ποιήμα του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-
Και ωσάν έπαψε να πέφτη χιόνι
π’ όλην την καρδιά
σαν τάφος την πλακώνει
-
εκείνες οι άσχημες
νιφάδες
των πικρών της λόγων-
ω πως τις παρεξήγησα και φώναζα
πως δεν μ’ αγαπάει –
ο τρελλός!! Η Ιωάννα μου με
πονάει –
ήλθε που λές εκείνος ο χρυσός
μου ήλιος,
ο γνώριμος, το ζεστό χαμόγελό
της,
πιο ζωντανός και πιο θερμός.
Είχε το πρόσωπό της
ο παλαβός – πως τον αγαπούσα
αυτόν τον ήλιο ! –
και παιχνίδιζε και γέλαγε.
Και πάλι ήλθε αυτή, όπως και
τότε
εκείνην την πρώτη φορά
-
ω λουλουδιάρα άνοιξη,
μ’ άνοιξες
τα φτερά –
όπως και τότε, όπως και τότε.
Σ’ αγάπησα εκείνην την πρώτη
τη φορά
που έδιωξες τα χιόνια
κι έπλεξες στην ψυχή μου
ροδοκλώνια.
Έγινες τότε δια μιας αγία,
ιερή.
-
θύμησέ μου ν’ ανάψω
ένα κερί
στην μνήμη σου
εκεί δίπλα στ’ αφροστόλιστο
το κύμα
που σ’ είχα δεί.
Ω είναι πια μοιραίο μου, μόνο
απ’ αυτήν, να μου δίνη δώρα η
ζωή
…
Γέλασε πάλι η γλυκιά Ιωάννα.
παιδάκι βρέθηκα να με περιμαζεύη
από μιαν αλάνα.
Γλυκά, γλυκά, με πήρε η γλυκιά
Το τραγουδάκι:
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου