Άρθρον
του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-κλασικού
φιλολόγου-
Είναι
γεγονός αδιαμφισβήτητο, ότι στην χώρα μας παρατηρείται αδικαιολόγητα υψηλόν
ποσοστό φοροδιαφυγής. Μερικοί ισχυρίζονται ότι το ίδιο το κράτος με την
ληστρική φορολογική νομοθεσία εξωθεί πολλούς να γίνουν φοροφυγάδες. Άλλοι
ωστόσο υποστηρίζουν ότι η φοροδιαφυγή είναι επίκτητο ελάττωμα των νεοελλήνων
από τον καιρόν της τουρκοκρατίας.
Γιατί
πρέπει τόσον το κράτος όσο και ο πολίτης να συνεργαστούν αρμονικά και με
εμπιστοσύνη ο ένας προς τον άλλο σ’ αυτό το ζήτημα; Κάποιος είπε, προφανώς
χάριν δοκησισοφίας, ότι τα μόνα σίγουρα στον βίο των ανθρώπων είναι ο θάνατος
και οι φόροι. Είναι πεποίθησις του καθενός, ότι η Πολιτεία ως κράτος-εξουσία
ουδέποτε θα πάψη να συλλέγη φόρους. Είναι δε φόρος εκείνα που προσφέρει ή
εισφέρει ως μέλος της κοινωνίας με σκοπόν όμως άπαντα ταύτα να είναι κοινωνικώς
ανταποδοτικά. Κοινώς η σημασία και η έννοια του φόρου είναι η ενίσχυσις του
κρατικού ταμείου, ώστε να πράξη ως κράτος τα έργα εκείνα και να παρέμβη, προς
όφελος του κοινωνικού συνόλου, εκεί τελικώς που αυτό πάσχει.
Οι
δημόσιοι τομείς, τους οποίους μόνον το κράτος, ως γενικός επόπτης και κύριος
διαχειρίζεται στο όνομα του δήμου, του λαού, λειτουργούν, έχουν την ύπαρξίν των
και παράγουν έργον, μόνον ύστερα από την συνδρομήν όλων, αφού τελικώς ο Δήμος
είναι ο επικαρπωτής των. Η υγεία με τα νοσοκομεία, η δικαιοσύνη με τα
δικαστήρια, η παιδεία με τον μηχανισμόν των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων σ’ όλην την
επικράτειαν της Πολιτείας και δια όλας τας βαθμίδας είναι μερικοί απ’ αυτούς.
Είναι εμφανές ότι ελλειπής χρηματοδότησις και οικονομική στήριξις αυτών θέτει
αυτούς εκτός λειτουργίας και την ίδιαν την κοινωνίαν των πολιτών σε
υπανάπτυξιν. Δια τούτο και αποτελεί καθήκον και υποχρέωσις του πολίτου η εισφορά
στο δημόσιον ταμείον. Ωστόσο ένστασις προκύπτει στην έννοια της
«ανταποδοτικότητος» της εισφοράς. Δηλαδή η όποια εισφορά των πολιτών, τω όντι
τυγχάνει ανταποδόσεως υπό του κράτους; Οι τόσοι φόροι αληθώς επιστρέφουν προς
κοινήν ωφελεία στους εισφέροντες πολίτες; Υπάρχει κοινωνικόν κράτος που
φροντίζει να επουλώνη τις αδυναμίες του κοινωνικού βίου;
Η διαφθορά του Κράτους
Η
λογική λέει ότι το μέτρον είναι και ευδαιμονία. Η εισφορά των πολιτών πρέπει να
δίδεται αναλογικώς της οικονομικής καταστάσεως αυτών, της κοινωνικής των θέσεως
συνεχώς και αδιαλείπτως αλλά και η ανταποδοτικότης του κρατικού μηχανισμού με
την αυτήν συνεχήν ροήν. Η μη τήρησις του όρου ενός εκ των δύο μερών θα επιφέρη
σύγχυσιν και αρρυθμία στο αποτέλεσμα. Εξ αυτού του αποτελέσματος κρίνεται και
το ότι κάτι δεν λειτουργεί σωστά. Η δικαιοσύνη είναι αργή και οι υποθέσεις
εκδικάζονται με καθυστέρησιν ετών; Πολυνομία και ανομία βασιλεύουν; Η ισοτιμία
έναντι των νόμων είναι στα χαρτιά; Οι ισχυροί δεν υπακούουν σε νόμους και
ουδέποτε καταδικάζονται; Τα νοσοκομεία χαίρουν άκρας ασθενείας; Έλλειψις
προσωπικού, μηχανημάτων, θαλάμων ακόμη και κλινών και θεραπευτηρίων; Το ίδιο
και με τα εκπαιδευτήρια; Η παραπαιδεία ανθεί; Η παιδεία κατέστη εμπόριον; Μα
υπάρχουν δημόσια σχολεία θα ειπή κάποιος. Υπάρχουν δημόσιοι εκπαιδευτικοί, όπως
και δημόσιοι ιατροί και νοσοκομεία. Μισθοδοτούνται άνθρωποι μυριάδες από την
Πολιτεία. Αλλά το παραγώμενον έργον δεν είναι το αναμενόμενον. Δια τούτο τις
πταίει; Εάν μια επιχείρησις δεν παράγει έργο, ο ιδιοκτήτης αυτής και διευθύνων
δεν είναι ο μόνος υπαίτιος; Και δια το κράτος, την Αρχή, δεν είναι οι άρχοντες,
οι πολιτικοί; Εάν ούτοι φροντίζουν μόνον δια την προσωπικήν των ευδαιμονίαν,
φυσικόν είναι να μην ενδιαφέρονται και δια την «επιχείρησίν» των.
Η
σήψις και η διαφθορά είναι πρωτοφανής. Διεφθάρησαν από το οικονομικόν όφελος.
Συμπράττουν με τους ισχυρούς εις βάρος των πολλών κι εν ώ διαπλεκόμενοι
ευημερούν, ο δήμος ευρίσκεται καθημερινώς με τα εκτρώματα τα έργα των
αντιμέτωπος, δια τα οποία έχει πληρώσει αδρά.
Γιατί κανείς να εισφέρει;
Και
αναρωτάται ο κάθε πολίτης και αναζητά έστω κι έναν λόγον που θα τον κάνει να
πιστέψη ότι εάν συνεισφέρη στο δημόσιον ταμείον θα είναι τελικώς αυτός ο
οφελούμενος κι όχι άλλος από το δικό του υστέρημα. Κι όσο το δημόσιον ταμείον
μένει μείον κι αδυνατεί έστω και τα στοιχειώδη να εκπληρώση, θέτει σε
αναγκαιότητα τους διαχειριστές αυτού να μεγεθύνουν την φοροεισπρακτική των
τακτικήν, αφού πολλοί πολίτες αρνούνται πλέον την εισφοράν των. Κι ούτως
περιπίπτει η Πολιτεία σε φαύλο κύκλο, αλλά και σε ανομήματα μεγάλα. Πολίτες
θεωρούν δίκαιον να μην προσφέρουν, αφού δεν ανταποδίδεται τίποτα με την κοινωνική
προσφορά του Κράτους. Μαζί μ’ αυτούς και ισχυροί πολίτες, ολιγαρχικοί, άνθρωποι
αδίστακτοι οι οποίοι βρίσκουν ηθικόν πρόσχημα στην αντίδρασιν των δικαίων κι
αυγατίζουν τα ελέη των. Το Κράτος και οι πολιτικοί διστάζουν να εφαρμόσουν τον
νόμο επ’ αυτών των ισχυρών, αφού μαζί μ’ αυτούς διαπλέκονται και απομυζούν. Εκ
των φόρων δε των φορολογουμένων ένα μέρος μένει κι δι’ αυτούς. Υπάρχει άραγε
απολογία κατ’ έτος; Πόθεν έσχες;
Λόγω
όμως ελλείψεως τελικώς του αναμενομένου ποσού εκ των φόρων, σ’ ό,τι έχει
απομείνει μετά τις παρεμβάσεις και διανομής των, αναγκάζονται και καταφεύγουν
σε νέες, πιο άγριες φορολογικές επιδρομές επ’ εκείνων που αδυνατούν να φοροδιαφύγουν
και δεν είναι άλλοι απ’ τους πιο αδύναμους και τους πιο αθώους, τους μισθωτούς
και τους παλαιμάχους της ζωής.
Οι ίδιοι και οι ίδιοι θύματα της
φορολογίας
Ομάδες
πολυπληθέστερες των άλλων κοινωνικών που απομένουν, οι μισθοσυντήρητοι και
συνταξιούχοι έχουν απομείνει εδώ και πολλά έτη να σηκώνουν το βάρος αυτής της άδικης
υπόθεσης. Η πολιτεία δεν δύναται να ορθώση κεφάλι και άπαντα καταλήγουν στο τέλος
να χτυπούν επί της κεφαλής των αυτών νομοταγών –ίσως μη δυναμένων να πράξουν άλλως-
κατηγοριών πολιτών. Ο Ντοστογιέφσκι ωστόσο με τον τίτλο του διασήμου έργου του
προϊδεάζει τους πάντες ότι όπου υπάρχει έγκλημα υπάρχει και τιμωρία. Διότι περί
εγκλήματος πρόκειται στην ουσία, αφ’ ού το άδικον είναι ταυτόσημον του μη αγαθού,
αυτού που άπαντες το κατηγορούν, το εγκαλούν. Και αν δικαίως μερικοί δύνανται
και αρνούνται την εισφορά των στο κοινωνικόν σύνολον και τούτο όμως εν τέλει
επιστρέφει ως κακό προς τους συνανθρώπους των που επωμίζονται όλα τα βάρη. Εν τούτοις
κοινή πεποίθησις είναι ότι ο γόρδιος δεσμός και φαύλος κύκλος αυτός δύναται να
επιλυθή μόνον εκ των άνω.
Απαιτείται αρετή των φυλάκων και υποταγή
στους νόμους
Ο Σωκράτης
αρνήθηκε να φυγαδευτή, όταν αυτό του προτάθηκε και να γλυτώση την εκτέλεση για
να δείξη υποταγή στους νόμους. Ας διαβουλευθούν οι άρχοντες και ας συμπράξουν
στην ψήφισιν νόμων κατά της αυθαιρεσίας και διαφθοράς του πολιτικού κόσμου και ας
δείξουν πίστη και υποταγή στους νόμους στους οποίους εξάλλου ορκίζονται πίστη
και αφοσίωση. Μόνον τότε θα αποδειχθούν ενάρετοι. Έως τότε θα φαίνονται τύραννοι
και ας αναμένουν την τιμωρίαν των υπό του λαού η οποία είναι αναμενόμενη στο έγκλημά
των. Εν τέλει οι άνθρωποι των κοινωνικών επιστημών ας εξετάσουν την σχέσιν του
φαινομένου της φοροδιαφυγής με της διαφθοράς. Η εξάλειψις της τελευταίας ασφαλώς
θα οδηγήση στον περιορισμόν της πρώτης αφ’ ού είναι έννοιες αλληλένδετες.
Το
παρόν εδημοσιεύθη
τη
18 Φεβρουαρίου 2010
εις
την εφήμερίδα «Ελεύθερος»
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου