Του Νικολάου Γεωρ. Κατσούλη
Ως μέθοδος η διαλεκτική υλοποιείται κατά τη διαλογική συζήτηση, όπου συνήθως κυριαρχεί η ένταση και η αντίρρηση. Στους ανθρώπους υπάρχει διαρκής ένταση εξαιτίας της πολλότητας των απόψεων, των γνωμών, των αντιλήψεων και των ιδεολογικών τους πεποιθήσεων, μία πολλότητα που είναι συνεχώς σε κίνηση, μεταβάλλεται και προκαλεί αντιφάσεις, τις οποίες η διαλεκτική προσπαθεί να συνθέσει προκειμένου και να επιτευχθεί μέσω αυτής της συνθέσεως ένα ανώτερο επίπεδο συνεννοήσεως και άρα γνώσεως και πράξεως. Είναι εμφανές πάλι ότι αυτός που έχει τη δύναμη να συνθέτει δεν είναι άλλος παρά εκείνος που έχει δυνατότητα στο να πείθει, άρα ρητορική τέχνη. Και είναι δυνατόν, δηλαδή, να έχουμε δημοκρατία ενόσω κάποιος είναι δυνατός στο λέγειν και πείθει τους άλλους και να εφαρμόζεται η εξουσία του ενός; Ή είναι δυνατόν να έχουμε δημοκρατία, ενόσω προϋπόθεση είναι το πείθειν, η σύνθεση των αντιφάσεων, ενώ το μόνο που αντικρίζει κανείς είναι στη σύγχρονη εποχή στο Κοινοβούλιο ο καθένας να εμμένει στις απόψεις του και στο τέλος, μετά από διαλόγους προσχηματικούς να έχουμε την επιβολή της απόψεως του δυνατού; Εδώ δηλαδή καταλύει το ίδιο το σύστημα τον εαυτό του, αφού καταλύει και τη μέθοδό του, τη διαλεκτική, που ουδέποτε εφάρμοσε.
Εν κατακλείδι, έχουμε ένα πολιτικό μοντέλο που ενώ απαιτεί στη θεωρία κανόνες και αρχές, ώστε να επιτευχθεί η μέθοδος μέσω της οποίας επιχειρεί να προσεγγίσει την αλήθεια της πραγματικότητας και της σύγχρονης καταστάσεως, στην ουσία δεν πράττει το ορθό και η διαλεκτική του τέχνη κατάντησε να είναι και να φαίνεται μια απόχρωση της ερμηνευτικής μεθόδου. Όμως, ο κοινοβουλευτισμός δεν εδράζεται επί των ερμηνειών των αντιπροσώπων του διά τον κόσμο, αλλά στη σύνθεση των απόψεών τους, κάτι που φαίνεται ότι απέτυχε να το πράξει και δια τούτο οφείλει να πάψει να υφίσταται και ως σύστημα διακυβερνήσεως.
Φιλολόγου
Βασικό θεμέλιο, επί του οποίου έχει
εδραιωθεί το σύστημα της σύγχρονης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, δεν
είναι άλλο παρά η διαλεκτική. Δεν είναι αυτή τίποτε άλλο με τη σειρά της
παρά μία από τις πολλές μεθόδους προσεγγίσεως της αλήθειας. Εκλέγονται
αντιπρόσωποι του λαού, οι οποίοι όλοι μαζί στον χώρο συνεδριάσεώς τους,
το Κοινοβούλιο, επιχειρούν κάθε φορά να βρουν ποια είναι η καλύτερη λύση
για κάθε ένα από τα προβλήματα του έθνους, του οποίου και αποτελούν τη
φωνή και τη συνείδηση.
Η «διαλεκτική τέχνη» σημαίνει την
τέχνη της πειθούς, ικανής να αίρει τις αντιφάσεις και να κατανοεί το
όλον. Σημασία, δηλαδή, έχει μέσω του διεξοδικού διαλόγου, αφού
κατατεθούν όλες οι προτάσεις-απόψεις, η σωστότερη λύση να επιβληθεί επί
των άλλων, αφού εντέλει τις πείσει διά την ορθότητά της και την
αρτιότητά της. Τούτο δύναται να το επιτύχει μόνον αν θεωρητικώς αυτή η
αρτιότερη άποψη, που τείνει να επιβληθεί των άλλων, έχει συλλάβει
καλύτερα αυτών τις παραμέτρους του προβλήματος, έχει μετρήσει καλύτερα
την όλη κατάσταση και εντέλει προωθεί τη λύση του όλου προβλήματος, μην
αφήνοντας καμία πτυχή αυτού δίχως να την έχει λάβει υπόψη της. Ήδη,
όμως, απ' αυτήν την ιδεαλιστική αντίληψη άρχεται και η αντικρουόμενη
αμφιβολία, αφού είναι περισσότεροι αυτοί που θεωρούν τη διαλεκτική, τον
διάλογο, ως τέχνη πειθούς, ως όργανο άρσεως των αντιφάσεων για
ωφελιμιστικούς λόγους. Αυτός που πείθει τους άλλους είναι αδιανόητο να
μην το κάνει αυτό χωρίς να επιδιώκει κάτι ωφέλιμο διά τον εαυτόν του.Ως μέθοδος η διαλεκτική υλοποιείται κατά τη διαλογική συζήτηση, όπου συνήθως κυριαρχεί η ένταση και η αντίρρηση. Στους ανθρώπους υπάρχει διαρκής ένταση εξαιτίας της πολλότητας των απόψεων, των γνωμών, των αντιλήψεων και των ιδεολογικών τους πεποιθήσεων, μία πολλότητα που είναι συνεχώς σε κίνηση, μεταβάλλεται και προκαλεί αντιφάσεις, τις οποίες η διαλεκτική προσπαθεί να συνθέσει προκειμένου και να επιτευχθεί μέσω αυτής της συνθέσεως ένα ανώτερο επίπεδο συνεννοήσεως και άρα γνώσεως και πράξεως. Είναι εμφανές πάλι ότι αυτός που έχει τη δύναμη να συνθέτει δεν είναι άλλος παρά εκείνος που έχει δυνατότητα στο να πείθει, άρα ρητορική τέχνη. Και είναι δυνατόν, δηλαδή, να έχουμε δημοκρατία ενόσω κάποιος είναι δυνατός στο λέγειν και πείθει τους άλλους και να εφαρμόζεται η εξουσία του ενός; Ή είναι δυνατόν να έχουμε δημοκρατία, ενόσω προϋπόθεση είναι το πείθειν, η σύνθεση των αντιφάσεων, ενώ το μόνο που αντικρίζει κανείς είναι στη σύγχρονη εποχή στο Κοινοβούλιο ο καθένας να εμμένει στις απόψεις του και στο τέλος, μετά από διαλόγους προσχηματικούς να έχουμε την επιβολή της απόψεως του δυνατού; Εδώ δηλαδή καταλύει το ίδιο το σύστημα τον εαυτό του, αφού καταλύει και τη μέθοδό του, τη διαλεκτική, που ουδέποτε εφάρμοσε.
Εν κατακλείδι, έχουμε ένα πολιτικό μοντέλο που ενώ απαιτεί στη θεωρία κανόνες και αρχές, ώστε να επιτευχθεί η μέθοδος μέσω της οποίας επιχειρεί να προσεγγίσει την αλήθεια της πραγματικότητας και της σύγχρονης καταστάσεως, στην ουσία δεν πράττει το ορθό και η διαλεκτική του τέχνη κατάντησε να είναι και να φαίνεται μια απόχρωση της ερμηνευτικής μεθόδου. Όμως, ο κοινοβουλευτισμός δεν εδράζεται επί των ερμηνειών των αντιπροσώπων του διά τον κόσμο, αλλά στη σύνθεση των απόψεών τους, κάτι που φαίνεται ότι απέτυχε να το πράξει και δια τούτο οφείλει να πάψει να υφίσταται και ως σύστημα διακυβερνήσεως.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου