της
ΛΕΟΝΤΑΚΗ
ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ*
Παρά τις αντιδράσεις για
τις καινούριες έννοιες των Α.Π. του 2001, τα σχολικά εγχειρίδια του γλωσσικού
μαθήματος εισήγαγαν ένα νέο τρόπο διδασκαλίας της γλώσσας.
Μάλιστα, το καινούριο
πρόγραμμα σπουδών «υιοθετεί και προωθεί έναν επικοινωνιακό προσανατολισμό για
τη γλωσσική διδασκαλία, καθώς επιδιώκεται η καλλιέργεια τόσο της προφορικής όσο
και της γραπτής γλώσσας. Υπάρχουν πολλές αναφορές που δείχνουν ότι αναγνωρίζεται
η ύπαρξη γλωσσικής ποικιλίας, κοινωνικής και γεωγραφικής, και γίνεται αποδεκτό
ότι η γλωσσική πολυμορφία είναι η φυσική κατάσταση της γλώσσας, αποτέλεσμα της λειτουργικής
διαφοροποίησης της» (Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγράμματος Σπουδών για
την Ελληνική γλώσσα, Π.Ι.,
σ.1) .
Σκοπός του γλωσσικού
μαθήματος είναι η ανάπτυξη της ικανότητας των μαθητών να χειρίζονται με
επάρκεια και αυτοπεποίθηση, συνειδητά, υπεύθυνα, αποτελεσματικά και δημιουργικά
το γραπτό και τον προφορικό λόγο, ώστε να συμμετέχουν ενεργά στη σχολική και την
ευρύτερη κοινωνία τους» (Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγράμματος Σπουδών για
την Ελληνική γλώσσα, Π.Ι., σ.1).
Για την επίτευξη του σκοπού
δεν υιοθετείται μια ορισμένη θεωρία της γλώσσας αλλά επιχειρείται μια
επιλεκτική και συνδυαστική επιλογή θεωριών, με γνώμονα τις ανάγκες της διδακτικής.
Οι θεωρίες που αλληλεπιδρούν είναι οι εξής:
α. Δομολειτουργική και
επικοινωνιακή γραμματική,
β. Κειμενογλωσσολογία,
γ. Ανάλυση λόγου,
δ. Ψυχολογία κατανόησης
κειμένων,
ε. Ψυχολογία παραγωγής
κειμένων,
στ. Κοινωνιογλωσσολογία,
ζ. Πραγματολογία,
η. Θεωρία γλωσσικών
πράξεων,
ι. Συστημική Λειτουργική
Γλωσσολογία,
κ. Μορφολογία,
λ. Σημασιολογία,
μ. Κειμενολογία,
ν.Υφολογία,
ξ. Αφηγηματολογία,
ο. Παιδαγωγική του
«λάθους»,
π. Εθνογραφία της
επικοινωνίας,
ρ. Θεωρία μαθησιακών δυσκολιών
και
σ. Διαλεκτολογία.
Η δομή του γλωσσικού
μαθήματος περιλαμβάνει στόχους, περιεχόμενα διδασκαλίας και προτεινόμενα
αντικείμενα διαθεματικής προσέγγισης. Ουσιαστικά, οι τομείς γλωσσικής διδασκαλίας
είναι παρόμοιοι με αυτούς του προηγούμενου Προγράμματος Σπουδών του 1999.
Απλά διαφοροποιούνται τα
περιεχόμενα διδασκαλίας, καθώς γράφονται νέα εγχειρίδια για τη γλώσσα και για
όλα τα γνωστικά αντικείμενα. Για ακόμη μια φορά, το αίτημα των πολλαπλών εγχειριδίων
δεν ικανοποιείται. Τονίζεται, όμως, το δικαίωμα επιλογής δραστηριοτήτων στα καινούρια
σχολικά εγχειρίδια, καθώς περιλαμβάνουν ασκήσεις με διαφοροποιημένο επίπεδο δυσκολίας
(Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγράμματος Σπουδών για την Ελληνική γλώσσα,
Π.Ι., σ.2).
Το περιεχόμενο της
διδασκαλίας διαφοροποιείται σε σχέση με το παρελθόν. Τα κείμενα που καλείται να
επεξεργαστεί ο μαθητής «καλύπτουν ένα ευρύτατο φάσμα γλωσσικής ποικιλίας και συμπεριλαμβάνουν:
αφηγηματικά, περιγραφικά, πραγματολογικά, επιχειρηματολογικά και χρηστικά
κείμενα. Ο εκπαιδευτικός οφείλει να αξιοποιεί τις περιστάσεις για την παραγωγή γραπτού
λόγου, όταν ένα γεγονός έχει ιδιαίτερη βιωματική αξία για το παιδί»
(Μούσιου-Μυλωνά, 2005, 26-27).
Κάθε τάξη του δημοτικού
σχολείου έχει ένα βιβλίο μαθητή για τη γλώσσα ( σε τρία τεύχη) , ένα τετράδιο
εργασιών που αντιστοιχεί στις ενότητες του βιβλίου και το Ανθολόγιο. Το βιβλίο του
μαθητή αποτελεί το βασικό εγχειρίδιο της παράδοσης του μαθήματος και το
τετράδιο εργασιών λειτουργεί συνήθως συμπληρωματικά για την εμπέδωση της
διδαχθείσας ενότητας (Χαραλαμπόπουλος, 2006).
Κάθε ενότητα αναφέρεται σε
ένα θέμα. Κάθε ενότητα του βιβλίου ξεκινάει με μια εικόνα ως αφόρμηση για να
εισαχθούν οι μαθητές στο θέμα. Ακολουθούν κείμενα λογοτεχνικά, ενημερωτικά,
εγκυκλοπαιδικά, επιστημονικά, άρθρα από τον τύπο και από το διαδίκτυο.
Τα κείμενα ακολουθούν
ασκήσεις επεξεργασίας του εκάστοτε κειμένου, ασκήσεις παραγωγής προφορικού
λόγου, ασκήσεις παραγωγής γραπτού λόγου, ασκήσεις γραμματικής, διαθεματικές
δραστηριότητες και ασκήσεις λεξιλογίου και ορθογραφίας. Ο Χαραλαμπόπουλος
υποστηρίζει ότι «στα παλιά βιβλία τα κείμενα που χρησιμοποιούνται είναι στη
συντριπτική τους πλειοψηφία λογοτεχνικά, ενώ τα νέα βιβλία χρησιμοποιούν ένα
πολύ ευρύτερο φάσμα κειμένων. Με τα νέα βιβλία, δίνεται μεγαλύτερη έμφαση απ’
ότι στα ισχύοντα στην καλλιέργεια της προφορικής έκφρασης. Οι διαφορές αυτές
ανάμεσα στα ισχύοντα και στα νέα βιβλία της γλώσσας δεν ακυρώνουν το γεγονός
ότι και τα μεν και τα δε διέπονται κατά βάση από την ίδια λογική όσον αφορά την
προσέγγιση της γλώσσας: διδασκαλία για απόκτηση γνώσεων για τη γλώσσα και όχι
διδασκαλία της χρήσης της γλώσσας και μέσω αυτής κατανόηση της λειτουργίας της.
Ας σημειωθεί ότι η απόκτηση γνώσεων για τη γλώσσα δεν συνεπάγεται και ανάπτυξη
της ικανότητας αποτελεσματικής χρήσης της γλώσσας. Το αντίθετο όμως ισχύει:
μέσα από τη χρήση της γλώσσας μπορεί να κατανοηθεί η λειτουργία του μηχανισμού
της για να υπάρξει επικοινωνιακό αποτέλεσμα» ( Χαραλαμπόπουλος, 2006).
*
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
«ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΑ ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ
ΒΙΒΛΙΑ
ΤΗΣ
ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ»
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ
ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου