επιμελεία
του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-
(Γ’
ΦΑΣΙΣ)
(ΟΙ
ΠΡΩΤΕΣ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ ΤΟΥ 20ΟΥ ΑΙ.)
Γύρω
στα 1900 οι λόγιοι της γενιάς του 1880 ήταν πια ώριμοι άντρες και είχαν αναλάβει
θέσεις υπεύθυνες στην πνευματική ζωή. Η δημοτική είχε επικρατήσει στην ποίησιν
και άρχιζε να κατακτά και την πεζογραφία και δοκίμαζε να εισχωρήση σε πιο απόκρυφες
περιοχές (ιδέ 1901 «Ευαγγελικά»).
Οι
άνθρωποι αυτοί είχαν επιτελέσει ήδη μιαν αλλαγή και το πνεύμα τους ήτο ανοικτό
στην πρόοδον και την ανανέωσιν και ο πόλεμος του 1897 εστάθη ένα ισχυρό κτύπημα,
που άφησε σημάδια στην πνευματική και πολιτική ζωή. Οι παλιές ιδέες, η άγονη
προγονοπληξία, η καθαρεύουσα ηυρέθησαν ως υπεύθυναι δια την εθνικήν παρακμήν, εν
ώ υπήρξεν εν τω άμα έφεσις δια το καινούργιο, μια έφεσις που ολοένα δυνάμωνε μ’
ένα αίσθημα ευθύνης, συνδυασμένον με σοβαρότητα στο αντίκρυσμα των προβλημάτων.
Η προοδευτική αυτή έφεσις δια αλλαγήν αγκάλιασεν και τον νευραλγικόν τομέαν της
παιδείας, όπου η κυριαρχία της καθαρευούσης και δη εν τω δημοτικώ σχολείω ήτο
ιδιαιτέρως βλαβερή.
Τω
1902 ο ιατρός της Πόλης Φώτης Φωτιάδης με το βιβλίον του «το γλωσσικόν ζήτημα
και η εκπαιδευτική μας αναγέννησις» άνοιξε πρώτος τον δρόμο. Την ίδιαν εποχή
σπουδάζουν στην Γερμανίαν τρείς άνθρωποι, οι Δ. Γληνός, Α. Δελμούζος και Μ. Τριανταφυλλίδης,
που επιστρέφοντας στην Ελλάδα θα γίνουν στελέχη του «Εκπαιδευτικού Ομίλου», του
ιστορικού σωματείου, ιδρυθέντος αυτού τω 1910, το οποίο ηγωνίσθη δια την
προπαρασκευήν και εφαρμογήν της εκπαιδευτικής μεταρρυθμίσεως.
Ο
Δ. Γληνός έχοντας βαθύν φιλοσοφικόν στοχασμόν και καθαράν σκέψιν ήρθε αργότερα
τω 1926 εις διάστασιν με τους υπολοίπους του Ομίλου καθώς εζήτα την λύσιν του
προβλήματος εις την αριστεράν ιδεολογίαν και την πολιτικήν. Ο Α. Δελμούζος κατ’
εξοχήν εκπαιδευτικός, διαθέτοντας φωτισμένην σκέψιν και ενθουσιαμόν θα ζητήση
να θεμελιώση την εκπαιδευτικήν προσπάθεια όχι μόνον στον δημοτικισμόν αλλά εις
μίαν βαθυτέραν συνείδησιν νεοελληνικήν. Τας ιδέας του εφήρμοσε στο ανώτερον
δημοτικόν παρθναγωγείον του Βόλου (1908-1911), στο Μαράσλειο Διδασκαλείον Αθηνών
(1923-1925) και στο Πανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης. Αι αντιδραστικαί δυνάμεις ανέκοπταν
κάθε φορά την προσπάθειά του.
Ο
Μ. Τριανταφυλλίδης επιστήμονας γλωσσολόγος, σπούδασε γλωσσολογία και βυζαντινή
φιλολογία στην Γερμανία. Την εκπαιδευτικήν του και επιστημονικήν του κατάρτισιν
την έστρεψεν στην εξυπηρέτησιν του εκπαιδευτικού δημοτικισμού. Είναι αυτός που έβαλεν
τάξι και σύστημα στην γραφομένη δημοτική και στην διδασκαλία της στο σχολείον.
Μετά τον Ψυχάρη είναι εκείνος που πρωτοστάτησεν στο κίνημα του δημοτικισμού
στην Ελλάδα. Κατήρτισεν ένα σχολικόν γλωσσικόν πρόγραμμα και παρηκολούθησε από κοντά
την εφαρμογή του στο δημοτικόν σχολείο, όπου εισήλθε η δημοτική ως γλώσσα των
αναγνωστικών και ως όργανον διδασκαλίας για πρώτη φορά τω 1917.
Η
επαναστατική κυβέρνησις Βενιζέλου κάνει τω 1917 το αποφασιστικόν βήμα και εφαρμόζει
«εκπαιδευτικήν μεταρρύθμισιν». Η δημοτική (μητρική) γλώσσα εισάγεται και διδάσκεται
στις τρείς πρώτες τάξεις του δημοτικού και νέα ζωντανά αναγνωστικά έρχονται ν’
αντικαταστήσουν τα άθλια παλαιότερα. Το πρόγραμμα προέβλεπεν σταδιακή εισαγωγή της
μητρικής γλώσσης και στις ανώτερες τάξεις του δημοτικού σχολείου, αλλά η
μεταπολίτευσις του 1920 κατήργησεν την μεταρρύθμισιν κι ανέκοψεν για πολλές δεκαετίες
την ολοκλήρωσίν της.
ΤΕΛΟΣ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου