(ἔκθεσις για την νεανική ἐγκληματικότητα)
τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου ἈθηνῶνΈστω ότι έχομε ένα θέμα σαν το εξής:
«Στην χώρα μας το 42% του συνόλου των εγκλημάτων ετησίως διαπράττεται από άτομα ηλικίας 13-29 ετών. Πως αξιολογείτε την άυξησιν της νεανικής εγκληματικότητος; Σε ποια κατεύθυνση θεωρείτε ότι πρέπει να στρέφονται αι προσπάθειαι της κοινωνίας και της πολιτείας δια την αντιμετώπισιν του προβλήματος;»
ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ:
1. Εμφανές είναι ότι το θέμα αποτελείται από Δεδομένο και Ζητούμενα.
2. Τα ζητούμενα είναι δύο. Αφού διελευκάνω ότι δεν ζητείται τίποτα το αυτονόητο, π.χ «ποια είναι η άποψή σας στο πρόβλημα», και άρα δεν έχω να κάνω με ψευδοζητούμενα – ο όρος δικός μου που τον λέω στους μαθητές μου – το μόνο που απομένει είναι να δώ τι είδη ζητουμένων έχω. Το δεύτερο είναι εμφανές ότι είναι ζητούμενο Λύσεων. Το πρώτο;
3. Δεν ζητά τίποτα; Και αν ζητά τι άλλο απομένει να ζητηθή; Στους μαθητές μου πάντοτε λέγω ότι τρία είναι τα αληθή Ζητούμενα. Αίτια, συνέπειες και λύσεις. Και πάντοτε με την σειρά αυτή. Αφού λοιπόν το δεύτερο ζητούμενο είναι ξεκάθαρα λύσεων το άλλο από πάνω δεν μπορεί να είναι παρά ή συνεπειών ή αιτιών.
4. Με το να λέγει αξιολογήστε την αύξησιν της νεανικής εγκληματικότητος, μας λέγει να κάνουμε μια μικρήν πραγματογνωμοσύνη. Τουτέστι και ανεύρεσιν των αιτιών και μια κοστολόγησιν του πράγματος, τι τούτο επιφέρει εις την κοινωνία. Είναι ζητούμενον και αιτιών και συνεπειών.
5. Διερχόμαστε στο Δεδομένο. Για το δεδομένο διδάσκω και γνωρίζω τα εξής δύο. Πρώτον ότι είναι ένα πρόβλημα που όπως στα μαθηματικά έχει πτυχές που ζητούν διελεύκανσιν – όσον απλόν κι αν φαίνεται – και φυσικά επιζητά λύσιν. Δεύτερον ότι ΠΑΝΤΟΤΕ αποτελείται από δύο όρους όπου θα κλειθώ αφού αναπτύξω τον έναν και αφού αναπτύξω τον άλλον θα πρέπει και να τους συσχετίσω μεταξύ τους ώστε να δώσω αυτό το πρόβλημα συνολικώς ιδωμένον.
6. Οι όροι ενός προβλήματος δύνανται να εμπεριέχουν εντός τους μία και δύο και τρείς έννοιες. Π.χ στο θέμα «απαιτεί αρετήν και τόλμη η ελευθερία» οι όροι είναι «αρετή και τόλμη» από την μια ως πρώτος όρος και «η ελευθερία» ως δεύτερος όρος. Και ασφαλώς σε αυτό το παράδειγμα βλέπω ότι στην ουσίαν η αρετή και η τόλμη είναι οι προϋποθέσεις δια την ύπαρξιν ελευθερίας. Όμως στο δικό μας το παρόν πρόβλημα ποιοι είναι οι δύο όροι;
7. λέγει το δεδομένο… «στην χώρα μας…» είναι λοιπόν η Ελλάς; Ναι αλλά γενικευμένως ειπείν είναικάθε δυτική χώρα, κάθε χώρα του δυτικού πολιτισμού, ο δυτικός πολιτισμός, η σύγχρονη εποχή με όλα της τα προβλήματα και τις αδιέξοδες καταστάσεις της. Είναι από τους όρους που κατά μεγάλον ποσοστό απαντάται σχεδόν πάντοτε στα σύγχρονα προβλήματα της εκθέσεως.
8. Ο β’ όρος είναι η εγκληματικότης των νέων. Άρα σαν γενικευμένη αντίληψιν του δεδομένου έχω το εξής: « η σύγχρονος εποχή και η νεανική εγκληματικότης». Σε αυτά πάνω καλούμε να αναπτύξω αξιολόγησιν του προβλήματος.
Και αρχίζουν οι αδέξιοι μαθητές την καταγραφήν εν είδει συμπερασμάτων πολλών αιτιών του φαινομένου και μετά προχωρούν σε μερικές συνέπειες αυτών και δίδουν και λύσιν και νομίζουν ότι εκκαθάρισαν με τούτο. Λησμονούν ότι πρέπει να πάρουν θέσιν και να πείσουν τον εξεταστήν-αναγνώστην επιχειρηματολογώντας. Η καταγραφή αιτιών εν είδει συμπερασμάτων δεν είναι επιχείρημα ούτε και πείθει.
Και πώς πείθει κανείς; Το γνωρίζουμε από την θεωρία. Εφαρμόζωντας μιαν μέθοδον. Την μέθοδον του επιχειρήματος. Μιαν πορείαν ακολουθούμε. Φερ’ ειπείν την παραγωγικήν μέθοδον – από τα γενικά στα ειδικά - ακολουθούμε για να δείξουμε τα στάδια του επιχειρήματος. Και επιχείρημα είναι από δύο τουλάχιστον συμπεράσματα – 1 και 2 – επαρκώς αιτιολογούμενα να φθάσω σε μιαν γενικήν θέσιν.
Ένα συμπέρασμα είναι το εξής για παράδειγμα: α) οι άνθρωποι είναι θνητοί β) ο Σωκράτης είναι άνθρωπος , άρα από α και β ο Σωκράτης είναι θνητός, θα πεθάνη και αυτός. Από δύο τέτοια συμπεράσματα λαμβάνουμε μίαν θέσιν. Και τότε αυτή η θέσις είναι αληθινή, ΕΓΚΥΡΗ και ορθή.
Έγκυρη – διότι αυτό έχει σημασία – είναι καθώς θα έχη άπασαν την δομή του επιχειρήματος εις τελειότηταν. Αν απ’ ένα συμπέρασμα έλκουμε θέσιν τότε δεν έχουμε εγκυρότητα.
Στο πρόβλημά μας λοιπόν αν ειπώμε ότι φταίει η οικογένεια και το σχολείο που κάνουν τους νέους να εγκληματούν ναι μεν φαίνεται να έχω κάνει δύο συμπεράσματα που οδηγούν στην θέση ότι οι νέοι εγκληματούν και αυτό είναι αλήθεια αλλά στην ουσία δεν έχω κάνει τίποτα. Έχεις αποδείξει δηλαδή ότι «ΝΑΙ οι νέοι είναι κυρίως αυτοί που εγκληματούν, η πλειοψηφία των εγκληματιών, γιατί η οικογένεια τους ήταν τάδε, και το σχολείο ήταν τάδε». Δηλαδή των μεγαλυτέρων το σχολείο ήταν αλλοιώς; Η οικογένειά τους άλλη; Δικαιολογείς με άλλα λόγια πείθεις στο ότι η αύξηση της εγκληματικότητος είναι μεγαλύτερη στους νέους; Γιατι επισυμβαίνει περισσότερο σε αυτούς; Μα θα πώ και για την υλιστική εποχή θα ειπή κανείς και για τα πρότυπα των νέων και χίλια δύο. Και μυριάδες λόγους να ειπής δεν θα αποδεικνύεις τίποτα. Διότι θα αραδιάζεις συμπεράσματα του τύπου Σ1+Σ2+Σ3… = Γενική Θέση, ενώ ένας τύπος Σ1+Σ2=Γ.Θ θα ήταν αρκετός.
Σκέπτομαι λοιπόν. Πρέπει να αποδείξω. Και πώς αποδεικνύω; Αν ειπώ ότι αυτό συμβαίνει και αυτό και άρα εφόσον συμβαίνουν αυτά παράγεται αυτό το αποτέλεσμα τότε έχω αποδείξει. Ο τύπος δηλαδή είναι στην περίπτωσή όλων των εκθέσεών μου ο εξής:
1. = Χ
2. = Χ
Και άρα 1 = 2
Απαιτείται να βρώ τον συσχετισμόν των όρων. Κάποια συσχέτιση θα υπάρχει, ένας άγνωστος Χ μεταξύ των όρων του προβλήματος που θα τους ενώνει και θα δημιουργή το πρόβλημα ως ένωσίν των.
Άρα δέον να σκεπτώ κάθε όρον χωριστά και να εννοήσω όλες τις πτυχές του.
Νέος είναι ο καινούργιος, σε σχέση με τον παλιό. Ο νέος ερχόμενος εις τον βίον, σε σχέσιν με κάποιον άλλον που παλαιώνει. Το νέον όμως δεν έχει δοκιμαστεί στον στίβο της ζωής. Το παλαιόν έφαγε τα μούτρα του, δικιμάστηκε, αντιμετώπισε κάποτα τα προβλήματα, είδε και έπαθε και έμαθε. Το νέον είναι άπειρον ζωής.
Έγκλημα. Το λέγει η λέξις. Αυτό για το οποίο θα κληθής κάποτε να δώσης εξηγήσης. Θα εγκληθής για τούτο. Θα λογοδοτήσης, θα κατηγορηθής. Μα γιατί; Γιατί έπρεπε να μην το κάνης και το έκανες. Μα από ποιόν θα κατηγορηθώ; Από τον νόμο. Ναι αλλά ο νόμος δεν με βλέπει σε όλα και μπορώ να του ξεφύγω. Υπάρχει και ο γραπτός αλλα και ο άγραφος νόμος. Θυμίσου την Αντιγόνη. Ο άγραφος νόμος, οι επιταγές του θείου κτλ. Άβυσσος το θέμα.
Πως συσχετίζονται αυτά μεταξύ των; Σκεπτόμενοι πλέον το εξής είναι εύκολον. Εγκαλούνται από τον θείον, τον άγραφον νόμον και τον γραπτόν περισσότερον οι νέοι διότι αδόκιμοι εις την ζωήν ξεπέρασαν τας επιταγάς των. Και γιατί παραβιάζουν τις επιταγές των νόμων οι νέοι. Μα φυσικά επειδή δεν τους ξέρουν. Δεν τους τους εδίδαξε κανείς. Ιδού το σχολείο και οι γονείς θα ειπούν βεβιασμένως μερικοί. Ναι. Αλλά φταίει τούτο μόνον;
Ο Σολωμός είχε αναφωνήσει το απαράμιλλο κάποτε «πάντοτε ανοικτά, τα μάτια της ψυχής». Να είσαι σε εγρήγορση. Να έχεις τις αντένες σου σε πλήρη λειτουργία, ώστε να μην πής πώς τάχα ποτέ δεν άκουσες, ποτέ δεν είδες. Δεν μου δίδαξε κανείς να σηκώνω έναν άνθρωπο πεσμένον στον δρόμο. Αιμόφυρτον. Συνεχίζω και προσπερνάω; Δεν είδα κανέναν να τον σηκώνη; Να κάνει σαν τρελός ζητώντας βοήθεια για τοβ συνάνθρωπό του; Περίμενα το σχολείο και την οικογένεια – έστω σε ανυπαρξία να είναι – να μου τα πούν; Όχι δεν είδα θα ειπής. Δεν είδες έως 13 ετών έως να υπάγης στα 29 τίποτα; Δεν το δέχεται κανείς. Όπως δεν δέχεται κανείς ότι το σχολείο είναι σε ανυπαρξία και η οικογένεια. Ναι σφάλλουν αλλά πόσες περιπτώσεις είναι που μηδενικώς συνεισφέρουν; Δεν άκουσες την παραβολή του καλού Σαμαρείτη τουλάχιστον στο δημοτικό; Την άκουσες αλλά την θεώρησες ύλη θρησκευτικών αναξία λόγου.
Το αφήνω γιατί έχει βάθος και μακρυγορούμε. Φαίνεται λοιπόν πως παραβιάζουν τον νόμον κάθε είδους οι αδόκιμοι στην ζωή νέοι, χάριν τινός άλλου λόγου και όχι από άγνοια. Από έλλειψη σεβασμού και εγωπαθείας. Ενδιαφέρονται πρωτίστως για το εγώ τους και όχι για τον άλλο. Δεν δίδουν την πρέπουσα τιμή σε αξίες που έπρεπε να θεωρούνται δεδομένες. Και αν αυτό πάλι φαίνεται επιπολαίως ότι είναι θέμα διδαχής των γονέων και του σχολείου σας έδειξα ανωτέρω ότι δεν είναι. Ειδάλλως ο Λώτ ευρισκόμενος στα Σόδομα μέσα, μέσα σε μια πόλη γεμάτη εγκληματίες δεν έπρεπε να υπάρχη κάν. Αν όλα τα αναγάγουμε εις το περιβάλλον τότε ουδείς έχει προσωπική ευθύνη. Αν δεν υπάγω στο σχολείο και μεγαλώσω τσοπάνος εις τα όρη, σαν το βοσκόπουλο του Παπαδιαμάντη, και δεν υπάγω σε κανέναν καλόγερο να μάθω γράμματα, όπως στον Σισσώη το βοσκόπουλο δεν έχω καμία ελπίδα να είμαι άνθρωπος. Θα είμαι εγκληματίας. Δεν είναι έτσι.
Το συμπέρασμα που βγάζω είναι το εξής: οι νέοι εγκληματούν περισσότερο όχι χάριν αγνοίας των γραπτών και των αγράφων νόμων αλλά χάριν ελλείψεως σεβασμού αυτών.
Υπάγω στον άλλον όρον. Αν αποδείξω ότι η σύγχρονος εποχή προωθεί την εγωπάθειαν και τον ατομικισμό και γράφει εις τα παλαιότερα των υποδημάτων της τους νόμους, τότε θα έχω άλλο ένα συμπέρασμα. Και από τα δύο αυτά συμπεράσματα λοιπόν ταυτίζω τους νέους με την σύγχρονον εποχήν. Τουτέστιν:
Σ1. Οι νέοι ως αδόκιμοι χλευάζουν την αξία των νόμων
Σ2. Η σύγχρονος εποχή προωθεί την απαξία των αξιών
ΑΡΑ: η νέα εποχή και οι άνθρωποί της με τις ιδέες που αυτοί εμφορούνται είναι το πρόβλημα. Αυτή είναι η γενική μου θέση.
Τα ανωτέρω δύο συμπεράσματα θα πρέπει να αιτιολογηθούν το καθένα από δύο αιτιολογήσεις, προκείμενες.
Έτσι έχω αποδείξει και πείσει τον αναγνώστην μου πώς διαθέτοντας κριτικόν νού γνωρίζω να κρίνω και να αξιολογώ, ως μου εζητήθη τα πράγματα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου