του
Στογιώργη Ιωάννου*
επιμελεία του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-κλασσικού φιλολόγου-
Στα Πολιτικά , ο Αριστοτέλης, δεν αρκείται μόνον στη περιγραφή και στην ανάλυση των προϋποθέσεων και των κινήτρων της ορθής πολιτικής συμπεριφοράς, αλλά ενδιαφέρεται εξαρχής να εξηγήσει τις σχέσεις, που αναπτύσσονται ανάμεσα στον πολίτη και το κράτος , και να αναζητήσει εκείνο το ιδανικό πλαίσιο σχέσεων , που επιτρέπει την πραγμάτωση του ανώτερου σκοπού της κατάκτησης της ευτυχίας. Προχωρώντας σε μια εξελικτική θεώρηση της πόλεως, προσπαθεί να ανιχνεύσει το πλέγμα των πολιτειακών σχέσεων, που διέπουν το δίπολο «πολίτης-κράτος» , ενώ ταυτόχρονα διερευνά τις αιτίες και τις συνθήκες , οι οποίες οδηγούν τον άνθρωπο στην συγκρότηση κοινωνιών.
Συμφωνά με τον Αριστοτέλη, η συγκρότηση κοινωνιών υπαγορεύεται από την βαθύτερη φύση του ανθρώπου, μια φύση κατεξοχήν πολιτική. Η ιδία η ουσία του ανθρώπου ως ζώου «φύσει πολίτικου» τον καθοδηγεί να αναζητήσει την πραγματική ευτυχία και ολοκλήρωση στο πλαίσιο της κοινωνικά οργανωμένης ζωής. Περά από το πλαίσιο αυτό , όχι μόνον δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ευτυχία , αλλά επιπλέον είναι αδύνατον να διασφαλιστεί και η ιδία η επιβίωση του άτομου. Ο άνθρωπος συγκροτεί κοινωνίες και ζει μέσα σε αυτές , διότι , καθώς η φύση του είναι κάτι το εντελώς ξεχωριστό από αυτή των θηρίων ή του θεού, μονό μέσα στο πλαίσιο της πολιτικά οργανωμένης κοινότητας, αλλά και μονό μέσω της αυτάρκειας που εκείνη εγγυάται, μπορεί να αναζητήσει και να κατακτήσει την ευδαιμονία.
“…ἡ δ᾽ αὐτάρκεια καὶ τέλος καὶ βέλτιστον. ἐκ τούτων οὖν φανερὸν ὅτι τῶν φύσει ἡ πόλις ἐστί, καὶ ὅτι ὁ ἄνθρωπος φύσει πολιτικὸν ζῷον, καὶ ὁ ἄπολις διὰ φύσιν καὶ οὐ διὰ τύχην ἤτοι φαῦλός ἐστιν, ἢ κρείττων ἢ ἄνθρωπος: ὥσπερ [5] καὶ ὁ ὑφ᾽ Ὁμήρου λοιδορηθεὶς …”
“ἀφρήτωρ ἀθέμιστος ἀνέστιος:”
Μάλιστα σε αυτό το σημείο υπεισέρχεται το θεμελιώδες έργο και η βασική υποχρέωση του κράτους απέναντι στον πολίτη, η εξασφάλιση δηλαδή όλων των απαραίτητων προϋποθέσεων , οι οποίες καθιστούν εφικτή την ευτυχία όλων των πολιτών.
Κατά τον Αριστοτέλη η διαδικασία σχηματισμού πολιτικής κοινότητας παρουσιάζει την ιδία αναγκαιότητα, βάσει της οποίας λειτουργεί η διαδικασία της βιολογικής εξέλιξης. Πρωταρχικό και θεμελιώδες τμήμα του κοινωνικού συνόλου, θεωρείται η οικογένεια. Η οικογένεια δεν θεωρείται μονό ως η ελάχιστη κοινωνική δομή, που μπορεί να εξασφαλίσει την επιβίωση, ούτε βέβαια ο ρόλος της εξαντλείται στην αναπαραγωγική διαδικασία, αλλά παρουσιάζει πολλά από τα χαρακτηριστικά μιας οικονομικής μονάδας. Οι παραγωγικές δραστηριότητες της οικογένειας , στις οποίες συμμετέχει και ο δούλος , με την έννοια ότι αυτός αποτελεί το εργατικό δυναμικό της εν λόγω μονάδας, διαμορφώνουν ένα σύστημα κυριαρχικών σχέσεων που λαμβάνει τις εξής τρεις κατευθύνσεις:
α) Κυριαρχία του συζύγου επί της συζύγου, η οποία ως γυναίκα στερείται πλήρως νομικών και πολιτικών δικαιωμάτων (και κατά τον Αριστοτέλη είναι ανίκανη για πλήρη πολιτική αυτονόμηση) και υπακούει πλήρως στον αρχηγό της οικογένειας,
β) Κυριαρχία πατερά επί των παιδιών, που στην περίπτωση των αγοριών είναι προσωρινή , μέχρι να γίνουν και αυτά με τη σειρά τους αρχηγοί μιας οικογένειας, και
γ) Κυριαρχία κυρίου επί δούλου, που κατ’ ουσία μεταφράζεται σε μια σχέση ιδιοκτησίας με την κυριολεκτική έννοια του όρου.
“…καὶ γὰρ ἐν τοῖς ἐξωτερικοῖς λόγοις διοριζόμεθα περὶ αὐτῶν πολλάκις. ἡ μὲν γὰρ δεσποτεία, καίπερ ὄντος κατ᾽ ἀλήθειαν τῷ τε φύσει δούλῳ καὶ τῷ φύσει δεσπότῃ ταὐτοῦ συμφέροντος, ὅμως ἄρχει [35] πρὸς τὸ τοῦ δεσπότου συμφέρον οὐδὲν ἧττον, πρὸς δὲ τὸ τοῦ δούλου κατὰ συμβεβηκός, οὐ γὰρ ἐνδέχεται φθειρομένου τοῦ δούλου σῴζεσθαι τὴν δεσποτείαν. ἡ δὲ τέκνων ἀρχὴ καὶ γυναικὸς [καὶ τῆς οἰκίας πάσης, ἣν δὴ καλοῦμεν οἰκονομικήν] ἤτοι τῶν ἀρχομένων χάριν ἐστὶν ἢ κοινοῦ τινὸς ἀμφοῖν, καθ᾽ [40] αὑτὸ μὲν τῶν ἀρχομένων, ὥσπερ ὁρῶμεν καὶ τὰς ἄλλας τέχνας…”
Ξεδιπλώνοντας περαιτέρω τον συλλογισμό του, καταλήγει να εξηγήσει την συγκρότηση πολιτειών κατ’ αναλογία της οικογένειας. Έτσι η συνένωση αρκετών οικογενειών , προκειμένου να αντιμετωπιστούν ανάγκες , που υπερβαίνουν αυτές της επιβίωσης και της αυτοσυντήρησης (π.χ. άμυνα) , δημιουργούν τις κώμες, οι οποίες με τη σειρά τους συνενωμένες για την αντιμετώπιση πιο δυσεπίλυτων αναγκών , δημιουργούν την «πόλιν». Στη καρδιά αυτής της κοινότητας οι σχέσεις, που λαμβάνουν χώρα, είναι ουσιαστικά μια αναπαραγωγή των κυριαρχικών – εξουσιαστικών σχέσεων , οποίες ρυθμίζουν τη λειτουργία μιας οικογένειας και αναπτύσσονται στο πλαίσιο αυτής. Αυτοί λοιπόν στους οποίους θα πρέπει να ανατίθεται η διακυβέρνηση , συγκροτούν την ομάδα των πολιτών – αρχηγών οικογενειών και οι οποίοι εναλλάσσονται στην εξουσία υπηρετώντας το κοινό συμφέρον.
“… ἡ δ᾽ ἐκ πλειόνων κωμῶν κοινωνία τέλειος πόλις, ἤδη πάσης ἔχουσα πέρας τῆς αὐταρκείας
“… ἡ δ᾽ ἐκ πλειόνων κωμῶν κοινωνία τέλειος πόλις, ἤδη πάσης ἔχουσα πέρας τῆς αὐταρκείας ὡς ἔπος εἰπεῖν, γινομένη μὲν τοῦ [30] ζῆν ἕνεκεν, οὖσα δὲ τοῦ εὖ ζῆν. διὸ πᾶσα πόλις φύσει ἔστιν, εἴπερ καὶ αἱ πρῶται κοινωνίαι. τέλος γὰρ αὕτη ἐκείνων, ἡ δὲ φύσις τέλος ἐστίν: οἷον γὰρ ἕκαστόν ἐστι τῆς γενέσεως τελεσθείσης, ταύτην φαμὲν τὴν φύσιν εἶναι ἑκάστου, ὥσπερ ἀνθρώπου ἵππου οἰκίας. ἔτι τὸ οὗ ἕνεκα καὶ τὸ τέλος βέλτιστον…”
Αν τώρα επιστρέψουμε στην αρχική διατύπωση σύμφωνα με την οποία το ύψιστο τελικό αίτιο του ανθρωπίνου βίου είναι η ευδαιμονία τότε δεν είναι δύσκολο να καταλήξουμε σε αυτό, που αποδεικνύει την εξελικτική πορεία της οικογένειας προς την πόλιν και τους στενούς δεσμούς με τους οποίους συνδέονται οι δυο αυτοί θεσμοί. Εφόσον λοιπόν η ευτυχία είναι το αριστοτελικό ύψιστο αγαθό, και καθώς αυτό είναι εφικτό μόνο στα πλαίσια της πολιτικά οργανωμένης κοινότητας, που προκύπτει με την προαναφερθείσα διαδικασία, τότε η πολιτική φύση είναι αυτή που χαρακτηρίζει, όσο τίποτε άλλο, τον άνθρωπο και αποτελεί την πραγματική του ουσία.
“… ἡ δ᾽ αὐτάρκεια καὶ τέλος καὶ βέλτιστον. ἐκ τούτων οὖν φανερὸν ὅτι τῶν φύσει ἡ πόλις ἐστί, καὶ ὅτι ὁ ἄνθρωπος φύσει πολιτικὸν ζῷον, καὶ ὁ ἄπολις διὰ φύσιν καὶ οὐ διὰ τύχην ἤτοι φαῦλός ἐστιν, ἢ κρείττων ἢ ἄνθρωπος…”
Επομένως η προδιάθεσή του να συγκροτεί οργανωμένες κοινωνίες και μέσα από αυτές να επιδιώκει την προσωπική ολοκλήρωση και το κοινό καλό ίσως προϋπάρχει και υπερέχει όλων των άλλων (δυνάμει) τάσεών του.
Δεν θα έπρεπε ωστόσο να παραβλέπουμε τα σημεία , στα οποία κατά πολλούς η αναλογική αυτή οπτική με την οποία ο Αριστοτέλης αντιλαμβάνεται την δημιουργία της πολιτείας σε σχέση με την οικογένεια, πάσχει και συναντά εμπόδια. Αν και η αναλογία πόλεως – οικογένειας αποτελεί , εγγύηση ισορροπίας και ορθής λειτουργίας μιας κοινωνίας , αντιμετωπίζει τα εξής δυο βασικά προβλήματα:
α) Προτείνει την αφαίρεση υπηκοότητας και συνεπώς των πολιτικών δικαιωμάτων από τους μη κατέχοντες γη ελεύθερους ωστόσο πολίτες της Αθήνας , που , αν και κοινωνικά εξισώνονταν με τους δούλους , κατείχαν πολιτικά δικαιώματα, απλώς και μόνο διότι το πρότυπο του εργάτη της πόλεως (θης) δεν ανταποκρινόταν στα ηθικά και πολιτικά χαρακτηριστικά του αριστοτελικού πολίτη. Ασφαλώς μια τέτοια απαγόρευση δεν συνάδει με τα χαρακτηριστικά της φιλευσπλαχνίας και δικαιοσύνης , που ο ίδιος ο Αριστοτέλης απαιτεί , όπως θα δούμε στη συνέχεια, να διαθέτει μια πολιτεία και οι κυβερνώντες της στο κατά τον ίδιο «ιδανικό πολίτευμα» μιας τέλειας Βασιλείας.
β) Αντιτίθεται στην διατάραξη του οικονομικού κύκλου , η οποία μετάτρεψε την οικονομική δραστηριότητα σε μια διαδικασία, που αποσκοπεί στον πλουτισμό και στην απεριόριστη αύξηση του κεφαλαίου και όχι στην κάλυψη των βασικών αναγκών (όπως ίσως αυτή διεξαγόταν στο πλαίσιο της οικογένειας). Η διαδικασία αυτή οδηγεί σύμφωνα με τον Αριστοτέλη την οικονομία σε μια αφύσικη κατάσταση , αυτήν της εμποροκρατίας. (Σχηματικά: Από Εμπόρευμα > Μετατροπή του σε Χρήμα > Αγορά νέου εμπορεύματος κ.ο.κ, ο οικονομικός κύκλος μετατρέπεται σε Κεφάλαιο > Αγορά Εμπορεύματος> Πώληση για αύξηση Κεφαλαίου κ.ο.κ.). Ο εξορισμός , που προτείνει, της εμποροκρατικής οικονομίας από την πόλη και η επικέντρωση της οικονομικής δραστηριότητας στην αγροτική παραγωγή, θέτει ίσως τις βάσεις ενός κρατικού παρεμβατισμού και καθολικού έλεγχου την οικονομικής ζωής της κοινότητας. Επιπλέον η επικράτηση της αντίληψης αυτής , αν και δεν στάθηκε εμπόδιο στην ελεύθερη οικονομική ανάπτυξη του αρχαίου κόσμου, συνέβαλε ωστόσο εν μέρει στον κοινωνικό αποκλεισμό των εμπόρων και κατέστησε των οικονομικό στοχασμό άμεσα συνδεδεμένο με την πολιτική σκέψη.
*απόσπασμα από την μεταπτυχιακή εργασία του συγγραφέως:
«Η έννοια της πολιτικής και το ζήτημα της δημοκρατίας στα «Πολιτικά» του Αριστοτέλους»
στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
ΤΜΗΜΑ : ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ & ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ : ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου