τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-Πτυχιούχου Κλασσικῆς Φιλολογίας
Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-Μεταπτυχιακοῦ Ἐφηρμοσμένης Παιδαγωγικῆς
Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-Ὑποψηφίου Διδάκτορος Κλασσικῆς Φιλολογίας
Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
«Μπορεί το μίασμα διπλό να φανή για την χώρα,
Θεριό αδάμαστο,
Που δεν θα χορταίνη από την συμφορά»
(Αισχύλου Ικέτιδες)
Τον Γενάρη του 2011 λαμβάνει χώρα στην πατρίδα μας ένα πρωτόγνωρον περιστατικόν. Πολυπληθής ομάδα μεταναστών από την βόρεια Αφρικήν κατόρθωσε να διασχίση ανενόχλητη την μισή Ελλάδα – μετακινούμενη από την Κρήτη στην Αθήνα – φτάνοντας στην Νομική Σχολή της Αθήνας μέρος της οποίας κατέλαβε. Τότε, την Παρασκευή 4 Μαρτίου του 2011, εδημοσιεύθη ένα άρθρον μου με αφορμή το περιστατικόν τούτο εις την ημερήσιαν απογευματινήν εφημερία «Ελεύθερος» με τίτλον «Ικέτες» που προσπαθόυσε να απαντήση εις ένα ερώτημα που είχε τεθεί υπό του Αισχύλου σε μια από τις ωραιώτερες τραγωδίες του τις «Ικέτιδες». Το ερώτημα, το οποίο και σήμερα ακόμα τυραννά τις ψυχές ενδομύχως απάντων των ελλήνων πιο πολύ από ποτέ είναι το εξής: «Από πού έρχεται το πλήθος αυτό, με την φορεσιά την τόσο λίγο ελληνική… μα πώς στην χώρα τούτη, χωρίς ν’ αναγγελθήτε από κήρυκες και πρόξενο, χωρίς οδηγό, άφοβα τολμήσατε να ‘ρθήτε;» (Ικέτιδες, στιχ. 234-240). Έγραφα τότε: «Νομίζομεν πως επειδή το ίδιον ερώτημα γεννάται και εις ημάς, τους συγχρόνους Έλληνας, δια αυτό το πρωτόγνωρον περιστατικόν[1], καλόν θα ήτο ν’ αντιπαραλληλίσωμεν την κατάστασιν ταύτην ως εδημιουργήθη με τας Ικέτιδας του Αισχύλου, ώστε και να προβληματισθώμεν αλλά και λύσεις να αναζητήσωμεν κυρίως εντός της θορυβημένης μας ψυχής.»
Σας παρουσιάζω το άρθρον εκείνο, για αυτό το μεγάλο θέμα, «το προσφυγικό», σαφώς επικαιροποιημένον, αφού σας τονίσω εξ αρχής τα εξής. Ο όρος «πρόσφυγας» σαφώς περικλείει τον όρον «μετανάστης»[2]. Αυτός ο δεύτερος όρος δεν απέχει πολύ από τον όρον «μέτοικος» των αρχαίων, ή μάλλον από την δυνητική εκδοχή του, ήτοι περικλείει με την σειράν του την πρόθεσιν τινός να καταστή μέτοικος σε ξένην γή. Από την άλλη ο πρώτος όρος «πρόσφυγας»[3] εις την ουσίαν εμπεριέχει τας εννοιάς του «ικέτου», ο οποίος και θα μας απασχολήση συλλήβδην ενθάδε αλλά και αυτόν του «επαίτου». Όπως και να ‘χη δέον να ξεκαθαρίση ο καθείς εντός του τους όρους. Πρόσφυγες είναι είτε ικέτες είτε επαίτες – με την έννοιαν του οικονομικού μετανάστου και όχι του ζητιάνου – ενώ πάλι οι ικέτες και οι επαίτες δύναται κάποιαν στιγμήν αν τους δωθή η σχετική αδεία, άσυλον επί των πλείστων, να καταστήσωσι εαυτόν μετανάστην, μέτοικον. Αλλά ας ίδωμεν το θέμα πώς έχει με την βοήθειαν του Αισχύλου[4].
***
1. Ο μύθος
Ο Ζευς ερωτεύεται την Ιώ, ιέρειαν του ναού της Ήρας, στο Άργος. Η Ήρα ζηλιάρα όπως ήτο, μεταμορφώνει την δύστυχην κόρην εις αγελάδα. Στέλνει δε τον Οίστρον, που το κέντρισμά του προκαλεί το φρενόκρουσμα, στο δυστυχισμένον πλάσμα.
Οιστροκεντρισμένη η Ιώ ξεχύνεται σε μια ξεφρενιασμένη πορεία, χωρίς ανάπαυση, κι ύστερα από πολλές περιπέτειες, ο Ζεύς την αγγίζει με το χέρι του και το άγγιγμά του τούτο της ξαναδίνει την ανθρώπινη μορφή της και την κάνει να συλλάβη και να γεννήση τον Έπαφον.
Ο Έπαφος που εγεννήθη εις την Αίγυπτον απέκτησεν δύο γιούς, τον Δαναό και τον Αίγυπτον. Ο Δαναός εγέννησεν πεντήκοντα κόρες και ο Αίγυπτος πεντήκοντα υιούς. Οι γιοί του Αιγύπτου εζήτησαν εις γάμον τας θυγατέρας του Δαναού, τις πρωτοξαδέρφες τους, για να εξασφαλίσουν την διαδοχήν του Δαναού, αφού αυτός δεν είχεν αρσενικόν απόγονον. Αι θυγατέραι του Δαναού αρνούνται. Σηκώνεται πόλεμος. Ο Δαναός νικιέται και φεύγει με τας θυγατέρας του μ’ ένα καράβι με πλώρη για το Άργος, ένθα και ζητούν άσυλον, ενώ οι γιοί του Αιγύπτου τους κυνηγούν.
2. Αυτοί που ζητούν άσυλον
«Αφού τα ζυγιάσαμε όλα, διαλέξαμε το μικρότερο κακό… αποφασίσαμε να φύγουμε γρήγορα περνώντας της θάλασσας τα κύματα και ν’ αράξουμε στις ακρογυαλιές του Άργους… και σε κάποιαν άλλην χώρα περισσότερον για μας καλόβουλη…» (Ικετ. Στιχ. 14-21). Αυτή είναι η ιστορία όλων των ικετών. Ο ξεριζωμός των από την πατρίδα των είναι δια αυτούς το μικρότερον κακόν. Αναζητούν κάτι το καλόβουλον. Εκεί ένθα ήσαν και έζων μόνον η κακία εδέσποζεν. Θέλομεν να μάθωμε πώς αισθάνονται; Ας ακουσθή ο θρήνος των… «έτσι κι ημείς… βρίσκοντας ξέσπασμα στο κλάμα… σχίζουμε τα τρυφερά μας μάγουλα, τα βαμμένα από του Νείλου τον ήλιο και την αμάθητη καρδιά μας πνίγουμε στο δάκρυ. Και τ’ αναφιλητά μας ιστορούν τον φόβον μας, γιατί αναρωτιόμαστε, αν θα βρεθούν εδώ δικοί μας να μας παρασταθούν στην εξορίαν προστάτες, μιας και φύγαμε μακρυά από την Αίγυπτον» (Ικετ. Στιχ. 68-76).
Ταύτην την αγωνίαν των ικετών την θεωρούμε κάτι εύκολον; Ας τους ακούσωμεν λίγο ακόμη: «Τέτοια είναι τ’ άθλια μας πάθη που ιστορούνε τα στρίγγλια μας ξεφωνητά, οι βαρειαναστεναγμοί μας και τα δάκρυά μας που ποτάμι χύνουμε αλλοίμονόν μας. Οι κραυγές ετούτες σε νεκρικούς θρήνους ταιριάζουν. Ζωντανοί ακόμα, τον εαυτόν μας μοιρολογούμε. Ελέησέ μας εσύ… την βάρβαρήν μας την φωνή, ω γή των Ελλήνων καταλαβαίνεις» (Ικετ. Στιχ. 112-119).
Αυτοί είναι οι αέναοι ικέτες και ας το καταλάβουμε. Άνθρωποι που ακόμα αν και ζωντανοί, κλαίνε τον εαυτόν των ωσάν να είναι πεθαμένοι. Έτσι ήτο κι έτσι θα είναι δια παντός. Πώς ήρθανε εδώ; Με τον έναν ή τον άλλον τρόπον μπορέσανε. «Βέβαια τα κουπιά και το λινοστερεοδεμένο σκαρί που μ’ επροστάτευε από της θάλασσας το κύμα μ’ εφέρανε ίσαμε εδώ, χωρίς τρικυμία[5], με την βοήθεια των ανέμων. Παράπονο δεν έχω κανένα. Μα ας γινόταν και το τέλος, με τον καιρό, ο πατέρας μου ο Δίας, που όλα τα βλέπει, να μου το χάριζεν ευτυχισμένον» (Ικετ. Στιχ. 134-140).
Ωστόσον συνήθως οι Ικέτες δεν έχουν κανέναν οδηγόν – βλ. «δίκτυον προστασίας των δικαιωμάτων των μεταναστών»[6] - ούτε ζούσαν από πρίν στην χώρα που ζητούν ικεσία – βλ μετανάστες που ζούσαν στα Χανιά, των οποίων η άδεια παραμονής είχεν λήξει[7]. Απεναντίας διέσχισαν τόπους, θάλασσες και στεριές δια να γλυτώσουν από την κακοβουλία.
3. Τι είναι αυτό που βασανίζει και καταδιώκει τους Ικέτες;
Και ρωτάμε εμείς οι κάτοικοι αυτής εδώ της χώρας τους ικέτες, αυτούς που ζητούν να τους δώσωμεν άσυλον: «Πώς τολμήσατε ν’ αφήσετε τα πατρικά σας σπίτια; Ποια σας κτύπησε κακοτυχιά;» (Ικετ. Στιχ. 325-326). Και η απάντησις ενός ικέτου, ενός αληθινού δυστυχισμένου, κατατρεγμένου ανθρώπου είναι η ακόλουθη: «Βασιλιά… πολλών ειδών είναι οι συμφορές των ανθρώπων και πουθενά δεν θα ιδής την ίδιαν μορφήν του πόνου» (Ικετ. Στιχ 327-328). Χιλιάδες λόγοι οδηγούν έναν ικέτη να φύγη από την πατρίδαν του, αλλά πάντα αυτοί έχουν σχέσιν με το δίκαιο, την αδικίαν και την δικαιοσύνην εν γένει. Όχι ασφαλώς την οικονομίαν, όπως π.χ είναι η πενία των ικετών, διότι τότε δεν είναι ικέτες αλλά επαίτες που ζητούν ελεημοσύνη. Οι ικέτες επιζητούν δικαιοσύνην που δεν την βρήκαν στην πατρίδαν των και αναζητούν το δίκαιον, οι δε επαίτες λόγω οικονομικών δυσχεριών εγκατέλειψαν την χώραν των κι ανεζήτησαν την ζωήν, γενόμενοι οικονομικοί μετανάστες. Έχουν σχέσιν αυτά τα δύο[8]; Και κραυγάζουν οι ικέτες οι αληθινοί: «Μα εσύ θεέ, βλέποντας που είναι το δίκιο, άκουσέ μας» (Ικετ. Στιχ. 77)
4. Η αναγνώρισις των αληθινών ικετών εκ της συμπεριφοράς των
Σαν ιδής αληθινόν ικέτην τότε θα μονολογήσης: «Αληθώς ανατριχιάζω βλέποντας τους βωμούς αυτούς σκεπασμένους με τα κλαδιά της ικεσίας» (Ικετ, στιχ. 345). Γιατί τούτο; Διότι εκτός από τους θρήνους και τα σπαραξικάρδια δάκρυα που θα τρέχουν από τα μάτια των, το βλέμμα των και ο τρόπος των θα επιζητούν τον οίκτον σου. Ιδού πώς ο οδηγός των ικετών παρακινεί αυτούς να πράττουν: «… με παρακλητικά, κλαψάρικα και δακρυσμένα λόγια ν’ απαντάτε στους ξένους, καθώς στους νεοφερμένους ταιριάζει και καθαρά να τους πήτε, πως αναίμακτη εστάθη η φυγή μας. Και πρώτ’ απ’ όλα κρατάτε στο νού σας, η φωνή σας να μην είναι πολύ τολμηρή, να μην δείξετε καμμιάν αναίδειαν, σεμνοπρόσωποι να στέκεστε και ήσυχο να ‘ναι το βλέμμα σας. Και να μην παίρνετε πριν την ώρα σας τον λόγο κι ούτε να τον τραβάτε εις μάκρος, γιατί του τόπου τούτου οι άνθρωποι οξύθυμοι είναι. Να θυμάστε πως πρέπει να υποχωρήτε γιατί είστε της ανάγκης ξένοι προσφυγεμένοι και ποτέ δεν ταιριάζει θαρεττά να μιλούν οι αδύναμοι» (Ικετ, στιχ. 194-203).
Οποία υποκρισία αυτό των ημερών μας! Οι σύγχρονοι οδηγοί των ψευτοικετών, όχι μόνον τους οδήγησαν σε τόπον ασύλου, που δεν εδικαιούντο, αλλά και ιδού ποια η συμπεριφορά των εις την οποίαν τους προτρέπουν. Διαβάζομεν[9]: «οι περίπου 250 οικονομικοί μετανάστες κυρίως από την βόρειαν Αφρικήν, ανακοίνωσαν ότι θα ξεκινήσουν απεργίαν πείνας με αίτημα την νομιμοποίησιν όλων των μεταναστών και τα ίσα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα και υποχρεώσεις με τους Έλληνες εργαζομένους» (Ελεύθερος, Τρίτη, 25-01-11)[10].
Διότι η πρώτη ενέργειάν των, να τους υποδείξουν τον χώρον του ασύλου, δικαιολογείται εν μέρει εν μέσω της συγχύσεως των ιδεών των – δια το ποιος είναι και λέγεται ικέτης – αφού αυτό θα έκαμε κάθε λογικός άνθρωπος προς έναν αληθώς κατατρεγμένον. «Το δίχως άλλο σε μας έρχονται να ιδούν και να μάθουν της χώρας αυτής οι άρχοντες από κάποιον μαντατοφόρον ειδοποιημένοι. Μα είτε χωρίς κακό σκοπόν ή αντίθετα κεντρισμένος από σκληρήν οργή, έρχεται κατά μας ο στρατός ετούτος. Το καλύτερο θα είναι καλού κακού, να συνταχθήτε στον λόφον τούτο, τον αφιερωμένον στους ντόπιους θεούς. Γιατί είναι ιερώτερος κι από κάστρο ένας βωμός, άσπαστη ασπίδα» (Ικετ, στιχ. 184-190).
Ναι. Το άσυλον[11] είναι ιερώτερον κι από κάστρον κι από οχυρωμένη πόλιν και προστατεύει κάθε αληθινόν κατατρεγμένον. Υπάρχει βέβαια και μια μεγάλη αρχή η οποία ήδη υπεδηλώθη αλλά θα ίδωμε και παρακάτω δια τίνας κατατρεγμένους ο ιερός χώρος του ασύλου δεν αποτελεί άσυλον - «καθαρά να τους ειπήτε πως αναίμακτη εστάθη η φυγή μας» υπενθυμίζομεν ενθάδε - και φυσικά δεν φυλάσσεται ούτε φρουρείται από στρατούς ούτε κάθε είδους ροπαλοφόρους[12], όπως θέλουν μερικοί πονηροί. Εφυλάγοντο οι βωμοί από φρουρούς στους αρχαίους; Υπήρχον συρματοπλέγματα;
Υπήρχεν όμως και καλή προαίρεσις, κύριοι που οδηγείτε και ως προστάται περιβάλλετε με την προαστασίαν σας τοιαύτας κινήσεις των κατατρεγμένων, δια το ποιος δικαιούται άσυλον. Μάθατε, ότι δεν καθωδηγούσαν εκεί, εις τον τόπον του ασύλου οι πατεράδες μας, κάποιον που δεν το εδικαιούτο. Ούτως, πάνυ αστόχως, με την φθηνή σας λογική να γίγνεσθε και εμφανίζεσθε εσείς οι «προασπιστές» του ασύλου, είσθε αυτόχρημα και οι δίδοντες λαβή εις εκείνους που θέλουν να το καταργήσουν[13] και τελικώς οι μόνοι ένοχοι εφόσον τούτο επιτευχθή ημέραν τινά. Διακρίνατε επι τέλους ποιος είναι ο αληθινός ικέτης. Κι εσείς υπόλοιποι κύριοι που κραυγάζετε ίνα καταργηθή το άσυλο επιτέλους παύσατε. Δεν είναι χωρίς πολιτισμόν οι Έλληνες. Αφού το είχαν οι Αργείοι πατεράδες μας θα το έχομεν κι ημείς. Διότι «καλόδεχτες είναι πάντα στους βωμούς των θεών οι προσφορές εκείνου που ελεεί τον ικέτη στην ανάγκη του» (Ικετ, στιχ 361-362).
5. Η αντιμετώπισις των ικετών
Κι αφού διαπιστωθεί, ότι εις τον ιερόν τόπον του ασύλου έχουν εισέλθει άνθρωποι που τω όντι εταξίδευσαν από την πατρίδαν των κυνηγημένοι από την ανομίαν και την ανίερην βιοτή κάποιων, που δεν είναι εγκληματίες κι ούτε τους έχει καταδικάσει κάποιος άγραφος νόμος κοινός για όλους τους ανθρώπους, αφού κατά τα λεγόμενά των «φύγαμε όχι γιατί χύσαμε αίμα κι ούτε μας κατεδίκασε για τούτο καμμιά από τον λαό βγαλμένη απόφαση[14]» (Ικετ, στιχ. 6-8) κι εφόσον επιζητούν την αρωγήν μας στον ανθρώπινον πόνο των συνετά κι όχι εκβιαστικά και ξεδιάντροπα αλλά με πόνον ψυχής ε ναι, τότε έχομε καθήκον να ρωτήσωμε: «Με ποιόν τρόπον μπορώ να σταθώ ευσεβής απέναντί σας;» (Ικετ, στιχ. 339).
Αν βεβαιωθή κανείς για όλα τα παραπάνω και ίδη, ότι πραγματικά έχει να κάμη με ικεσία ανθρώπων κι αφού πάλι λάβει υπόψη τα συμφέροντα της χώρας – «μα ας γίνη αζημίωτη να βγή η πράξη ταύτη των ικετών, κι απρόβλεπτα ας μην γεννήση για την πόλιν ανέλπιστη αμάχη, γιατί η πόλι δεν την έχει ανάγκη» (Ικετ, στιχ. 356-358) – τότε οι κυβερνώντες πρέπει να κάμουν τα απαραίτητα. Ποια είναι αυτά;
Όχι ασφαλώς οι βαρβαρότητες και τα εγκλήματα που μερικοί θα ήθελαν[15]: «Και μη θελήσης να με ίδης να μ’ αρπάζουν από τους βωμούς, σε πείσμα της Δίκης να με σέρνουν με τη βία μπροστά από τα αγάλματα, σαν άλογα από τα σειρήτια τούτα κι από τα πέπλα αδράχνοντάς με. Γιατί να ξέρης πως τα παιδιά σου και το σπίτι σου, ό,τι κάμεις τώρα κάποια μέρα στον θάνατο θα το ξοφλήσουν με την ίδια πληρωμή. Σκέψου τα αυτά. Το δίκιο από τον θεό έρχεται» (Ικετ, στιχ. 429-437).
Απεναντίας πρέπει και οφείλουν να σκεφτούν το πρέπον: «Γιατί αν δεν ικανοποιήσω το χρέος που μου ζητάς, το μίασμα που μου αναφέρεις δεν υπάρχει τρόπος να ξεφύγουμε» (Ικετ, στιχ. 472-473). «Όμως είναι ανάγκη να σεβαστώ την οργή του θεού που προστατεύει τους ικέτες. Διότι δεν υπάρχει άλλος μεγαλύτερος φόβος ανάμεσα στους ανθρώπους» (Ικετ, στιχ. 478-479).
Οι κυβερνώντες λοιπόν με φόβον θεού κρίνοντας τις περιστάσεις, δια την τελικήν έγκρισιν της παροχής ασύλου θα καταφύγουν ακόμα και εις την λαϊκήν βούλησιν αν χρειασθή. «Δεν κάθεστε ικέτες στα δικά μου τα παλάτια, κι αφού το μίασμα σ’ όλην την πόλιν θα πέση μαζί όλος ο λαός ας φροντίση να βρή την γιατρειάν. Εγώ δεν μπορώ να σου δώσω καμμιάν υπόσχεσιν πριν όλα αυτά ανακοινώσω σ’ όλους τους πολίτες» (Ικετ, στιχ. 365-369). «Δεν είναι εύκολη αλήθεια η κρίση. Κριτή μη με διαλέγης. Σου το είπα και πριν πως τίποτε δεν μπορώ να κάνω όποια κι αν είναι η εξουσία μου χωρίς να πάρω του λαού την γνώμην, μην κάποτε μου πή ο λαός, αν λάχη καμιά δυστυχία, για χάρη των ξένων αφάνισες την πολιτεία» (Ικετ, στιχ. 397-401).
Αληθώς υπάρχει σύγχρονος άρχοντας, όστις να ανεζήτησεν ποτέ την λαϊκήν έγκρισιν εις παρομοίους καταστάσεις; Εδέχθη κανείς να θέση το θέμα υπό την κρίσιν του συνόλου των αντιπροσώπων έστω του λαού κι εκεί εκείνοι να λάβουν την ευθύνη; Ουδείς κυβερνήτης το έπραξεν αν κι έπρεπεν να τον αναγκάζη ο νόμος. Εξάλλου τούτο είναι προς συμφέρον της εξουσίας αφού «τα σημάδια της ικεσίας σαν τα ιδή ο λαός μπορεί να του κεντριστή ο οίκτος και να μισήση την ανομίαν κι έτσι ευμενέστερος να σταθή απέναντί τους. Λυπάται ο καθένας τους αδυνάτους» (Ικετ, στιχ. 485-489).
Κι αλήθεια την αίσθησιν των πολλών, το κριτήριον και την δόξαν αυτών πως μπορεί κανείς να ξεγελάση; «Ο παντεπόπτης θεός τα βλέπει όλα και θα στρέψη το βλέμμα του προς το ένα μέρος δίνοντας κατά πως του ταιριάζει τ’ άδικο στους κακούς και την ευλογία στους δικαίους» (Ικετ, στιχ. 402-406). Κι εκεί εις το κοινοβούλιον ομόγνωμα όσον το δυνατόν να λαμβάνηται η όποια γνώμη κι απόφασις.
6. Η απόφασις παροχής ασύλου
«Ομόγνωμη απόφασιν επήραν οι Αργείοι…. Εμείς σαν μέτοικοι[16] να κατοικήσουμε ελεύθεροι στην χώρα τούτη και να προστατευόμαστε μ’ όλα της ασυλίας τα προνόμια από κάθε επιβουλή. Και μήτε ντόπιος μήτε ξενοφερμένος να μπορή να μας πάρη από δώ. Κι αν χρησιμοποιήσουν βία ενάντιά μας κάθε πολίτης της γής ετούτης που δεν θα πάρη το μέρος μας, να θεωρήται άτιμος και να εξορίζηται με απόφασιν του λαού» (Ικετ, στιχ. 609-614)
7. Τα οφέλη από την παροχή ασύλου
Μόνον οι ευχές των ικετών φθάνουν, ώστε το έθνος των «Αργείων» να ευδοκιμή αιωνίως. «Εμπρός λοιπόν για τους Αργείους, ας πούμε καλές ευχές σαν αντιπληρωμή για τα αγαθά που μας χαρίζουν… ποτέ τούτη την γη να μην αφανίση η φωτιά του λυσσασμένου Άρη που η βουή του σταματά τους χορούς και θερίζει τους ανθρώπους σε αλλιώτικους κάμπους… ας υψωθή ευχή που να ζητά την δόξα τους… ποτέ θανατικό την χώρα των απ’ άντρες να μην ερημώση, μήτε ξένος με ντόπιων σφαγές μ’ αίμα να βάψη το χώμα τούτης της γής… και της νειότης ο ανθός αθέριστος να είναι… κι από τιμημένους πρωτογέροντες γιομάτες να είναι οι ιερές στοές γύρω… ώστε η πόλις να καλοκυβερνιέται… κι ευχόμαστε απανωτοί να γεννιούνται άρχοντες σ’ ετούτην την χώραν κι ο θεός να προστατεύη των γυναικών τις γέννες… μήτε κανένα ανδροφόνο κακό θανατικό να ξεσηκώση ντόπια αμάχη… κι οι άπειρες οι θλιβερές αρρώστιες μακρυά από των πολιτών ας πάνε να καθήσουν το κεφάλι… πλούσια σε καρπούς και σε δοσίματα ο θεός ας κάμη τη γή τούτην σε όλες τις εποχές. Πολύγεννα τα κοπάδια που βόσκουν στους αγρούς να είναι κι ο θεός ας τα ευλογή… με τους ξένους ευκολοσυμβίβαστοι, πρωτού αρματωθούν για πόλεμο, ας λύνουν τις διαφορές σύμφωνα με τις συνθήκες… και στον θεό της χώρας πάντα τις πατροπαράδοτες ας προσφέρουν θυσίες δαφνοστεφανωμένοι…» (Ικετ, στιχ. 625-706).
8. Συμπεράσματα
Οι ικέτιδες του Αισχύλου φτάνουν στην Ελλάδα. Αμέσως εξηγούν πως και γιατί ηυρέθησαν στην ξένη γη. Προσεύχονται στον θεό, που είναι ο θεός των ντόπιων[17], προστάτη των ικετών και των ξένων και καταφεύγουν σε χώρον ιερόν για τους Έλληνες. Ρίχνουν την ντροπή και το άδικο στον θεό μα και σε όλους τους Έλληνες που ίσως τυχόν αφήσουν απροστάτευτους αυτούς που έχουν το δίκαιο και πατήσουν έτσι τον πανάρχαιον νόμον και δεν προστατεύσουν αυτούς που σαν αληθινοί ικέτες τους ζήτησαν άσυλο και προστασία. Αλλά πέρα από τους θεούς, πέρα από τον ουρανόν υπάρχουν κι οι άνθρωποι. Στην γή τούτην που εζήτησαν καταφυγή, πρέπει να πείσουν και τους ανθρώπους να τους σταθούν παραστάτες. Και πρώτα επιμένουν, πως δεν έφυγαν κυνηγημένες από φόνο. Ο φόνος εθεωρείτο μιαρός. Δεν είναι ακάθαρτες αυτές. Ένας σοβαρός λόγος δεν υπάρχει δηλαδή, ώστε οι Έλληνες να μπορέσουν ασυζητητί να τις διώξουν. Όμως η παρουσία των εις την ξένην χώρα θέτει και ζήτημα δικαίου. Είναι συγγενείς με τους Έλληνες!!! Έχει όμως δικαίωμα ο βασιλεύς των Ελλήνων να τους δώση άσυλο, εκθέτοντας την χώραν του και τον λαόν του σε κίνδυνο, έστω κι αν ακόμα το δίκαιο ευρίσκεται με το μέρος των; Ο βασιλεύς υποχωρεί δια ολίγον, όταν αι ικέτιδες απειλούν πως θα κρεμαστούν από τα αγάλματα των θεών, διότι η πράξις των αυτή θα φέρη σοβαρό και φοβερό μίασμα στην πόλιν. Υποχωρεί αλλά όχι απολύτως και υπόσχεται μόνον, ότι θα καταβάλλη κάθε δυνατή προσπάθεια να πείση τον λαόν του να πάρη το μέρος των. Η προστασία των ικετών δημιουργεί πρόβλημα δικαίου στους Έλληνας. Έχουν το δίκιο οι Δαναϊδες, αι ικέτιδες με το μέρος των; Αύται τονίζουν εξ αρχής, ότι καταδιώκονται δια να αποφύγουν να καταπατήσουν τους αγράφους νόμους, που στην πατρίδαν των είναι γραπτοί νόμοι. Το δίκιο είναι με το μέρος των.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Το γεγονός εκείνον της Νομικής ήτο απλώς πρελούδιον της σημερινής τω όντι τραγικής καταστάσεως, όσον αφορά το μεταναστευτικόν. Καθημερινά καταφτάνουν 3.000 με 4.000 παρά τις κακές καιρικές συνθήκες και τα μποφόρ που πνέουν στο Αιγαίο. Από την Ελλάδα πέρασαν το 2015 περί το 1.000.000 άνθρωποι που επιβάρυναν την οικονομία, είχαν αρνητική επίδραση στον τουρισμό των νησιών και δοκίμασαν τις αντοχές των τοπικών κοινωνιών (πηγή: PROTOTHEMA)
[2] Ετυμολογία: [<αρχ. μετανάστης < μετανίσταμαι ή από το μετά + ναίω "κατοικώ"], σαφώς εμφαίνεται η έννοια του ναίω, του κατοικείν δηλαδή, του διαμένω εν ξένω άστυ. Πώς λοιπόν ήδη λένε μετανάστας την σήμερον τους πρόσφυγες εκείνους οίτινες δεν έχουν ακόμη εγκατασταθεί εν ξένω άστυ είναι απορίας άξιον. Πάρεξ κι αν από της συγχύσεως των όρων επιθυμούν πάντα πρόσφυγαν να τον θεωρούν ήδη εγκατεστημένον μέτοικον.
[3] Ετυμολογία: <μτγν. πρόσφυξ < προσφεύγω, φεύγω προς τινα, πλησίον κάποιου, καταφεύγω
[4] Οι Iκέτιδες (1073 στίχοι) είναι τίτλος τραγωδίας, που έγραψε ο Αισχύλος και εξιστορεί την ικεσία των Δαναΐδων και του πατέρα τους προς την πόλη του Άργους, για να αποφύγουν τον αιμομικτικό γάμο με τους γιούς του Αιγύπτου. Αποτελεί ύμνο στη δημοκρατία και την αξιοπρέπεια της γυναίκας. Είναι το πρώτο μέρος τριλογίας ακολουθούμενο από τις τραγωδίες «Αιγύπτιοι» και «Δαναΐδες» και από το σατυρικό δράμα «Αμυμώνη». Στο παρελθόν, λόγω της απλότητας των στίχων και της σπουδαιότητας που είχε σε αυτήν ο πολυμελής χορός, πιθανολογούνταν ότι ήταν η παλαιότερη τραγωδία που έγραψε ο Αισχύλος (περί το 490πΧ), σύμφωνα με ένα παπυρικό απόσπασμα όμως, παραστάθηκε το 463 πΧ ή κατά άλλους το 464 πΧ (Βικιπαίδεια).
[5] Δεν έχουν όλοι οι πρόσφυγες την ίδιαν τύχη με αυτήν των Ικέτιδων του Αισχύλου. Στις 18 Απριλίου 2015 η εφημερίδα Αυγή έγραφε: «Σε μαζικό τάφο έχει μετατραπεί η Μεσόγειος για δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες (σημ. προσέξατε τον μη διαχωρισμόν των όρων υπό της εφημερίδος) που τα τελευταία είκοσι χρόνια έχουν επιχειρήσει να περάσουν στην Ευρώπη. Κόμπος στο στομάχι είναι η έρευνα του Ιταλού δημοσιογράφου Gabriele Del Grande, σύμφωνα με την οποία περισσότεροι από 21.439 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από το 1988 προσπαθώντας να φτάσουν στην "Ευρώπη - φρούριο"».
[6] Η οργάνωσις αύτη καθωδήγησεν τους μετανάστας εις την κατάληψιν του κτηρίου της Νομικής τω 2011
[7] Για παράδειγμα ο Αμπντουλχάμ. Να μια αφήγηση από το περιστατικό της Νομικής σχολής τω 2011. «Βρίσκεται στην Ελλάδα τα τελευταία 8 χρόνια, όπου ζει μαζί με τη σύζυγό τους και το μωρό τους. Εργάζεται, αλλά… παράνομα. «Πολλά χρόνια τώρα περιμένω να βγει νόμος, αλλά τίποτα. Είναι η τελευταία λύση για μας. Είναι δύσκολη, αλλά τόσα χρόνια δεν έχουμε τίποτα. Είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε μέχρι να δοθεί λύση. Διαφορετικά, δεν φεύγουμε από ’δω», τονίζει. Φέρνει, μάλιστα παραδείγματα άλλων χωρών όπου η διαδικασίες νομιμοποίησης των μεταναστών διαφέρουν ουσιωδώς. «Στην Ισπανία, μετά από 2 χρόνια παραμονής και απλώς με ένα λογαριασμό που να το αποδεικνύει, αρχίζει η διαδικασία νομιμοποίησης. Το ίδιο γίνεται και στη Γαλλία, απλώς μετά από 10 χρόνια παραμονής». (πηγή: erodotos.wordpress.com)
[8] Συχνά συγχέεται ο όρος του πρόσφυγα με αυτόν του οικονομικού μετανάστη. Πρόσφυγας καθορίζεται αυτός που του χορηγείται εξ ανάγκης πολιτικό άσυλο από μια κυβέρνηση. Ο οικονομικός μετανάστης μπορεί να έχει την ανάγκη της μετανάστευσης, για πολιτικούς ή μη λόγους, κυρίως όμως οικονομικούς, και δεν έχει την αναγνώριση του πολιτικού πρόσφυγα από την κυβέρνηση της χώρας στην οποία έχει μεταναστεύσει. (Βικιπαίδεια)
[9] Εκ των γεγονότων της Νομικής τω 2011. Αλλά και σήμερα ιδού πώς πράττουν οι πρόσφυγες στην χώρα μας. Στις 30/03/2016 περισσότεροι από 2.000 μετανάστες και πρόσφυγες, μαζί με μέλη κινήσεων κατά του ρατσισμού πραγματοποίησαν πορεία στο κέντρο της Αθήνας ζητώντας – σημ. μάλλον ασέμνως απαιτώντας - το άνοιγμα των συνόρων (πηγή: HuffPost.). Λίγο νωρίτερα στις 09 του ιδίου μήνα άλλη μια πορεία είχε πραγματοποιηθεί (πηγή: HuffPost.). Τα παραδείγματα είναι πολλά. Σημασία έχει ότι δεν συνάδουν οι συμπεριφορές αυτές – πολλάκις υποκινούμενες από τους εγχωρίους προστάτας – των συγχρόνων προσφύγων με αυτήν των αληθινών προσφύγων. Ο αληθής πρόσφυγας διακατέχεται από το αίσθημα της αιδούς και σέβεται και υπολήπτεται υπερβολικώς εκείνον προς όντινα κατέφυγεν.
[10] Διαβάστε όλον το άρθρον ως επεσημάνθη ανωτέρω εις την αναφοράν μας. (πηγή: erodotos.wordpress.com)
[11] Ένα μεγάλο ζήτημα είναι ότι πλέον την σήμερον άπασα η χώρα κατέστη ένας απέραντος τόπος ασύλου. Και αν στην αρχαιότητα ως τοιούτος εθεωρείτο μέρος μόνον καθωρισμένον την σήμερον πώς δέον χωροταξικώς να θεωρήσωμεν τούτο. Είναι ικανή απλώς η διέλευσις εκ των ορίων μιας χώρας ίνα ζητηθή άσυλον εξ αυτής; Η συζήτησις είναι μεγάλη.
[12] Οι πρύτανεις φερ’ ειπείν των πανεπιστημίων και οι πρόεδροι των ΤΕΙ είναι γνωστόν πώς από καιρόν προσανατολίζονται να προβούν στις εξής κινήσεις: Προσλήψεις προσωπικού από ιδιωτικές εταιρείες μέσω διαγωνισμού για την ενίσχυση της φύλαξης. Αύξηση των περιπολιών, ιδίως τις βραδινές ώρες, οπότε και καταγράφονται τα περισσότερα περιστατικά. Τοποθέτηση συναγερμών σε "ευαίσθητα" κτίρια μεγάλων ανώτατων ιδρυμάτων. Έλεγχος εισόδου (ξεκίνησε ήδη στο κεντρικό κτίριο του Πανεπιστημίου Αθηνών), προκειμένου να εισέρχονται στο ίδρυμα μόνο όσοι έχουν σχέση με το πανεπιστήμιο.
[13] Υπάρχουν άπειρα καταγεγραμμένα περιστατικά, λένε οι υποστηρικτές της καταργήσεως του ασύλου, στα οποία το άσυλο έγινε αφορμή οργανωμένης αλητείας και τρομακτικής δυσφήμισης για το Ελληνικό πανεπιστήμιο. Τείνει να παγιωθή εις την αντίληψιν πολλών ότι δεν εξυπηρετεί απολύτως κανέναν σκοπό εκτός από το να μένουν ατιμώρητοι οι δήθεν προοδευτικοί που καίνε και ρημάζουν περιουσίες 1-2 φορές το χρόνο! Ο νόμος θα πρέπει να μπορεί να εφαρμόζεται σε οποιονδήποτε χώρο της επικράτειας κατατείνουν.
[14] Οι δύο λόγοι – προϋποθέσεις χορήγησης ασύλου εδώ είναι πολύ σημαντικοί. Με άλλα λόγια ο εκζητών άσυλον εις ξένην γήν δέον όπως να μην έχη συμμετάσχη εις φόνον και να μην εκκρεμεί εναντίον του λαϊκή απόφασις. Διατί είναι σημαντικοί αυτοί οι δύο λόγοι μπορεί κανείς να το νοήση αφού αναλογισθή το εξής περιστατικό: Στο αεροδρόμιο της Αλεξανδρούπολης τη 16/07/2016 προσγειώθηκε τουρκικό ελικόπτερο, το οποίο ζήτησε άδεια εκτάκτου προσγείωσης, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία στις 15/07/2016. Σε αυτό επέβαιναν οκτώ άτομα - ένας με πολιτικά ρούχα και επτά ένστολοι, οι οποίοι όμως δεν έφεραν διακριτικά. Όπως έγινε γνωστό, οι επιβαίνοντες δήλωσαν ότι θα ζητήσουν πολιτικό άσυλο. Το ζήτημα λοιπόν είναι αν ούτοι οι άνθρωποι δικαιούνται άσυλον, αν εκπληρούν τις προϋποθέσεις. Εγώ ενθάδε θα σας παρουσιάσω τα γεγονότα. Το πραξικόπημα δηλαδή εις το οποίον συμμετείχαν κόστισεν την ζωήν τουλάχιστον 265 ανθρώπων, μεταξύ των οποίων ηυρίσκοντο πολλοί άμαχοι. Πάνω δε από 1.400 υπήρξαν οι τραυματίες (πηγή: tvxs.gr. ). Η κρίσις είναι του καθενός. Το θέμα πάντως με την αθρόα εισδοχή προσφύγων εις την ελληνικήν επικράτειαν είναι πλέον προλύπλοκον. Πώς φερ’ ειπείν πάλι δύναται η πολιτεία να εξετάση το ποινικόν μητρώων τοσούτων χιλιάδων ανθρώπων και δή προερχομένων από χώρας ένθα είτε είναι εις εμπόλεμον κατάστασιν είτε ουδέποτε υπήρξαν υποδομαί τοιαύται ώστε να τηρούνται αρχεία κράτους;
[15] Με παράδειγμα συνθήματα του τύπου «έξω … να ξεβρωμίση ο τόπος»
[16] Oι ελεύθεροι κάτοικοι των Aθηνών, που δεν ανήκαν στο σώμα των αθηναίων αστών, αλλά διέμεναν μόνιμα στην πόλη, αποτελούσαν την κατηγορία των μετοίκων. H πλειοψηφία των μετοίκων απαρτιζόταν από ξένους, οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι την οικονομική άνθηση της Aθήνας έρχονταν για να κερδίσουν χρήματα, κατά κανόνα ασχολούμενοι με εμπορικές δραστηριότητες. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι οι πηγές δεν αντιπαραθέτουν στους μέτοικους τούς πολίτες, αλλά τους αστούς. Ένας μικρός μόνο αριθμός μετοίκων προερχόταν από πρώην δούλους, που μετά την απελευθέρωσή τους επέλεξαν να παραμείνουν στην Αθήνα. Oι μέτοικοι δεν είχαν το δικαίωμα απόκτησης γης και οικίας, το οποίο η πόλη παρείχε μόνο σε ξένους σε ανταπόδοση των ευεργεσιών τους. Επιπλέον, ήταν υποχρεωμένοι στην καταβολή ενός ετήσιου φόρου αξίας 12 δραχμών για τους άντρες και 6 δραχμών για τις γυναίκες. Tο λεγόμενο μετοίκιο δεν ήταν ιδιαίτερα επαχθής φόρος, καθώς αντιστοιχούσε στο ημερομίσθιο ενός εργάτη. Σε περίπτωση όμως μη καταβολής του μετοικίου, ο μέτοικος κινδύνευε να περιπέσει σε δουλεία. Tον ίδιο κίνδυνο αντιμετώπιζαν, τουλάχιστον έως τις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ., οι μέτοικοι που δεν είχαν ορίσει προστάτη, δηλαδή έναν αθηναίο πολίτη, ο οποίος πιστοποιούσε κατά κάποιον τρόπο την καταλληλότητα του ξένου να γίνει μόνιμος κάτοικος Αθηνών και του εξασφάλιζε το δικαίωμα της προσφυγής στο αρμόδιο δικαστήριο, στο οποίο προΐστατο ο πολέμαρχος. Οι πλουσιότεροι μέτοικοι -όπως και οι πλουσιότεροι αθηναίοι πολίτες- ήταν υποχρεωμένοι να καταβάλουν έναν επιπλέον φόρο, την εισφορά, όταν κρίσιμες περιστάσεις, όπως ο πόλεμος, το απαιτούσαν. Oι μέτοικοι αποτελούσαν, σε ένα σημαντικό ποσοστό τους, ένα οικονομικά εύρωστο στρώμα της αθηναϊκής κοινωνίας, καθώς ήταν αυτοί που κατά κύριο λόγο αναλάμβαναν κάποιες ιδιαίτερα προσοδοφόρες χρηματιστικές δραστηριότητες, όπως το εμπόριο, τη βιοτεχνία και τις τραπεζικές επιχειρήσεις. Στο σύνολο, ωστόσο, των μετοίκων συναντάμε και κάποιους με αρκετά μικρότερη οικονομική επιφάνεια, όπως για παράδειγμα εργάτες στην οικοδόμηση δημόσιων κτιρίων (Eρέχθειο, 409/8 και 408/7 π.Χ., Ελευσίνα 329/8 π.Χ.), μάγειρους και κηπουρούς. Λόγω των προαναφερθέντων δραστηριοτήτων τους, το σημαντικότερο ποσοστό των μετοίκων διέμενε στους δήμους του άστεως και στους γειτονικούς δήμους. Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά δεδομένα (επιγραφές από επιτύμβιες στήλες), δήμοι, όπως η Mελίτη, στα βορειοδυτικά των Αθηνών, και ο Πειραιάς είχαν τα υψηλότερα ποσοστά συγκέντρωσης μετοίκων κατά την Κλασική περίοδο. Aν και αποτελούσαν μια ιδιαίτερη -νομικά καθορισμένη κοινωνική ομάδα- χωρίς το δικαίωμα της άμεσης συμμετοχής της στις πολιτικές διαδικασίες, οι μέτοικοι συμμετείχαν ενεργά στην κοινωνική ζωή της Αθήνας. Aνέπτυσσαν φιλικές σχέσεις με αθηναίους πολίτες, οργάνωναν συμπόσια, συμμετείχαν στις γιορτές της πόλης, αλλά και συνέβαλλαν οι ίδιοι στην ίδρυση βωμών ή ακόμα και στην ανέγερση κτηριακών εγκαταστάσεων, όπως συνέβη στον Πειραιά. H συχνότητα τιμητικών ψηφισμάτων για μετοίκους από τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. είναι ενδεικτική για την αύξηση των χορηγιών από μέρους τους και για την αναγνώριση της προσφοράς τους από την πόλη. (πηγή: ime.gr.)
[17] Άλλη μια όχι ελάσσονος σημασίας προϋπόθεσις χορηγήσεως ασύλου, είναι και το ομόθρησκον των αιτούντων, όσο κι αν αυτό δυσαρεστεί πολλούς προοδευτικούς της εποχής μας. Οι αιτούμενοι άσυλον δέον να έχουν συγγένειαν τινά εθνικήν με τους ντόπιους. Αι Δαναίδαι ήσαν της αυτής καταγωγής με τους υπολοίπους Έλληνας. Δεν ήσαν παντελώς ξένοι, ούτε άλλης θρησκείας. Είχαν τα αυτά ιερά κι όσια με αυτά των Ελλήνων.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου