επιμελεία
του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-κλασσικού
φιλολόγου-
Για
μας, τους μεταγενεστέρους του, που επωφεληθήκαμε από την επίδρασή της, η
καινοτομία τού Ντεκάρτ αποτελεί κοινοτοπία. Πρέπει όμως να έχουμε αναστήσει
κάπως μέσα μας τη δική του εποχή, την πνευματική και ψυχολογική της ατμόσφαιρα,
να έχουμε νοιώσει το δέος που ένοιωθαν οι τότε άνθρωποι μπρος στην ιεραρχία τών
αξιών, την καθιερωμένη μέσα στις συνειδήσεις τους, όχι μονάχα από τα ήθη τών
συγχρόνων και τις παραδόσεις των παλαιοτέρων, παρά από αυτή τούτη τη «θεία
Αποκάλυψη», για να μπούμε κάπως στο νόημα του τεράστιου άθλου που αποτέλεσε η
διακήρυξη των κανόνων τής Μεθόδου τού Ντεκάρτ. Πρόκειται κυρίως για τον πρώτο
κανόνα. Οι τρεις άλλοι είναι τεχνικοί, πρακτικοί κανόνες, που έχουν βέβαια τη
χρησιμότητά τους :« Ν α διαιρώ τις δυσκολίες...»
«Να
κατευθύνω τις σκέψεις μου με τάξη, περνώντας από τα απλά στα συνθετότερα.. .»
Να
κάνω απαριθμήσεις κι ανασκοπήσεις. . .τέτοιες που να είμαι βέβαιος πως δεν θα π
α ρ α λ ε ί ψ ω τίποτα. . .».
Είναι
αναμφίβολο πως οι νοικοκυρεμένες αυτές σκέψεις, έστω κι αν δεν είχαν ακόμα
διατυπωθεί σε κανόνες μεθοδολογίας, εφαρμόζονταν ήδη από πολλούς ανθρώπους
προικισμένους με τη στοιχειώδη ορθοφροσύνη. Δεν είναι μ’αυτούς που ο Ντεκάρτ
άλλαξε τον ρυθμό τού κόσμου. Αυτοί μοιάζουν να τοποθετήθηκαν εκεί για να
καλύψουν με την άκακη μετριότητά τους την ανυπολόγιστη εκρηκτικότητα που έκρυβε
τότε μέσα του ο πρώτος από τους τέσσερις κανόνες. Αυτός είναι που περικλείνει
ολόκληρο τον Ντεκάρτ, κι αυτό θα πει πως περικλείνει «εν δυνάμει» όλη την
καταπληκτική ανάπτυξη του επιστημονικού πνεύματος των Νεότερων Χρόνων. Όμως,
πόσο εύκολα μπορεί κανείς να τον αφήσει κι αυτόν να περάσει απαρατήρητος αν δεν
τον προσέξει καλά, για να δει τί κρυβόταν την εποχή εκείνη κάτω από το ταπεινό σχήμα
που είχε ντυθεί ο πρώτος του κανόνας! «Να μην παραδέχομαι τίποτα για αληθινό,
αν δεν το ξέρω ολοφάνερα αληθινό... Ν' αποφεύγω τη βιασύνη και την
προκατάληψη... Να μην περιλαμβάνω στις κρίσεις μου τίποτα παραπάνω απ’ ό,τ ι θα
παρουσιάζεται στον νου μου τόσο καθαρά και τόσο διακριτά ώστε να μη μου δίνεται
καμιά ευκαι-ρία ν' α μ φ ι β ά λ λ ω γι αυτό».Ας σταθούμε μια στιγμή, ας
κλείσουμε τα μάτια, ας μεταφερθούμε πίσω στα χρόνια κείνα, κι ας προσπαθήσουμε
να δώσουμε ένα συγκεκριμένο, το αληθινό τους όνομα στα πράματα που περιγράφονται
τόσο αόριστα και συγκαλυμένα. Στο εξής, όταν ερευνώ τη Φύση και τα προβλήματά της
τίποτα δεν θα το δέχομαι για αληθινό
αν
το λογικό μου δεν το ελέγξει και δεν το αναγνωρίσει για αληθινό. Οποιοσδήποτε
κι αν είναι κείνος που μου το βεβαιώνει, εγώ δεν θα τον πιστέψω. Δεν θα
παρασυρθώ από καμιά βιασύνη, τη βιασύνη που δίνει η αποκτημένη συνήθεια
που
κι αυτή μού τη δίνει η διαπαιδαγώγησή μου. Ούτε θα παρασυρθώ από καμιά προκατάληψη.
Προκατάληψη είναι οτιδήποτε έχει μπει μέσα στην ψυχή μου, βαλμένο από
οποιον-δήποτε άλλον εκτός από το λογικό μου. Πού καταλήγαν όλα αυτά στην εποχή
τού Ντεκάρτ; Καταλήγαν στο να διακηρύξουν πως, για να κατακτήσει την αλήθεια
και να θεμελιώσει την επι-στήμη, ο άνθρωπος πρέπει να παραμερίσει οποιονδήποτε
άλλον εκτός από το λογικό του. Δηλαδή, γνώσεις, αισθήματα. Και την πίστη του
ακόμα! Μέσα σε μιαν ανθρωπότητα, όπου τα πάντα είταν ρυθμισμένα κι εξουσιασμένα
από την Εκκλησία, όπου η σκοπιμότητα του δόγματος παρεμβαλλόταν παντού, κι
όριζε πορεία κι όρια στη δράση τής ανθρώπινης σκέψης
όπου
κάθε απειθαρχία, τί λέω; ακόμα κι η απορία εκφρασμένη απορία αποτελούσε αίρεση
ή μαρτυρούσε αθεϊσμό, βγήκε μια μέρα κάποιος, πιστός, αφοσιωμένος καθολικός,
που τόλμησε να πει — ω, πόσο σκεπασμένα! αλλά το είπε πως δεν θα θεμελιωθεί
ποτέ επιστήμη ικανή να βρει τη λύση τών προβλημάτων που ορθώνει μπροστά στον
άνθρωπο η Φύοη, αν ο νους τού ανθρώπου δεν κλείσει έξω από το επιστημονικό τον
εργαστήριο τη Θρησκεία. Ο Ντεκάρτ δεν είταν ούτε άθεος, ούτε άθρησκος. Απεναντίας!
Δεν έπαψε ποτέ να εκκλησιάζεται, να προσεύχεται, να πιστεύει. Όμως, χωρίς να θυσιάσει
τίποτα από την αφοσίωσή τον στη θρησκεία τών πατέρων, των δασκάλων,
«της
παραμάννας μου» θα πει ο ίδιος δ ι α κ ή ρ υ ξ ε την α π ό λ υ τ η ανάγκη του
χωρισμού τής επιστήμης από τη θεολογία. Της ηθικής σκοπιμότητας από τη φυσική
αναγκαιότητα. Φαινομενικά, ο πόλεμος τον είταν πόλεμος κατά της Σχολαστικής
φιλοσοφίας. Στην πραγματικότητα, ο Ντεκάρτ πολεμούσε κείνο που είχε νοθέψει και
τη φιλοσοφική και την επιστημονική σκέψη τη θεολογία με τις σκοπιμότητές της.
Με τη ζωή τον και το παράδειγμά τον ο Ντεκάρτ διακήρυξε ουσιαστικά πως οι
επιστήμονες δεν πρέπει να πάψουν να πηγαίνονν στην εκκλησία. Δεν πρέπει όμως η
Εκκλησία να θεωρεί το επιστημονικό εργαστήριο μετόχι της. Ούτε κι οι θελήσεις
της να διέπουν την επιστημονική έρευνα. Όλα τ άλλα είναι απλές συνέπειες της
βασικής αυτής καινοτομίας. Όλα : κι η Μεταφυσική κι η Φυσική του. Κι η
καρτεσιανή μεθοδική αμφιβολία, κι ο ρασιοναλισμός τον. Κι η υπαγωγή τών πάντων,
ακόμα και της Ιατρικής, στον μαθηματικό λογισμό' και το περίφημο «Σ κ έ π τ ο μ
α ι, άρα υπάρχω» κι ο τονισμός τής ενότητας της επιστημονικής σκέψης' κι η
κοσμογονία του' κι η θεωρία τών στροβίλων κι η ανάλυση της ύλης σε έκταση και
κίνηση' κι η παράδοξη θεωρία τού αυτοματισμού τών ζώων, που δεν έχουν ψυχή' κι
ο δυϊσμός τού ανθρώπου, που είναι φύση σύνθετη, γιατί είναι ψυχή, με ουσία της
τη νόηση, και σώμα, με ουσία τον την ύλη. Κι όλα τ άλλα, τα σωστά και τα
στραβά, οι καταπληκτικοί προϊδεασμοί κι οι πλανημένες φαντασιοπληξίες, όλα αυτά
δίνουν το μέτρο τής προσωπικότητας και του έργου του, δίνουν τα όρια των
δυνατοτήτων του. Αλλά δεν αποτελούν την πεμπτουσία τής πραγματικής εισφοράς τού
Ντεκάρτ. Αυτή περιλαμβάνεται στην όσο το δυνατόν πιο συγκαλυμένη, πιο
ταπεινόφρονη αλλά κατηγορηματική διακήρυξη μιας ανατρεπτικής, αλλά γονιμότατης
αλήθειας : Αυτής που ορίζει πως, για να κάνει δική του, για να κατακτήσει την
Αλήθεια μέσα στη Φύση, ο άνθρωπος πρέπει να μην αναζητήσει το μέσο πουθενά
αλλού ούτε και στους υπερφυσικούς ουρανούς τής θρησκείας. Θα το βρει
αποκλειστικά μέσα στον νου του! Αυτή την επανάσταση δεν την έκανε ο Ντεκάρτ με
ελαφριά καρδιά. Απεναντίας. Καθώς ο αναγνώστης μπορεί να δει διεξοδικότερα στο
βιογραφικό σημείωμα, ο Ντεκάρτ χρόνια βασανίστηκα πριν το πάρει απόφαση να
υπερνικήσει τους δισταγμούς του και να δημοσιέψει τους κανόνες τής Μεθόδου του.
Τολμηρότατος όταν βρισκόταν αποτραβηγμένος μέσα στον κόσμο τών στοχασμών τον, ο
Ντεκάρτ δεν είχε μαγνητική ιδιοσυγκρασία. Πάντα προσπάθησε ν αποφύγει τις
συγκρούσεις με όλους. Αγωνίστηκε να εξευμενίζει την Καθολική Εκκλησία,
πολλαπλασιάζοντας τις εκδηλώσεις τής νομιμοφροσύνης του και βάζοντας, για να
την εξυπηρετήσει, τις ικανότητες τον ορθολογισμού τον στην υπηρεσία μιας
ορθόδοξης, συμμορφωμένης μεταφυσικής. Αυτά όμως όλα αφορούσαν αποκλειστικά την
προσωπική του θέση. Παρ’ όλες τις προφυλάξεις και τα προσχήματα, η ιδέα του, η
γόνιμη ιδέα που ο Ντεκάρτ εξαπόλυσε στον κόσμο, δεν μπορούσε να μην κάνει τον
δρόμο της. Το ελεύθερο πνεύμα, χειραφετημένο, τράβηξε κι αυτό τον δρόμο του,
και δεν πρόκειται πια να σταματήσει. Αυτή είναι μοιραία απλοποιημένη στο έπακρο
η σημασία τού Ντεκάρτ. Κι είναι φυσικό να ρωτήσει κανένας αν ο άνθρωπος αυτός
πρόβαλε άξαφνα στον ορίζοντα μιας ανέτοιμης ανθρωπότητας, σαν ένα εξαιρετικό,
μοναδικό μετέωρο. Όχι, βέβαια! Όπως συμβαίνει τις περισσότερες φορές, ο ερχομός
τής μεγαλοφυίας προαναγγέλθηκε από μιαν ακαθόριστη, αλλά σημαντική
προ-ετοιμασία τών πνευμάτων. Στο επιστημονικό πεδίο, διάφοροι μεγάλοι και μικροί
επιστήμονες είχαν ήδη ξεπροβάλει λίγο πριν, ή και ταυτόχρονα με τον Ντεκάρτ. Ο
Κοπέρνικος, ο Κέπλερ, ο Γαλιλαίος, ο Τορριτσέλι. Το πνευματικό κλίμα είταν
προετοιμασμένο για τον ερχομό τής Μεθόδου. Αλλά και στο καθαρά φιλοσοφικό, ο
Ντεκάρτ είχε έναν ισάξιο σύγχρονο, κάπως προγενέστερο συναγωνιστή : τον Φρ. Βάκωνα,
που άλλωστε διατύπωσε κι αυτός, ήδη από τα 1620, πέντε κανόνες που μοιάζουν
αισθητά με τους τέσσερις του Ντεκάρτ. Όμως, του Ντεκάρτ η επίδραση υπήρξε
μεγαλύτερη. Αν αναζητήσουμε το γιατί, θα βρούμε πρώτα την πολύ μεγαλύτερη
σαφήνεια τον κηρύγματος του. Πολύ όμως περισσότερο θα τη βρούμε στο ότι ο
Ντεκάρτ, έχοντας απόλυτη συναίσθηση της σημασίας τού κινήματος του, δεν
περιορίστηκε στο να προσπαθήσει να πείσει τους λίγους σοφούς τής εποχής του. Με
την πεποίθηση πως η υπόθεση ενδιέφερε ζωτικότατα όλους τούς ανθρώπους,
απευ-θύνθηκε στην πλατύτερη κοινή γνώμη τής πατρίδας του, προσπαθώντας να την
κάνει να ενδιαφερθεί. Αυτό εξηγεί τη μεγάλη καινοτομία του : να γράψει ένα τέτοιο
φιλοσοφικό έργο, όχι στα λατινικά, παρά στη γλώσσα τού λαού τα Γαλλικά. Και
ξέρουμε πως η άποψη του είταν σωστή, γιατί ο «Λόγος περί της Μεθόδου» είχε
πλατύτατη απήχηση στη Γαλλία και την Ευρώπη ολόκληρη.
ΤΕΛΟΣ
Από την μετάφραση
του ΧΡ. ΧΡΗΣΤΙΔΗ
«ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ
ΜΕΘΟΔΟΥ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΗ
ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΙΚΟΥ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ»
Εκδόσεις Β. Παπαζήση
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου