Η διδακτική του χρονογραφήματος




του
Παναγιώτη Ν. Ξηντάρα
Προϊσταμένου Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης
Β/θμιας Εκπ/σης στην Περιφερειακή Διεύθυνση Πελοποννήσου




1.     H προβληματική του θέματος

Το κειμενικό είδος του χρονογραφήματος, δημοσιογραφικό ως προς την αφόρμηση και λογοτεχνικό ως προς την υφή του, παρουσίασε μεγάλη άνθηση στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα.35 Εξακολουθεί και σήμερα να αποτελεί μέρος του ημερήσιου και περιοδικού τύπου, άλλοτε διατηρώντας τα εύσημα της εύχυμης πορείας του και άλλοτε αποτυπώνοντας τα πεζολογικά στοιχεία της δημοσιογραφικής γραφής. 

 
Αντιπροσωπευτικά δείγματα του κειμενικού αυτού είδους περιέχονται στα παλαιά ‘’Αναγνωστικά’’ του δημοτικού σχολείου, στα ‘’Νεοελληνικά Αναγνώσματα’’ γυμνασίου και λυκείου, καθώς και στις νεότερες αντίστοιχες σειρές ‘’Η γλώσσα μου’’ της πρωτοβάθμιας και στα ‘’Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας’’ της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Μάλιστα, δε θα υπερβάλλαμε αν ισχυριζόμασταν ότι ‘’ανετράφημεν οι παλαιότεροι χρονογραφικώς’’ με τα ανεπανάληπτα χρονογραφήματα του Σπύρου Μελά, του Παύλου Νιρβάνα, του Τίμου Μωραϊτίνη και άλλων χρονογράφων, τα οποία είναι ζωηρώς αποτυπωμένα στη συνείδησή μας.
Στην τελευταία επανέκδοση της σειράς ‘’Έκφραση - Έκθεση’’ της α’ τάξης λυκείου περιλαμβάνεται η επιγραφόμενη ενότητα ‘’Χρονογράφημα’’ με κατατοπιστική και περιεκτική εισαγωγή συνοδευόμενη από επτά αντιπροσωπευτικά χρονογραφήματα.
Παρότι αποτελεί κειμενικό είδος με πληθωρική παραγωγή, από την πλευρά της παιδαγωγικής επιστήμης δεν έχει εξετασθεί η δ ι δ α κ τ ι κ ή του πλευρά, ώστε να αναζητούνται, κατά τη διδασκαλία, τα ιδιαίτερα στοιχεία του που το διαφοροποιούν από τα άλλα συγγενικά κειμενικά είδη και να σχηματίζουν οι μαθητές σαφή αντίληψη του είδους αυτού.

2. Σκοπός της ανακοίνωσης / Ερευνητικά ερωτήματα

Σ κ ο π ό ς, λοιπόν, της ανακοίνωσης αυτής είναι να δείξει τα ειδοποιά στοιχεία του χρονογραφήματος και ιδιαίτερα τον τρόπο προσέγγισής τους σε συγκεκριμένο κείμενο.
Ειδικότερα, ανακύπτουν επιμέρους ερωτήματα που απαιτούν απαντήσεις. Τέτοια μπορεί να είναι:
􀀹 Από πού αφορμάται ο χρονογράφος ;
􀀹 Επιλέγει το θέμα του ανάμεσα σε άλλα ή το εφευρίσκει ;
􀀹 Σε τι στοχεύει ;
􀀹 Ποια η μορφή του συγκεκριμένου χρονογραφήματος; (μονόλογος, διάλογος, διήγηση, ανάμνηση, ανέκδοτο, περιγραφή, εντύπωση, κριτική, διαμαρτυρία, επιστολή, συζήτηση κ.λ.π )
􀀹 Πώς δομείται η κάθε μορφή του ; (συνειρμικά ή συλλογιστικά ;)
􀀹 Λειτουργούν κειμενικοί ήρωες;
􀀹 Συμπίπτει ο τίτλος με το θέμα ; Πού διαφοροποιούνται ;
􀀹 Διατηρούνται τα επικαιρικά του στοιχεία ή, παρότι ‘’εφήμερο’’ είδος, αποχτά διαχρονικότητα;
􀀹 Τι επιδιώκουμε διδάσκοντας χρονογράφημα στους μαθητές;
􀀹 Κυρίως όμως αναζητούνται τα ιδιαίτερα στοιχεία ύφους, του συγκεκριμένου χρονογραφήματος, τα οποία προκαλούν, κατά την ανάγνωση, τη χρονογραφική τέρψη;
Σε αυτά και άλλα παραπληρωματικά ερωτήματα θα προσπαθήσει η ανακοίνωση να δώσει απαντήσεις, ώστε να διαφοροποιήσει τη διδακτική του χρονογραφήματος από άλλα, συγγενικά ή μη, κειμενικά είδη και να δείξει ότι στο είδος αυτό αποκρυσταλλώνεται η ζέουσα καθημερινότητα, η οποία εστιάζεται περισσότερο στα μικρά και ουσιώδη και λιγότερα στα φανταχτερά και θορυβώδη γεγονότα της ημέρας.

3.Συλλογή του ερευνητικού υλικού

Αρχικά, υπογραμμίζουμε ότι η επιστημονική έρευνα γύρω από το χρονογράφημα και τα συγγενικά του είδη (ευθυμογράφημα, σχολιογράφημα, επιφυλλίδα και δοκίμιο) είναι ανύπαρκτη έως σήμερα, παρόλη τη πληθωρική παραγωγή τους, όπως αναφέραμε. Κατ΄ ακολουθία λείπουν τα επιστημονικά δεδομένα από τα οποία θα αφορμηθεί και στα οποία θα στηριχθεί η διδακτική επιστήμη, για να συνθέσει τη μεθοδολογία της και να την προτείνει ως μέθοδο για εφαρμογή στη διδακτική πράξη.
Βέβαια, επιβάλλεται να τονιστεί ότι η ευσύνοπτη εισαγωγή – που προτάσσεται στην ενότητα «Χρονογράφημα», η οποία συσσωματώνεται στο εγχειρίδιο της «Έκφρασης – Έκθεσης» της πρώτης τάξης λυκείου36 – αποτελεί κατατοπιστικότατο προϊδεασμό για το κειμενικό αυτό είδος και έχουμε την πεποίθηση ότι, εάν διδαχθεί με τη ζέουσα και δέουσα προσοχή, επαρκεί, για να σχηματίσει ο μαθητής εδραία αντίληψη γι΄ αυτό το είδος του λόγου. Ωστόσο, για λόγους επιστημονικής δεοντολογίας, επιβάλλεται να εξετάσουμε ευρύτερα το κειμενικό αυτό είδος.

4. Τα ευρήματα

Για να δοθούν, λοιπόν, απαντήσεις στα παραπάνω ερευνητικά ερωτήματα, η μόνη πηγή άντλησης σχετικού γνωστικού υλικού, είναι οι σκόρπιες απόψεις των ίδιων των χρονογράφων που κατά καιρούς διατυπώθηκαν ευκαιριακά, σε χρονογραφήματα ή άλλα σχετικά άρθρα που δημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά, καθώς και κάποιες απόπειρες γραμματολογικής εξέτασης και ειδολογικής ταξινόμησης του χρονογραφήματος σε έγκυρα εγκυκλοπαιδικά λεξικά37 και σύντομες γραμματολογίες, στα οποία περιστράφηκε η έρευνά μας, και από την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:

4.1. Το υφολογικό του εύρος
Εξαρχής, βέβαια, πρέπει να τονιστεί ότι το χρονογράφημα παρουσιάζει μεγάλο υφολογικό εύρος, γιατί ο κάθε καλλιεργητής του τού δίνει διαφορετική οπτική γωνία και διαφορετική θεματική και διαφορετική εκφραστική επένδυση. Είναι το κειμενικό είδος ανάμεσα στην ειδησεογραφική ύλη, τη σχολιογραφία και την αρθρογραφία που διαθέτει τη μεγαλύτερη ελευθερία κίνησης και γραφής. «Αν ο αρθρογράφος γίνεται ο φορέας της κοινής γνώμης, επάνω στα πολιτικά ή άλλα θέματα της ημέρας, ο χρονογράφος απηχεί τους διαλογισμούς της ίδιας της κοινής γνώμης» σε πλήθος θεμάτων, μικρών και ασήμαντων, που όμως «συνθέτουν την ανθρώπινη ζωή». Γι΄ αυτό και είναι δύσκολο να καταταγεί ειδολογικά.

4.2. Οι χαρακτηρισμοί : δημοσιογραφικό, λογοτεχνικό , παραλογοτεχνικό
Κατά καιρούς άλλοι το χαρακτήρισαν «δημοσιογραφικό» είδος, άλλοι «λογοτεχνικό» και άλλοι «παραλογοτεχνικό». Χαρακτηρισμοί που επιφανειακά εξεταζόμενοι φαίνεται ότι αντιφάσκουν. Βαθύτερα όμως ερευνώμενοι προκύπτει ότι ο ένας προσεγγίζει τον άλλο και τον συμπληρώνει. Αναμφισβήτητα, ο χαρακτηρισμός «δημοσιογραφικό» είδος δίνει το στίγμα ότι το χρονογράφημα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της εφημεριδογραφίας και των περιοδικών. Γεννιέται μέσα στα δημοσιογραφικά γραφεία, πηγάζει από την επικαιρότητα των γεγονότων, αυτή σχολιάζει και αυτή υπηρετεί. Δεν μπορεί να νοηθεί χρονογράφημα και χρονογράφος μακράν και ερήμην της δημοσιογραφίας. Ο χρονογράφος δε γράφει χρονογραφήματα με σκοπό, σε κάποια μέλλουσα χρονική στιγμή, να τα εκδώσει σε συλλογή, γιατί, τότε, χάνεται η απεικόνιση της ζέουσας επικαιρότητας και δεν προκαλείται το ενδιαφέρον των αναγνωστών. Συχνά-πυκνά βέβαια, εκδίδουν οι χρονογράφοι επιλεγμένα χρονογραφήματά τους σε συλλογές, αλλά πρώτα αυτά έχουν υπηρετήσει τη συγκεκριμένη επίκαιρη χρονική στιγμή ως μέρος της εφημεριδογραφίας, ή περισσότερο φιλόδοξα, ως απάνθισμα της επικαιρογραφίας.
Τότε, όμως, η συλλογή αναγκαστικά αναφέρεται στο παρελθόν, μετατρέπεται δηλαδή σε παρελθοντολογία, με την ετυμολογική διαφάνεια του όρου και χωρίς μειωτικό υπαινιγμό- και απεικονίζει την παρελθούσα ζωή, όχι την επίκαιρη καθημερινότητα που αποτελεί την κύρια αποστολή του. Έτσι, αφίσταται από τον κύριο στόχο του που είναι η «παροντογραφία» και «παροντολογία».
Ο δεύτερος χαρακτηρισμός «παραλογοτεχνικό» είδος, αποδίδει το ύφος ορισμένων χρονογράφων, οι οποίοι εκκινούν θεματικά από την επικαιρότητα, αλλά δεν κατορθώνουν να απομακρύνουν από το σώμα του χρονογραφήματος τα επικαιρικά σήματα ούτε να το επενδύσουν απόλυτα με λογοτεχνική έκφραση. Το χαρακτηρισμό αυτό προσυπέγραψαν, παραστατικότητα, οι χρονογράφοι Παύλος Νιρβάνας, ο οποίος επισημαίνει ότι το χρονογράφημα «έχει το δικαίωμα να παρίσταται στο νάρθηκα, τουλάχιστο, του ναού της τέχνης» και ο Σπύρος Μελάς που τονίζει ότι είναι «το είδος που κάνει τον πρεσβευτή της λογοτεχνίας στη δημοσιογραφία». Επίσης, κάπως αντίστροφα και παραπλήσια, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης αναφέρει ότι «το χρονογράφημα είναι το μόνο δημοσιογραφικό είδος που {….} δρα ως παράκτιος αλιεύς της λογοτεχνίας».
Ο τρίτος χαρακτηρισμός «λογοτεχνικό» είδος σχετίζεται περισσότερο με την περίοδο της ακμής του, δηλαδή τα τέλη του 19ου έως τις αρχές του 20ου αιώνα τότε που «ανήχθη ενίοτε εις έξοχον περιωπήν και απετέλεσε, αναμφισβητήτως, εξαίρετον λογοτεχνικόν είδος». Χαρακτηρισμός στον οποίο μπορούν να συμπεριληφθούν και οι μεταγενέστεροι χρονογράφοι Σπύρος Μελάς, Παύλος Παλαιολόγος, Δημήτρης Ψαθάς, Φρέντυ Γερμανός κ.α.
Επομένως, ο παραπάνω σχολιασμός μας επιτρέπει με ασφάλεια να δεχθούμε ότι το χρονογράφημα είναι δημοσιογραφικό είδος ως προς την επίκαιρη αφόρμηση, το χώρο δημιουργίας και το έντυπο δημοσίευσης. Συνάμα είναι λογοτεχνικό είδος ,όταν διακρίνεται για την καλλιέπεια και κατορθώνει να υπερβεί τα ιδιότυπα επικαιρικά σήματα(γεγονός, πρόσωπο, τόπος, χρόνος, αφορμή, κατάσταση, θέμα), όπως αποτυπώνονται παρακάτω. Στις κατώτερες όμως στιγμές του είναι παραλογοτεχνικό. Τρεις, λοιπόν, χαρακτηρισμοί που αλληλοσυμπληρώνονται και αποδίδουν πιστά τη φύση αυτού του κειμενικού είδους.

4.3. Ορισμός χρονογραφήματος
Κατά καιρούς διατυπώθηκαν διάφοροι ορισμοί (Ιούλιος Λεμαίτρ, Πλ.Ροδοκανάκης , Ιω.Κονδυλάκης, Γ. Σερούιος ,Π.Νιρβάνας, Φ.Πολίτης,Ηρ. Ν. Αποστολίδης, Νικ. Επισκοπόπουλος, Θ. Βελλιανίτης, Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, Φ. Γιοφύλλης, Σπ. Μελάς, Π. Παλαιολόγος κ.ά) για το κειμενικό αυτό είδος, άλλοι ευρύτεροι και άλλοι στενότεροι, οι οποίοι όμως συγκλίνουν στα βασικά του χαρακτηριστικά.
Το χρονογράφημα, λοιπόν, ως κειμενικό είδος διαδρομώντας πορεία 158 χρόνων, μπορεί να οριοθετηθεί με την ακόλουθη μορφή και να εκφραστεί με λογοτεχνίζουσα διατύπωση, η οποία μπορεί να συμπεριλάβει την ποικιλία των υφολογικών διακυμάνσεων των χρονογράφων.
«Σκόρπιες καταγραφές της ζωής, σε ώρες ψυχικής ευφορίας. Συγκινήσεις και ευαισθησίες σε σημαντικά και ασήμαντα στην αέναη μεταβολή της ζωής. Παρατηρήσεις, επισημάνσεις, προειδοποιήσεις, σκέψεις, συναισθήμτα και εντυπώσεις από το πέταγμα της μύγας ως το κέντρο της πολιτικής. Άλλοτε ως σχόλιο εύθυμο ή σοβαρό, άλλοτε ως περιπαικτική διάθεση, άλλοτε ως κριτική με αντικειμενική προαίρεση, άλλοτε ως ευθεία επίθεση – ξέσπασμα οργής – για τα κακώς κείμενα. Αυτό είναι, άλλωστε το χρονογράφημα.
Είναι το χαριτωμένο κορφολόγημα εντυπώσεων της στιγμής την ώρα που το πνεύμα του χρονογράφου βρίσκεται σε κατάσταση αφρού σαμπάνιας. Το πέταγμα της πεταλούδας πάνω από τα ρόδια και τ’ αγκάθια. Το αδέσμευτο και πεταχτό που ιριδίζει και γοητεύει, χωρίς να κουράζει. Μια λουκιανική ανατομία του καθημερινού, δημόσιου και κοινωνικού βίου».
Ως μικτό, λοιπόν, κειμενικό είδος το χρονογράφημα, δημοσιογραφικό και λογοτεχνικό, εκκινεί από την επικαιρότητα και ίσταται μεταξύ δημοσιογραφίας και λογοτεχνίας άλλοτε προσεγγίζοντας περισσότερο την πρώτη και άλλοτε τη δεύτερη.
Εμπνέεται από επίκαιρα περιστατικά και γεγονότα, σημαντικά ή ασήμαντα, ευχάριστα ή δυσάρεστα, πνευματικά ή υλικά, συντηρητικά ή προοδευτικά, παλαιά ή νέα, ατομικά ή κοινωνικά, ευτυχή ή ατυχή,σοβαρά ή αστεία, τα οποία σχολιάζει σε ύφος ελαφρό, ευτράπελο ή παραδοξολογικό και συχνά παιγνιώδες από το οποίο δεν αποκλείεται η ελαφρά φιλοσόφηση.
Συνήθως, ο καλός χρονογράφος δεν επιλέγει το θέμα που μεταξύ πολλών επίκαιρων, αλλά το εφευρίσκει. Επινοεί δηλαδή την οπτική γωνία από την οποία θα το πραγματευτεί και φροντίζει να διακρίνεται για την πρωτοτυπία της, ώστε να κινήσει το ενδιαφέρον των αναγνωστών του. Αυτή, βέβαια, την ευρηματικότητα (θεματική, δομική ή εκφραστική), δε τη συναντάμε σε όλους τους χρονογράφους ούτε σε όλα τα χρονογραφήματα. Πάντως, όταν υπάρχει αποτελεί σημαντική ιδιότητα του χρονογραφήματος και βασικό προσόν χρονογράφου.

4.4.Χαρακτηριστικά του χρονογραφήματος
Η έρευνά μας σε ποικίλες απόψεις χρονογράφων έδειξε ότι το χρονογράφημα χαρακτηρίζουν τ’ ακόλουθα γνωρίσματα: το εύθυμο στοιχείο, η συνύπαρξη σοβαρότητας , χιούμορ, ειρωνικής , σκωπτικής και κάποτε σατιρικής διάθεσης, η ευτραπελία, και η παραδοξολογία. Η παράθεση σωρειτών, των οποίων όμως η βάση είναι τεχνητώς αφελής και παράδοξη, η αυθαίρετη άρνηση της κοινής λογικής χωρίς καμιά βαθύτητα σκέψης, οι ευτράπελοι συλλογισμοί που ερεθίζουν την περιέργεια και προκαλούν το χαμόγελο. Ακόμη, η ηπιότητα της έκφρασης, των κρίσεων αλλά και η αποφυγή των συγκρίσεων με αντιλήψεις απόλυτης ηθικής, η πνευματική φιλαρέσκεια, ο συνδυασμός φωνηέντων και συμφώνων μέσα στη λέξη (παραδοξολογία), τα αρμονικά συμπλέγματα γραμμάτων (= αισθητισμός), τα λογοπαίγνια. Επιπλέον, η παραστατική ικανότητα και η αφηγηματική χάρη, ο ευρηματικός και αναμνηστικός πλούτος, η τάση προς το παιγνιώδες και «το παρά προσδοκίαν γράφειν» του Αριστοτέλη, η θυμόσοφη επιστασία της επιφάνειας των πραγμάτων, ο πρωτότυπος και παράδοξος αντιρρητικός διαστοχασμός, η λεκτική ακροβασία αλλά και λυρικός χρωματισμός, χωρίς έξαρση, του περιεχομένου.
Στα παραπάνω γνωρίσματα του χρονογραφικού ύφους προστίθενται οι κατάλληλες και πρωτότυπες, ενδεχομένως, λεκτικές συνάψεις (επιθέτων με ουσιαστικά), ο ευφυής παραλληλισμός απόψεων, ο ελλειπτικός λόγος με την κοφτή φράση, ο διάλογος, η γλαφυρότητα, η δραματοποίηση, η χάρη της γλώσσας. Επιπλέον, πρέπει να τονιστεί η φανταστική σχέση με την πραγματικότητα, διότι το χρονογράφημα αποτελεί μορφή τέχνης του λόγου που δεν αποδίδει πιστά την πραγματικότητα. «Κάτι που δεν μπορεί να γραφεί στο ρεπορτάζ, τρυπώνει εύκολα στο χρονογράφημα και διαφεύγει η μήνυση» .
Επίσης, με την ποικίλη θεματική του και την ποικιλομορφία των τρόπων γραφής του «εξασφαλίζει όλες τις προϋποθέσεις της φιλικής , ευχάριστης και τακτικής επικοινωνίας χρονογράφου και κοινού». Οι αναγνώστες, όταν εκλεκτοί χρονογράφοι θεραπεύουν αυτό το είδος του λόγου, αισθάνονται συναισθηματικό δέσιμο με το χρονογράφο. Αυτό καταδεικνυόταν, όταν ο χρονογράφος απουσίαζε για μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα από τη στήλη του, οι αναγνώστες εξέφραζαν την αδημονία τους, με επιστολές, προς την εφημερίδα.
Ακόμη , πρέπει να επισημάνουμε ότι τα παραπάνω γνωρίσματα δεν είναι σταθερά και επαναλαμβανόμενα, διότι ο κάθε χρονογράφος διαθέτει το προσωπικό του ύφος του οποίου οι παραλλαγές είναι τόσες όσα και τα χρονογραφήματα. Ωστόσο ,μερικά από τα συνήθη γνωρίσματά του είναι το κοφτό, λιτό και ζωντανό ύφος, το οποίο χαρακτηρίζει ο μικροπερίοδος λόγος, η παρατακτική σύνδεση ή το ασύνδετο σχήμα, η μεταγραφή της προφορικότητας σε γραπτότητα, με κύριο γνώρισμα την παράλειψη του ρήματος ή του ονόματος. Ακόμη, στο χρονογράφημα αποτυπώνονται προφορικές δομές του λόγου και εγγράφονται λέξεις και φράσεις της καθημερινότητας , που παρουσιάζουν ιδιαίτερη χροιά και ζωντάνια, χαρακτηριστικά τα οποία εναπόκεινται στον προσωπικό χειρισμό της γλώσσας από τον κάθε χρονογράφο.

4.5. Στόχοι του χρονογραφήματος
Τα χαρακτηριστικά αυτά του χρονογραφήματος μπορούν να εκδηλωθούν ανάλογα με το θέμα , τη στιγμιαία έμπνευση του χρονογράφου και το συγκεκριμένο στόχο που αυτός επιδιώκει στην επικοινωνιακή περίσταση με τους αναγνώστες του. Αποσκοπεί δηλαδή άλλοτε να διαλεχθεί, να ενημερώσει, να παρέμβει, να υποδείξει , να συμβουλεύσει , να διδάξει. Αλλοτε να ερωτολογήσει, οποίος μπορεί να αναλυθεί σε τόσους άλλους απλούς συλλογισμούς , όσες είναι και οι προτάσεις που τον αποτελούν εκτός από την πρώτη και την τελευταία» να «φυσιολογήσει» ,να «γλωσσολογήσει», να φιλολογήσει , να «λογοτεχνήσει»,να κοινωνιολογήσει και κάποτε να θεολογήσει. Αλλοτε , να συγκινήσει, να ευαισθητοποιήσει, να υπογραμμίσει, να παρακινήσει, να ενθαρρύνει, να επαινέσει και να επιβραβεύσει ,να διαμαρτυρηθεί, να στηλιτεύσει και, σπανιότερα, να ειρωνευτεί, να επιτιμήσει ,να σαρκάσει και να πολιτικολογήσει.
Γι’ αυτό η μορφή που λαμβάνει το χρονογράφημα είναι πολυπρισματική . Μπορεί να πάρει τη μορφή του μονολόγου, της προσωρινής εκμυστήρευσης, του διαλόγου, των εντυπώσεων, των επισημάνσεων, των συγκινήσεων, της ευαισθησίας, της αφήγησης, ανεκδότου, του στιγμιότυπου, της επιστολής, της συζήτησης, της αδρομερούς βιβλιοπαρουσίασης, της κριτικής, της διαμαρτυρίας, του σύντομου διηγήματος , της προσωποποίησης .

4.6 Συνειρμική μέθοδος
Ο χρονογράφος, για να εκφράσει τις οποιεσδήποτε σκέψεις του και απόψεις του δεν ακολουθεί αυστηρούς κανόνες λογικής ούτε κανόνες συλλογιστικής πορείας, σύμφωνα με τους οποίους από τις προκείμενες καταλήγει στο συμπέρασμα, αλλά συνήθως εκτυλίσσει τις σκέψεις του κατά τρόπο συνειρμικό. Ξεδιπλώνονται δηλαδή στο νου του παραστάσεις αντικειμένων, πραγμάτων, καταστάσεων, προσώπων, γεγονότων συναισθημάτων και ιδεών με τη συγκριτική μέθοδο ( παραλληλισμό και αντίθεση), ώστε να διαπιστώνει και να καταλήγει σε ομοιότητες , αναλογίες και διαφορές.

4.7 Δομή / Πλοκή /Αφηγητές
Κατ’ ακολουθία το χρονογράφημα, όπως αναφέρθηκε, δε διαθέτει γνωρίσματα σταθερής δομής ούτε στοιχεία βαθύτερης σύνθεσης. Γράφεται συνήθως πρόχειρα κάτω από την πίεση της τρέχουσας επικαιρότητας και εξυπηρετεί τις ανάγκες της εφημερίδας. Ωστόσο, το κειμενικό αυτό είδος χαρακτηρίζεται γενικά από προοίμιο , ανάπτυξη και «λιλιπούτια» κάθαρση. Η ανάπτυξη των τριών αυτών, γενικά παραδεκτών, μερών πραγματοποιείται διαφορετικά από τον κάθε δημιουργό, αποτελεί προσωπική του τεχνουργία και συνιστά το προσωπικό του ύφος. Η πλοκή δηλαδή των επιμέρους, σε κάθε χρονογράφημα, στοιχείων δεν είναι αποτέλεσμα επιστημονικών και μεθοδικών κανόνων αλλά προϊόν τέχνης. Θα πρέπει όμως να υπογραμμισθεί ότι , ενώ εξωτερικά παρουσιάζει διάρθρωση απλή , η γραφή του είναι περίπλοκη και δύσκολη υπόθεση. Απαιτούνται γνώσεις, παρακολούθηση προσώπων και πραγμάτων, στυλ, δούλεμα, ταλέντο και προπαντός κέφι, επισημαίνει ο Παύλος Παλαιολόγος.  
Συχνά-πυκνά, όταν ο χρονογράφος εισέρχεται στο χώρο της λογοτεχνίας, για να εξυπηρετήσει καλύτερα την επίκαιρη επικοινωνιακή περίσταση και να κινήσει το ενδιαφέρον των αναγνωστών του, χρησιμοποιεί, όπως ο διηγηματογράφος και ο μυθιστορηματογράφος κειμενικούς ήρωες ή διαφορετικά αφηγητή/τές , δηλαδή πρόσωπα κειμενικά , πλαστά που αποτελούν εφεύρημα του χρονογράφου. Είναι το άλλο πρόσωπο στο οποίο ο δημιουργός χρονογράφος αναθέτει την αφήγηση.
Οι « “φωνές” που μιλούν στο κείμενο – χρονογράφημα είναι “φωνές” του αφηγητή ή “των προσώπων”» , δεν είναι του χρονογράφου.
Βέβαια, ο χρονογράφος κρύβεται πίσω από τον αφηγητή, αλλά χρησιμοποιεί εναλλακτικά μερικά πρόσωπα ως «κειμενικούς ήρωες» για δύο λόγους .Πρώτον , για να προσδώσει ζωντάνια και παραστατικότητα στο κείμενό του , ώστε να κινήσει την περιέργεια των αναγνωστών του και δεύτερον, για να διατυπώσει κάποιες απόψεις του , συνήθως αυστηρά επικριτικές, για πρόσωπα και καταστάσεις, τις οποίες δε θα ήταν δυνατόν να τις εκφράσει , γιατί πολύ πιθανόν, να επέσυρε τη μήνυση  των θιγομένων ή την αυτεπάγγελτη δίωξη των εισαγγελικών- δικαστικών αρχών.

4.8 Αντιστοιχία τίτλου – θέματος – περιεχομένου
Η έρευνα σε τίτλους χρονογραφημάτων έδειξε ότι σπανιότατα ο τίτλος είναι δηλωτικός του θέματος και κατ’ επέκταση του περιεχομένου που αναπτύσσεται στο χρονογράφημα. Θέμα και περιεχόμενο λανθάνουν στον τίτλο. Ο τίτλος συνηθέστατα είναι κρυπτικός. Παραπλανά . Δεν αποκαλύπτει. Συγκαλύπτει και ταυτόχρονα ερεθίζει τη φαντασία και παρακινεί τον νου ν’ ακολουθήσει τη δική του συνειρμική νοητική διαδρομή. Ο αναγνώστης, με βάση τον τίτλο δεν είναι καθόλου εύκολο να προσανατολισθεί στο θέμα και πολύ περισσότερο στο περιεχόμενο. Οι τίτλοι, κατά κανόνα, είναι μεταφορικοί, και, ελάχιστες φορές, κυριολεκτικοί. Ο τίτλος εμπεριέχει την πρόθεση του χρονογράφου, αυτό δηλαδή το οποίο στοχεύει να τονίσει , ενώ το θέμα παρουσιάζει συνοπτικά το περιεχόμενο. Λ. χ. Τίτλος : Δύο αιώνες σ’ έναν καθρέφτη. Θέμα: Πρεσβύτης αναμένει νεαρότατη ύπαρξη σε εστιατόριο. Περιεχόμενο: Η περιγραφή των ερωτικών εκδηλώσεων του πρεσβύτη και ο ταυτόχρονος σχολιασμός τους σε ύφος περιπαικτικό.

4.9 Σκοποί Χρονογραφήματος
Απ’ όλες τις επιμέρους συνιστώσες του χρονογραφήματος που αναφέρθηκαν παραπάνω εκτενώς και εξετάζουν την ιδιοτυπία του ως δημοσιογραφικού – λογοτεχνικού είδους , προκύπτουν δύο γενικευτικοί σκοποί. Ο πρώτος και κύριος αποβλέπει στην τέρψη του αναγνώστη. Επειδή το χρονογράφημα αποτελεί οργανικό μέρος της εφημερίδας δεν επιδιώκει να πληροφορήσει το αναγνωστικό κοινό, όπως η υπόλοιπη ειδησεογραφική ύλη, αλλά, ως μέρος της σχολιογραφίας, να το τέρψει, γι’ αυτό και διαθέτει ελευθερία θεματικής και γραφής.
Όλοι οι επιμέρους στόχοι που καταγράφηκαν παραπάνω, συνιστούν ένα δεύτερο σκοπό έμμεσο αλλά πολύ ουσιαστικό , αποβλέπουν δηλαδή να διαπαιδαγωγήσουν το αναγνωστικό κοινό, «να συμβάλουν στη διάπλαση της κοινωνίας με τρόπο ευχάριστο αλλά και καυστικό». Το κοινό, κυρίως παλαιότερα, διαβάζοντας το ημερήσιο χρονογράφημα , που « κατόπτριζε τα κοινωνικά και πνευματικά, διεθνή πολλές φορές ζητήματα , ενημερωνόταν και συγχρόνως φοιτούσε σ’ ένα είδος φροντιστηρίου όπου μάθαινε να συζητεί ν’ αναλύει και να ψυχολογεί». Συγχρόνως, συνήθιζε ν’ απολαμβάνει , έστω και στο ελάχιστο, την ομορφιά της τέχνης που πηγάζει από την πεζότητα της καθημερινής ζωής. Γι’ αυτό το χρονογράφημα υπήρξε «καθημερινό μάθημα πολιτισμού, αρετής και ευθυκρισίας» και ταυτόχρονα «λαμπρός παιδαγωγός στο σχολείο της ζωής». Για τους λόγους αυτούς ο χρονογράφος γινόταν ο καθημερινός οδηγός και δάσκαλος πολλών ανθρώπων και , όπως κάθε δάσκαλος έτσι κι’ αυτός, έχει βαθύτερο κίνητρο το «φιλάνθρωπον» του Αριστοτέλη, παρατηρεί ο Ευάγγελος Παπανούτσος.

4.10. Επικαιρότητα ή διαχρονικότητα ;
Πολλοί θεράποντες (Π.Νιρβάνας ,Σπ. Μελάς, Π.Παλαιολόγος κ.ά) του χρονογραφήματος , παρότι το υπηρέτησαν με πάθος και αφοσίωση , το χαρακτήρισαν «εφήμερο» και «κατώτατο» λογοτεχνικό είδος , που εξυπηρετεί την τρέχουσα επικαιρότητα και την άλλη μέρα χάνεται, για να δώσει τη θέση του στο νέο χρονογράφημα. Μελετώντας την άποψη αυτή διαπιστώνουμε ότι εν πολλοίς ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, διότι στο χρονογράφημα αποτυπώνονται τα σήματα της ημέρας (γεγονός, πρόσωπα, τόπος, χρόνος, αφορμή, κατάσταση, θέμα) , τα οποία σηματοδοτούν τη συγκεκριμένη περιρρέουσα ατμόσφαιρα, η οποία είναι μοναδική και ανεπανάληπτη. Ωστόσο , όταν γράφεται με καλλιέπεια δεν παύει να είναι ένα μικρό λογοτέχνημα, το οποίο παραμένει εσαεί και κατατάσσεται στο χώρο της λογοτεχνίας. Επίσης , όταν συνεπικουρεί το θέμα, υπερβαίνει την επικαιρότητα και, εάν έχει λογοτεχνική γραφή , ακυρώνει ή ελαχιστοποιεί τα παραπάνω επικαιρικά σήματα και εισέρχεται στο χώρο του διαχρονικού.

4.11. Περιεχόμενο
Κατά την προηγούμενη πραγμάτευσή μας, προτάξαμε εκτενώς τις συνιστώσες της μορφής, που αποτελούν την ιδιομορφία του κειμενικού αυτού είδους , γιατί έχει γίνει γενικά παραδεκτό ότι « χρονογράφημα σημαίνει ύφος». Σκόπιμα, αφήσαμε σε δεύτερο επίπεδο , το περιεχόμενο, διότι αυτό περικλείει συγκεκριμένες διαπιστώσεις, εκτιμήσεις και κρίσεις, ορισμένης χρονικής στιγμής, οι οποίες απεικονίζουν την κοινωνική πολιτιστική και πολιτική κατάσταση και αντικατοπτρίζουν την καθημερινότητα του ιδιωτικού και δημόσιου βίου.
Επομένως , το περιεχόμενο του χρονογραφήματος προσφέρεται ως νότα διαφυγής από την πιεστική πραγματικότητα και ως ευχάριστη δόση φιλοσόφησης της ζωής . Δεν έχει αξιώσεις στοχαστικής ανάλυσης , γιατί η σύντομη έκτασή του δεν του το επιτρέπει. Ωστόσο, περιέχει το κύριο θέμα ανάπτυξης , επιμέρους θέματα, μικρότερες θεματικές νύξεις, κάποιες ιδέες , σχόλια , προβληματισμούς και, σπανιότατα, προτάσεις, από τα οποία απορρέει η θέση του χρονογράφου και τα οποία, κατά την ανάγνωση, εντοπίζει εύκολα ο αναγνώστης.
Τα παραπάνω ειδοποιά στοιχεία του χρονογραφήματος, τα οποία προέκυψαν από την έρευνα, καλείται ο διδάσκων συστηματικά να τα αξιοποιεί στην ενότητα «χρονογράφημα»,η οποία προσαρτάται, όπως αναφέραμε, στο τέλος του εγχειριδίου «Έκφραση-Έκθεση» της πρώτης τάξης Λυκείου. Τα στοιχεία αυτά κεφαλαιοποιούνται στον ακόλουθο διαγραμματικό πίνακα, ο οποίος περιλαμβάνει άλλες δύο ενότητες: τα εξωκειμενικά στοιχεία και την προέκταση, η οποία συνιστά το ρόλο του αναγνώστη.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ
ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΟΣ

Ο ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΟΣ (Εξωκειμενικά στοιχεία)
1. Η εποχή του
2. Βασικά βιογραφικά του (χαρακτηριστικά της παιδείας του και της ζωής του που πιθανόν να αντανακλώνται στα χρονογραφήματά του)
3. Επαγγελματίας χρονογράφος
4. Συνεργάτης χρονογραφών (λογοτέχνης, ποιητής, πεζογράφος, επιστήμονας, λόγιος)
5. Ονομασία της στήλης του
6. Έχει εκδώσει σε συλλογές τα χρονογραφήματά του
7. Με ποια είδη χρονογραφήματος ασχολείται
8. Αγαπημένα του θέματα
9. Το έργο του: τεχνικά χαρακτηριστικά του βιβλίου: συγγραφέας, τίτλος, έκδοση, τόπος, σελίδες, εξώφυλλο

ΤΟ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ (Κειμενικά στοιχεία)
Α. Η τεχνική και η τέχνη του χρονογραφήματος:
1. Ύφος (ποια στοιχεία του συνθέτουν την τέρψη του):λεκτικές συνάψεις, παραλληλισμός απόψεων, λεκτικά παιχνιδίσματα, παραστατικότητα, ελλειπτικός λόγος, λογοπαίγνια, χιουμοριστική, σκωπτική και σατιρική διάθεση, διάλογος, γλαφυρότητα, δραματοποίηση, φαντασιακή σχέση με την πραγματικότητα (υπόλοιπα στοιχεία βλ .χαρακτηριστικά)
2. Μορφή (μονόλογος, διάλογος, εντυπώσεις ,επισημάνσεις, συγκινήσεις, ευαισθησία, διαμαρτυρία, αφηγήσεις ανεκδότων, στιγμιότυπα, κριτική, σύντομο διήγημα (κ.λπ.βλ. μορφή)
3. Συνειρμική μέθοδος (ομοιότητες,αντιθέσεις ιδεών, συναισθημάτων, γεγονότων, καταστάσεων, προσώπων,πραγμάτων κ.λπ.)
4. Ο αφηγητής (πρόσωπο κειμενικό, πλαστό, εφεύρημα του χρονογράφου. Συνήθως, οι χρονογράφοι χρησιμοποιούν μερικά πρόσωπα εναλλακτικά για δυο λόγους. Πρώτον, για να προσδώσουν ζωντάνια και παραστατικότητα στο λόγο τους και δεύτερον, για να διατυπώσουν κάποια άποψη τους, συνήθως αυστηρά επικριτική, για πρόσωπα και καταστάσεις, που δε θα ήταν δυνατό να την εκφράσουν, γιατί θα επέσυραν τη μήνυση / Η οπτική του γωνία ).
5. Αφόρμηση
6. Αντιστοιχία τίτλου – θέματος
Β. Περιεχόμενο:
1. Κύρια ιδέα
2. Άλλες ιδέες, θέματα
3. Σχόλια
4. Προβληματισμοί
5. Θέση του
6. Πιθανές προτάσεις του

Ο ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ
1.Ο μαθητής ως αναγνώστης: τι αποκόμισε
2.Γενική αξιολόγηση
3. Το κείμενό του



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ ΗΡ. Ν. , (1993), «Το χρονογράφημα», περιοδικό Επιστημολόγος, τχ 24, σελ. 386, κ εξ., τχ 25 (Ιαν. 1934), σελ.411.
ΒΕΛΛΙΑΝΙΤΗΣ Θ.,(χ.χ) «Χρονογράφημα» στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, εκδοτικός οίκος « Ο Φοίνιξ», Ε.Π.Ε του Παύλου Δρανδάκη, τόμ. Κ.Δ, σελ. 727.
ΒΕΛΟΥΔΗΣ Γ., (2002), Γραμματολογία, θεωρία λογοτεχνίας, γ΄ έκδοση βελτιωμένη, έκδοση Πατάκη, Αθήνα, σσ 103, 188.
ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΦΡ., (1992), «Το χρονογράφημα είναι σαν την Ελλάδα», περιοδικό «Διαβάζω», τχ 293 (2-8-1992), σελ. 39.
ΔΕΞΙΩΣΙΣ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ Παύλου Νιρβάνα, (1928), Προσφωνήσεις Κ. Ζέγγελη και Σίμου Μενάρδου, αντιφώνησις Π. Νιρβάνα, εκδόσεις Ελευθερουδάκη, Αθήναι.
ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΣ Δ., (1954), Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, τόμοι 1-9, Αθήναι, (φωτοτυπική ανατύπωση 2000).
ΔΗΜΟΥ Ν., (1992), «Ο θάνατος του χρονογραφήματος», περιοδικό Διαβάζω, τ.χ. 293 (2-9-1992), σσ 42-43.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, (1990), «Γράψτε ένα ραδιο – φονικό χρονογράφημα και κερδίστε ένα 45άρι», Αθήνα 25-10-1990.
ΕΠΙΣΚΟΠΟΠΟΥΛΟΣ Ν., (1900-1901), «Το χρονογράφημα», περιοδικό Παναθήναια, Αθήνα.
ΖΕΓΓΕΛΗΣ Κ., (1928), «Προσφώνησις εις τον Παύλον Νιρβάναν», στο τχ Δεξίωσις Ακαδημαϊκού, Παύλου Νιρβάνα, εκδόσεις Ελευθερουδάκη.
ΙΑΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Δ. (1993), «Η θέση του χρονογράφου στην εφημερίδα», εφημ. Έθνος, 3-3-1993.
ΙΑΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Δ. (1993), «Η σημασία του υστερόγραφου» [στο χρονογράφημα], εφημ. Έθνος, 24-2-1993.
ΙΑΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Δ. (1993), «Ποιος είναι ο χρονογράφος;», εφημ. Έθνος, 10-3-1993.
ΙΑΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Δ. (1993), «Χρονογράφημα και σχόλιο», εφημ. Έθνος, 17-3-1993.
ΙΑΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Δ.,(1991), Συνοπτικόν εγχειρίδιον χρονογραφίας, εκδόσεις Γιάννης Β. Βασδέκης, εν Αθήναις MCMXCI a.d., σσ 70.
ΚΑΘΑΡΕΙΟΣ ΑΛ. Δ., (1948), Η ελληνική λογοτεχνία, καλλιτεχνία και επιστήμη, έκδοσις πρώτη, εν Αθήναις, σσ 383-384.
ΚΟΚΚΙΝΑΚΗ Ν.Ι, (1992), «Το χρονογράφημα και η ιστορία του», περιοδικό Διαβάζω, τχ 293 (2-9-1992), σελ. 25.
ΜΕΛΑΣ Σπ., (1936), «Γιάννης Κονδυλάκης», περιοδ. Ελληνική Δημιουργία, τόμ. 11(1/6/1953) ΤΧ 128 (αφιέρωμα), σελ. 646.
ΜΕΛΑΣ Σπ., (1936), Κουβέντες του Φουρτούνιο, έκδοσις οίκου Μιχ. Σαλίβερου Α.Ε, Αθήνα σσ 11-12.
ΜΠΑΛΑΣΚΑΣ Κ. (1998), «Η διδασκαλία του μυθιστορήματος», περιοδ. Η λέσχη των Εκπαιδευτικών, τχ 21 (Μάρτιος-Μάιος 1998), εκδότης Σ. Πατάκης, Αθήνα, σελ. 20.ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ Γ., (1998), Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε, Αθήνα.ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ Γρ., «Ο χρονογράφος» [Π. Παλαιολόγος], εφημ. Τα Αθηναϊκά Νέα, 7/1/1940, σελ. 1.
ΞΗΝΤΑΡΑΣ Π.Ν., (1992), Καλειδοσκόπιο, εκδόσεις Βιβλιογονία, Αθήνα, σσ 13-16.
ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ Π., ( 1942 ), «Για να σωθή το καλό βιβλίο», εφημ. Ελεύθερον Βήμα, 25-10-1942.
ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ Π., ( 1940 ), «Ο ζωτικός μας χώρος», εφημ. Ελεύθερον Βήμα, 2-11-1940.
ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ Π., ( 1946 ), «Πολιτική και χρονογράφημα», εφημ. Το Βήμα, 10-4-1946.
ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ Π., ( 1974 ), «Ανήσυχα νιάτα», (προλογίζουν Ε.Π. Παπανούτσος και Ι.Μ Παναγιωτόπουλος ), εκδόσεις Αλκαίος, Αθήνα.
ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ Π., (1939), «Ο Κονδυλάκης και το χρονογράφημα» [Ραδιοφωνική διάλεξις], περιοδικό Ραδιο-Επιθεώρησις, έτος Β΄, αρ. 1 (Ιανουάριος 1939), σελ. 7.
ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ Π., (1973), «Η επομένη» [του δικτατορικού δημοψηφίσματος για τη βασιλεία], εφημ. Το Βήμα, 30-7-1973.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ Ι. Μ., (1936), Στοιχεία Ιστορίας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εν Αθήναις, σελ. 134.
ΠΑΡΙΣΗΣ Ν. (1998), «Από τα ελάσσονα στα μείζονα λογοτεχνικά έργα – πώς διδάσκεται ένα μυθιστόρημα», περιοδ. Η λέσχη των Εκπαιδευτικών, τχ 21 (Μάρτιος-Μάιος 1998), εκδότης Σ. Πατάκης, Αθήνα, σελ. 25.
ΠΟΛΙΤΗΣ Φ., (1938), Εκλογή, τ. Α΄, Αθήνα, σσ 45-55.
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ, Γ, (1928), σελ. 171.
ΡΩΜΑΣ Δ., (1983) Ζακυνθινά [Χρονογραφήματα], εκδόσεις βιβλιοπωλείου της Εστίας.
ΣΚΑΜΠΑΡΔΩΜΗΣ Γ., (1991), «Ο φάντης της λογοτεχνίας και το δημοσιογραφικό ρετσινόλαδο», περιοδικό Η Λέξη, τχ 104 (Ιούλιος – Αύγουστος 1991), σελ. 567.
ΣΚΟΠΟΤΕΑΣ Στ., (1959), «Ο Κονδυλάκης και το χρονογράφημα» στη Βασική Βιβλιοθήκη «Αετού», εκδοτ. οίκος Ιω. Ν. Ζαχαρόπουλου, Αθήναι, τόμ. 33, σσζ΄- κθ΄.
ΤΣΟΛΑΚΗΣ ΧΡ. - ΑΔΑΛΟΓΛΟΥ Κ. – ΑΥΔΗ Α. – ΛΟΠΠΑ Ε. – ΤΑΝΗΣ Δ., Έκφραση – Έκθεση, τχ΄ Α (Ά Λυκείου, Ο.Ε.Δ.Β., έκδοση Α, Αθήνα, σσ 279-295΄: «Χρονογράφημα».
ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΟΣ ΑΙΜ.., (1939), «Το χιούμορ στην Ελλάδα», [Βιβλιοκριτική στις συλλογές των δικαστηριακών ευθυμογραφημάτων του Δημ. Ψαθά, Η Θέμις έχει κέφια και Η Θέμις έχει νεύρα], εφημ. Καθημερινή, 30/1/1939. [Η βιβλιοκριτική αυτή προτάσσεται ως πρόλογος στο παραπάνω βιβλίο του Δημ. Ψαθά, Η Θέμις έχει νεύρα, με τίτλο «Το χιούμορ στην Ελλάδα», εκδόσεις Μαρή, ανατύπωση, Αθήνα, 1969, σσ 5-8].

DMCA.com Protection Status


author image

About the Author

This article is written by: Φιλόλογος Ερμής - He has already written over 2.200 articles for Φιλόλογος Ερμής. He has Graduate Diploma in Classical Philology, Postgraduate Diploma in Applied Pedagogic, and is Candidate Doctor(Dph) of Classical Philology. Stay touch with him or email him