επιμελεία του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-κλασσικού φιλολόγου-
«Τὴν θεόσωμον ταφὴν
καὶ τὴν εἰς
ᾅδου κάθοδον τοῦ Κυρίου
καὶ Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν
᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἑορτάζομεν».
Σήμερον ο
Άδης στένων βοά.
Συνέφερέ
μοι,
Ει τον εκ
Μαρίας γεννηθέντα, μη υπεδεξάμην.
Ελθών γαρ
επ’ εμέ, το κράτος μου έλυσε.
Πύλας
χαλκάς συνέτριψε. Ψυχάς ας κατείχον
Το πρίν,
θεός ών ανέστησε
…
Κατελύθη
μου η εξουσία.
Εδεξάμην
θνητόν, ώσπερ έναν των θανόντων.
Τούτον δε
κατέχειν, όλως ουκ ισχύω,
Αλλ’ απολώ μετά τούτου,
Ών εβασίλευον.
Εγώ είχον τους νεκρούς απ’ αιώνος,
Αλλά ούτος ιδού πάντας εγείρει.
…
Κατεπόθη μου το κράτος.
Ο Ποιμήν εσταυρώθη, και τον Αδάμ
ανέστησεν.
Ών περ εβασίλευον εστέρημαι,
Και ούς κατέπιον ισχύσας, πάντας
εξήμεσα.
Εκένωσε τους τάφους ο σταυρωθείς.
Ουκ ισχύει του θανάτου το κράτος.
Μερικοί εκ των ύμνων του Σταυρού και της Αναστάσεως ίσως κατά το
παρελθόν εποιήθησαν ή εχρησιμοποιήθησαν εις άλλας εορτάς από εκείνας εις τας
οποίας προσγράφονται εις τους κώδικας. Τοιαύται εορταί μνημονεύονται αι της 14ης
Σεπτεμβρίου, 1ης Αυγούστου, 7ης Μαίου και 6ης
Μαρτίου, της Σταυροπροσκυνήσεως, της Μεσονηστίμου και φυσικά της Μ. Παρασκευής.
Το θέμα του Σταυρού –τουλάχιστον εις τους ύμνους- συνδέεται με το
απόκρυφον Ευαγγέλιον του Νικοδήμου και με τας δραματικάς χαρακτηρισθείσας
ομιλίας των πατέρων, αι πλείσται των οποίων είναι ψευδεπίγραφοι. Η εις Άδου
κάθοδος είναι το κύριον θέμα, διότι άλλως η παρουσία του Σταυρού δεν
δικαιολογεί την τοιαύτην σύνδεσιν ούτε ο Σταυρός καθ’ εαυτόν είναι δυνατόν να
δώση δραματικάς προεκτάσεις. Ως σύμβολον ο σταυρός είναι σφραγίς, άροτρον,
κώπη, ήλος, εγχάραγμα, διάταγμα, θέσπισμα, ψήφος. Κύρια πρόσωπα εις την εις
Άδου κάθοδον είναι ο διάβολος, άλλως Βελίαρ ονομαζόμενος, ο θάνατος και ο Άδης,
ενίοτε συγχεόμενοι προς αλλήλους.
Εις τα βασικά ταύτα πρόσωπα –ραδιουργούντα πάντοτε και επιθυμούντα
τον θάνατον του Ιησού και την καταστροφήν του ανθρωπίνου γένους- προστίθενται
τα επίγεια πρόσωπα που συνετέλεσαν εις την θεϊκήν καταδίκην. Ούτοι χαρακτηρίζονται
σαφώς ως συνεργοί και όργανα των καταχθονίων δυνάμεων.
Φυσικά από όλον αυτόν τον ποιητικόν χείμαρρον δεν ελλείπει η
δογματική προτροπή και ακόμη η Ιουστινιάνειος πολιτική. Στόχος όμως του ποιητού
είναι ο πιστός όλων των εποχών. Η χαρά της Αναστάσεως τονίζεται ολιγώτερον. Τούτο
θα εύρωμεν αργότερον με την επικράτησιν του κανόνος. Σημασίαν έχει ακόμη δια
τον ποιητήν του έκτου αιώνος η απολογία, η απόδειξις, η δογματική θεμελίωσις
του λυτρωτικού ρόλου της Αναστάσεως. Η φύσις η οποία θα συμμετάσχη εις το πάθος
μη φέρουσα καθοράν το ανοσιούργημα, δεν συμμετέχει τώρα εις την χαράν.
Έχει κανείς την εντύπωσιν ότι οι πιστοί κρατούν αυτήν ως πολύτιμον
θησαυρόν και δεν τον αποκαλύπτουν δημόσια.
Θάμβος ήν κατιδείν, τον ουρανόν και
γής ποιητήν,
Επί Σταυρού κρεμάμενον.
Ήλιον σκοτισθέντα, την ημέραν δε πάλιν
Εις νύχταν μετελθούσαν,
Και την γήν εκ τάφων αναπέμπουσαν,
Σώματα νεκρών.
ΤΕΛΟΣ
Δια τα παρόντα εχρησιμοποιήθησαν αι σημειώσεις
του καθηγητού της Βυζαντινής Φιλολογίας
εν τω πανεπιστημίω Αθηνών
Αθαν. Δ. Κομίνη
«προβλήματα βυζαντινής ποιήσεως και προσωπογραφίας»
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου