Διδασκαλία της Λογοτεχνίας εξ αποστάσεως




Προτάσεις για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας
με τη μέθοδο της εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης:
Η χρήση του υπερκειμένου στη μελέτη της λογοτεχνίας.

του
Χρήστου Δανιήλ
Διδάκτορος Νεοελληνικής Φιλολογίας
Πανεπιστημίου Ιωαννίνων



Η ιδιαίτερη φύση της λογοτεχνίας και η ένταξη της μελέτης της σε ένα σύστημα εκπαίδευσης από απόσταση

Η ένταξη της μελέτης της λογοτεχνίας σε ένα σύστημα εκπαίδευσης από απόσταση συναντά ποικίλες δυσκολίες και προκαλεί τους σχεδιαστές του για την υπέρβασή τους. Οι δυσκολίες οφείλονται τόσο στους περιορισμούς που θέτει η συγκεκριμένη μέθοδος εκπαίδευσης όσο και στη φύση του γνωστικού αντικειμένου. Ανασταλτικό παράγοντα αποτελούν και οι παγιωμένες αντιλήψεις που, κατά βάση, διαθέτουν οι υποψήφιοι εκπαιδευόμενοι σχετικά με τα λογοτεχνικά φαινόμενα.

 
Οι περιορισμοί της μεθόδου εντοπίζονται, κυρίως, στην απουσία (ή στον περιορισμένο αριθμό) εκ του σύνεγγυς διδασκαλιών των εκπαιδευομένων, στην αδυναμία πραγματοποίησης εργαστηριακών ή σεμιναριακών μαθημάτων, στην έλλειψη δια ζώσης συνεργασίας των εκπαιδευομένων για την παραγωγή και τη σύνθεση πρωτότυπων ιδεών και δοκιμιακών κειμένων. Για την υπέρβαση αυτών των δυσκολιών ο σχεδιασμός συστημάτων εκπαίδευσης από απόσταση διαθέτει μεθόδους και εργαλεία κατάλληλα σχεδιασμένα και δοκιμασμένα σε αυτόν τον τρόπο εκπαίδευσης, όπως το ειδικά συνθεμένο γραπτό εκπαιδευτικό υλικό, κατάλληλο για μελέτη από απόσταση· γραπτό εκπαιδευτικό υλικό με ύφος φιλικό προς τον εκπαιδευόμενο, σαφήνεια ως προς τη διατύπωση, έκθεση της σκοποθεσίας και των προσδοκώμενων αποτελεσμάτων, κατάθεση εισαγωγικών παρατηρήσεων και λέξεων κλειδιών, κατάτμηση σε ενότητες και υποενότητες, χρήση πολλών παραδειγμάτων, συγγραφή ασκήσεων αυτοαξιολόγησης και δραστηριοτήτων, παράθεση βιβλιογραφικού οδηγού, οδηγού για περαιτέρω μελέτη, περιεκτικής σύνοψης κ.ά. (για το θέμα βλέπε και Race, 1999). Καθοριστικός είναι επίσης ο ρόλος του δυναμικού των εκπαιδευτών, ενός ειδικά επιμορφωμένου δυναμικού εκπαιδευτών που καθοδηγεί, ενθαρρύνει και συντονίζει τη μελέτη των εκπαιδευομένων, και γνωρίζει τους τρόπους διαχείρισης των Συμβουλευτικών Συναντήσεων με τους εκπαιδευόμενους (Κόκκος, 1998: 187-240). Η μακρόχρονη επιτυχής δοκιμασία της μεθόδου διδασκαλίας από απόσταση στο εξωτερικό, αλλά και τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, με φορέα
υλοποίησης το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, το οποίο παρέχει προγράμματα εκπαίδευσης ανώτατου επιπέδου προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών- πιστοποιεί τις δυνατότητες αυτής της μεθόδου και την καθιστά ως μια εναλλακτική μέθοδο διδασκαλίας ισοδύναμη με την παραδοσιακή, δασκαλοκεντρική μέθοδο που εφαρμόζεται στην πλειονότητα των προγραμμάτων εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες.
Η ιδιαίτερη φύση του γνωστικού αντικειμένου της λογοτεχνίας, όπως και άλλων κλάδων των ανθρωπιστικών επιστημών, δημιουργεί κάποια επιπρόσθετα προβλήματα στην εισαγωγή του αντικειμένου σε πλαίσιο εξ αποστάσεως εκπαίδευσης (Καγιαλής, 2005: 483). Η ιδιαιτερότητα αυτή συνίσταται, κυρίως, στη ρευστότητα των ορίων που παρουσιάζει το αντικείμενο της λογοτεχνίας (π.χ. μεταβλητά όρια του εκάστοτε λογοτεχνικού κανόνα, ασαφή όρια λογοτεχνίας-παραλογοτεχνίας) και στην απουσία τυποποιημένης και κωδικοποιημένης μεθόδου προσέγγισης των λογοτεχνικών κειμένων, κοινώς αποδεκτής από όλους τους φιλολόγους. Τούτο γιατί τα λογοτεχνικά κείμενα –ιδίως τα ποιητικά- χαρακτηρίζονται από πολυσημία και είναι ανοικτά σε ερμηνευτικές προσεγγίσεις και αναγνωστικές προτάσεις.
«Ένα κείμενο δεν είναι φτιαγμένο από μια γραμμή λέξεων, από όπου αναδύεται μια έννοια μοναδική, κατά κάποιο τρόπο θεολογική (η οποία θα ήταν το «μήνυμα» του «Συγγραφέα – Θεού») αλλά ένας χώρος με πολλαπλές διαστάσεις, όπου παντρεύονται και αλληλοαμφισβητούνται ποικίλες γραφές, από τις οποίες καμία δεν είναι η αρχική» (Barthes, 1988: 141). Έτσι, τα λογοτεχνικά κείμενα προκαλούν τους αναγνώστες τους σε διαρκή εγρήγορση προκειμένου να αποκωδικοποιήσουν τα ποικίλα σήματά τους, να αντιληφθούν και να εντοπίσουν τις διακειμενικές τους σχέσεις, να τα προσεγγίσουν και να τα ερμηνεύσουν τόσο σε επίπεδο καταδήλωσης όσο και συνδήλωσης. Απαιτούν, επομένως, από τους εκπαιδευόμενους να έχουν αναπτύξει ικανότητες κριτικής προσέγγισης και ερμηνευτικής ανάγνωσης.
Η παροχή ενός προγράμματος σπουδών δια βίου μάθησης με τη μέθοδο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης που περιλαμβάνει και το αντικείμενο της λογοτεχνίας έχει να αντιμετωπίσει αυτές τις ιδιαιτερότητες των λογοτεχνικών κειμένων τις οποίες πιθανότατα αγνοούν οι υποψήφιοι εκπαιδευόμενοι, αλλά και ούτε έχουν ασκηθεί στην ανάπτυξη των παραπάνω ικανοτήτων· και πώς θα μπορούσαν άλλωστε αφού ούτε την εξειδικευμένη φιλολογική γνώση διαθέτουν, ενώ η λογοτεχνική παιδεία που έχουν λάβει κατά τις εγκύκλιες σπουδές τους, τους οδηγεί σε στρεβλές αντιλήψεις και πρακτικές. Η λογοτεχνική παιδεία στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση –παρά τις όποιες προσπάθειες των τελευταίων χρόνων με την εισαγωγή και της διαθεματικής προσέγγισης των κειμένων και μιας περισσότερο κειμενοκεντρικής διάστασης- εστιάζει στην ιστορικογραμματολογική προσέγγιση των λογοτεχνικών φαινομένων, στην παράθεση βιογραφικών στοιχείων των λογοτεχνών, στην αναζήτηση του ενός και μοναδικού μηνύματος του λογοτέχνη (χαρακτηριστική η ερώτηση «τι θέλει να πει ο ποιητής» που ακόμη ακούγεται σε αρκετά σχολεία), στη σύνδεση της λογοτεχνικής παραγωγής με εθνικές, θρησκευτικές ή γλωσσικές επιδιώξεις, στη μελέτη ενός άκαμπτου και συντηρητικού λογοτεχνικού κανόνα (για το θέμα βλέπε και Πασχαλίδης, 2000). Με τον τρόπο αυτό η αναγνωστική διάθεση των εκπαιδευόμενων εξασθενεί, ενώ η κριτική ανάγνωση και η αναγνωστική απόλαυση θυσιάζεται στο βωμό των απαιτήσεων μιας εκπαίδευσης που κινείται με άξονα τις τελικές εξετάσεις, (με αποστήθιση ονομάτων, περιόδων και ρευμάτων, εμμονή στην εύρεση του «νοήματος») και όχι τη χαρά της γνώσης. Παράλληλα η ενασχόληση των μέσων ενημέρωσης με τα λογοτεχνικά φαινόμενα επιτείνει την παραπάνω στρέβλωση των αντιλήψεων, αφού αυτή είναι περιθωριακή, αποσπασματική, επιφανειακή και υπόκειται στις απαιτήσεις ενός ιδιότυπου σύγχρονου μάρκετινγκ γύρω από το λογοτεχνικό εμπόρευμα (βλέπε και Αποστολίδου, 2006).
Με βάση όσα προηγήθηκαν, ο σχεδιασμός ενός προγράμματος σπουδών δια βίου μάθησης που συμπεριλαμβάνει και τη λογοτεχνία οφείλει να σκοπεύει στην άμβλυνση, αν όχι την εξάλειψη των παραπάνω αντιλήψεων. Να φιλοδοξεί στη δημιουργία εκπαιδευόμενων –συστηματικών και κριτικών αναγνωστών- που αντιλαμβάνονται τη λογοτεχνία ως μια μορφή τέχνης απαλλαγμένη από ιδεολογήματα και χρηστικές ιδιότητες, αλλότριες προς τη φύση της. Οι εκπαιδευόμενοι θα πρέπει, με την ολοκλήρωση της μελέτης του αντικειμένου, να έχουν κατακτήσει στοιχεία ενός ιδιότυπου γραμματισμού που ονομάζουμε λογοτεχνικό (Χοντολίδου, 2003: 302), να έχουν αποβάλει τις όποιες «ρομαντικές» απόψεις τους περί «αυθεντιών» στο χώρο της λογοτεχνίας, να μπορούν να συνδιαλεχθούν με ένα λογοτεχνικό κείμενο, να εντοπίζουν και να κατανοούν τις όποιες ιστορικοκοινωνικές του συνδηλώσεις, τις διακειμενικές του αναφορές, να αντιλαμβάνονται δηλαδή τη συνθετότητα και την πολυπλοκότητά του, να προσλαμβάνουν από αυτό αισθητική απόλαυση και να βρίσκονται σε συναισθηματική ανταπόκριση μαζί του, καθώς και να ανακαλούν τις τυχόν συναφείς βιωματικές τους εμπειρίες· να εκλαμβάνουν τη διαδικασία της ανάγνωσης ως μια διαδικασία συνεχούς ανατροφοδότησης, επαναξιολόγησης και επανασημασιοδότησης. Τα εκπαιδευτικά υλικά που θα παραχθούν για ένα τέτοιο πρόγραμμα, καθώς και οι διαδικασίες αξιολόγησης των αποτελεσμάτων του προγράμματος θα πρέπει να βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση και να υπηρετούν τη συγκεκριμένη στοχοθεσία.

Η προσφυγή στην εμπειρία άλλων φορέων που παρέχουν λογοτεχνικά προγράμματα με τη μέθοδο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης 

Η ένταξη γνωστικών αντικειμένων με ιδιαιτερότητες όπως αυτές της λογοτεχνίας σε εκπαιδευτικά προγράμματα από απόσταση μας υποχρεώνει να βρισκόμαστε σε διαρκή ανατροφοδότηση των αποτελεσμάτων των πρώτων εφαρμογών, μας καλεί σε διαρκή εγρήγορση για την ανάπτυξη καινοτόμων μορφών εκπαιδευτικού υλικού που θα καλύπτουν τις εκφρασμένες ανάγκες των εκπαιδευόμενων, και μας ωθεί στην αναζήτηση και μελέτη των εμπειριών που μπορούν να καταθέσουν εκπαιδευτικά προγράμματα σε διεθνές επίπεδο που ακολουθούν ανάλογες κατευθύνσεις. Σε διαφορετική περίπτωση η προσφερόμενη εκπαίδευση δεν θα μπορέσει να καλύψει τους φιλόδοξους στόχους που προδιαγράψαμε, αλλά θα αρκεστεί σε μια παραδοσιακού τύπου προσφορά εγκυκλοπαιδικών γνώσεων γύρω από έννοιες και ονόματα του λογοτεχνικού πεδίου. Η σημασία σε τέτοιου είδους προγράμματα δεν πρέπει να δοθεί στο τι θα διδάξουμε, αλλά με ποιον τρόπο θα το διδάξουμε, όπως ακριβώς το σημαντικό για τους εκπαιδευόμενους δεν είναι το τι θα διαβάσουν, αλλά το πώς θα το διαβάσουν.
Τις παραπάνω προκλήσεις και δυσκολίες είχε να αντιμετωπίσει και το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, ο πρώτος επίσημος φορέας στη χώρα που παρέχει εκπαιδευτικά προγράμματα με τη μέθοδο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Για το χώρο της νεοελληνικής λογοτεχνίας το ΕΑΠ από το 2001 προσφέρει στους φοιτητές του τη Θεματική Ενότητα Γράμματα ΙΙ: Νεοελληνική Φιλολογία (19ος και 20ος αιώνας) ενώ από την επόμενη ακαδημαϊκή χρονιά (2006-7) προγραμματίζει την ένταξη στο πρόγραμμά του και της Θ.Ε.: Νεοελληνική Φιλολογία, από τις απαρχές της ως το 18ο αιώνα, στο πλαίσιο του προπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών: Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό. Το ΕΑΠ, για τις συγκεκριμένες Θ.Ε., έχει αναπτύξει πλούσιο έντυπο εκπαιδευτικό υλικό, γραμμένο με τους τρόπους και τους κανόνες που αρμόζουν στη συγκεκριμένη μέθοδο εκπαίδευσης που προσφέρει. Έτσι, κάθε φοιτητής παραλαμβάνει με την εγγραφή του στην Ενότητα ένα εκτενές Εγχειρίδιο μελέτης, ένα Ανθολόγιο λογοτεχνικών κειμένων, έναν τόμο με Παράλληλα κείμενα, δοκιμιακού χαρακτήρα, καθώς και δύο τόμους Ιστορίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Το έντυπο, όμως, αυτό υλικό εκ των πραγμάτων, εστιάζει κυρίως σε μια παροχή γραμματολογικών γνώσεων και βιοεργογραφικών πληροφοριών και αδυνατεί να καλύψει την ανάγκη των φοιτητών για άσκηση στην ερμηνευτική των κειμένων. Για το λόγο αυτό το ΕΑΠ προχώρησε στη δημιουργία καινοτόμου εναλλακτικού υλικού που εκμεταλλεύεται την ανάπτυξη των οπτικοακουστικών μέσων και δημιούργησε ένα εκπαιδευτικό CD-Rom που θα δοκιμαστεί, σε πειραματική φάση, την επόμενη ακαδημαϊκή χρονιά. Παράλληλα, στο πλαίσιο της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του ΕΑΠ συστήθηκε μια διεπιστημονική ερευνητική ομάδα από 15 πανεπιστημιακούς και ερευνητές με την ονομασία OpenLit/ Ανοιχτή Λογοτεχνία με σκοπό α) τη δημιουργία δικτύου ερευνητικών συνεργασιών ανάμεσα σε ερευνητές και παραγωγούς εκπαιδευτικού υλικού στην Ελλάδα και το εξωτερικό, β) τη συστηματική διερεύνηση και κριτική ανάλυση των διδακτικών μεθόδων που εφαρμόζονται σε συναφή εκπαιδευτικά προγράμματα του εξωτερικού, γ) την εκπόνηση πρωτότυπων επιστημονικών μελετών για ζητήματα θεωρίας και διδακτικής μεθοδολογίας των λογοτεχνικών σπουδών από απόσταση, και δ) την εκπόνηση καινοτομικού εκπαιδευτικού υλικού (περισσότερα για την ερευνητική ομάδα, καθώς και μια αποτίμηση των εκπαιδευτικών μεθόδων που εφαρμόζονται σε οκτώ ευρωπαϊκά προγράμματα εξ αποστάσεως σπουδών στη λογοτεχνία βλέπε: Καγιαλής, 2005, Νάτσινα, 2005, Βλαβιανού, Ιωαννίδου 2005).

Η χρήση του υπερκειμένου στη μελέτη της λογοτεχνίας

Από την κατεύθυνση που δίνει το ΕΑΠ στην παραγωγή εναλλακτικού εκπαιδευτικού υλικού, αλλά και από την κυρίαρχη πρακτική που εφαρμόζουν ομόλογοι εκπαιδευτικοί φορείς του εξωτερικού, διαπιστώνεται η ανάγκη εφαρμογής των νέων τεχνολογιών και των οπτικοακουστικών μέσων στη σύνθεση του εκπαιδευτικού υλικού που θα αφορά στη λογοτεχνική εκπαίδευση. Ειδικότερα, η εφαρμογή των δυνατοτήτων του Υπερκειμένου (Hypertext) δημιουργεί νέα δυναμική στις παρεχόμενες εκπαιδευτικές υπηρεσίες και επιλύει, ως ένα βαθμό, πολλά από τα ζητήματα που αντιμετωπίζουμε. Από πρακτική άποψη, με τον όρο «υπερκείμενο» εννοούμε μια δυναμική μορφή ηλεκτρονικού κειμένου που επιτρέπει την εισαγωγή άλλων κειμένων, εικόνων, αρχείων ήχου, ακόμη και μικρών ταινιών, σε διάφορα σημεία του κειμένου με τη μορφή ενεργών δεσμών. Το υλικό αυτό βρίσκεται στη διάθεση του χρήστη, σε παράλληλο παράθυρο με το κυρίως κείμενο, μόλις επιλέξει τον αντίστοιχο δεσμό. Ο εκπαιδευόμενος δηλαδή έχει στη διάθεσή του σε
ηλεκτρονική μορφή ένα λογοτεχνικό έργο που εμπεριέχει δεσμούς (links) οι οποίοι οδηγούν σε άλλα γραπτά, ακουστικά ή οπτικά κείμενα που του παρέχουν ένα πολυποίκιλο και εκτενές υλικό: ερμηνευτικές προτάσεις για συγκεκριμένα χωρία του λογοτεχνικού έργου, σχόλια γύρω από τα εκδοτικά ζητήματα του έργου, πραγματολογικές πληροφορίες, χωρία από
άλλα λογοτεχνικά έργα με τα οποία το υπό εξέταση κείμενο επικοινωνεί διακειμενικά, φωτογραφικό υλικό, τυχόν μελοποιήσεις του συγκεκριμένου έργου ή απαγγελία του από τη φωνή του συγγραφέα του ή κάποιου ειδικού, σκηνές από κινηματογραφικές ή τηλεοπτικές μεταφορές του έργου κ.ά. Ο εκπαιδευόμενος με τον τρόπο αυτό συμμετέχει ενεργητικά στην πορεία αναζήτησης των πληροφοριών, έρχεται αντιμέτωπος με τις ποικίλες ερμηνευτικές προσεγγίσεις που έχουν κατατεθεί για το απόσπασμα που ενδιαφέρεται και κατακτά μια ενεργητική κριτική στάση στην πράξη της ανάγνωσης. Υπογραμμίζουμε ότι η λογική που διέπει τη λειτουργία του υπερκειμένου είναι από πολλές απόψεις συναφής με ζητήματα που έχουν τεθεί στο πεδίο της λογοτεχνικής θεωρίας και ιδίως με την έννοια της διακειμενικότητας  (Δανιήλ, 2005: 539-540), ενώ ο συνδυασμός λογοτεχνικών κειμένων και οπτικοακουστικών μέσων είναι εφικτός και ικανός να αποβεί επ’ ωφελεία της μελέτης και των δύο ειδών προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης τόσο της λογοτεχνικής όσο και της οπτικοακουστικής εγγραμματοσύνης των εκπαιδευόμενων (Πασχαλίδης, 2006).
Βέβαια η μελέτη των λογοτεχνικών κειμένων μέσα σε ένα ηλεκτρονικό υπερκειμενικό περιβάλλον διαφοροποιείται σημαντικά από τον τρόπο μελέτης με τις παραδοσιακές έντυπες μεθόδους, κυρίως, στα εξής:
α) Η μελέτη από την οθόνη ενός υπολογιστή είναι σχετικά ανοίκεια και απαιτεί κάποιο χρόνο εξοικείωσης από την πλευρά του εκπαιδευόμενου. Πιθανόν να προκαλέσει, σε αρχικό στάδιο, αισθήματα κόπωσης ή αδυναμία συγκέντρωσης. Ωστόσο, υπάρχει και η επιλογή της εκτύπωσης των σημείων εκείνων που ο εκπαιδευόμενος θα ήθελε και σε έντυπη μορφή.
β) Μέσα στους συνδέσμους υπάρχει ένας πλούτος υλικού, τον όγκο του οποίου αγνοεί ο εκπαιδευόμενος. Η παροχή του υλικού αυτού σε έντυπη μορφή –εάν κάτι τέτοιο ήταν εφικτό- θα δημιουργούσε ένα επιπρόσθετο βάρος, κυριολεκτικό και μεταφορικό.
γ) Τα σχόλια και οι πληροφορίες που βρίσκονται στους συνδέσμους προέρχονται από δεκάδες πηγές, συχνά απρόσιτες στο μέσο εκπαιδευόμενο, αφού μπορεί να προέρχονται από εξειδικευμένα περιοδικά, σπάνιες εκδόσεις, δυσεύρετα βιβλία κ.ά. Ο εκπαιδευόμενος, κάτοικος και του πλέον απομακρυσμένου σημείου, έχει πρόσβαση, ανέξοδα και χωρίς να διαθέσει χρόνο και προσπάθεια, σε αυτό το εξειδικευμένο υλικό που έχει προεπιλεγεί για να μελετήσει.
δ) Ο τρόπος ανάγνωσης και μελέτης δεν είναι ο ευθύγραμμος παθητικός τρόπος που επιβάλει η μορφή ενός κειμένου. Ο εκάστοτε εκπαιδευόμενος επιλέγει ο ίδιος τον τρόπο με τον οποίο θα ενεργοποιήσει τις υπάρχουσες
πληροφορίες, ανάλογα με τη διάθεσή του, τα ενδιαφέροντά του, το διαθέσιμο χρόνο. Η πορεία της μελέτης με τον τρόπο αυτό είναι ανοικτή, ενεργητική και διαφοροποιημένη από εκπαιδευόμενο σε εκπαιδευόμενο και από περίσταση σε περίσταση.
ε) Το συνοδευτικό υλικό, με την εμφάνισή του στην οθόνη του υπολογιστή, καταλαμβάνει θέση ισότιμη με το υπό εξέταση λογοτεχνικό υλικό και έτσι ο εκπαιδευόμενος εκλαμβάνει την ερμηνεία των κειμένων ως δραστηριότητα αυτόνομη και ισόκυρη με εκείνη της ανάγνωσης της λογοτεχνικής παραγωγής. Αντίθετα η παροχή των ίδιων πληροφοριών με μορφή υποσημειώσεων (όταν κάτι τέτοιο είναι εφικτό) δίνει στο ίδιο υλικό την αίσθηση του βοηθητικού, υποστηρικτικού υλικού που δεν μπορεί να λειτουργήσει αυτόνομα. Ένα παράδειγμα εφαρμογής του υπερκειμένου στη μελέτη της λογοτεχνίας: Το εκπαιδευτικό CD-Rom για τους Σολωμό – Καβάφη –Καρυωτάκη του ΕΑΠ στη Θ.Ε. Νεοελληνική Φιλολογία (19ος και 20ος αιώνας) [Στη συνέχεια παρουσιάστηκαν στο συνέδριο χαρακτηριστικά δείγματα του ηλεκτρονικού εκπαιδευτικού υλικού του ΕΑΠ από το CD-Rom για τους Σολωμό – Καβάφη – Καρυωτάκη] Στο εκπαιδευτικό CD-Rom της Θεματικής Ενότητας: Νεοελληνική Φιλολογία (19ος και 20ος αιώνας) του ΕΑΠ περιέχονται λογοτεχνικά έργα των Διονυσίου Σολωμού, Κωνσταντίνου Καβάφη και Κ. Γ. Καρυωτάκη που σχολιάζονται με τη μορφή υπερκειμένου. Οι συγγραφείς του Ευριπίδης Γαραντούδης, Αναστασία Νάτσινα και Χρήστος Δανιήλ επιμελήθηκαν αντίστοιχα τις ενότητες για τον Σολωμό, τον Καβάφη και τον Καρυωτάκη. Τον σχεδιασμό, την επίβλεψη και την επιστημονική ευθύνη του όλου εγχειρήματος είχε ο Τάκης Καγιαλής, αναπληρωτής καθηγητής νεοελληνικής φιλολογίας στο ΕΑΠ και Συντονιστής της Θ.Ε. (για μια αναλυτική παρουσίαση του εκπαιδευτικού αυτού υλικού βλέπε: Δανιήλ, 2005).

Επιλογικά

Η συνειδητοποίηση των δυσκολιών και των προκλήσεων που αναφέρθηκαν αναφορικά με το σχεδιασμό ενός προγράμματος σπουδών λογοτεχνικής εκπαίδευσης στο πλαίσιο της δια βίου μάθησης με τη μέθοδο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης πιστεύουμε ότι μπορεί να αποτελέσει το εφαλτήριο για την παραγωγή καινοτόμου και δυναμικού εκπαιδευτικού υλικού, με τη συνδρομή των νέων τεχνολογιών, συμβατού τόσο με την εκπαίδευση ενηλίκων και την ανοικτή και από απόσταση εκπαίδευση όσο και με τις σύγχρονες θεωρίες της λογοτεχνίας, και ικανού να καλύψει τα κενά και τις αδυναμίες που παρουσιάζουν τα έντυπα συμβατικά υλικά. Η εξοικείωση αρχικά και στη συνέχεια η άσκηση των εκπαιδευόμενων πάνω σε ζητήματα ερμηνευτικής προσέγγισης και κριτικής ανάγνωσης των λογοτεχνικών κειμένων θεωρούμε πως ενισχύουν όχι μόνο τη λογοτεχνική εγγραμματοσύνη τους (που είναι το αρχικό και βασικό ζητούμενο ενός τέτοιου προγράμματος), αλλά και τη συνολική εγγραμματοσύνη τους σε συναφείς τομείς: οπτικοακουστικός, πληροφορικός, γραμματικός, κοινωνικός, ιστορικός, αισθητικός γραμματισμός. Η ανάπτυξη της κριτικής στάσης των εκπαιδευόμενων απέναντι σε λογοτεχνικά φαινόμενα και όρους που είχαν συνηθίσει να δέχονται με μια αμηχανία, παθητικότητα ή αδιαφορία, ενισχύει τη συνολική τους κριτική εγγραμματοσύνη, η οποία «καθιστά τα
άτομα ικανά να συμμετέχουν στην πολιτιστική, πολιτική και οικονομική ζωή της κοινωνίας τους. Ακόμη περισσότερο, τους δίνει τη δύναμη να την αλλάξουν» (Traves, 1992: 77-85).

Βιβλιογραφία:
Αποστολίδου Β. (2006), «Νέοι και ανάγνωση», Βιβλιοθήκη, Ελευθεροτυπία, 24/02.
Barthes, R. (1988 [1968]), «Ο θάνατος του συγγραφέα», Εικόνα – Μουσική – Κείμενο, μτφ. Γ. Σπανός, Αθήνα: Πλέθρον, σ. 137-143.
Βλαβιανού Α., Ιωαννίδου Α. (2005), «Οι Λογοτεχνικές Σπουδές στα Ανοικτά Πανεπιστήμια της Γαλλίας της Γερμανίας και της Ιταλίας: Μια Κριτική Παρουσίαση», στο Λιοναράκης Α. [επιμ], 3rd International Conference on Open and Distance Learning, Applications of Pedagogy and Technology, Αθήνα: Προπομπός, σ. 517-535.
Δανιήλ Χ. (2005), «Μια Εφαρμογή Υπερκειμένου για τη Μελέτη της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας σε Πλαίσιο Ανοικτής και εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης: Σολωμός-Καβάφης-Καρυωτάκης», στο Λιοναράκης Α. [επιμ], 3rd International Conference on Open and Distance Learning, Applications of Pedagogy and Technology, Αθήνα: Προπομπός, σ. 535-559.
Καγιαλής Τ. (2005), «Οι λογοτεχνικές σπουδές στην εξ Αποστάσεως εκπαίδευση: Ιδιαιτερότητες, Μέθοδοι, Υλικά», στο Λιοναράκης Α. [επιμ], 3rd International Conference on Open and Distance Learning, Applications of Pedagogy and Technology, Αθήνα: Προπομπός, σ. 481-497.
Κόκκος Α. (1998), «Τεχνικές εκπαίδευσης στις Ομαδικές Συμβουλευτικές Συναντήσεις», στο Κόκκος, Α, Λιοναράκης Α., Ανοικτή και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, σχέσεις διδασκόντων – διδασκομένων, τομ. Β., Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, σ. 187-240.
Νάτσινα Α. (2005), «Οι Λογοτεχνικές Σπουδές στα Ανοικτά Πανεπιστήμια της Αγγλίας, της Ιρλανδίας και της Ισπανίας: Μια Κριτική Παρουσίαση των Εκπαιδευτικών Μεθόδων», στο Λιοναράκης Α. [επιμ], 3rd International Conference on Open and Distance Learning, Applications of Pedagogy and Technology, Αθήνα: Προπομπός, σ. 498-516.
Πασχαλίδης Γ. (2000), «Γενικές αρχές του προγράμματος», στο Αποστολίδου Β., Καπλάνη Β., Χοντουλίδου Ε. [επιμ.], Διαβάζοντας λογοτεχνία στο σχολείο… μια νέα πρόταση διδασκαλίας, Αθήνα: τυπωθήτω- Γιώργος Δαρδανός, σ. 21-36.
Πασχαλίδης Γ. (2006), «Το τέλος της ανάγνωσης;», Βιβλιοθήκη, Ελευθεροτυπία, 24/02.
Race P. (1999), Το Εγχειρίδιο της Ανοικτής Εκπαίδευσης, Αθήνα: Μεταίχμιο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ο ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ σας γνωστοποιεί ότι είναι ευπρόσδεκτες τυχόν αναφορές προβλημάτων, ιδέες σχετικά με λειτουργίες του ιστοτόπου και γενικά σχόλια. Στο "ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ" εν γένει ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το www.filologos-hermes.info ουδεμία νομική ή άλλη ευθύνη φέρει.