άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-κλασσικού φιλολόγου-
«κλεπτίστατος άνθρωπος…
μη γένοιτο κατ’ αγρόν τοιούτον θηρίον…
πάντα υφαιρούμενος τάνδον φρουδά μοι
τα κατ’ αγρόν απεργάσεται»
Αλκίφρων
Ο Αλκίφρων έζησε προς τα τέλη του 2ου και στις αρχές του 3ου μ.Χ αι. και φέρεται ως σοφιστής και ρήτορας. Συνέθεσε εκατόν είκοσι τρείς φανταστικές επιστολές, σταλμένες υποτίθεται από αγρότες, ψαράδες, ανθρώπους που ζούσαν παρασιτικά και από κοινές γυναίκες της Αθήνας του 4ου αι. π.Χ και αποτέλουν αυτές χαρακτηριστικούς πίνακες της καθημερινής ζωής του αρχαίου κόσμου. Βασικός σκοπός του ήταν να ψυχαγωγήση τους αναγνώστες του, με την έννοιαν όχι της διασκεδάσεως, αλλά της διαπαιδαγώγησης ομού και της ευχαρίστησης και της καθοδήγησης της ψυχής προς έναν ουσιωδέστερον βίον.
Σε κάποιαν αγροτικήν αυτού επιστολήν, που υποτίθεται ότι την στέλνει κάποιος ονόματι Ναπαίος σε κάποιον Κρηνιάδην, ο γεωργός περιγράφει με απλοϊκόν τρόπον και αφελήν την εμπειρίαν του από την θεατρικήν παράστασιν στην οποίαν βρέθηκε και ιδιαίτερα τις εντυπώσεις του απ’ το νούμερον του ταχυδακτυλουργού. Φαίνεται δε ότι η επίδειξις του ταχυδακτυλουργού αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι της όλης θεατρικής παράστασης, του αρχαίου δράματος ως ημείς το γνωρίζομεν, κατά τον 4ον αι. π.Χ. Το ότι ο αφελής αγρότης το εθεώρησεν ως το πιο εντυπωσιακό νούμερον και ηγνόησεν την όλην άλλην θεατρικήν παράστασιν, μας προβληματίζει. Μας κάνει να αισθανθούμε, ότι ταυτιζόμεθα με αυτόν και ότι και εμείς στο θέατρο της ζωής, στο έργον του βίου μας –μη λησμονούμε ότι κι ο Αριστοτέλης είπε ότι το δράμα είναι μίμησις της ζωής- πολλές φορές δεν δίδουμε έμφασι στα ουσιώδη, τα προτρέχουμε και απεναντίας προσκολλάμε σε εκείνα τα μικρά και ευτελή που μας κάνουν εντύπωσιν.
Αν τώρα θεωρήσωμε και κάποιους πολιτικούς, αρμόζοντες δια τον ρόλον του ταχυδακτυλουργού, που με εντυπωσιακά νούμερα μας μαγνητίζουν την προσοχήν κι έτσι μας αποσπούν την ματιά από ‘κείνα που θα έπρεπε να προσέχωμε, έ τότε δεν έχομε παρά να αναφωνήσωμε, ότι τω όντι είμεθα πιο αφελείς από τους αφελείς. Γιατί αυτό; Γιατί έστω κι αν ήμασταν αφελείς λίγον κοινόν νούν, όπως ο αφελής αγρότης της επιστολής του Αλκίφρονα, θα τον είχαμε. Θα μπορούσαμε να ξεχωρίσωμε το εφέ, το εντυπωσιακόν και την απάτη, το ανεδαφικόν από το στέρεο, το ρεαλιστικόν, το δυνατόν και το πραγματοποιήσιμον. Δεν θα εντυπωσιαζόμασταν από ένα ευτελές «λεφτά υπάρχουν».
Αφηγείται λοιπόν ο αγρότης ονόματι Ναπαίος και λέγει τα εξής: «κάποιος γνωστός μου με πηγαίνει μια φορά στο θέατρο κι αφ’ ού με κάθισε σε μιαν καλήν θέσιν, με ψυχαγωγούσε με διάφορα θεάματα. Και τα άλλα βέβαια δεν τα συγκράτησα στο μυαλό μου, γιατί είμαι σε κάτι τέτοια στο να μαθαίνω και να διηγούμαι ο δύστυχος κακός. Ένα όμως πράγμα ήταν, που όταν το είδα έμεινα έκπληκτος και παρά λίγο να χάσω την μιλιά μου». Τι είδε ο κακομοίρης, αμαθής αγρότης, ο απλός και αφελής, που του είλκυσε την προσοχή και μόνον αυτό εσυγκράτησεν; Ιδού.
«Κάποιος αφ ού βγήκε στην μέση και αφ΄ού έστησε τρίποδα, τοποθέτησε επάνω τρία μικρά πιάτα. Έπειτα κάτω απ’ αυτά έκρυβε κάποια λευκά και μικρά και στρογγυλά βοτσαλάκια, σαν αυτά που βρίσκουμε στις όχθες των χειμάρρων. Αυτά άλλοτε τα σκέπαζε χωριστά το καθένα με κάθε πιάτο, άλλοτε δεν ξέρω πώς, τα έδειχνε όλα κάτω από το ίδιο πιάτο, άλλοτε πάλι τα εξαφάνιζε τελείως από τα πιάτα και τα έβγαζε από το στόμα. Έπειτα αφ΄ού τα καταβρόχθιζε, φέρνοντας όσους θεατές ήταν κοντά του στο μέσο, το ένα βότσαλο το έβγαζε από την μύτη κάποιου, το άλλο από το αφτί, το άλλο από το κεφάλι και ξανά αφ’ ού τα μάζευε, πάλι τα εξαφάνιζε».
Ένα πράγμα μαγικόν!!! Σαν εκείνο του ελλείμματος στις προηγούμενες εκλογές. Μάγοι πολιτικοί το μοίραζαν, το συσσώρευαν και το μεγέθυναν, εν ώ άλλοι απ’ αυτούς το εξαφάνιζαν. Στο τέλος μας ήρθε από την εσπερία είδησις ότι ήτο τόσον, κι άλλη άλλο τόσον και εν τέλει ποτέ δεν εμάθαμε πόσον ήτο. Τι είπαμε τότε, ο καθείς για τον πολιτικόν της προτιμήσεώς του; Πω πω! Αναφωνούσαμε. Αυτός είναι μάγος!! Θα εξαφανίση το έλλειμμα. Όχι φώναζε ο άλλος. Ο δικός μου όχι μόνο θα το εξαφανίση, αλλά θα γεννήση και χρήμα από την πράσινην ανάπτυξιν και θα το σκορπίση εις όλους. Ήμασταν αφελείς; Όχι. Ήμασταν κάτι χειρότερον. Διότι ο αφελής γεωργός της επιστολής του Αλκίφρονα, μόλις είδε τον μάγο που μόλις περιγράψαμε, που εξαφάνιζε τα βότσαλα είπε: «Άνθρωπος πολύ μεγάλος κλεφταράς! Χειρότερος κι από τους πιο φημισμένους κλέφτες. Μακάρι να μην έρθη, να μην πατήση το ποδάρι του στο χωριό ένα τέτοιο θηρίο. Διότι κανένας δεν θα το νικήση, και αφ’ ού μας σηκώσει όλα τα υπάρχοντα, καπνός θα μας γίνη, ό,τι έχουμε στα χωράφια» (Αλκίφρων, Επιστολαί αγροικικαί, 17).
Ο καημένος! Κατανόησε ό,τι εμείς οι περισπούδαστοι δεν μπορέσαμε ούτε κάν να ψιλιαστούμε. Εμπιστευτήκαμε τις τύχες μας κι αυτές των παιδιών μας σε θαυματοποιούς, μάγους και τσαρλατάνους. Όμως αυτοί ήσαν ανίκητοι κλεφταράδες! Κι αφ’ ού μας σήκωσαν όλα τα υπάρχοντα μείναμε έρημοι να κλαίμε την μοίρα μας. Ακόμα άρα γε να μας εντυπωσιάζουν οι τέτοιοι ταχυδακτυλουργοί;
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου