επιμελεία του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-κλασσικού φιλολόγου-
Η Φιλοσοφία είναι κυνήγιον της αληθείας. Ομοιάζει κατά πολλά τον κυνηγόν ο φιλόσοφος. Έχει όμως και διαφοράς. Από τους κυνηγούς των ζώων, οι πρότεροι συνήθως είναι και οι ευτυχέστεροι. Οι μετ’ αυτούς επιτυχαίνουν ολιγώτερον κυνήγιον και εις τους τελευταίους δεν μένει τίποτα σχεδόν πλέον να κυνηγήσωσι. Τ’ ανάπαλιν συμβαίνει στους κυνηγούς της αληθείας. Τα πρώτα των κυνήγια είναι τα κοπιωδέστερα δια το δυσεύρετον αυτό της αληθείας. Αι αλήθειαι είναι μια μετά των άλλων συνδεδεμέναι ως αλυσίς.
Τόσον κόπον, είς μόνος φιλόσοφος, όσον κι αν τον υποθέσης εραστήν της αληθείας, δεν είναι ικανός να υποφέρη. Εις τον τόσον κόπον πρόσθες ακόμη και όσας εναντιότητας απαντούν εκ μέρους των ακουόντων. Άλλοι δεν καταλαβαίνουν την αλήθειαν, άλλοι την κατατρέχουν, διότι καταλαβαίνουν βλάβην δια το συμφέρον τους εκ της φανερώσεως αυτής. Τοιαύται εναντιότηται κάμνουν τους φιλοσόφους οκνηρότερους και εις την έρευναν και εις την διδαχήν. Οι άνθρωποι έπρεπε όμως να νοήσωσι τ’ αληθή των συμφέροντα, ήτοι να διδαχθώσι την πολιτικήν επιστήμην, την τέχνην να συζώσι μετ’ αλλήλων ειρηνικώς και ν’ απολαύωσι την ευδαιμονίαν.
Ο Σωκράτης έσπευσε πρώτος αυτός να σύρη τους μαθητάς του από την εις τας φυσικάς επιστήμας ασχολίαν και να μεταφέρη την σπουδήν αυτών εις την πολιτικήν επιστήμην. Εις τούτο εκινήθη από δυο ισχυράς αιτίας. Η πρώτη ήτο η ταραχή της Ελλάδος όλης, ήν και επετάχυναν εξ ενός μέρους οι θρασύτατοι σοφισταί, συγχέοντες πάσαν έννοιαν δικαιοσύνης και διδάσκοντες ανατρεπτικά της πολιτικής κοινωνίας μαθήματα, από το άλλο οι ουχί ολιγώτερον των σοφιστών αναίσχυντοι δημαγωγοί, εξαγριαίνοντες τον ανόητον όχλον των πόλεων κατά των πλουσίων, δια να συμμερίζονται τα αδίκως αρπαζόμενα πλούτη ή και να τυραννώσι αυτοί την πατρίδαν των. Δευτέρα αιτίαν προτιμήσεως της πολιτικής είχεν ο Σωκράτης όχι την καταφρόνησιν των φυσικών επιστημών, αλλά την τότε κατάστασιν αυτών. Φυσική στηριγμένη όχι εις παρατηρήσεις ακριβείς και πειράματα αλλά εις επινοίας του καθενός της φαντασίας ήτο παιδαρίων παίγνιον.Μεταγενέστερος φιλόσοφος έλεγεν εις αυτούς: «ταλαίπωροι άνθρωποι, περί της τάξεως του κόσμου ασχολείσθε και δεν σας μέλει να εύρετε τα μέσα να βάλετε κόσμον και τάξιν εις την πολιτικήν σας κοινωνίαν» (Δημώναξ).
Εις την άγνοιαν της πολιτικής επιστήμης αναφέρει ο Πλάτων τον όλεθρον πολλών πόλεων. Διοικούμεναι πότε μεν από τον δήμον, πότε δε από τους ολιγαρχικούς, εδιοικούντο δηλαδή πάντοτε από δύο τάξεις ανθρώπων, αι οποίαι μη γνωρίζουσαι την αληθινήν πολιτικήν, η μία δια την απαιδευσίαν, η άλλη δια την κακήν παιδείαν, κατεβύθιζαν τας ταλαιπώρους των πατρίδας.
Ο μαθητής του Αριστοτέλους, Δικαίαρχος ηναγκάσθη ειπείν, ότι πλειότεροι εφονεύοντο από τας στάσεις και τους πολέμους παρά απ’ όλας τας άλλας αιτίας του θανάτου ομού, οποίαι είναι κατακλυσμοί πόλεων, επιδημικαί νόσοι, ερημώσεις και θηρίων αιφνίδιοι πληθυσμοί. Υπέρ της ελευθερίας επολέμησαν οι Έλληνες τους βαρβάρους. Την απήλαυσαν προς μικρόν καιρού διάστημα. Δια να την φυλάξωσι επολεμούσαν έπειτα αλλήλους. Αλλά δεν συνέλαβον ποτέ ιδέαν ακριβήν της ελευθερίας. Ολίγοι γνωρίζουν ποία είναι, πώς αποκτάται και πώς φυλάττεται η αληθής ελευθερία.
Ο έρως της ελευθερίας είναι εμφυσιώμενος εις τας ψυχάς των ανθρώπων. Εκ του φυσικού και δικαίου έρωτος προς αυτήν γεννώνται δύο πάθη, κοινά και ταύτα εις τας ψυχάς, αλλ’ όμως άδικα, η φιλαρχία και η πλεονεξία. Τα πάθη ταύτα δεν ημπορεί να θεραπεύση ο φίλαρχος ή ο πλεονέκτης, αν δεν επιβουλευθή την ελευθερίαν των άλλων. Καθένας απ’ τους πολίτας ορέγεται να υπερβαίνη πάρα πολύ εις δύναμιν και πλούτον τους συμπολίτας του. Η αφθονία του πλούτου οδηγεί εις την εφεύρεσιν αδίκων μέσων πλουτισμού. Κι όστις έφθασεν εις τόσην εξουσίαν ώστε να κάμνη ό,τι θέλει ανεμποδίστως θα βιάση και τους άλλους να κάμνωσι τα θελήματά του.
Τοιαύτην δεσποτικήν διάθεσιν, να εκριζώση από τας ψυχάς των ανθρώπων δεν ημπορεί παρά η εκ παιδός χρηστή ανατροφή των πολιτών. Πρέπει να διδάσκωνται ότι η ελευθερία δια να είναι μόνιμος, πρέπει να στηρίζηται εις την δικαιοσύνην και την ισότητα των πολιτών, ισότητα τοιαύτην, ώστε ν’ απολαμβάνη καθείς απ’ αυτούς ούτε πλείον, ούτε ολιγώτερον απ’ ό,τι του πρέπει.
Ο εραστής της ελευθερίας όσον πλειοτέρους φροντίζει ν’ αποκτήση συνεραστάς, τόσον πλειοτέρους συμφύλακας αυτής αποκτά, τόσον ολιγώτερον κινδυνεύη να την χάση. Ο γνήσιος ουν της ελευθερίας εραστής χρωστεί να φροντίζη δια όλων του των συμπολιτών, δια ολοκλήρου της πατρίδος του την ελευθερίαν. Και ουδ’ εις αυτής της πατρίδος μόνης τα τείχη πρέπει να την περιορίζη, αλλά να την εύχεται εις όλον τον κόσμον, ως φίλος όλου του ανθρωπίνου γένους.
Αλλά οι Έλληνες ανετράφησαν κατεχόμενοι από την ολέθριον πρόληψιν, ότι η φύσις γεννά τους δούλους και τους ελεύθερους κι ότι αυτή έπλασε τους βαρβάρους, το πλειότερον μέρος του κόσμου δούλους και μόνον τους Έλληνας δεσπότας. Οι ποιηταί που επαινούσαν την ευνομίαν έγραφαν:
«βαρβάρων δ’ Έλληνας εικός άρχειν, ου βαρβάρους,
Μήτερ Ελλήνων. Το μεν γαρ δούλον, οι δ’ ελεύθεροι»
(Ευριπίδου, Ιφιγ. Εν Αυλ. 1400)
Την πρόληψιν ταύτην ισχυροποίησεν εις τας ψυχάς των επιπλέον κι αυτή η αγριότης πολλών βαρβάρων εθνών, διό και τους εστοχάζοντο ως άγρια θηρία και τον κατ’ αυτών πόλεμον, ως αληθές κυνήγιον θηρίων.
ΣΥΝΕΧΊΖΕΤΑΙ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου