επιμελεία
του
ΝΙΚΟΛΆΟΥ
ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-
(Α’
ΦΑΣΙΣ)
(ΚΑΤΑ
ΤΗΝ ΑΚΜΗΝ ΤΟΥ Ν.Ε. ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ) (1770-1820)
Ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ τω 1761 μεταφράζει το
έργον ενός ιταλού φιλοσόφου και εμπράκτως αντιμετωπίζει το ζήτημα και μιλά δια έν
«κοινόν ύφος», όπερ καταλλήλως καλλιεργημένον, είναι και το μόνον αρμόδιον δια
κάθε ύλην. Αυτήν την περίοδον παρατηρείται αύξησις των πνευματικών ενδιαφερόντων,
υπάρχει κίνησις ιδεών και μία ολοένα αυξανόμενη κίνησις βιβλίων, πράγματα που κάνουν
επιτακτικήν κι επίκαιρον την λύσιν του γλωσσικού, ήτοι με ποίο γλωσσικόν όργανον
θα επέλθη ο φωτισμός του γένους;
Ο Ευγένιος Βούλγαρης λέγει ρητώς πως το
αρμόδιον όργανον είναι η αρχαία. Ο Μοισιόδαξ, ως είδομεν προέβαλλεν το «κοινόν ύφος».
Τω 1789 στο Βουκουρέστι μέσω αλληλογραφίας τινός δυο εξεχόντων προσωπικοτήτων της
περιοχής και της εποχής έχομεν την πρώτην διένεξιν. Πρόκειται δια την
αλληλογραφίαν του Λάμπρου Φωτιάδη
σχολάρχου της ακαδημίας της πόλης, όστις είναι αρχαιστής και του Δημητρίου Καταρτζή μεγάλου λογοθέτου,
ανωτέρου δικαστικού, όστις είναι δημοτικιστής. Η διαμάχη για τρείς δεκαετίες
(1790-1820) εφεξής θα οξυνθή.
Ο
Καταρτζής λαμβάνει θέσεις ριζικές και σαφείς στο έργον του, και δή εις ένα με
μακροσκελέστατον τίτλον (Σχέδιον……), ένθα
και λέγει ότι «η ρωμαίϊκια γλώσσα» είναι καλύτερη σε όλα απ’ όλες τις άλλες γλώσσες
κι ότι η καλλιέργεια της και η συγγραφή βιβλίων σ’ αυτήν αποτελεί γενική και
ολική αγωγή του έθνους. Δια τούτο έγραψεν μίαν γραμματικήν της αρχαίας εις τα
νεοελληνικά, μίαν γραμματικήν, την πρώτην, της νέας ελληνικής και νεοελληνική
στιχουργική. Έγραψεν εις λαικήν γλώσσα, όπως ωμιλείτο εις τους κύκλους της Πόλης,
χωρίς κανέναν συμβιβασμόν προς την λόγιαν παράδοσιν, με ύφος ιδιότυπον και
προσωπικόν αλλά και με σύστημα και με επιμονή. Ύστερα ηναγκάσθη εις μίαν γλώσσαν
«αιρετήν» αντί για «φυσικήν», κατόπιν πιέσεων αν και δήλωσεν ότι τούτο δεν τον
πείραζε, αφ’ ού σκοπός του ήτο να ωφελήση το γένος. Και τούτο μπορούσε να το κάνη
με όποιον τρόπο ήτο δυνατόν. Τω 1791 εκδίδει μιαν γραμματικήν της απλής
καθαρευούσης.
Εκ
του κύκλου του Καταρτζή, ξεπηδούν ο Ρήγας
και οι Δημητριείς, Γρηγόριος Κωνσταντάς και
Δανιήλ Φιλιππίδης. Ο πρώτος έχει το
προοδευτικόν βλέμμα του δασκάλου του
Καταρτζή πάνω του, εν ώ οι δεύτεροι με το έργον των «Γεωγραφία Νεωτερική» κάνουν εμφανήν την επίδρασιν εκείνου πάνω τους
και στην γλώσσα και στην ορθολογιστικήν και ρεαλιστικήν αντιμετώπισιν των
προβλημάτων.
Τω
1805 κυκλοφορεί η «Γραμματική της Αιολοδωρικής»
του Αθ. Χριστόπουλου, ο οποίος
επηρεασθείς κι αυτός εκ του κύκλου του Καταρτζή τάσσεται με τους οπαδούς της δημοτικής.
Η θεωρία του είναι ότι η νέα γλώσσα είναι απόγονος των διλέκτων της αρχαίας
αιολικής και δωρικής και άρα έχει την ίδιαν ευγένειαν με την αττικήν, θεωρία
σαφώς σφαλερή, αντιεπιστημονική, τονώνουσα ωστόσο τας τάξεις των «δημοτικιστών».
Η νέα γλώσσα την εποχήν εκείνη δεν καλείται δημοτική αλλά αιολοδωρική,
νεοελληνική, ρωμαίϊκια ή κοινόν ύφος. Τω 1811 κυκλοφορεί το «Όνειρον», μάλλον νόθον έργον του Χριστόπουλου,
αλλά τυπωθέν υπο του κύκλου του, μαζί με τα λυρικά, έργον σατυρίζον πιο πολύ
τας θεωρίας του Κοραή. Πρόκειται δια έναν διάλογον ανάμεσα στον συγγραφέα και
δυό γυναίκες άσκημες και φτιασιδωμένες, που αντιπροσωπεύουν την μιξοβάρβαρην γλώσσαν
και την ορθογραφίαν.
Την
ίδιαν εποχήν έχουμε κι άλλα λογοτεχνικά, σατιρικά έργα εντασσόμενα στις οξείες
γλωσσικές διαμάχες της προεπαναστατικής αυτής τριακονταετίας με τα πιο διάσημα
αυτά του «Λογιότατου Ταξιδιώτη» του Βηλαρά και «Τα Κορακίστικα» (1813) του Ιακωβάκη
Ρίζου Νερουλού.
Δίπλα
στους Χριστόπουλο και Βηλαρά εμφανίζεται ο λόγιος από τα Γιάννενα Αθ. Ψαλίδας. Σπουδάσας αυτός ιατρικήν,
φιλοσοφίαν, μαθηματικά και πειραματικήν φυσικήν στην αλλοδαπήν, απ’ όπου και τω
1795 εν Βιέννη ευρισκόμενος εδημοσίευσεν τα «Καλοκινήματα», ίνα ελέγξη την «Λογικήν»
του Βούλγαρη, τω 1796 γίνεται αρχιδιδάσκαλος στην σχολήν των Ιωαννίνων, ένθα απέκτησεν
αφοσιωμένους μαθητάς και ακτινοβολία. Ο Βηλαράς είναι μεγάλος φίλος του και του
αφιερώνει την «Ρωμαίϊκη Γλώσσα» του,
εν ώ ο Ψαλίδας εφαρμόζει σε μερικά απ’ τα γραπτά του το ορθογραφικόν σύστημα
του φίλου του. Αλληλογραφούν μαζί, ενώ ο Ψαλίδας συμμερίζεται τις ιδέες του
Βηλαρά. Τω 1821 σχεδιάζουν να εκδώσουν μαζί ένα βιβλιαράκι με τις επιστολές τους,
όπου μέσα αναπτύσσσουν τις ιδέες τους για το γλωσσικόν, ως συνέχεια της «ρωμαίϊκης
γλώσσας».
(συνεχίζεται)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου