοῦ ῥήματος διὰ τὸν λέγοντα ( ἴωμεν - ἴτε - μὴ ἔλθητε ).
2) Αἱ ἐγκλίσεις εἰς τὴν ἀρχαίαν γλῶσσαν εἶναι τέσσαρες, ἤτοι ὁριστική, ὑποτακτική, εὐκτικὴ καὶ προστακτική.
3) ῾Η σημασία καὶ ἡ χρῆσις τῶν ἐγκλίσεων εἶναι διάφορος, καθ’ ὅσον αὗται λαμβάνονται εἰς προτάσεις ἀνεξαρτήτους ἢ εἰς προτάσεις, ἐξηρτημένας.
Κατωτέρω ἐξετάζεται ἡ σημασία καὶ ἡ χρῆσις τῶν ἐγκλίσεων εἰς τὰς ἀνεξαρτήτους προτάσεις. 

 
§117. α΄) Ὁριστική. Ἡ ὁριστικὴ εἶναι κυρίως ἔγκλισις τοῦ πραγματικοῦ.
1) ῾Η ὁριστικὴ ἁπλῆ κατὰ πάντα χρόνον ἐκφράζει κάτι τὸ πραγματικὸν ὄντως ἢ κατὰ τὸν ἰσχυρισμὸν τοῦ λέγοντος (Ἄρνησις οὐ ): Ἐνταῦθα ἔμειναν ἡμέρας τρεῖς Ξ. Σωκράτης οὐ νομίζει θεούς Ξ.
Σημείωσις α΄ . Ἡ ὁριστικὴ τοῦ ἀορίστου μὲ τὴν λέξιν ὁλίγουμικροῦ πρὸ αὐτοῦ ἀντιστοιχεῖ μὲ τὸ νεοελληνικὸν λίγο ἔλειψεν νὰ καὶ ὑποτακτικήν: ὁλίγου ἐμαυτοῦ ἐπελαθόμην: (=λίγο ἔλειψε νὰ λησμονήσω) Πλ. μικροῦ κἀκεῖνον ἐξετραχήλισεν Ξ.
῾Η αὐτὴ ἔννοια ἐκφράζεται καὶ διὰ τοῦ ὁλίγουμικροῦ ἐδέησα (- ας, - ε κλπ.) μὲ ἀπαρέμφατον ἀορίστου: τὸ πῦρ τοὺς Πλαταιέας ἐλαχίστου ἐδέησε διαφθεῖραι Θ.
Κάτι τὸ μὴ πραγματικὸν δηλοῦται καὶ μὲ τὴν προσθήκην τῶν προσδιορισμῶν τὸ ἐπ’ ἐμοί, τὸ ἐπὶ σοί, τὸ ἐπὶ τούτῳ κλπ.: τὸ ἐπὶ τούτῳ ἀπολώλαμεν (=ὅσον ἐξαρτᾶται ἀπὸ τοῦτον) Ξ.
Σημείωσις β΄. ῾Ο παρατατικὸς τῶν ἀπροσώπων ῥημάτων ἢ ἐκφράσεων ἔδει, ἐχρῆν, προσῆκε, κ.τ.τ., ἐξῆν, εἰκὸς ἦν, καλὸν ἦν κ.τ.τ. μὲ ἀπαρέμφατον λαμβάνεται, ὅταν πρόκειται νὰ δηλωθῇ ὅτι τὸ σημαινόμενον ὑπὸ τοῦ ἀπαρεμφάτου δὲν ἔγινε ν ἢ δὲν γίνεται παρὰ τὴν γνώμην ἢ τὴν ἐπιθυμίαν τοῦ λέγοντος: ἔδει τὰ ἐνέχυρα τότε λαβεῖν (=ἔπρεπε νὰ λάβῃς, ἀλλὰ δὲν τὰ ἔλαβες) Ξ. τὶ σιγᾷς; οὐκ ἐχρῆν σιγᾶν, τέκνον (=δὲν ἔπρεπε = δὲν πρέπει νὰ σιωπᾷς, ὅπως σιωπᾷς) Εὐρ.
2) ῾Η ὁριστικὴ ἱστορικοῦ χρόνου μὲ τὸ (δυνητικὸν) ἄν ἐκφράζει κάτι τὸ δυνατὸν κατὰ τὸ παρελθὸν ἢ κάτι τὸ ἀντίθετον τοῦ πραγματικοῦ. ( Δυνητικὴ ὁριστική· Ἄρνησις οὐ. Εἰς τὴν νέαν γλῶσσαν θὰ μὲ ὁριστικὴν παρατατικοῦ ἢ σπανιώτερον ὑπερσυντελίκου): ἡγήσω ἄν (=θὰ ἐνόμιζες). φῶς εἰ μὴ εἰχομεν, ὅμοιοι τοῖς τυφλοῖς ἄν ἦμεν (=θὰ ἤμεθα, ἀλλὰ δὲν εἴμεθα) Ξ. οὐκ ἄν ἐποίησεν Ἀγασίας, εἰ μὴ ἐγὼ ἐκέλευσα (=δὲν θὰ τὸ ἔκαμνε - δὲν θὰ τὸ εἶχε κάμει, ἀλλὰ τὸ ἔκαμε) Ξ.
Σημείωσις. ῾Ο ἀόριστος ἢ ὁ παρατατικὸς τῆς ὁριστικῆς μὲ τὸ ἄν λαμβάνεται ἐνίοτε, ἵνα δηλωθῇ ὄχι τὸ δυνατόν, ἀλλὰ κάτι τὸ κατ’ ἐπανάληψιν ἢ συνήθως συμβαῖνον εἰς τὸ παρελθόν: εἴ τις Κλεάρχῳ ἐδόκει βλακεύειν , ἔπαισεν ἄν (=τὸν ἐκτύπα) Ξ. ἀναλαμβάνων αὐτῶν τὰ ποιήματα διηρώτων ἄν αὐτούς,τὶ λέγοιεν (=τοὺς ἐξήταζα, συνήθιζα νὰ τοὺς ἐξετάζω) Πλ. (πρβλ. Ἀπὸ τότε γενήκαμε φίλοι· νύχτα ἡμέρα μαζι· θὰ πήγαινε κεῖνος στὴ βάρδια; κοντὰ καὶ γὼ = ὁσάκις πήγαινε).
3) ῾Η ὁριστικὴ τοῦ παρατατικοῦ ἢ σπανιώτερον τοῦ ἀορίστου μὲ τὸ εἰ γὰρ ἢ εἴθε (ποιητικῶς καὶ αἴθε ) πρὸ αὐτοῦ ἐκφράζει εὐχὴν ἀνεκπλήρωτον, ἤτοι εὐχήν, ἡ ὁποία δὲν δύναται νὰ πραγματοποιηθῇ ἢ εἶναι ἀντίθετος τοῦ πραγματικοῦ. ( Εὐχετικὴ ὁριστική. Ἄρνησις μή. Εἰς τὴν νέαν γλῶσσαν μακάρι νὰ , εἴθε νὰ μὲ ὁριστικὴν παρατατικοῦ ἢ ὑπερσυντελίκου): εἴθ’ ἦσθα δυνατὸς δρᾶν, ὅσον πρόθυμος εἶ (=ἄμποτε νὰ ἤσουν, ἀλλὰ δὲν εἶσαι) Εὐρ. εἴθ’ ηὕρομέν σ’ , Ἄδμητε, μὴ λυπούμενον (=εἴθε νὰ σὲ βρίσκαμε - νὰ σὲ εἴχαμε βρεῖ) Εὐρ.
Σημείωσις . ῾Η τοιαύτη εὐχὴ ἐκφράζεται καὶ μὲ τὸ ὤφελον (- ες, - ε κλπ.) ἢ ὠς ὤφελον μετ’ ἀπαρεμφάτου ἐνεστῶτος ἢ ἀορίστου: ὤφελε Κῦρος ζῆν (=ἔπρεπε νὰ ζῇ - εἴθε νὰ ζοῦσε) Ξ. ὡς ὤφελον πάροιθεν ἐκλιπεῖν βίου (=ἄμποτε νὰ πέθαινα πρωτίτερα) Εὐρ.
§118. β΄) Ὑποτακτική. ῾Η ὑποτακτικὴ κυρίως εἶναι ἔγκλισις τοῦ προσδοκωμένου. Ειδικώτερον δὲ ἡ ὑποτακτικὴ
1) ἐκφράζει βούλησιν τοῦ λέγοντος, ὁπότε συνήθως (μάλιστα κατὰ τὸ α΄ πρόσωπον) εἰσάγεται μὲ τὸ ἄγε , ἄγε δή, ἴθι , ἴθι δή, φέρε , φέρε δὴ (=ἐμπρὸς, ἐμπρὸς λοιπόν, ἔλα , ἔλα κι ἄς). ( Βουλητικὴ ὑποτακτική. Ἄρνησις μὴ ): ἴωμεν (=πᾶμε). μήπω ἴωμεν ἐκεῖσε (=μὴν πᾶμε ἀκόμη) Πλ. ἴθι ἐξετάσωμεν τὰ ἔργα τῶν θεῶν (=ἔλα ἄς ἐξετάσωμε) Ξ. μή σε κιχήω (=νὰ μὴ σὲ συναντήσω) ῞Ομ.
Οὕτω κατὰ τὸ β΄ ἢ γ΄ πρόσωπον ἐπὶ ἀπαγορεύσεως ἢ ἀποτροπῆς: μὴ ἄλλως ποιήσῃς (=νὰ μὴ κάμῃς) Πλ. μὴ σε πείσῃ Κρίτων ποιεῖν ἅ λέγει (=ἄς μὴ σὲ πείσει) Πλ.
Σημείωσις . Εἰς τὸν ῞Ομηρον ἡ ὑποτακτικὴ λαμβάνεται πολλάκις μὲ σημασίαν μέλλοντος . ( Μελλοντικὴ ὑποτακτική. Ἄρνησις οὐ ); οὐ γὰρ πω τοίους ἴδον ἀνέρας , οὐδὲ ἴδωμαι (=οὔτε ἐλπίζω νὰ ἰδῶ, οὔτε θὰ ἰδῶ). καὶ νύ τις ὧδ’ εἴπῃσι (=ἔτσι θὰ πῇ). Τῆς τοιαύτης δὲ ὑποτακτικῆς λείψανα εἰς τὴν μετὰ ταῦτα γλῶσσαν εἶναι τὸ ἔδομαι (=θὰ φάγω) καὶ πίομαι (=θὰ πίω), τὰ ὁποῖα εἶναι κυρίως μελλοντικαὶ ὑποτακτικαὶ μὲ βραχὺ θεματικὸν φωνῆεν.
2) εἰς ἐρωτηματικὰς προτάσεις, αἱ ὁποῖαι ἐκφέρονται κατὰ τὸ α΄ πρόσωπον, ἐκφράζει ἀπορίαν περὶ τοῦ πρακτέου. ( Ἀπορηματικὴ ὑποτακτική. Ἄρνησις μή. Εἰς τὴν νέαν γλῶσσσαν νὰ μὲ ὑποτακτικήν): τὶ φῶμεν πρὸς ταῦτα, ὦ Κρίτων; (=τὶ νὰ ποῦμε;) Πλ. εἴπωμενσιγῶμεν; (=νὰ ὁμιλήσωμεν ἢ νὰ σιωπῶμεν;) Εὐρ.
῾Η τοιαύτη ἀπορηματικὴ ὑποτακτικὴ πολλάκις ἔχει πρὸ αὐτῆς τὸ βούλει ἢ βούλεσθε , μὲ τὰ ὁποῖα σαφέστερον δηλοῦται ὅτι πρόκειται περὶ πράξεως, ἡ ὁποία ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς θελήσεως τοῦ ἐρωτωμένου: βούλει σκοπῶμεν; (=θέλεις νὰ ἐξετάσωμεν;)
§119. γ) Εὐκτική. Ἡ εὐκτικὴ κυρίως εἶναι ἔγκλισις τῆς ἁπλῆς ὑποκειμενικῆς σκέψεως, χωρὶς καμμίαν ἀνασκοπὴν πρὸς τὴν πραγματικότητα ἢ πρὸς τὸ προσδοκώμενον. Εἰδικώτερον δὲ ἡ εὐκτικὴ
1) ἁπλῆ ἐκφράζει εὐχήν , ἥτις κανονικῶς ἀναφέρεται εἰς τὸ μέλλον καὶ ἑπομένως δύναται νὰ ἐκπληρωθῇ. ( Εὐχετικὴ εὐκτική. Ἄρνησις μή ): ὦ παῖ , γένοιο πατρὸς εὐτυχέστερος (=εἴθε νὰ γίνῃς) Σοφ. μή μοι γένοιθ’ ἃ βούλομ’ ἀλλ’ ἃ συμφέρει (=εἴθε νὰ μὴ μοῦ γίνουν...).
Τῆς εὐχετικῆς εὐκτικῆς προτάσσεται συνήθως τὸ εἴθε , εἰ γάρ , (ποιητ. καὶ αἴθε , ὡς · πρβλ. §117, 3, ἔνθα ὁ λόγος περὶ εὐχῆς ἀνεκπληρώτου): εἴθε σὺ τοιοῦτος ὢν φίλος ἡμῖν γένοιο Ξ.
Σημείωσις . Ἀρχῆθεν ἡ εὐχετικὴ εὐκτικὴ ἐλαμβάνετο ἐπὶ εὐχῆς ἀνεκπληρώτου (§117, 3): εἴθ’ ὡς ἡβώοιμι, ὡς ὁπότ’ ᾽Ηλείοισι καὶ ἡμῖν νεῖκος ἐτύχθη (=ἄμποτε νὰ εἶχα τώρα τὰ νειᾶτα, ποὺ εἴχα ὅταν....) ῞Ομ.
᾽Ελαμβάνενο δὲ προσέτι κατὰ τὸ β΄ καὶ γ΄ πρόσωπον ἐπὶ προσταγῆς γινομένης μετὰ λεπτότητος καὶ εὐγενείας ἢ ἐπὶ παραχωρήσεως: ταῦτ’ εἴποις Ἀχιλλῆι (=αὐτὰ λάβε τὴν καλωσύνην νὰ τὰ πῇς = αὐτὰ πές τα, παρακαλῶ) Ὅμ. (πρβλ. §114, 2). λῆγ’ ἔριδος, Τρῶας δὲ καὶ αὐτίκα δῖος Ἀχιλλεὺς ἄστεος ἐξελάσειε (=κι ἄς ἐκδιώξῃ ἀμέσως ὁ Ἀχιλλεύς....) ῞Ομ.
2) μὲ τὸ (δυνητικὸν) ἄν (ποιητικῶς καὶ κενἤκε ) ἐκφράζει κάτι τὸ δυνατὸν κατὰ τὸ παρὸν ἢ τὸ μέλλον. ( Δυνητικὴ εὐκτική. Ἄρνησις οὐ ): ἴδοι τις ἄν (=μπορεῖ νὰ ἰδῇ κανείς, θὰ ἔβλεπε κανεὶς) Δημ. Δὶς εἰς τὸν αὐτὸν ποταμὸν οὐκ ἂν ἐμβαίῃς Πλ. ἔχοις ἄν με διδάξαι τὶ ἐστι νόμος; (=θὰ μποροῦσες νὰ μὲ διδάξῃς;) Ξ.
Εἰς τοὺς Ἀττικοὺς συγγραφεῖς λαμβάνεται ἡ δυνητικὴ εὐκτικὴ προσέτι πρὸς δήλωσιν τοῦ πιθανοῦ ἀντὶ μέλλοντος, ἢ πρὸς ἔκφρασιν μετριόφρονος γνώμης, ἢ ἐπὶ προσταγῆς, ἡ ὁποία γίνεται μὲ λεπτότητα: ταῦτα ποιούντων ἡμῶν εὐθὺς ἂν Ἀριαῖος ἀποσταίη (=ἀποστήσεται, ὡς τὸ εἰκὸς = θὰ ἀποστατήσῃ κατὰ πᾶσαν πιθανότητα) Ξ. ὦ παῖ, γένοιο πατρὸς εὐτυχέστερος, τὰ δ’ ἀλλ’ ὁμοῖος, καὶ γένοιο ἂν οὐ κακὸς (=καὶ θὰ γίνῃς, πιστεύω, ὄχι ἀνάξιος). Σοφ. χωροῖς ἂν εἴσω (=ἔμπα μέσα, παρακαλῶ - ἔμπα μέσα, ἄν εὐαρεστῆσαι) Σοφ. (πρβλ. §114, 2).
Σημείωσις α΄ . Ἀρχῆθεν ἡ δυνητικὴ εὐκτικὴ ἐλαμβάνετο ὄχι μόνον διὰ τὸ παρὸν ἢ τὸ μέλλον, ἀλλὰ καὶ διὰ τὸ παρελθόν: Τυδεΐδην δ’ οὐκ ἃν γνοίης, ποτέροισι μετείη (=οὐκ ἂν ἔγνως = δὲν θὰ μποροῦσες νὰ καταλάβῃς τότε, ποὺ ἐμάχετο) ῞Ομ. (Βλ. §117, 2).
Σημείωσις β΄ Ἀρχῆθεν ἐλαμβάνετο ἡ εὐκτικὴ ἁπλῆ, ἤτοι ἄνευ τοῦ ἂν (κεν, κε), καὶ ὡς δυνητική: ῥεῖα θεὸς γ’ ἐθέλων καὶ τηλόθεν ἄνδρα σαώσαι (=σώσαι ἂν ἢ σώσειεν ἂν = μπορεῖ νὰ σώσῃ) Ὅμ. Τὸ μόριον ἄν (κεν, κε), ἀρχῆθεν ἐπίρρημα μὲ τὴν σημασίαν τοῦ τυχόν , ἐνδεχομένως, ὅσον ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰς περιστάσεις , προσετίθετο ἁπλῶς, ἵνα καθιστᾷ σαφεστέραν τὴν δυνητικὴν σημασίαν τῆς εὐκτικῆς. ᾽Εκ τῆς δυνητικῆς εὐκτικῆς τὸ ἄν , ἀφοῦ κατέστη ἀναπόσπαστον στοιχεῖον αὐτῆς, ἐλήφθη καὶ συνεδέθη καὶ μὲ τὴν ὁριστικὴν τῶν ἱστορικῶν χρόνων πρὸς δήλωσιν τοῦ δυνατοῦ κατὰ τὸ παρελθὸν (§117, 2). (Πρβλ. τὸ νεοελληνικὸν θά , τὸ ὁποῖον προῆλθεν ἐκ τοῦ θέλειν νά , θενὰ μὲ τὴν σημασίαν τοῦ μέλλει νά , πρόκειται νά , καὶ τὸ ὁποῖον ἀρχῆθεν μὲν συνετάσσετο μόνον μὲ ὑποτακτικήν, κατόπιν δὲ ἤρχισε νὰ συντάσσεται καὶ μὲ ὁριστικήν· θὰ γράφῃ , θὰ γράψῃ - θὰ ἔγραφε, θὰ ἔγραψε κλπ.)
῾Η δὲ θέσις τοῦ δυνητικοῦ ἂν ( κεν , κε ) εἶναι μετὰ τὸ ῥῆμα, εἰς τὸ ὁποῖον ἀνήκει ( ἔχοις ἄν , ἔλθοις ἄν )˙ ἀλλ’ ἂν εἰς τὴν πρότασιν ὑπάρχῃ ἄρνησις, ἢ κάποια ἀντωνυμία ἢ ἐπίρρημα ἢ ἄλλη λέξις ἰσχυρῶς τονιζομένη, τότε τὸ ἂν τίθεται κατόπιν αὐτῶν: οὐκ ἄν λάβοις · τὶ ἄν τις εἴποι ; ποῦ ἄν ἴδοι; ταῦτ’ ἄν εἴη βλαβερά . (Οὕτω προέκυψαν καὶ οἱ σύνδεσμοι ἐπάν, ἐπειδάν, ὅταν, ὁπόταν κλπ. ἐκ τοῦ ἐπεὶ ἄν, ἐπειδὴ ἄν, ὅτε ἄν, ὁπότε ἄν κλπ.).
Σημείωσις γ΄ Εἰς ἐξηρτημένας προτάσεις, περὶ τῶν ὁποίων ὁ λόγος κατωτέρω, ἡ εὐκτικὴ εἶναι προσέτι: α΄) τοῦ πλαγίου λόγου . Αὕτη ἀντιστοιχεῖ ἢ πρὸς τὴν ὁριστικήν, συνήθως ἱστορικοῦ χρόνου, ἢ πρὸς τὴν ὑποτακτικήν. Κανονικῶς δὲ εἶναι εὐκτικὴ τοῦ πλαγίου λόγου ἡ εὐκτικὴ τοῦ μέλλοντος· β΄) ἐπαναληπτική , εἰς προτάσεις ὑποθετικὰς ἢ χρονικὰς ἢ ἀναφορικάς. (Βλ. παραδείγματα εἰς τὰ σχετικὰ κεφάλαια).
§120. δ΄) Προστακτική. Ἡ προστακτικὴ εἶναι ἡ ἔγκλισις τῆς δεδηλωμένης ἀπαιτὴσεως. (Ἄρνησις μὴ ). Εἰδικώτερον δὲ σημαίνει ἡ προστακτικὴ
1) προσταγὴν ἢ ἀπαγόρευσιν: ἅπτε, παῖ, λύχνον Ἀρφ. ταῦτα μὴ ἐρώτα Ξ.
2) προτροπὴν ἢ ἀποτροπὴν ἢ παραίνεσιν: ἐμοὶ πείθου καὶ μὴ ἀλλως ποίει Πλ. γνῶθι σαυτόν · ἡδέως μὲν ἔχε πρὸς ἅπαντας, χρῶ δὲ τοῖς βελτίστοις ᾽Ισοκρ.
3) συγκατάθεσιν ἢ παραχώρησιν: ἔστω (=ἄς εἶναι)· ἐγὼ παραχωρῶ καὶ λεγέτω (=ἄς λέγῃ, ἄς πῇ) Πλ. οἱ δ’ οὖν βοώντων (=ἄς φωνάζουν, ὅσο θέλουν) Ἀρφ.
4) δέησιν ἢ παράκλησιν, εὐχὴν ἢ κατάραν: Ζεῦ, Ζεῦ τέλειε, τὰς ἐμὰς εὐχὰς τέλει. μὴ θορυβεῖτε. ὑγίαινε. ἐρρέτω (=ἄς πάῃ στὸ διάβολο).
Σημείωσις. ᾽Επὶ ἀπαγορεύσεως ἢ ἀποτροπῆς, ὅταν τὸ ῥῆμα εἶναι χρόνου ἀορίστου, λαμβάνεται συνήθως ἡ ὑποτακτική, σπανιώτερον δὲ ἡ προστακτική, ἰδίᾳ ἐπὶ τοῦ γ΄ προσώπου: μὴ ποιήσις, μὴ ποιήσητε. Μηδενὶ συμφορὰν ὀνειδίσῃς ᾽Ισοκρ. μὴ ποιήσῃ, μὴ ποιησάτω. μηδεὶς θαυμάσῃ Δημ. μηδεὶς ὑμῶν προσδοκησάτω Πλ. (Βλ. §118, 1).
§121. Ἀνασκόπησις . Ἀνασκοποῦντες τὰ εἰρημένα περὶ τῶν ἐγκλίσεων εἰς τὰς ἀνεξαρτήτους προτάσεις παρατηροῦμεν ὅτι
1) ἡ (κυρίως) ὁριστικὴ καὶ αἱ δύο δυνητικαὶ (ἤτοι ἡ δυνητικὴ εὐκτική, §119, 2 καὶ ἡ δυνητικὴ ὁριστική, §117, 2) εἶναι ἐγκλίσεις τῶν προτάσεων κρίσεως, ἡ δὲ ἄρνησις εἰς αὐτὰς εἶναι οὐ (=δὲν)
2) ἡ ὑποτακτική, ἡ προστακτικὴ καὶ αἱ δύο εὐχετικαὶ (ἤτοι ἡ εὐχετικὴ εὐκτική, §119, 1, καὶ ἡ εὐχετικὴ ὁριστική, §117, 3) εἶναι ἐγκλίσεις τῶν προτάσεων ἐπιθυμίας, ἡ δὲ ἄρνησις εἰς αὐτὰς εἶναι μή.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ο ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ σας γνωστοποιεί ότι είναι ευπρόσδεκτες τυχόν αναφορές προβλημάτων, ιδέες σχετικά με λειτουργίες του ιστοτόπου και γενικά σχόλια. Στο "ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ" εν γένει ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το www.filologos-hermes.info ουδεμία νομική ή άλλη ευθύνη φέρει.