της
ΣΤΕΛΛΑ ΜΠΑΖΑΚΟΥ - ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗ
Κατὰ το 380 π.Χ. ἡ
οἰκονομική του κατάσταση τοῦ ἐπέτρεψε νὰ ἀφήση τὸ ἐπάγγελμα τοῦ λογογράφου καὶ
νὰ ἀνοίξη στὴν Ἀθήνα μιὰ σχολή, γιὰ νὰ γίνη δάσκαλος καὶ ὁδηγητὴς τῶν νέων σὲ
μιὰ δύσκολη ἐποχή.
Ἡ σχολὴ αὐτὴ λειτουργοῦσε
ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς Ἀθήνας ἀνάμεσα στὸ Κυνόσαργες καὶ στὸ Λύκειο, τὸ ἄλσος
δηλαδὴ τοῦ Λυκείου Ἀπόλλωνα, κοντὰ στὸν Ἰλισσό, ὅπου ἦταν ἡ περιπατητικὴ Σχολὴ
τοῦ Ἀριστοτέλη. Εἶχε γύρω στοὺς 14-15 μαθητές Ἀθηναίους στὴν ἀρχὴ καὶ ὕστερα,
μετὰ τὴ δημοσίευση τοῦ Πανηγυρικοῦ τὸ 380 π.Χ., ποὺ τὸν ἔκαμε διάσημο, ἀπὸ
πολλὰ μέρη τῆς Ἑλλάδας. Ἔμεναν κοντά του 3-4 χρόνια, καὶ ἀνάμεσα στὸ δάσκαλο
καὶ στοὺς μαθητὲς ἀναπτύσονταν πάντοτε ἰσχυροὶ δεσμοὶ φιλίας ποὺ βοηθοῦσαν νὰ καρποφορήση
ἄμεσα καὶ ἀποδοτικὰ ὁ σπόρος τῆς διδασκαλίας του. Μετὰ τὸ τέλος τῶν σπουδῶν
ὅλοι σχεδὸν ἀποχωρίζονταν μὲ μεγάλη θλίψη τὸν Ἰσοκράτη. Τὰ δίδακτρα ποὺ
πλήρωναν δὲν εἶναι ἀκριβῶς γνωστά, φαίνεται ὅμως πὼς μὲ τὶς εἰσπράξεις τῆς
Σχολῆς ἀλλὰ καὶ μὲ διάφορες δωρεὲς τῶν φίλων του, κατόρθωσε νὰ ξαναφτιάξη μιὰ
περιουσία.
Τὸν 4ο αἰώνα
λειτουργοῦν καὶ ἄλλες σχολὲς στὴν Ἀθήνα· ἦταν μιὰ ἀνάγκη γιὰ τὴν ἀνήσυχη αὐτὴ
ἐποχὴ, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι δὲν ἔχουν ποῦ νὰ στηριχτοῦν καὶ διψοῦν νὰ ἀκούσουν καὶ
νὰ μάθουν. Σὲ τρεῖς βασικὲς κατηγορίες μποροῦμε νὰ χωρίσουμε τὶς σχολὲς αὐτές:
Πρῶτα εἶναι οἱ καθαρὰ ρητορικές, ὅπως τοῦ Γοργία, πού σκοπὸ ἔχουν νὰ διδάξουν
στοὺς νέους κυρίως τὴ ρητορικὴ τέχνη, γιὰ νὰ τοὺς ἑτοιμάσουν γιὰ τὴν πολιτικὴ σταδιοδρομία.
Ὕστερα εἶναι οἱ φιλοσοφικές, ὅπως τοῦ Πλάτωνα καὶ τοῦ Ἀριστοτέλη ποὺ
ἀσχολοῦνται ἰδιαίτερα μὲ θεωρητικὰ προβλήματα, χωρὶς νὰ ἔχουν πρακτικὴ
κατεύθυνση, καὶ τέλος οἱ ἐνδιάμεσες ἂς ποῦμε, σὰν τὴ σχολὴ τοῦ Ἰσοκράτη, πού,
χωρὶς νὰ ἀδιαφορῆ γιὰ τὴ ρητορικὴ κατάρτιση τῶν μαθητῶν, φιλοδοξεῖ καὶ
ἐπιδιώκει νὰ δημιουργήση ὁλοκληρωμένες ἠθικὲς προσωπικότητες, ἀνθρώπους ἄξιους,
ποὺ δὲ θὰ ἐξαντλοῦνται στὴ θεωρητικὴ συζήτηση, ἀλλὰ θὰ εἶναι σὲ θέση νὰ
ἀντιμετωπίσουν ὅλα τὰ προβλήματα τοῦ καιροῦ τους, ἀτομικὰ καὶ πολιτικά, μὲ τὰ
ἐφόδια τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς πρακτικῆς γνώσης, ποὺ θὰ ἀποχτοῦσαν στὴ Σχολή.
Εἶχε δηλαδὴ
περισσότερο πρακτικὴ κατεύθυνση ἀπὸ μιὰ καθαρὴ φιλοσοφικὴ σχολὴ καὶ
ἀντίμετώπιζε σοβαρότερα τὰ ἠθικὰ καὶ θεωρητικὰ προβλήματα ἀπὸ μιὰ ρητορικὴ
σχολή. Βοηθοῦσε τοὺς νέους νὰ καλλιεργήσουν τὴν ψυχὴ καὶ τὸ πνεῦμα τους καὶ νὰ
ἀποχτήσουν ἠθικὰ καὶ πρακτικὰ ἐφόδια, γιὰ νὰ τὰ βγάλουν πέρα σὲ ὁποιαδήποτε
κατάσταση καὶ νὰ βοηθοῦν καὶ τὴν πολιτεία ἀποτελεσματικά. Γιατί, γιὰ τὸν
Ἰσοκράτη, τὰ ἐφόδια, ποὺ ἀποχτοῦμε σὰν ἄτομα, δὲν ἔχουν καμιὰ ἀξία, ἂν δὲν τὰ
χρησιμοποιοῦμε γιὰ τὸ καλὸ τῶν συνανθρώπων μας.
Κατὰ τὴ γνώμη του
λοιπόν, ἀληθινὰ μορφωμένοι ἄνθρωποι δὲν εἶναι αὐτοὶ ποὺ εἶναι φορτωμένοι
γνώσεις καὶ σοφία εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ μποροῦν νὰ ἀντιμετωπίσουν κάθε κατάσταση,
σὰν ἄτομα ἢ σὰ μέλη μιᾶς πολιτείας, καὶ νὰ προσφέρουν πολύτιμη βοήθεια στὸ
σύνολο καὶ στὸ συνάνθρωπό τους· ἐκεῖνοι ποὺ δὲν ἐνοχλοῦνται ἀπὸ τὰ ἐλαττώματα
καὶ τὶς ἀδυναμίες τῶν ἄλλων, ἀλλὰ τὰ βλέπουν ὅλα μὲ ἀνθρωπιὰ καὶ κατανόηση·
ἐκεῖνοι ποὺ σὲ κάθε τους κίνηση, σὲ κάθε ἐκδήλωσή τους, προσέχουν νὰ μὴν
πληγώνουν, νὰ μὴν προσβάλουν τὸν ἄλλο· ἐκεῖνοι ποὺ ξέρουν νὰ βάζουν χαλινάρι
στὰ πάθη τους καὶ δὲν παρασέρνονται ἀπὸ εὔκολες ἀπολαύσεις ὥστε νὰ μὴν μποροῦν
νὰ ξεχωρίσουν τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακό, τί ἔχει ἀξία στὴ ζωὴ καὶ τί δὲν ἔχει· ἐκεῖνοι
ποὺ δὲν κλονίζονται ἀπὸ τὶς συμφορὲς ποὺ τοὺς τυχαίνουν, ἀλλὰ τὶς
ἀντιμετωπίζουν μὲ γενναιότητα, χωρὶς νὰ ξεχνοῦν ὅτι ὑπάρχουν πάντα καὶ
χειρότερες καταστάσεις καὶ ὅτι εἶναι ντροπὴ νὰ μὴν τὶς λογαριάζουν καὶ νὰ
σκέφτωνται ἐγωϊστικὰ μόνο τὸν ἑαυτό τους· τέλος ἐκεῖνοι ποὺ δὲ διαφθείρονται
ἀπὸ τὴν εὐτυχία καὶ τὴν καλή τους τύχη, ὥστε νὰ ἀποχτήσουν ἔπαρση καὶ ἀνόητη
περηφάνια.
Γιὰ νὰ φτάσουμε
ὅμως σὲ ἕνα τέτοιο ἀποτέλεσμα, ἀπαραίτητες εἶναι τρεῖς προϋποθέσεις: Οἱ ἔμφυτες
ἱκανότητες τοῦ νέου — χωρὶς αὐτὲς τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ φέρη οὐσιαστικὸ
ἀποτέλεσμα — ἡ κατάλληλη ἀγωγή , ποὺ θὰ δεχτῆ στὰ χρόνια ποὺ
διαπλάθεται καὶ διαμορφώνεται ὁ χαρακτήρας του, καὶ τέλος ἡ πείρα, ποὺ θὰ
ἀποχτήση ὁ ἴδιος χρησιμοποιώντας τὰ ἐφόδια αὐτὰ πάνω στὴν πράξη, σὰν ἄτομο καὶ
σὰ μέλος μιᾶς κοινωνίας.
Τὸ βασικὸ ὑλικὸ
γιὰ τὴ διδασκαλία του ἀποτελοῦσαν οἱ πανηγυρικοὶ καὶ οἱ συμβουλευτικοὶ
λόγοι. Οἱ πρῶτοι προορίζονταν νὰ ἀπαγγελθοῦν σὲ πανηγύρεις καὶ σὲ συγκεντρώσεις
καὶ εἶχαν γιὰ κέντρο τὸν ἔπαινο τῶν προγόνων καὶ τῆς πολιτείας· οἱ δεύτεροι
ἀπευθύνονταν σὲ διάφορα πρόσωπα καὶ ἔδιναν συμβουλὲς κάθε λογῆς. Οἱ λόγοι αὐτοὶ
τοῦ ἐξασφάλιζαν πλούσιο παιδευτικὸ ὑλικό, γιὰ νὰ ἐφαρμόση τὶς παιδαγωγικὲς καὶ
ἠθικές του ἀρχές στὶς εὔπλαστες μυχὲς τῶν νέων, ποὺ τὶς χειρίζονταν μὲ προσοχὴ
καὶ ἀληθινὸ σεβασμό. Ἀντίθετα εἶχε ἀποκλείσει ἀπὸ τὴ διδασκαλία τοὺς δικανικοὺς
λόγους, ποὺ ἀπαγγέλλονταν στὰ δικαστήρια, γιατὶ τοὺς περιφρονοῦσε, ἀφοῦ
παρουσίαζαν τὰ πάθη καὶ τὶς ἀντιδικίες τῶν ἀνθρώπων, καὶ τοὺς θεωροῦσε
ἀκατάλληλους γιὰ παιδαγωγικοὺς σκοπούς.
Μὲ τὸ φωτεινό της
πρόγραμμα, μὲ τὸ μελετημένο περιεχόμενό της καὶ μὲ τὴν προσωπικότητα τοῦ
δασκάλου, δὲν ἦταν δύσκολο ἡ Σχολὴ νὰ πραγματοποιήση τὸ σκοπό της: Νὰ
δημιουργήση δηλαδὴ ἀνθρώπους ἄξιους ἀπὸ κάθε ἄποψη, ἱκανοὺς νὰ βοηθήσουν τὴν
πολιτεία, ἰδίως τὴν κρίσιμη ἐκείνη ἐποχή. Καὶ πράγματι οἱ μαθητὲς τῆς πρώτης
δεκαεταίς, 390 — 380 π.Χ. — ὁ Εὔνομος, ὁ Κάλιππος, ὁ Ὀνήτορας, ὁ Ἀντικλής, ὁ
Λυσιθείδης, ὁ Φιλωνίδης καὶ ἄλλοι — τιμήθηκαν ἀπὸ τὴν πολιτεία μὲ τὸ χρυσὸ
στέφανο γιὰ τὶς ὑπηρεσίες, ποὺ τῆς πρόσφεραν· οἱ κατοπινοὶ πάλι — ὁ Τιμόθεος, ὁ
Λεωδάμας, ὁ Θεόπομπος, ὁ Ἔφορος, ὁ Διόδοτος, ὁ Πύθωνας, ὁ Ἱερώνυμος — ἐργάσθηκαν
ὅλοι γιὰ τὸν ἰδιο πολιτικὸ σκοπὸ ποὺ ἐπιδιώκει καὶ ὁ δάσκαλός τους στὰ διάφορα
δημοσιεύματά του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου